Η υπόθεση περί ευρωπαϊκών πυρηνικών | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η υπόθεση περί ευρωπαϊκών πυρηνικών

Γιατί η ήπειρος χρειάζεται το δικό της αποτρεπτικό όπλο

Η Ευρώπη αισθάνεται λίγο εγκαταλελειμμένη αυτές τις μέρες. Συνηθισμένη στις τακτικές διαβεβαιώσεις από την Ουάσιγκτον για την δέσμευσή της στην διατλαντική ασφάλεια, οι Ευρωπαίοι ηγέτες μετατοπίζουν τώρα τις αμυντικές στρατηγικές τους [2] ως αντίδραση στα ανάμικτα μηνύματα του προέδρου Donald Trump [3] σχετικά με τον ρόλο των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ. Ακόμη και ο υπουργός Άμυνας, James Mattis, έχει γίνει σκληρός με την συμμαχία, απαιτώντας η Ευρώπη «να δείξει την υποστήριξή της στην κοινή μας άμυνα» αλλιώς η Ουάσιγκτον θα αλλάξει την φύση της μεταξύ τους συνεργασίας. Οι ανήσυχοι Ευρωπαίοι, όμως, μπορεί να παρηγορηθούν κάπως με την απόφαση του υπουργού των ΗΠΑ, Rex Tillerson, να παρακολουθήσει την συνεδρίαση των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ στις 31 Μαρτίου, ενώ αρχικά σχεδίαζε να λείπει από την συνάντηση.

Ο φόβος ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ίσως να μην τηρήσουν τις υποσχέσεις τους, ιδιαίτερα για τα ανατολικά μέλη της συμμαχίας, έχει οδηγήσει σε μια μέτρια αύξηση των ευρωπαϊκών συμβατικών στρατιωτικών δαπανών [4], οι οποίες αυξήθηκαν κατά 0,5% το 2015 και κατά 3,8% το 2016 σε πραγματικούς όρους. Αυτό δεν είναι αρκετό για να αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων, αλλά είναι μια αξιοσημείωτη μεταβολή. Η αυξανόμενη ανησυχία ότι η Ευρώπη θα μπορούσε να καταλήξει να μείνει μόνη της απέναντι στην Ρωσία, έχει οδηγήσει επίσης στην προηγουμένως ακατονόμαστη ιδέα της ανάπτυξης μιας πανευρωπαϊκής πυρηνικής αποτροπής [5].

Η προσάρτηση της ουκρανικής Κριμαίας από την Μόσχα το 2014 και η υποστήριξή της προς τους αυτονομιστές στην Donbass έχουν θυμίσει στα παλιά μέλη του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη, ότι ο οργανισμός είναι μια στρατιωτική συμμαχία, όχι μια διεθνής κοινωνική λέσχη. Όταν το ΝΑΤΟ επέκτεινε τα μέλη του στις χώρες της Βαλτικής, ελάχιστοι πολιτικοί πίστευαν ότι θα γίνει κάποια μέρα επίκληση στο άρθρου 5 της συμμαχίας περί της υπόσχεσης αμοιβαίας ασφάλειας. Σήμερα, αναρωτιούνται για το πώς θα υπερασπιστούν τις ευάλωτες χώρες χωρίς τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Πέρυσι, ο Matthew Kroenig του Atlantic Council υποστήριξε ότι «το ΝΑΤΟ θα πρέπει να είναι σε θέση να αποτρέψει μια ρωσική πυρηνική επίθεση, να αντιμετωπίσει τον πυρηνικό εξαναγκασμό που συνδέεται με την στρατηγική υβριδικού πολέμου της Ρωσίας, και να διαβεβαιώσει τα μέλη του ΝΑΤΟ ότι η Συμμαχία είναι έτοιμη να τα υπερασπιστεί». Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτό θα «απαιτήσει την ενίσχυση των υφιστάμενων στρατηγικών και δυνατοτήτων πυρηνικής αποτροπής που διαθέτει το ΝΑΤΟ».

Η πιθανότητα χρήσης πυρηνικών όπλων από την Ρωσία είναι μια ιδιαίτερα εξοργιστική πρόκληση για την Ευρώπη ώστε να την αντιμετωπίσει από μόνη της. Με βάση τις ασκήσεις της Μόσχας στο πεδίο της μάχης, τις απειλές για χρήση πυρηνικών όπλων, και άλλους παράγοντες, πιστεύεται ευρέως [6] ότι η αδυναμία του συμβατικού στρατού της Ρωσίας την έκανε να μειώσει το όριό της για την ανάπτυξη πυρηνικών. Παρά το γεγονός ότι τα μέλη του ΝΑΤΟ, Γαλλία και Ηνωμένο Βασίλειο, ανέπτυξαν τις δικές τους πυρηνικές δυνάμεις κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, ποτέ δεν σχεδίαζαν να αντιμετωπίσουν την Σοβιετική Ένωση με σκοπό να προστατεύσουν την Δυτική Γερμανία. Το Παρίσι και το Λονδίνο δεν φαίνονται σήμερα περισσότερο διατεθειμένα να αναπτύξουν τα πυρηνικά όπλα τους για να υπερασπιστούν τα ανατολικά μέλη της συμμαχίας. Η υπόθεση ήταν πάντα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα κάνουν την αποφασιστική πυρηνική κίνηση εναντίον της Ρωσίας [7].

