Το πραγματικός κόστος της πολιτικής συναίνεσης | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το πραγματικός κόστος της πολιτικής συναίνεσης

Γιατί κατέρρευσε το παραγωγικό και κοινωνικό μοντέλο της μεταπολίτευσης

Κοιτώντας το ρυθμό αύξησης της απασχόλησης αυτή την περίοδο παρατηρούμε ότι στην ουσία δεν δημιουργήθηκαν πραγματικά νέες θέσεις εργασίας. Με βάση τα στοιχεία του ΔΝΤ ο αριθμός των απασχολουμένων μειώθηκε από 3.880.000 άτομα το 1980 σε 3.871.000 άτομα το 1990 και αυξήθηκε σε 4.088.000 το 2000 και σε 4.389.000 το 2010. Στη συνέχεια μειώθηκε σε 3.904.000 το 2012. Τα στοιχεία που παρουσιάζονται από το ΔΝΤ σχετικά με τον αριθμό των απασχολουμένων στην Ελλάδα διαφέρουν από τα στοιχεία που παραθέτει η Ameco database της Ε.Ε. Στο ακόλουθο διάγραμμα παρατίθενται ο ρυθμός μεταβολής της απασχόλησης (σε %) με βάση τα στοιχεία για την απασχόληση που παραθέτουν το ΔΝΤ και η Ameco.

13.jpg

Τα βασικά συμπεράσματα που προκύπτουν από το ανωτέρω διάγραμμα [2] είναι ότι σε γενικές γραμμές ο ρυθμός αύξησης της απασχόλησης παρέμεινε χαμηλός (σε ελάχιστες χρονικές στιγμές μόλις που ξεπέρασε το 2%) και από το 2008 και έπειτα ο ρυθμός μεταβολής της απασχόλησης είναι αρνητικός.

Αυτό που διαφοροποιεί την ελληνική αγορά εργασίας από τις αγορές εργασίας των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, ακόμη και των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου, είναι το υψηλό ποσοστό αυτοαπασχολουμένων και το σχετικά μεγάλο ποσοστό απασχολουμένων στον αγροτικό τομέα σε σχέση με τους άλλους τομείς της οικονομίας.

14.jpg

Το ποσοστό των απασχολουμένων στον αγροτικό τομέα από 30% το 1981 μειώνεται σε 12,5% το 2010 δείχνοντας τη μεταστροφή του παραγωγικού μοντέλου της Ελλάδας από χώρα αγροτική σε χώρα των υπηρεσιών (το ποσοστό απασχόλησης στον τομέα αυτό αυξήθηκε από 40% το 1981 σε 68% το 2010. Σ’ ότι αφορά την απασχόληση στο βιομηχανικό τομέα παρατηρούμε ότι την περίοδο 1980 – 1990 παραμένει περίπου σταθερή στο 28-29% της συνολικής απασχόλησης, από το 1990 και έπειτα μειώνεται και αγγίζει το 22% το 2000 και παραμένει σταθερή σε αυτό το ποσοστό μέχρι το 2008 όπου μειώνεται εκ νέου και προσεγγίζει το 19% το 2010. Άρα την περίοδο 1990 – 2000 εγκαταλείπεται η βιομηχανική δραστηριότητα προς όφελος του τομέα των υπηρεσιών.

Σ’ ότι αφορά τον αριθμό των αυτοαπασχολουμένων ανέρχεται στο 50% του συνόλου των απασχολουμένων το 1980. Έκτοτε παρουσιάζει μία πτωτική τάση και αγγίζει το 36% το 2010.

15.jpg

Το ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων είναι ιδιαίτερα υψηλό όλη αυτή την εξεταζόμενη περίοδο. Το 1980 αγγίζει το 50% του συνόλου των απασχολουμένων. Από το 1988 ξεκινάει μια μικρή μείωσή του και φτάνει στο 36% το 2010. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν αφενός μεν τη ιδιαιτερότητα της δομής της ελληνικής οικονομίας που στηρίζεται στην πολύ μικρή ιδιοκτησία και στην αυτοαπασχόληση, αφετέρου δε ότι το πρόβλημα της ανεργίας είναι ακόμη σοβαρότερο, σε σχέση με άλλες χώρες όπου έχουν το ίδιο ποσοστό ανεργίας αλλά πολύ μεγαλύτερο ποσοστό μισθωτών, αφού η ανεργία αφορά πρωτίστως και κυρίως του μισθωτούς και όχι τους αυτοαπασχολούμενους.

Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

Η ελληνική οικονομία σήμερα χαρακτηρίζεται από έντονη ύφεση, υψηλά ποσοστά ανεργίας, φτώχειας και οικονομικών ανισοτήτων. Ο ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης το 2011 ήταν – 6,9% και το 2012 εκτιμάται ότι θα είναι – 4,7%. Όμως, η μείωση στο ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας είχε ήδη ξεκινήσει από το 2006 και από το 2008 είχε ήδη γίνει αρνητικός. Σ΄ ότι αφορά το ποσοστό ανεργίας αυτό διαμορφώθηκε σε 17,3% το 2011 και εκτιμάται ότι θα είναι 19,4% το 2012. Όμως και σε αυτή την περίπτωση το ποσοστό ανεργίας είχε αρχίσει να ανεβαίνει από το 2008. Οι δημόσιες δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ ανέρχονταν σε 49,7% το 2011 (ελάχιστη αύξηση σε σχέση με το 2010) και εκτιμάται ότι θα μειωθούν το 2012 σε 48,9%.

Γενικά όλη την προηγούμενη περίοδο οι δημόσιες δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξάνονταν σε αντίθεση με τα δημόσια έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ που μειώνονταν. Το ποσοστό των δημοσίων εσόδων ως προς το ΑΕΠ μειώνεται από 43% το 2000 σε 38,1% το 2004. Υπάρχει μία μικρή αύξησή των τα επόμενα χρόνια και το 2007 το ποσοστό τους ως προς το ΑΕΠ φτάνει στο 40%. Στη συνέχεια το ποσοστό αυτό μειώνεται για τα έτη 2008 και 2009 και αυξάνει για το 2010 και 2011. Το 2011 ανέρχεται σε 40,5% και εκτιμάται ότι θα είναι 41,7% το 2012.

Σ’ ότι αφορά τη φτώχεια, το 2010 το 20% του πληθυσμού χαρακτηρίζεται ως φτωχό. Ο δείκτης S80/S20, ο οποίος δείχνει το λόγο του εισοδήματος του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού προς το εισόδημα του φτωχότερου 20% του πληθυσμού, είναι 5,6 το 2009. Δηλαδή το εισόδημα του πλουσιότερου 1/5 του πληθυσμού είναι 5,6 φορές μεγαλύτερο από το εισόδημα του φτωχότερου 1/5 του πληθυσμού. Ο συντελεστής Gini, που μετρά την ανισότητα μεταξύ των εισοδημάτων, είναι 3,29. Όσο η τιμή του συντελεστή Gini αυξάνεται, αυτό είναι ένδειξη οικονομικής ανισότητας. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ ο δείκτης Gini μειώθηκε σημαντικά από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 2000, ειδικά στην περίπτωσή μέτρησής του μετά από φόρους και μεταβιβαστικές πληρωμές. Η μείωση της τιμής του Gini είναι ένδειξη μείωσης της οικονομικής ανισότητας. Επειδή η μείωση αυτή ήταν μεγαλύτερη στην περίπτωση μετά από φόρους και μεταβιβαστικές πληρωμές απ’ ότι πριν από φόρους και μεταβιβαστικές πληρωμές, αυτό αποτελεί ένδειξη ότι υπήρξε σημαντική αναδιανομή πλούτου προς εκείνους που είχαν χαμηλά εισοδήματα [3]. Η αίσθηση που υπάρχει, λόγω έλλειψης πρόσφατων στοιχείων, είναι ότι τα τελευταία δύο χρόνια έχει αυξηθεί σημαντικά τόσο ο αριθμός των ανέργων, όσο και των φτωχών και πιθανόν έχουν διευρυνθεί οι οικονομικές ανισότητες.

ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΣΗΜΕΡΑ;