Ο κόσμος είναι σήμερα πιο ασφαλής | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο κόσμος είναι σήμερα πιο ασφαλής

Οι ΗΠΑ δεν κινδυνεύουν όσο νομίζει η Ουάσινγκτον

Τίποτε από αυτά δεν σημαίνει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν αντιμετωπίζουν μεγάλες προκλήσεις σήμερα. Αντίθετα, το θέμα είναι ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα είναι διαχειρίσιμα και θέτουν ελάχιστους κινδύνους για τη ζωή της συντριπτικής πλειοψηφίας των Αμερικανών. Κανένα από αυτά - ξεχωριστά ή σε συνδυασμό – δεν δικαιολογεί την κινδυνολογία και τη ρητορική των πολιτικών ή πρέπει να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι οι Αμερικανοί ζουν σε έναν επικίνδυνο κόσμο.
Ας δούμε την τρομοκρατία. Από την 11η Σεπτεμβρίου, καμιά απειλή για την ασφάλεια δεν έχει αυξηθεί περισσότερο. Λαμβάνοντας υπόψη τη φρίκη εκείνης της ημέρας, αυτό δεν αποτελεί έκπληξη. Αλλά το αποτέλεσμα ήταν ένα επίπεδο φόβου που είναι εντελώς δυσανάλογο σε σχέση με τις δυνατότητες τόσο των τρομοκρατικών οργανώσεων όσο και την ευπάθεια των Ηνωμένων Πολιτειών. Στις 11 Σεπτεμβρίου 2001, η Αλ Κάιντα υπήρξε τραγικά τυχερή. Από τότε, οι Ηνωμένες Πολιτείες προετοιμάζονται για την πιθανότητα του «ένα τοις εκατό» (και ακόμη λιγότερο) ότι θα μπορούσε να είναι και πάλι τυχερή. Αλλά η Αλ Κάιντα έχασε το ασφαλές καταφύγιό της μετά την υπό αμερικανική ηγεσία εισβολή στο Αφγανιστάν το 2001 και οι περαιτέρω στρατιωτικές, διπλωματικές, κατασκοπευτικές και άλλες προσπάθειες επιβολής του νόμου έχουν αποδεκατίσει την οργάνωση, η οποία έχει ουσιαστικά χάσει την όποια ικανότητα είχε κάποτε να απειλήσει σοβαρά τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Σύμφωνα με αμερικανούς αξιωματούχους, η ηγεσία της Αλ Κάιντα έχει συρρικνωθεί σε δύο κορυφαίους αρχηγούς: τον Αϊμάν αλ-Ζαουάχρι και τον δεύτερο στην ιεραρχία, Αμπού Γιαχία αλ-Λίμπι. Ο Πανέτα έχει ακόμη πει ότι η ήττα της Αλ Κάιντα είναι «εφικτή». Η κατάρρευση της αρχικής οργάνωσης της Αλ Κάιντα είναι ένας λόγος που, στη δεκαετία από την 11η Σεπτεμβρίου, το έδαφος των ΗΠΑ δεν έχει υποφέρει από οποιεσδήποτε μεγάλης κλίμακας τρομοκρατικές επιθέσεις. Όλες οι επόμενες προσπάθειες έχουν αποτύχει ή έχουν ματαιωθεί, εν μέρει λόγω της ανικανότητας των δραστών. Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν ακόμα αναμφισβήτητα μερικοί τρομοκράτες που θέλουν να σκοτώσουν Αμερικανούς, τα όνειρά τους θα συνεχίσουν πιθανόν να είναι ταραγμένα εξαιτίας των δικών τους περιορισμών αλλά και λόγω των υπηρεσιών επιβολής νόμου και των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗνωμένωνΠολιτειών και των συμμάχων τους.

Καθώς η απειλή από ομάδες της διεθνούς τρομοκρατίας λιγοστεύει, οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν επίσης λίγους κινδύνους από άλλα κράτη. Η Κίνα είναι ο πιο προφανής πιθανός αντίπαλος των Ηνωμένων Πολιτειών και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η άνοδός της θα αποτελέσει πρόκληση για τα οικονομικά συμφέροντα των ΗΠΑ. Επιπλέον, υπάρχει μια ατελείωτη συζήτηση μεταξύ των Κινέζων πολιτικών και των στρατιωτικών ηγετών για τον παγκόσμιο ρόλο που αρμόζει στην Κίνα, και η έλλειψη διαφάνειας από την ανώτερη ηγεσία της Κίνας σχετικά με τους μακροπρόθεσμους στόχους της εξωτερικής της πολιτικής αποτελεί αιτία ανησυχίας. Ωστόσο, η σημερινή απειλή για την ασφάλεια στο έδαφος των ΗΠΑ είναι σχεδόν ανύπαρκτη και θα παραμείνει έτσι. Ακόμη και τώρα που η Κίνα προσπαθεί να εκσυγχρονίσει τον στρατό της, οι αμυντικές δαπάνες της εξακολουθούν να είναι περίπου το ένα ένατο εκείνων των Ηνωμένων Πολιτειών. Το 2012, το Πεντάγωνο θα δαπανήσει μόνο για στρατιωτική «Έρευνα και Ανάπτυξη» περίπου όσα η Κίνα θα δαπανήσει για ολόκληρο το στρατό της.

