Μην δίνετε το ελεύθερο στην Πολωνία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μην δίνετε το ελεύθερο στην Πολωνία

Η υποστήριξη της Βαρσοβίας για την Ουκρανία δεν πρέπει να αποκρύπτει την επίθεσή της στην δημοκρατία στο εσωτερικό της

Τους τελευταίους 18 μήνες, σχολιαστές συζητούσαν για το αν η νέα στρατηγική σημασία της Πολωνίας θα οδηγούσε την δεξιά κυβέρνηση στην υιοθέτηση της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Τον Αύγουστο του περασμένου έτους, οι σημαίνοντες Πολωνοί σχολιαστές, Jaroslaw Kuisz και Karolina Wigura, σημείωσαν [1] στο Foreign Policy ότι «οι ελπίδες είναι επομένως μεγάλες ότι η Πολωνία όχι μόνο θα ευθυγραμμιστεί στρατηγικά με την υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά και θα βρει τον δρόμο της επιστροφής στο φιλελεύθερο δημοκρατικό μονοπάτι». (Σε ένα αιχμηρό δημοσίευμα των New York Times που δημοσιεύθηκε [2] τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους, οι Kuisz και Wigura κατέστησαν σαφές ότι θεωρούν πλέον κάτι τέτοιο αδύνατο). Σε ένα δημοσίευμα τον Απρίλιο για την Politico, η αναλύτρια του German Marshall Fund, Marta Prochwicz-Jazowska, σημείωσε [3] ότι «ο πόλεμος δημιουργεί παράξενους συντρόφους», αλλά κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «δεν μπορεί να υπάρξει κανένα ελευθέρας όταν πρόκειται για την δημοκρατία». Ωστόσο, τα πρόσφατα γεγονότα καθιστούν σαφές ότι η Πολωνία παίρνει ακριβώς αυτό. Το να συνεχίσει να δίνεται ένα ελευθέρας στην κυβέρνηση της Πολωνίας θα διευκολύνει την διεθνή εξάπλωση της αντιφιλελεύθερης δημοκρατίας διδάσκοντας σε άλλες κυβερνήσεις ότι οι επιθέσεις στους δημοκρατικούς θεσμούς είναι ανεκτές εφόσον υποστηρίζεις τους ευρύτερους στόχους της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Είναι καιρός ο Μπάιντεν να πει ξανά την αλήθεια για το τι συμβαίνει στο εσωτερικό της Πολωνίας.

ΝΟΜΟΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΜΟΝΟ ΚΑΤ’ ΟΝΟΜΑ

Ιδρύθηκε το 2001 από τα δίδυμα πρώην παιδιά-ηθοποιούς που έγιναν πολιτικοί πράκτορες Jaroslaw και Lech Kaczynski και ξεκίνησε ως κίνημα κατά της διαφθοράς για την διερεύνηση των πολιτικών της μετακομμουνιστικής αριστεράς της Πολωνίας. Ωστόσο, κατά τον σχηματισμό της πρώτης κυβέρνησής του το 2005, το κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη εγκατέλειψε την συνεργασία με τους υπό την ηγεσία του Ντόναλντ Τουσκ κεντροδεξιούς φιλελεύθερους, στρεφόμενο σε αγροτικούς λαϊκιστές και ακροδεξιούς θρησκευτικούς εξτρεμιστές για να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού.

Μέχρι το 2007, το κόμμα είχε μετακινηθεί πολύ προς τα δεξιά, ασκώντας κριτική στην Ευρωπαϊκή Ένωση και συμμαχώντας με μια φονταμενταλιστική αυτοκρατορία καθολικών μέσων ενημέρωσης που ονομάζεται Radio Mary, μέχρι που ένα σκάνδαλο διαφθοράς έριξε την κυβέρνηση. Όμως το Νόμος και Δικαιοσύνη διατήρησε την πολωνική προεδρία μέχρι που ο Λεχ Καζίνσκι έχασε την ζωή του, μαζί με άλλους 95 κυβερνητικούς αξιωματούχους και κοινωνικούς ακτιβιστές, τον Απρίλιο του 2010 σε αεροπορικό δυστύχημα έξω από το Σμολένσκ της Ρωσίας -για το οποίο ο δίδυμος αδελφός του έσπευσε να κατηγορήσει τόσο τον Πούτιν όσο και τον Τουσκ, ο οποίος τότε εκτελούσε χρέη πρωθυπουργού. Από εκείνο το δυστύχημα γεννήθηκε η λεγόμενη αίρεση του Σμολένσκ, μια κατηγορία για συνωμοσία μεταξύ του Κρεμλίνου και του μεγαλύτερου μέρους του πολωνικού πολιτικού φάσματος.

Όταν το [κόμμα] Νόμος και Δικαιοσύνη επέστρεψε στην εξουσία το 2015, κερδίζοντας τόσο την κοινοβουλευτική πλειοψηφία όσο και την προεδρία υπό τον Ντούντα, η κατηγορία ότι οι πολιτικοί αντίπαλοι εκπροσωπούσαν ξένα συμφέροντα παρέμεινε και βοήθησε να υπαγορευτεί μια πολιτική ατζέντα που συνδύαζε τον αντιφιλελεύθερο εθνικισμό με μια σημαντική επέκταση του πολωνικού κράτους πρόνοιας. Η κυβέρνηση κέρδισε δημοσιότητα για την καταστολή των απεργιών δασκάλων, νοσοκόμων, και οικολογικών ακτιβιστών που διαμαρτύρονταν για την αποψίλωση των δασών στα ανατολικά της Πολωνίας. Αύξησε τις πληρωμές της κοινωνικής πρόνοιας σε μετρητά προς τις οικογένειες και τους αγρότες, ενώ ταυτόχρονα, υπέταξε τα δημόσια μέσα ενημέρωσης, εξάλειψε την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, και προώθησε τα συμφέροντα της Καθολικής Εκκλησίας. Η μετατροπή της κρατικής ραδιοφωνίας και τηλεόρασης από την κυβέρνηση σε προπαγανδιστικά γραφεία του Νόμος και Δικαιοσύνη ολοκληρώθηκε το 2016.

Η διάλυση της ανεξάρτητης δικαιοσύνης διήρκεσε περισσότερο χρόνο και αποτέλεσε αντικείμενο αμφισβήτησης ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και απειλής κυρώσεων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η κατάληψη της δικαστικής εξουσίας περιελάμβανε τη μείωση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, τον έλεγχο και την συκοφάντηση των ανεξάρτητων νομικών, και την διάλυση του απολιτικού, συλλογικού συστήματος που προηγουμένως έθετε κανόνες και επέβαλε πρότυπα στο δικαστικό σώμα. Ο υπουργός Δικαιοσύνης της Πολωνίας πλέον εκτελεί και χρέη γενικού εισαγγελέα με μεγάλες εξουσίες, οι πολιτικά διορισμένοι κρατικοί εισαγγελείς του οποίου έχουν την εξουσία να κινήσουν πειθαρχικές διαδικασίες κατά δικαστών της επιλογής τους. Ήταν η η συνεπιλογή [των μελών]του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Πολωνίας από το Νόμος και Δικαιοσύνη που είχε ως αποτέλεσμα την ανακοίνωση του δικαστηρίου τον Οκτώβριο του 2020 για σχεδόν πλήρη απαγόρευση των αμβλώσεων στην Πολωνία, την οποία ακολούθησαν μήνες διαδηλώσεων στους δρόμους. Στο τέλος, οι διαμαρτυρίες υποχώρησαν και η απαγόρευση έγινε νόμος.