Το ενεργειακό παιχνίδι στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το ενεργειακό παιχνίδι στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο

Τι αλλάζει με την Αραβική Εξέγερση

Πόσο σταθερό θα αποδειχθεί ένα μετα-Κανταφικό καθεστώς και πόσο πιθανό είναι να επηρεάσει τα εκκρεμή ζητήματα μεταξύ Ελλάδας και Λιβύης για την οριοθέτηση των των αντίστοιχων ΑΟΖ και για την ολοκλήρωση των σεισμικών ερευνών που η Ελλάδα ανακοίνωσε ότι θα διεξαχθούν μετά τον Ιούνιο του 2012 για πρώτη φορά μετά από σχεδόν δεκαπέντε χρόνια;

Είναι όντως πολύ θετικό ότι τον Νοέμβριο του 2011 η Λιβύη έφτασε να παράγει περί τα 800.000 βαρέλια/ημέρα αγγίζοντας το 50% της προπολεμικής της παραγωγής και ότι η ζημία στις περισσότερες υποδομές παραγωγής και εξαγωγής πετρελαίου από τον οκτάμηνο Εμφύλιο Πόλεμο δεν είναι εκτεταμένες. Είναι επίσης πολύ θετικό ότι η λιβυκή κρατική εταιρία πετρελαίου προβλέπει ότι στα τέλη του 2012 θα έχει αγγίξει τα 1.345 εκατομμύρια βαρέλια. [12]

Είναι όμως αυτό αρκετό για να επιστρέψουμε στην αφελή πεποίθηση ότι η Αραβική Εξέγερση αποτέλεσε απλώς μια σύντομη παρένθεση αποσταθεροποίησης για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρωπης; Δεν θα είναι η πρώτη φορά που έχουμε επιτελέσει αυτό το λάθος ως Ε.Ε.;

Ιστορικά, ακόμη και μετά την εθνικοποίηση των περιουσιακών στοιχείων των διεθνών εταιρειών πετρελαίου από την Αλγερία και τη Λιβύη κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, οι ευρωπαίοι στρατηγικοί αναλυτές αντιλαμβάνονταν τη Βόρεια Αφρική ως μια περιοχή πιο ασφαλή για τις ενεργειακές εισαγωγές της Ευρώπης σε σύγκριση με τον Περσικό Κόλπο.

Ο πόλεμος Ιράν - Ιράκ (1980-1988), ο πρώτος (1990-91) και ο δεύτερος (2003) πόλεμος του Κόλπου, η επιτυχής καταστολή των ισλαμιστών ανταρτών στην Αλγερία κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 και η πλήρης εξομάλυνση, από το 2004, των σχέσεων της Λιβύης με τις Η.Π.Α. και την Ε.Ε. εδραίωσαν περαιτέρω την αντίληψη αυτή. Το πρόβλημα για την Ευρώπη είναι ότι η συγκεκριμένη αντίληψη –εαν δεν έχει καταρρεύσει πλήρως- έχει αναθεωρηθεί δομικά.

Το ρίσκο παραγωγής και εξαγωγής υδρογονανθράκων από τη Βόρεια Αφρική έχει αυξηθεί εκθετικά και θα μπορούσε να αυξηθεί ακόμη περισσότερο αν η Αλγερία αρχίσει να αντιμετωπίζει παρόμοιες εσωτερικές δονήσεις και αναταράξεις όπως αυτές που αντιμετώπισε η Τυνησία, η Λιβύη και η Αίγυπτος κατά το τελευταίο έτος. Η Αλγερία είναι απλά πάρα πολύ μεγάλη για να αντικατασταθεί, από πλευράς πετρελαϊκών εξαγωγών και -το πιο σημαντικό - εξαγωγών φυσικού αερίου χωρίς την προσφυγή στη Σαουδική Αραβία, στη Ρωσία, και στα στρατηγικά αποθέματα της Ι.Ε.Α. ή – το πιο πιθανό- στη χρησιμοποίηση ενός συνδυασμού των ανωτέρω λύσεων.

