Η θεαματική ανάδυση των «μεγάλων δεδομένων» | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η θεαματική ανάδυση των «μεγάλων δεδομένων»

Πώς τα big data αλλάζουν τον τρόπο που σκεφτόμαστε τον κόσμο

Τα κράτη θα χρειαστεί να προστατέψουν τους πολίτες τους και τις αγορές τους από τα νέα τρωτά σημεία που δημιουργούνται από τα «μεγάλα δεδομένα». Αλλά υπάρχει κι ένα άλλο πιθανό σκοτεινό σημείο: τα «μεγάλα δεδομένα» μπορεί να γίνουν Μεγάλος Αδερφός. Σε όλες τις χώρες, αλλά ειδικά στις μη δημοκρατικές, τα «μεγάλα δεδομένα» εντείνουν την υφιστάμενη ασυμμετρία ισχύος ανάμεσα στο κράτος και το λαό.

Η ασυμμετρία αυτή θα μπορούσε κάλλιστα να καταστεί τόσο μεγάλη που να οδηγεί στον αυταρχισμό των «μεγάλων δεδομένων», μια πιθανότητα που έχει επισημανθεί με εναργή τρόπο σε ταινίες επιστημονικής φαντασίας όπως το Minority Report. Αυτή η ταινία του 2002 λάμβανε χώρα σε μια «δυστοπία» στο εγγύς μέλλον. Ο χαρακτήρας τον οποίο υποδυόταν ο Τομ Κρουζ ήταν επικεφαλής μιας ομάδας πρόληψης του εγκλήματος η οποία βασιζόταν σε πνευματιστές, τα οράματα των οποίων οδηγούσαν στους ανθρώπους που ήταν έτοιμοι να διαπράξουν έγκλημα. Η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από την εμφανή πιθανότητα λάθους του συστήματος και ακόμη χειρότερα, την απαγόρευση της ελεύθερης βούλησης.

Παρ’ ότι η ιδέα της ταυτοποίησης πιθανών παραβατών προτού διαπράξουν ένα έγκλημα μοιάζει παράξενη, τα μεγάλα δεδομένα έχουν επιτρέψει σε ορισμένες Αρχές να τα λάβουν σοβαρά υπόψη. Το 2007, το Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας ξεκίνησε ένα ερευνητικό πρόγραμμα με την ονομασία FAST (Future Attribute Screening Technology), με σκοπό την ταυτοποίηση πιθανών τρομοκρατών, αναλύοντας δεδομένα σχετικά με ζωτικά σημάδια των ατόμων, τη γλώσσα του σώματος και άλλα πρότυπα φυσιολογίας. Οι αστυνομικές δυνάμεις σε πολλές πόλεις, συμπεριλαμβανομένου του Λος Άντζελες, του Μέμφις, του Ρίτσμοντ και της Σάντα Κρουζ, έχουν υιοθετήσει λογισμικά «προληπτικής αστυνόμευσης» που αναλύουν δεδομένα παλαιότερων εγκλημάτων για να ταυτοποιήσουν πού και πότε μπορεί να διαπραχθούν τα επόμενα.

Για την ώρα, τα συστήματα αυτά δεν ταυτοποιούν συγκεκριμένα άτομα ως ύποπτα. Αλλά αυτή είναι η κατεύθυνση προς την οποία φαίνεται να κατευθύνονται τα πράγματα. Ενδεχομένως, τέτοια συστήματα θα ταυτοποιούσαν το ποια νεαρά άτομα είναι πιο πιθανόν να κάνουν μικροκλοπές. Μπορεί να υπάρχουν καλοί λόγοι για να γίνουμε τόσο συγκεκριμένοι, ειδικότερα όταν έχουμε να αποτρέψουμε αρνητικά κοινωνικά αποτελέσματα εκτός του εγκλήματος. Για παράδειγμα, αν οι κοινωνικοί λειτουργοί μπορούσαν να πουν με ακρίβεια 95% ποια κορίτσια στην εφηβεία θα έμεναν έγκυες, ή ποια αγόρια στο γυμνάσιο θα παράταγαν το σχολείο, δεν θα αποδεικνύονταν αμελείς άραγε αν δεν παρενέβαιναν να βοηθήσουν; Ακούγεται θελκτικό. Η πρόληψη είναι άλλωστε προτιμότερη από την τιμωρία. Αλλά ακόμη και μια παρέμβαση που δεν θα ήταν επίπληξη αλλά αντ’ αυτού παρείχε βοήθεια, θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως ποινή –στο κάτω-κάτω μπορεί κάποιος να στιγματιστεί στα μάτια των άλλων. Σε αυτή την περίπτωση, οι κρατικές ενέργειες θα έπαιρναν τη μορφή ποινής προτού διαπραχθεί οποιαδήποτε πράξη, προσβάλλοντας το ταμπού της ελεύθερης βούλησης.

Μια άλλη ανησυχία έγκειται στο τι θα μπορούσε να συμβεί όταν οι κυβερνήσεις δείχνουν τόση μεγάλη εμπιστοσύνη στη δύναμη των δεδομένων. Στο βιβλίο του (1999), Seeing Like a State, ο ανθρωπολόγος James Scott κατέγραψε τους τρόπους με τους οποίους οι κυβερνήσεις, στο ζήλο που δείχνουν για την ποσοτικοποίηση και τη συλλογή δεδομένων, καταλήγουν καμία φορά να κάνουν δυστυχισμένες τις ζωές των ανθρώπων. Χρησιμοποιούν χάρτες για να προσδιορίσουν πώς θα αναδιοργανώσουν ολόκληρες κοινότητες χωρίς να γνωρίζουν τίποτα για τους ανθρώπους που ζουν εκεί. Χρησιμοποιούν ατέλειωτους πίνακες δεδομένων σχετικά με τους λιμούς προκειμένου να αποφασίσουν να κολλεκτιβοποιήσουν τη γεωργία, χωρίς να έχουν ιδέα από καλλιέργεια. Έχουν πάρει όλους τους ατελείς, οργανικά διαρθρωμένους τρόπους με τους οποίους διαδρούσαν οι άνθρωποι μεταξύ τους, μέσα στο χρόνο, και τους προσαρμόζουν όπως-όπως στις ανάγκες τους, καμιά φορά μόνο και μόνο για να ικανοποιήσουν την επιθυμία τους για μια μετρήσιμη τάξη.

Αυτή η άστοχη εμπιστοσύνη στα δεδομένα μπορεί να αναστραφεί. Οι οργανισμοί μπορεί να γοητεύονται από την ψεύτικη σαγήνη των δεδομένων και να αναγνωρίζουν περισσότερη σημασία στους αριθμούς από ό,τι τους αξίζει. Αυτό είναι ένα από τα μαθήματα του πολέμου στο Βιετνάμ. Ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας, Robert McNamara έπαθε εμμονή με τη χρήση στατιστικών ως τρόπο μέτρησης της προόδου του πολέμου. Αυτός και οι συνάδελφοί του είχαν εμμονή με τον αριθμό των νεκρών μαχητών τού εχθρού. Βασισμένος στους διοικητές και δημοσιευμένος καθημερινά στις εφημερίδες, ο αριθμός των νεκρών έγινε ένα δεδομένο που καθόρισε μια εποχή. Για τους υποστηρικτές του πολέμου ήταν απόδειξη προόδου. Για τους επικριτές, ήταν σημάδι της ανηθικότητας του πολέμου. Παρ’ όλ’ αυτά, οι στατιστικές αποκάλυπταν πολύ λίγα για τη σύνθετη πραγματικότητα της σύγκρουσης. Οι αριθμοί ήταν συχνά ανακριβείς και ήταν μικρής αξίας ως προς τη μέτρηση της προόδου. Παρ’ ότι είναι σημαντικό να μάθουμε από τα δεδομένα πώς να βελτιώνουμε τη ζωή μας, πρέπει να επιτρέπεται στην κοινή λογική να υπερβαίνει τα λογιστικά φύλλα μετρήσεων.

ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΣΤΙΓΜΑ

Τα «μεγάλα δεδομένα» είναι προορισμένα να επανασχεδιάσουν τον τρόπο με τον οποίο ζούμε, εργαζόμαστε και σκεπτόμαστε. Η οπτική του κόσμου που συγκροτήθηκε με βάση τη σημασία της αναζήτησης της αιτίας αμφισβητείται από την υπεροχή των συσχετίσεων. Η κατοχή της γνώσης, που σήμαινε κάποτε την κατανόηση του παρελθόντος, τείνει να σημαίνει την ικανότητα να προβλέπεις το μέλλον. Οι προκλήσεις που τίθενται από τα μεγάλα δεδομένα δεν θα είναι εύκολο να απαντηθούν. Πρόκειται, μάλλον, απλώς για το επόμενο βήμα στην ατέρμονη συζήτηση για το πώς θα κατανοήσουμε καλύτερα τον κόσμο.