Πώς δεν τελειώνουν οι πόλεμοι | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς δεν τελειώνουν οι πόλεμοι

Η Ουκρανία, η Ρωσία, και τα διδάγματα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου*
Περίληψη: 

Η εμπειρία ενός προηγούμενου μεγάλου πολέμου στην Ευρώπη —τον ξέρουμε ως Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο— θα πρέπει να μας υπενθυμίζει το τρομερό κόστος μιας παρατεταμένης και πικρής ένοπλης σύγκρουσης. Και όπως σήμερα, εκείνος ο πόλεμος ευρέως αναμενόταν να είναι σύντομος και αποφασιστικός.

Η Margaret MacMillan είναι ομότιμη καθηγήτρια Διεθνούς Ιστορίας στην Οξφόρδη και συγγραφέας των βιβλίων War: How Conflict Shaped Us [1] και The War That Ended Peace: The Road to 1914 [2].

Στις 24 Φεβρουαρίου 2022, ο μεγάλος Ουκρανός μυθιστοριογράφος Andrey Kurkov και η σύζυγός του ξύπνησαν στο σπίτι τους στο Κίεβο από τον ήχο των ρωσικών πυραύλων. Στην αρχή δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που συνέβαινε. «Πρέπει να συνηθίσεις ψυχολογικά στην ιδέα ότι ο πόλεμος έχει ξεκινήσει», έγραψε. Πολλοί παρατηρητές της εισβολής ένιωσαν και συνεχίζουν να νιώθουν αυτή την αίσθηση δυσπιστίας. Ταράχτηκαν από την ανοιχτή και μαζική επίθεση της Ρωσίας και έμειναν έκπληκτοι με την σκληρή και επιτυχημένη αντίσταση της Ουκρανίας. Ποιος, εκείνες τις πρώτες μέρες του πολέμου, καθώς προχωρούσαν οι ρωσικές φάλαγγες, θα είχε προβλέψει ότι οι δύο πλευρές θα εξακολουθούσαν να πολεμούν πολύ περισσότερο από έναν χρόνο αργότερα; Με τόσα περισσότερα όπλα και πόρους και τόσο περισσότερο ανθρώπινο δυναμικό για να αντλήσει, φαινόταν δεδομένο ότι η Ρωσία θα συνέτριβε την Ουκρανία και θα καταλάμβανε τις κύριες πόλεις της σε λίγες μέρες.

15092023-1.jpg

Ricardo Tomás
-----------------------------------------------------------------

Ωστόσο, στο δεύτερο έτος του, ο πόλεμος συνεχίζεται, και με πολύ διαφορετικό τρόπο από τον αναμενόμενο. Μια εισβολή στην Ουκρανία, πολλοί υπέθεσαν, θα περιλάμβανε γρήγορες προόδους και αποφασιστικές μάχες. Υπήρξαν μερικά από αυτά, συμπεριλαμβανομένης της δραματικής αντεπίθεσης της Ουκρανίας στην περιοχή του Χάρκοβο στα τέλη του καλοκαιριού του 2022. Αλλά στις αρχές Μαΐου, παρά τις συζητήσεις για μεγάλη ουκρανική επίθεση, ο πόλεμος είχε γίνει εδώ και καιρό μια σκληρή σύγκρουση κατά μήκος ολοένα και πιο οχυρωμένων γραμμών μάχης. Πράγματι, οι σκηνές που έρχονται από την ανατολική Ουκρανία -στρατιώτες μέχρι τα γόνατα στην λάσπη, οι δύο πλευρές να αντικρίζουν η μια την άλλη μέσα από χαρακώματα και ερειπωμένα κτίρια σε μια έρημο που έχει δημιουργηθεί από οβίδες- θα μπορούσαν να είναι από το δυτικό μέτωπο το 1916 ή το Στάλινγκραντ το 1942.