Τι πρέπει να κάνει η Ευρώπη σε αυτό το νέο και σαφώς πιο επικίνδυνο για την ενεργειακή της ασφάλεια περιβάλλον;

Η πρώτη λογική αντίδραση για την Ευρώπη είναι να στραφεί στους αξιόπιστους εταίρους της: Η Ρωσία και η Νορβηγία, οι οποίες κάλυψαν το μεγαλύτερο μέρος των χαμένων λιβυκών εξαγωγών φυσικού αερίου κατά τη διάρκεια της κρίσης. Όσον αφορά την Ιταλία, η Ρωσία αντικατέστησε με σχετική ευκολία το σύνολο των λιβυκών εξαγωγών φυσικού αερίου αποδεικνύοντας έτσι ότι παραμένει ο πιο αξιόπιστος προμηθευτής «εσχάτης καταφυγής» της Ευρώπης, τουλάχιστον έως ότου αναπτύξει η ίδια η Ευρώπη μια πραγματικά διασυνδεδεμένη αγορά φυσικού αερίου και ένα κοινό σύστημα διαχείρισης των εθνικών στρατηγικών αποθεμάτων αποθήκευσης αερίου, όπου αυτά υπάρχουν.

Η δεύτερη λογική αντίδραση είναι να ελαχιστοποιηθεί η διαμετακομιστική εξάρτηση της Ευρώπης. Αν δει κανείς τις αιτίες των μεγάλων κρίσεων εφοδιασμού σε φυσικό αέριο που έπληξαν την Ε.Ε. το 2006 και το 2009, θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η σημαντικότερη πολιτική προτεραιότητα της Ε.Ε. θα ήταν να αποφύγει να επιρρίπτει την ευθύνη πρόκλησης των κρίσεων στη Ρωσία, την Ουκρανία ή και τους δύο και να αρχίσει η ίδια την κατασκευή αγωγών που θα ήταν επωφελείς για τους περισσότερους.

Αυτό ακριβώς είναι το σκεπτικό πίσω από την κατασκευή του Nord Stream και του South Stream, παρά το γεγονός ότι ορισμένα στελέχη της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας προσπαθούν να επιχειρηματολογήσουν υπέρ του Nord Stream και κατά του South Stream, μολονότι πρόκειται για δύο πανομοιότυπους - σε σκοπό, σημασία και ρυθμιστικό καθεστώς λειτουργίας- αγωγούς.

Η τρίτη και σημαντικότερη αντίδραση της Ευρώπης πρέπει να συνίσταται στη μέγιστη αξιοποίηση των εγχώριων αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ανεξάρτητα από το ακριβές μίγμα προέλευσης των ενεργειακών εισαγωγών της Ευρώπης και άσχετα με το πόσο επαρκώς διαφοροποιημένες, τόσο από άποψη πηγών όσο και από άποψη οδεύσεων είναι αυτές οι εισαγωγές, τα δυνητικά αποθέματα σχιστολιθικού αερίου της Ευρώπης είναι μάλλον δύσκολο να αντιστρέψουν τη δραματική μείωση της ευρωπαϊκής παραγωγής αερίου τουλάχιστον για τα επόμενα δέκα-δεκαπέντε χρόνια. Παρ 'όλα αυτά, υπάρχουν διάφορες περιοχές εντός της ΕΕ, όπως οι υπεράκτιες περιοχές της Ελλάδας και της Κύπρου, που έχουν μείνει σε μεγάλο βαθμό ανεξερεύνητες και ανεκμετάλλευτες.

Η προοπτική των εισαγωγών - μέσω της αξιοποίησης των κοιτασμάτων Λεβιάθαν και Αφροδίτη - μέχρι και 20 bcm κατ’ έτος από ισραηλίτικο και κυπριακό υγροποιημένο φυσικό αέριο μέχρι το 2020 – είναι μια πολύ πιο απτή και τουλάχιστον εξίσου σημαντική προοπτική με την εφαρμογή της Στρατηγικής του Νοτίου Διαδρόμου Μεταφοράς Φυσικού Αερίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Μόνο που υπάρχει μια σημαντική διαφορά. Μεταξύ Αζερμπαϊτζάν, Τουρκμενιστάν και Ιράκ παρεμβάλλεται –ανά περίπτωση- η Γεωργία, το Κουδρικό Πρόβλημα της Τουρκίας και του Ιράκ, όπως και ο υπό αναστολή πόλεμος του Ναγκόρνο Καραμπάχ, παράγοντες πολιτικής αποσταθεροποίησης που έχουν ήδη διακόψει τη ροή υδρογονανθράκων στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του ρωσο-γεωργιανού πολέμου τον Αύγουστο του 2008. Μεταξύ Κύπρου και Ευρώπης παρεμβάλλεται μόνο η Ελλάδα και η μελλοντική οικονομική της υφαλοκρηπίδα.