Οι Αραβοϊσραηλινοί Πόλεμοι
Ο τέως πρόεδρος του Ισραήλ Chaim Herzog (1918-1997) κατέγραψε την εμπλοκή της χώρας του σε όλες τις αντιπαραθέσεις με τους άραβες προσπαθώντας να δώσει μια αντικειμενική -κατά την ισραηλινή πλευρά- εικόνα των πολεμικών γεγονότων αλλά και εκείνων που οδήγησαν στην σύγκρουση.
- previous-disabled
- Page 1of 2
- next
Η έκδοση στην ελληνική μίας εμπεριστατωμένης μελέτης, όπως το βιβλίο Οι Αραβοϊσραηλινοί Πόλεμοι του Ισραηλινού πολιτικού Chaim Herzog, αποτελεί ιδιαίτερο γεγονός για την ελληνική βιβλιογραφία της Μέσης Ανατολής και ευρύτερα των Διεθνών Σχέσεων. Ο Chaim Herzog (1918-1997) υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους Ισραηλινούς πολιτικούς του 20ού αιώνα υπηρετώντας σε πολυάριθμα αξιώματα με ανώτερο αυτό του Προέδρου του Ισραήλ –έκτου κατά σειρά- επί μία δεκαετία (1983-93). Κατά την διάρκεια της θητείας του Herzog ως Προέδρου του Ισραήλ αναγνωρίστηκε de jure το Ισραήλ από την Ελληνική Δημοκρατία με πρωτοβουλία του τότε Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών Αντώνη Σαμαρά και οι δύο χώρες αντήλλαξαν για πρώτη φορά πρέσβεις.
Ο Herzog γεννήθηκε το 1919 στο Μπέλφαστ της Βορείου Ιρλανδίας και υπήρξε υιός του Αρχιραβίνου της Ιρλανδίας, από τον οποίον έλαβε σε πρώιμο παιδευτικό επίπεδο τόσο τον σεβασμό στην εβραϊκή παράδοση όσο και κλασική παιδεία. Ο νεαρός Herzog υπήρξε μέλος του σιωνιστικού κινήματος για την δημιουργία εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη, στην οποία, μάλιστα, μετανάστευσε το 1935. Κατά την παραμονή του στην Παλαιστίνη και σε ιδιαίτερα νεαρή ακόμη ηλικία υπηρέτησε στην παραστρατιωτική εβραϊκή ομάδα Haganah κατά την εξέλιξη της αραβικής εξέγερσης των ετών 1936-39, με την οποία επιδιωκόταν η αποτροπή της προοπτικής ίδρυσης ενός εβραϊκού κράτους στην περιοχή της Παλαιστίνης. Ακολούθησε σπουδές νομικής σε βρετανικά πανεπιστήμια.
Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ο Herzog υπηρέτησε στον βρετανικό στρατό δρώντας στα ευρωπαϊκά πεδία μαχών ως διοικητής τεθωρακισμένης μεραρχίας, καθώς και ως στέλεχος των υπηρεσιών πληροφοριών. Αποστρατεύτηκε από τον βρετανικό στρατό το 1947 με τον βαθμό του Ταγματάρχη, ενώ είχε ήδη επιστρέψει στην Παλαιστίνη αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου, ώστε να συνδράμει στις διαδικασίες πραγμάτωσης της εβραϊκής εθνικής ολοκλήρωσης. Μετά την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ το 1948 ο Herzog συμμετέσχε στον Αραβοϊσραηλινό Πόλεμο του 1948, αρχικά ως αξιωματικός, ενώ σύντομα αναβαθμίστηκε σε διοικητή των υπηρεσιών πληροφοριών των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων (1948-50, 1959-62). O Herzog αποστρατεύτηκε από τον ισραηλινό στρατό το 1962 με τον βαθμό του υποστράτηγου. Μετά την κατάληψη της Δυτικής Όχθης κατά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών το 1967 ο Herzog ορίστηκε πρώτος Ισραηλινός κυβερνήτης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, της Ιουδαίας και της Σαμάρειας. Το 1975 κατέστη πρέσβης του Ισραήλ στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, περίοδο κορύφωσης των αντι-ισραηλινών τάσεων στον Οργανισμό. Συμμετέσχε για πρώτη φορά στην πολιτική το 1981 καταφέρνοντας να εκλεγεί στην Κνεσέτ με το κόμμα που αργότερα θα εξελισσόταν στο Εργατικό Κόμμα. Ο Herzog αναδείχθηκε στο ύπατο αξίωμα του Προέδρου του Ισραήλ το 1983, θέση, την οποία υπηρέτησε με ευθύνη επί δύο θητείες και διατήρησε έως το 1993, ενώ απεβίωσε μερικά έτη αργότερα, το 1997.