Πριν από την ρωσική εισβολή, πολλοί υπέθεταν ότι οι πόλεμοι μεταξύ μεγάλων δυνάμεων του 21ου αιώνα, αν συνέβαιναν καθόλου, δεν θα ήταν όπως οι προηγούμενοι. Θα γίνονταν χρησιμοποιώντας μια νέα γενιά προηγμένων τεχνολογιών, συμπεριλαμβανομένων των αυτόνομων οπλικών συστημάτων. Θα διεξάγονταν στο διάστημα και στον κυβερνοχώρο˙ οι στρατιώτες επί του πεδίου μάλλον δεν θα είχαν μεγάλη σημασία. Αντίθετα, η Δύση έπρεπε να φτάσει να συμβιβαστεί με έναν άλλο πόλεμο μεταξύ κρατών σε ευρωπαϊκό έδαφος, τον οποίο πολεμούν μεγάλοι στρατοί σε πολλά τετραγωνικά μίλια εδάφους. Και αυτός είναι μόνο ένας από τους πολλούς τρόπους με τους οποίους η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία παραπέμπει στους δύο παγκόσμιους πολέμους. Όπως εκείνοι οι προηγούμενοι πόλεμοι, τροφοδοτήθηκε από τον εθνικισμό και τις μη ρεαλιστικές υποθέσεις σχετικά με το πόσο εύκολο θα ήταν να συντρίψει κανείς τον εχθρό. Οι μάχες έχουν λάβει χώρα τόσο σε περιοχές αμάχων όσο και στο πεδίο της μάχης, ερημώνοντας πόλεις και χωριά και τρέποντας τους πληθυσμούς σε φυγή. Έχει καταναλώσει τεράστιους πόρους και οι εμπλεκόμενες κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να χρησιμοποιήσουν στρατεύσιμους και, στην περίπτωση της Ρωσίας, μισθοφόρους. Η σύγκρουση οδήγησε σε αναζήτηση νέων και πιο θανατηφόρων όπλων και ενέχει την πιθανότητα επικίνδυνης κλιμάκωσης. Επίσης έλκει μέσα του πολλές άλλες χώρες.

Η εμπειρία ενός προηγούμενου μεγάλου πολέμου στην Ευρώπη —τον ξέρουμε ως Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο— θα πρέπει να μας υπενθυμίζει το τρομερό κόστος μιας παρατεταμένης και πικρής ένοπλης σύγκρουσης. Και όπως σήμερα, εκείνος ο πόλεμος ευρέως αναμενόταν να είναι σύντομος και αποφασιστικός. Ωστόσο, ο κόσμος, και η Ουκρανία, αντιμετωπίζουν τώρα ανησυχητικά ερωτήματα. Πόσο καιρό θα επιμείνει η Ρωσία στην εκστρατεία της, παρόλο που οι ελπίδες της να πανηγυρίσει τη νίκη εξακολουθούν να υποχωρούν; Τι μεγαλύτερη ζημιά και φρίκη θα προκληθεί στην Ουκρανία και τον λαό της; Και πότε μπορούν εκείνες οι χώρες που πλήττονται περισσότερο από την σύγκρουση, από τους γείτονες της Ουκρανίας έως τους ευρύτερα συμμετέχοντες στο ΝΑΤΟ, να σταματήσουν να ανησυχούν ότι ο πόλεμος θα διαρρεύσει έξω από τα σύνορα της Ουκρανίας; Αλλά το παρελθόν προσφέρει επίσης μια ακόμη πιο σκοτεινή προειδοποίηση —αυτή την φορά, για το μέλλον, όταν ο πόλεμος στην Ουκρανία τελειώσει επιτέλους, όπως κάνουν όλοι οι πόλεμοι. Η Ουκρανία και οι υποστηρικτές της μπορεί κάλλιστα να ελπίζουν σε μια συντριπτική νίκη και την πτώση του καθεστώτος Πούτιν. Ωστόσο, αν η Ρωσία αφεθεί σε αναταραχή, πικρή, και απομονωμένη, με πολλούς από τους ηγέτες και τους ανθρώπους της να κατηγορούν άλλους για τις αποτυχίες της, όπως έκαναν τόσοι πολλοί Γερμανοί σε εκείνες τις δεκαετίες του Μεσοπολέμου, τότε το τέλος του πολέμου θα μπορούσε απλώς να θέσει τις βάσεις για έναν άλλο.

ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΣΑΡΑΓΙΕΒΟ

Την άνοιξη του 1914, λίγοι πίστευαν ότι ήταν δυνατός ένας χερσαίος πόλεμος μεταξύ μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων. Τα ευρωπαϊκά κράτη, όπως υπέθεταν με αυταρέσκεια οι κάτοικοί τους, ήταν πολύ προηγμένα, πολύ εναρμονισμένα οικονομικά—πολύ «πολιτισμένα», στην γλώσσα της εποχής— για να καταφύγουν σε ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ τους. Πόλεμοι εξακολουθούσαν να γίνονται στην περιφέρεια της Ευρώπης, κυρίως στα Βαλκάνια ή σε αποικιακά εδάφη, όπου οι Ευρωπαίοι πολέμησαν ενάντια σε λιγότερο ισχυρούς λαούς- αλλά όχι στην ίδια την ήπειρο, όπως πιστευόταν.