Libor: Τρία σκάνδαλα σε ένα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Libor: Τρία σκάνδαλα σε ένα

Υπάρχει τρόπος να εμποδιστεί η χειραγώγηση των επιτοκίων

Σε νομικά έγγραφα που κατατίθενται σε σχέση με την πρόσφατη διαδικασία δίωξης κατά της Barclays, η αμερικανική Επιτροπή Παραγώγων (Commodities Futures Trading Commission, CFTC) παραθέτει ένα εσωτερικό e-mail της Barclays που εστάλη στις 3 Φεβρουαρίου 2006, στο οποίο ένας διαπραγματευτής έγραψε προς το γραφείο καθορισμού επιτοκίων: «Χρειαζομαστε να έχουμε χαμηλό (Libor) ενός μηνός, και, ει δυνατόν, ένα υψηλό 3 μηνών». Στη συνέχεια, στις 27 Μαρτίου 2006, το γραφείο συναλλαγών είπε στο Λονδίνο, «Χρειαζόμαστε χαμηλό 1m (Libor ενός μηνός) και υψηλό 3 μηνών». Σε ένα e-mail του Μαΐου εκείνης της χρονιάς, ο διαπραγματευτής ζήτησε το Libor να διατηρηθεί στο 5,36, επειδή η διαπραγματευτική θέση του «θα υποφέρει από ένα υψηλότερο επιτόκιο».

Αλλά ακόμη και αν δεν υπήρχε χειραγώγηση, το Libor είναι ένας φτωχός δείκτης της αγοράς. Άλλα επιτόκια αναφοράς, συμπεριλαμβανομένων των πραγματικών επιτοκίων των εντόκων γραμματίων της κυβέρνησης των ΗΠΑ και των ομολόγων, έχουν περισσότερο νόημα. Αξίζει να αναφερθούν τα ευρήματα από το ερευνητικό τμήμα της Ομοσπονδιακής Τράπεζας του Κλίβελαντ, που ανέφερε ότι το 2007 το επιτόκιο Libor και τα επιτόκια στα αμερικανικά έντοκα γραμμάτια άρχισαν να αποκλίνουν σημαντικά. Ενώ στις ΗΠΑ τα επιτόκια των εντόκων μειώθηκαν κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης, καθώς οι επενδυτές ζήτησαν την ασφάλεια των κρατικών ομολόγων, το Libor αυξήθηκε, καθώς οι επενδυτές θεώρησαν τις μεγάλες τράπεζες άκρως επικίνδυνες. Τυχεροί δανειολήπτες των οποίων τα κυμαινόμενα επιτόκια συνδέονταν με τα Έντοκα Γραμμάτια είδαν τις μηνιαίες πληρωμές υποθηκών τους να μειώνονται, αλλά οι οφειλέτες των οποίων τα κυμαινόμενα επιτόκια συνδέονταν με το Libor είδε τις μηνιαίες πληρωμές τους να απογειώνονται. Όπως πλέον αποδεικνύεται, αρχής γενομένης από το 2005, πολλές τράπεζες κατηύθυναν δανειολήπτες σε δανειακές συμβάσεις με βάση το Libor και μακριά από εκείνες που βασίζονταν σε αμερικανικούς τίτλους. Μέχρι το 2007, σύμφωνα με την Cleveland Federal Reserve, περισσότερο από το 90% των στεγαστικών δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου μειωμένης εξασφάλισης συνδέθηκαν με το Libor. Μέχρι τη στιγμή που κατέρρευσαν τα πάντα, αυτή η στροφή ήταν υπέροχη για τις τράπεζες, βέβαια, αλλά τελικά συνέθλιψε πολλούς δανειολήπτες και βοήθησε ώστε να βυθιστεί η παγκόσμια οικονομία.

Έτσι, το σκάνδαλο του Libor είναι στην πραγματικότητα τρία σκάνδαλα σε ένα. Το πρώτο είναι ο τρόπος που οι τράπεζες ανέφεραν τεχνητά χαμηλά επιτόκια Libor στις ρυθμιστικές αρχές. Το δεύτερο είναι η χειραγώγηση του Libor για κέρδη επί των συναλλαγών. Και το τρίτο είναι η χρήση του Libor για τον προσδιορισμό των επιτοκίων ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων όταν ένας καλύτερος δείκτης, όπως τα ομόλογα των ΗΠΑ, ήταν άμεσα διαθέσιμος.