Οι Αραβοϊσραηλινοί Πόλεμοι εκδόθηκαν για πρώτη φορά το 1982 και αποτέλεσαν καινοτόμο αποτίμηση των πρόσφατων γεγονότων που αφορούσαν στην ιστορία του νεοσύστατου κράτους του Ισραήλ, καθώς και απαραίτητη συμβολή στην βιβλιογραφία για το Μεσανατολικό, καθώς, μάλιστα, προερχόταν από έναν πολιτικό, ο οποίος είχε υπηρετήσει σε καίριες θέσεις ευθύνης και γνώριζε το ζήτημα επισταμένως και εκ των έσω.
Οι Αραβοϊσραηλινοί Πόλεμοι διακρίνονται σε δώδεκα επιμέρους ενότητες, οι οποίες επιγράφονται ως Βιβλία. Στο Βιβλίο 1 εξετάζεται ο Πόλεμος της Ανεξαρτησίας, οι συγκρούσεις, δηλαδή, οι οποίες ακολούθησαν την άρνηση των Αράβων να αποδεχθούν την ύπαρξη ενός εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη βάσει του Σχεδίου Διαίρεσης, το οποίο είχε προταθεί από τα Ηνωμένα Έθνη το 1947. Στον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας συμμετείχαν ως αντίπαλοι από τη μία πλευρά οι στρατιωτικές δυνάμεις πέντε αραβικών κρατών –της Αιγύπτου, της Συρίας, της Ιορδανίας, του Ιράκ και του Λιβάνου- καθώς και οι παραστρατιωτικές δυνάμεις του Αραβικού Απελευθερωτικού Στρατού και της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και από την άλλη πλευρά οι νεοσύστατες Ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις. Ο εβραϊκός πληθυσμός και οι Ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις κατόρθωσαν τελικά να επικρατήσουν, εκμεταλλευόμενοι την έλλειψη συντονισμού και κεντρικής διοίκησης των αραβικών στρατιωτικών δυνάμεων. Η κατάπαυση του πυρός πραγματοποιήθηκε στις 7 Ιανουαρίου 1949 με νίκη του Ισραήλ, το οποίο εδραίωσε την κυριαρχία του στον πυρήνα της Παλαιστίνης, αν και η Λωρίδα της Γάζας τέθηκε υπό αιγυπτιακό έλεγχο, ενώ η Δυτική Όχθη, η ανατολική Ιερουσαλήμ και η Παλαιά Πόλη της Ιερουσαλήμ τέθηκαν υπό τον έλεγχο της Ιορδανίας.
Το Βιβλίο 2 αναλύει την Κρίση του Σουέζ και την Εκστρατεία του Σινά, η οποία σημειώθηκε το 1956. Στην Αίγυπτο η άνοδος του Νάσερ στην εξουσία το 1952 οδήγησε στην κυριαρχία του λεγομένου τριτοκοσμικού εθνικισμού, ο οποίος στην Αίγυπτο προσέλαβε τη μορφή της μείξης του σοσιαλιστικού ριζοσπαστικού και του παναραβισμού. Τον Ιούλιο του 1956 ο Νάσερ εθνικοποίησε την Διώρυγα του Σουέζ και απαγόρευσε την διέλευση ισραηλινών πλοίων, ενέργεια, η οποία προκάλεσε περιορισμένης κλίμακας στρατιωτική σύγκρουση ανάμεσα στην Αίγυπτο από τη μία πλευρά και την Αγγλία, τη Γαλλία και το Ισραήλ από την άλλη.
Στο Βιβλίο 3 εξετάζεται ο Πόλεμος των Έξι Ημερών του 1967, μία πρωτοφανής πολεμική επιτυχία του Ισραήλ. Τον Μάιο του 1967 η Αίγυπτος συνήψε στρατιωτική συμμαχία με τη Συρία και την Ιορδανία, ενώ συγκέντρωσε ισχυρές δυνάμεις στο Σινά, απειλώντας το Ισραήλ. Η προληπτική επίθεση του Ισραήλ κατέστρεψε περισσότερα από 300 αιγυπτιακά πολεμικά αεροσκάφη, οδηγώντας στην απόλυτη κυριαρχία στον αέρα. Αντίστοιχες επιτυχίες σημειώθηκαν και στις χερσαίες συγκρούσεις με αποτέλεσμα την κατάληψη του Σινά και της Λωρίδας της Γάζας, των Υψιπέδων του Γκολάν και της Δυτικής Όχθης.
- previous-disabled
- Page 1of 2
- next