Αναμένοντας το πράσινο φως | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Αναμένοντας το πράσινο φως

Η ενεργειακή συνεργασία Ελλάδας-Ισραήλ εν μέσω περιφερειακής ρευστότητας
Περίληψη: 

Η πρόσφατη επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στο Ισραήλ ανέδειξε τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η ελληνική πολιτική ηγεσία να προχωρήσει με γοργότερα βήματα στην ανάπτυξη της διμερούς συνεργασίας στον τομέα τής ενέργειας στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Οι περιφερειακές ισορροπίες και το γενικότερο κλίμα ρευστότητας θέτουν Αθήνα και Ιερουσαλήμ σε στάση αναμονής, την κάθε μια για διαφορετικούς λόγους, ενώ συγχρόνως ο άξονας Ισραήλ-Κύπρου δείχνει να ενισχύεται.

Ο ΓΑΒΡΙΗΛ ΧΑΡΙΤΟΣ είναι δικηγόρος, με μεταπτυχιακό στις Διεθνείς, Πολιτικές και Οικονομικές Σχέσεις στη Μεσόγειο από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου και υποψήφιος διδάκτωρ του Τμήματος Ευρωπαϊκών και Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Συνεργάσθηκε ως Visiting Scholar στο ισραηλινό think-tank Moshe Dayan Center for Middle Eastern and African Studies του Πανεπιστημίου τού Τελ Αβίβ.

Ύστερα από τρία χρόνια ελληνοϊσραηλινής προσέγγισης, και ενώ ο ενεργειακός άξονας Ισραήλ-Κύπρου ενισχύεται, θα ανέμενε κανείς ότι τα αποτελέσματα της πρώτης συνεδρίασης του ελληνοϊσραηλινού Κοινού Υπουργικού Συμβουλίου, κατά την πρόσφατη επίσκεψη του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά στο Ισραήλ, θα ήταν σημαντικότερα από την υπογραφή δύο συμφωνιών δευτερεύουσας σημασίας (τουρισμός και κινηματογραφικές συμπαραγωγές), ενώ την ίδια στιγμή, για τα σοβαρά ζητήματα, μεταξύ των οποίων η ενεργειακή συνεργασία των δύο χωρών, υπεγράφησαν τελικώς λακωνικές κοινές διακηρύξεις.

Ωστόσο, μια προσεκτικότερη θεώρηση των πρόσφατων περιφερειακών εξελίξεων και του πλέγματος των σχέσεων των χωρών τής περιοχής, θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί τελικά η περίπτωση της συνεργασίας Κύπρου-Ισραήλ διαφέρει σε πολλά από την επιδιωκόμενη αντίστοιχη σύμπραξη Ελλάδας-Ισραήλ στον τομέα της ενέργειας.

ΤΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟ ΓΙΓΝΕΣΘΑΙ ΚΑΙ Η ΣΥΝΕΧΙΖΟΜΕΝΗ ΑΠΟΚΛΙΣΗ ΙΣΡΑΗΛ-ΤΟΥΡΚΙΑΣ

Η απόκλιση στις σχέσεις Ισραήλ-Τουρκίας από το επεισόδιο του Mavi Marmara πριν από μια τριετία συνεχίζεται, η εσωτερική κατάσταση στην Αίγυπτο παραμένει τεταμένη, ο αιματηρός εμφύλιος στην Συρία μαίνεται και η πρόσφατη ελαφρά μεταστροφή τής Τεχεράνης -υπό τον φόβο ενός δυτικού κτυπήματος σε συνάρτηση με φαινόμενα εσωτερικής αποσταθεροποίησης, κατά τα πρότυπα της Συρίας- δείχνει να εντυπωσιάζει τις ΗΠΑ. Από την άλλη, η Ρωσία παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στην περιοχή, χωρίς όμως να έχει την δυνατότητα -ή τη βούληση- να αναλάβει σημαντικές πρωτοβουλίες που θα μπορούσαν να διεθνοποιήσουν πιο δραστικά την ποικιλοτρόπως εκπεφρασμένη στήριξή της στο καθεστώς Άσαντ.

Όλα αυτά τα δεδομένα –και ύστερα από απλή ανάγνωση του γεωπολιτικού χάρτη τής περιοχής κατά την πρόσφατη τριετία- έχουν καταστήσει το Ισραήλ περισσότερο ευάλωτο από στρατηγικής απόψεως.

Συγκεκριμένα, η κυβέρνηση Νετανιάχου δείχνει να μην εισακούεται όσο θα επιθυμούσε ούτε από τα διεθνή φόρα ούτε από την προστάτιδα Ουάσιγκτον όσον αφορά την ιρανική πυρηνική απειλή. Η Άγκυρα δείχνει όλο και περισσότερο απρόθυμη να επανακάμψει από την επιλογή της να δυσχεράνει τις τουρκοϊσραηλινές σχέσεις μετά το επεισόδιο του Mavi Marmara, μη αποδεχόμενη να εξεύρει συμβιβαστική λύση για την αποζημίωση των συγγενών των θυμάτων, ενώ συγχρόνως τροφοδοτεί την τουρκική κοινή γνώμη με τα πρακτικά των καταθέσεων των αυτοπτών μαρτύρων τού αιματηρού εκείνου επεισοδίου στο πλαίσιο της δίκης που διεξάγεται στην Τουρκία με κατηγορουμένους ερήμην τους ισραηλινούς αξιωματικούς που είχαν τεθεί επικεφαλής τής στρατιωτικής επιχείρησης κατάληψης του τουρκικού πλοίου. Η χερσόνησος του Σινά, έχοντας μετατραπεί σε θέατρο επιχειρήσεων μεταξύ του αιγυπτιακού στρατού και ενόπλων ισλαμιστικών ομάδων, σε τίποτα δεν θυμίζει την καθησυχαστική κατάσταση που επικρατούσε στην μεθόριο Ισραήλ-Αιγύπτου πριν την κατάρρευση του καθεστώτος Μουμπάρακ.