Η τραγωδία είναι ότι όλα αυτά τα προβλήματα θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί με την επιλογή ενός πιο διαφανούς και αντικειμενικού συστήματος μέτρησης. Ένα τέτοιο σύστημα δεν θα πρέπει να διοικείται ή να είναι διαχειριζόμενο από κανέναν φορέα. Κατ’ αρχήν, αντί να χρησιμοποιεί ένα τραπεζικό υποθετικό, μη υπαρκτό προγνωστικό για τα επιτόκια, η αγορά θα μπορούσε να χρησιμοποιεί τα πραγματικά επιτόκια σε παρατηρήσιμα χρηματοπιστωτικά μέσα, όπως τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα και άλλα κρατικά ομόλογα που εμπορεύονται σε αγορές με υψηλή ρευστότητα. Με άλλα λόγια, να μην χρησιμοποιείται το επιτόκιο με το οποίο οι τραπεζίτες φαντάζονται ότι μπορούν να δανείζονται χρήματα για να καθορίζεται το Libor. Να χρησιμοποιείται το επιτόκιο με το οποίο ένας μεγάλος δανειολήπτης, όπως η κυβέρνηση των ΗΠΑ, δανείζεται χρήματα.

Για παράδειγμα, αντί να κάνει ένα δάνειο κυμαινόμενου επιτοκίου το οποίο είναι κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα του επιτοκίου Libor, μια τράπεζα θα μπορούσε να κάνει ένα δάνειο που είναι κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες πάνω από το επιτόκιο του ετήσιου έντοκου γραμματίου των ΗΠΑ. Μια τέτοια αλλαγή θα ήταν εξαιρετικά απλή στην εφαρμογή της. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2000, σχεδόν το ήμισυ των στεγαστικών δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου είχαν τιμολογηθεί με αυτόν τον τρόπο. Και ουσιαστικά για να εξαλειφθεί το ενδεχόμενο χειραγώγησης, θα μπορούσε κανείς να πάει ένα βήμα παραπέρα. Αντί να χρησιμοποιείται ένα μόνο, απομονωμένο επιτόκιο, θα μπορούσε κανείς να ορίσει το κυμαινόμενο επιτόκιο στον κυλιόμενο μέσο όρο των επιτοκίων ενός κρατικού τίτλου, ας πούμε για μια περίοδο ενός μηνός ή ενός έτους.

Στον κόσμο των χρηματοοικονομικών συμβάσεων, οι κυλιόμενοι μέσοι όροι γενικά θεωρούνται το καλύτερο σημείο αναφοράς για τη ρύθμιση των επιτοκίων. Από την πλευρά των τραπεζών, το πλεονέκτημα του Libor ήταν το γεγονός ότι μπορούσε να χειραγωγηθεί. Αλλά εκτός αν οι τραπεζίτες θέλουν να παραδώσουν ακόμα περισσότερο έλεγχο στις κρατικές ρυθμιστικές αρχές, θα πρέπει να αποκαταστήσουν την ακεραιότητα και την εμπιστοσύνη στο σύστημα. Πρέπει να απορρίψουν το Libor ως το σημείο αναφοράς και να το αντικαταστήσουν με ένα πραγματικό επιτόκιο της αγοράς.

Αν οι τραπεζίτες δεν προχωρήσουν όλοι μαζί σε μια απόφαση, ένα από τα δύο πράγματα θα συμβεί: Η αγορά θα κατακερματιστεί, καθώς μεμονωμένες τράπεζες θα αναπτύξουν τα δικά τους επιτόκια αναφοράς, και οι καταναλωτές θα υποφέρουν, επειδή θα καταστεί σχεδόν αδύνατο να συγκρίνουν και να πάρουν δάνεια από τράπεζες που ανταγωνίζονται μεταξύ τους. Ή, οι κρατικές ρυθμιστικές αρχές θα παρέμβουν ορμητικά. Στη συνέχεια το επιτόκιο αναφοράς θα γίνει γραφειοκρατικό και αποστεωμένο - και οι καταναλωτές θα υποφέρουν ακόμα περισσότερο. Είτε έτσι είτε αλλιώς, οι τράπεζες, χωρίς πελάτες, θα χάσουν. Κι αυτό είναι ένας λόγος παραπάνω για να αναλάβουν την επίλυση του προβλήματος οι ίδιες, και μάλιστα αμέσως.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.