Ενώ η Κίνα επιδεικνύει κάπως άτσαλα τη δύναμή της στην Άπω Ανατολή απειλώντας να αρνηθεί την πρόσβαση σε επίμαχους θαλάσσιους πόρους, μια πρόσφατη έκθεση του Πενταγώνου σημειώνει ότι οι στρατιωτικές φιλοδοξίες της Κίνας εξακολουθούν να κυριαρχούνται από «περιφερειακούς κινδύνους» και ότι ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός έχει σημειώσει μικρή πρόοδο στην ανάπτυξη δυνατοτήτων που «επεκτείνουν την παγκόσμια εμβέλεια ή την προβολή της ισχύος του». Κατά τα προσεχή έτη, η Κίνα θα διευρύνει τον περιφερειακό της ρόλο, αλλά η ανάπτυξη αυτή θα απειλήσει τα συμφέροντα των ΗΠΑ αν η Ουάσιγκτον προσπαθήσει να κυριαρχήσει στην Ανατολική Ασία και δεν λάβει υπόψη της τα δικαιολογημένα περιφερειακά συμφέροντα της Κίνας. Είναι αλήθεια ότι οι γείτονες της Κίνας συχνά φοβούνται ότι η Κίνα δεν θα επιλύσει ειρηνικά τις διαφορές τους, και αυτό ανάγκασε τις ασιατικές χώρες να συνεργαστούν με τις Ηνωμένες Πολιτείες, διατηρώντας διμερείς συμμαχίες που συνθέτουν μια ισχυρή αρχιτεκτονική ασφάλειας και περιορίζουν τον χώρο που έχει η Κίνα για ελιγμούς.

Τα ισχυρότερα επιχειρήματα προέρχονται από εκείνους που προειδοποιούν ότι η κινεζική επιρροή περιστρέφεται γύρω από την οικονομική πολιτική. Ο κατάλογος των καταγγελιών περιλαμβάνει μια σειρά από κινεζικές πολιτικές, από την κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και τις πράξεις συναλλαγματικής χειραγώγησης ως την οικονομική κατασκοπεία και τις εγχώριες επιδοτήσεις. Ωστόσο, τίποτα από αυτά δεν είναι πιθανό να οδηγήσει σε άμεση σύγκρουση με τις Ηνωμένες Πολιτείες πέραν του ανταγωνισμού που ενυπάρχει στο διεθνές εμπόριο, ο οποίος δεν παράγει αποτελέσματα μηδενικού αθροίσματος και περιορίζεται από μηχανισμούς επίλυσης διαφορών, όπως αυτός του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Αν μη τι άλλο, η προσανατολισμένη προς τις εξαγωγές οικονομική στρατηγική της Κίνας, μαζί με τα μεγάλα αποθέματά της σε ομόλογα του αμερικανικού Δημοσίου, υποδηλώνουν ότι το Πεκίνο θα συνεχίσει να προτιμά ισχυρές τις Ηνωμένες Πολιτείες από το να είναι ασθενείς.

ΠΥΡΗΝΙΚΟΙ ΦΟΒΟΙ

Πρόκειται για ένα θέμα πεποίθησης για πολλούς Αμερικανούς πολιτικούς ότι το Ιράν είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα. Αλλά αν αυτό είναι αλήθεια, τότε οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να αναπνέουν πιο εύκολα: το Ιράν είναι αδύναμο στρατιωτικά. Σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών οι ιρανικές «στρατιωτικές δυνάμεις δεν έχουν σχεδόν καμία σύγχρονη θωράκιση, πυροβολικό, αεροσκάφη ή πολεμικά πλοία και οι κυρώσεις του ΟΗΕ πιθανότατα θα εμποδίσουν την αγορά όπλων υψηλής τεχνολογίας για το προβλέψιμο μέλλον».