Όλα αυτά τα δεδομένα δείχνουν να κυοφορούν μια εξαιρετικά ανησυχητική κατάσταση, την οποία αργά ή γρήγορα το Ισραήλ θα κληθεί να αντιμετωπίσει, πλην όμως όλα δείχνουν πως αυτή η στιγμή δεν ανάγεται στο αμέσως προσεχές διάστημα. Συγκεκριμένα, η πυροσβεστική παρέμβαση του ΟΗΕ όσον αφορά τον έλεγχο του υπάρχοντος χημικού οπλοστασίου εντός τής συριακής επικράτειας, αλλά και η διαφαινόμενη στρατιωτική «ακινητοποίηση» της Χεζμπολάχ στον Λίβανο – η οποία επιδεικνύει εσωστρέφεια, υπακούοντας αφ' ενός στις ιρανικές παραινέσεις και αφ' ετέρου επιθυμώντας να διασκεδάσει τις πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες της καταλογίζεται ενεργός δράση στον συριακό εμφύλιο - έχουν ως άμεσο αποτέλεσμα το Ισραήλ να κερδίζει χρόνο.

Ο χρόνος, όμως, αποτελεί ένα μέγεθος πεπερασμένο και το μόνο που επιτυγχάνει είναι να μεταθέτει τα προβλήματα, χωρίς να τα επιλύει.

Είναι γεγονός ότι χωρίς το «μαξιλάρι ασφαλείας» τής Τουρκίας, οι αμυντικές ανάγκες τού Ισραήλ πολλαπλασιάζονται. Δεν είναι άλλωστε καθόλου τυχαίο ότι τα ισραηλινά think tanks, ήδη από τις πρώτες ενδείξεις τής τουρκοϊσραηλινής ρήξης, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου προς την ισραηλινή κυβέρνηση, εκφράζοντας κατά τρόπο ξεκάθαρο ότι είναι απαραίτητο να αποκατασταθεί όσο το δυνατόν γρηγορότερα ο άξονας Ισραήλ-Τουρκίας.

Η Τουρκία, όμως, ζητά ανταλλάγματα, καθιστώντας ξεκάθαρη την θέση της τόσο προς το Ισραήλ όσο και προς τις ΗΠΑ, ότι χωρίς την ενεργό και επικερδή παρουσία της στον νέο ενεργειακό χάρτη που διαμορφώνεται στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο, η Άγκυρα θα συνεχίζει να αφήνει έκθετη την ισραηλινή άμυνα. Απόδειξη αποτελεί η εμμονή τής Τουρκίας να καλλιεργεί αρνητικό κλίμα κατά του Ισραήλ, ενώ είναι ηλίου φαεινότερον ότι σε περίπτωση διευθέτησης του ζητήματος των κυπριακών κοιτασμάτων φυσικού αερίου υπέρ της, η Τουρκία θα είχε ήδη αποδεχθεί τις οικονομικές αποζημιώσεις των θυμάτων τού Mavi Marmara που η ισραηλινή κυβέρνηση έχει ήδη εγκρίνει και αυτή η δυσάρεστη παρένθεση στις τουρκοϊσραηλινές σχέσεις θα είχε προ πολλού ξεχαστεί.

ΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑ ΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ

Μέσα σε όλες αυτές τις ανησυχητικές περιφερειακές συγκυρίες, η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην όμορη περιοχή μεταξύ της ισραηλινής και της κυπριακής ΑΟΖ αποτελεί το μόνο καλό νέο για το Ισραήλ και την Κύπρο.

Το Ισραήλ από την πλευρά του φιλοδοξεί να επιλύσει το ζήτημα της ενεργειακής του επάρκειας, επιδιώκοντας να απεξαρτηθεί από το αιγυπτιακό φυσικό αέριο, παρακάμπτοντας το αραβικό εμπάργκο και απεμπολώντας τα παρεπόμενα προβλήματα που αναφύονται εξ αιτίας του. Ταυτόχρονα βρίσκει την ευκαιρία να εκμεταλλευθεί προς το συμφέρον του τις κυριαρχικές διαφορές στην θαλάσσια περιοχή που συνορεύει με τα χωρικά ύδατα του Λιβάνου, σε μια στιγμή που η επίσημη κυβέρνηση της Βυρηττού για ακόμα μια φορά αδυνατεί να αντιδράσει αποτελεσματικά, παρακολουθώντας αμήχανη τις εξελίξεις στην άλλοτε προστάτιδα Συρία.