Σε δεύτερη σκέψη, όμως, ποιός Αμερικανός πρόεδρος θα ρίσκαρε να προκαλέσει μια πυρηνική σύρραξη [8] για να υπερασπιστεί την Εσθονία, την Λετονία ή την Λιθουανία; Το ΝΑΤΟ δημιουργήθηκε αρχικά για να εμποδίσει την Σοβιετική Ένωση να κυριαρχήσει στην Ευρασία. Για αυτόν τον στρατηγικό στόχο, η Ουάσιγκτον ήταν διατεθειμένη να πληρώσει ένα υψηλό τίμημα.

Αντίθετα, η κατάκτηση των χωρών της Βαλτικής από την Μόσχα -οι οποίες ήταν μέρος της ρωσικής [9] Αυτοκρατορίας και της ΕΣΣΔ μετά από μια σύντομη περίοδο ανεξαρτησίας στο μεταξύ- θα ήταν φρικτή γι’ αυτούς, αλλά όχι ιδιαίτερα απειλητική για τις Ηνωμένες Πολιτείες ή ακόμα και για την υπόλοιπη Ευρώπη. Στην πραγματικότητα, οι χώρες της Βαλτικής ενσωματώθηκαν στο ΝΑΤΟ μόνο και μόνο επειδή κανείς δεν πίστευε ότι θα ήταν απαραίτητο να τις υπερασπιστεί. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και μια επίσημη αμερικανική υπόσχεση για την προστασία της είναι, στην πραγματικότητα, αναξιόπιστη.

Αυτό εγείρει το ερώτημα εάν η Ευρώπη θα πρέπει να δημιουργήσει την δική της πυρηνική αποτρεπτική [δύναμη]. Οι προκλήσεις μιας τέτοιας προσέγγισης είναι προφανείς. Ούτε η Γαλλία ούτε το Ηνωμένο Βασίλειο φαίνονται διατεθειμένοι να δώσουν τον έλεγχο τον οπλοστασίου τους. Και είναι μάλλον απίθανο ότι μια πυρηνική Γερμανία, ή οποιοδήποτε άλλο ευρωπαϊκό κράτος, θα απειλούσε την Μόσχα για μια εδαφική εισβολή στην Πολωνία, πόσω μάλλον στην Εσθονία.

Ο Roderich Kiesewetter, ο οποίος κατέχει ηγετικό ρόλο για την εξωτερική πολιτική στην γερμανική ομοσπονδιακή βουλή (Bundestag), έχει προτείνει την στήριξη [της ευρωπαϊκής άμυνας] στην Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ θα χρηματοδοτείται ένα μεγαλύτερο οπλοστάσιο μέσω ενός κοινού ευρωπαϊκού στρατιωτικού προϋπολογισμού. Αυτά τα ευρωπαϊκά όπλα θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν ή να συμπληρώσουν τις αμερικανικές βόμβες. Ομοίως, ο Berthold Kohler, εκδότης της Frankfurter Allgemeine Zeitung, πιθανολόγησε ότι η Γερμανία θα μπορούσε να αυξήσει το γαλλικό και το βρετανικό οπλοστάσιο προκειμένου να αντιμετωπίσει την Ρωσία. Ο Γιάροσλαβ Καζίνσκι, πρώην πρωθυπουργός και πρόεδρος του εθνικιστικού Κόμματος του Νόμου και της Δικαιοσύνης της Πολωνίας, πρότεινε η Ευρώπη να αναπτύξει ένα πολύ μεγαλύτερο οπλοστάσιο για να αντισταθμίσει [εκείνο] της Ρωσίας.

Αν και ο Ulrich Kühn του Carnegie Endowment for International Peace ορθώς επεσήμανε ότι θα ήταν πάρα πολύ ακριβό για την Ευρώπη να αντισταθμίσει το απόθεμα [10] των 2.000 έως 3.000 τακτικών πυρηνικών όπλων της Ρωσίας, μόνο μια αποτρεπτική, όχι ισοδύναμη, δύναμη είναι απαραίτητη. «Δεν είναι θέμα αριθμών», έχει γράψει ο Kiesewetter. «Η διαβεβαίωση και η αποτροπή προέρχονται από την ύπαρξη των όπλων και την δυνατότητα ανάπτυξής τους».

Ο Michael Gahler, μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, είναι σθεναρά εναντίον μιας πυρηνικής αποτροπής, υποστηρίζοντας ότι «αυτή είναι μια συζήτηση που δεν θα έπρεπε να ξεκινήσει». Η ανησυχία του, μεταξύ άλλων Ευρωπαίων ηγετών, είναι ο αντίκτυπος που θα είχε η ευρωπαϊκή πυρηνική αποτροπή στην μη διάδοση [των πυρηνικών όπλων]. Αλλά αυτό το τελευταίο αποτελεί έναν αξιόλογο στόχο, όχι ένα θρησκευτικό δόγμα. Η Ευρώπη θα πρέπει να είναι σε θέση να υπερασπιστεί τον εαυτό της από την Ρωσία, ιδίως δεδομένου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ίσως να κουραστούν να κρατούν μια πυρηνική ομπρέλα πάνω από την ήπειρο.

Η Ευρώπη είναι επίσης ο πιο προφανής τόπος για την Ουάσιγκτον για να κλείσει τουλάχιστον μια από τις πυρηνικές ομπρέλες της. Κανείς από τους ασιατικούς συμμάχους των Ηνωμένων Πολιτειών δεν διαθέτει πυρηνικά όπλα, και η ανάπτυξή τους θα είχε απρόβλεπτες περιφερειακές συνέπειες και είναι πιο πιθανό να προκαλέσει διάδοση. Περαιτέρω, η Ασία δεν διαθέτει έναν περιφερειακό οργανισμό όπως το ΝΑΤΟ, που θα μπορούσε να διαχειριστεί μια ευρύτερη, πιο σταθερή αποτροπή. Η Ευρώπη, αντίθετα, περιέχει ήδη δύο πυρηνικές δυνάμεις, και η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τα προβλήματά της, θα μπορούσε να προσφέρει ένα πιθανό ευρωπαϊκό αμυντικό πλαίσιο. Πιο σημαντικό, η πυρηνική ομπρέλα των ΗΠΑ έχει νόημα μόνο εφ’ όσον δεν βρέχει. Δεν υπάρχει κανένας λόγος οι Ηνωμένες Πολιτείες να διακινδυνεύσουν την ασφάλειά τους όταν η Ρωσία δεν είναι πλέον ένας ιδεολογικός, παγκόσμιος ανταγωνιστής και το ΝΑΤΟ εκτείνεται μέχρι τα σύνορα της Ρωσίας.

Οι περισσότεροι Ευρωπαίοι, συμπεριλαμβανομένου του Kiesewetter, εξακολουθούν να ελπίζουν ότι η Ουάσιγκτον θα διατηρήσει τον ρόλο της στην διατλαντική άμυνα, αλλά μια τέτοια πολιτική έρχεται σε αντίθεση με τα θεμελιώδη συμφέροντα των ΗΠΑ. Επτά δεκαετίες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι συνθήκες έχουν αλλάξει δραματικά˙ το ίδιο θα πρέπει να κάνει και η προσέγγιση των ΗΠΑ στην ευρωπαϊκή ασφάλεια.

Παρά το γεγονός ότι η διοίκηση Trump μπορεί να μην φαίνεται η πιο ικανή να σκέπτεται δημιουργικά για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, η προθυμία του προέδρου να αμφισβητεί την συμβατική σοφία δημιουργεί νέες ευκαιρίες για κάτι τέτοιο. Είναι καιρός για μια επανεξέταση του ποιός θα πρέπει να υπερασπιστεί την Ευρώπη, και πώς.

Copyright © 2017 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/europe/2017-03-27/case-european-...

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.amazon.com/Foreign-Follies-Americas-Global-Empire/dp/1597819...
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/norway/2017-01-02/norway-exempla...
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/europe/2017-03-02/real-problems-...
[4] http://www.nato.int/nato_static_fl2014/assets/pdf/pdf_2017_03/20170313_1...
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/japan/2016-07-26/let-them-make-n...
[6] http://www.ecfr.eu/article/commentary_russias_evolving_nuclear_strategy_...
[7] https://www.foreignaffairs.com/articles/americas/2016-08-01/rethinking-n...
[8] https://www.foreignaffairs.com/articles/2016-08-15/nuclear-orthodoxy-aft...
[9] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2016-04-18/russias-perpe...
[10] https://www.foreignaffairs.com/articles/russia-fsu/2016-04-18/revival-ru...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition