Γιατί το Ισραήλ φοβάται τόσο πολύ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί το Ισραήλ φοβάται τόσο πολύ

Το Ιράν, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η βόμβα

Η επανεξισορρόπηση της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ μετά τους δαπανηρούς πολέμους στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, απέναντι σε μια όλο και πιο ισχυρή Κίνα και μια αποδυναμωμένη αμερικανική οικονομία, απειλεί να βυθίσει το Ισραήλ πίσω σε εκείνες τις τρομακτικές ημέρες. Η Ουάσιγκτον πρέπει να το αναγνωρίσει αυτό αν θέλει να κατανοήσει την αντίδραση του Ισραήλ για την συμφωνία των ΗΠΑ με το Ιράν. Η κυβέρνηση Ομπάμα υποστηρίζει ότι πρόκειται απλώς για μια προσωρινή συμφωνία και ότι, σε περίπτωση που αποτύχει, οι στρατιωτικές επιλογές παραμένουν στο τραπέζι, αλλά αυτοί οι ισχυρισμοί είναι αρκετά ύποπτοι. Από την εισβολή στο Ιράκ, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αφήσει να εννοηθεί η βαθιά απροθυμία τους να χρησιμοποιούν βία σε οποιαδήποτε περίπτωση είναι πιθανόν να προκαλέσει αμερικανικές απώλειες ή να θέσει σε σοβαρό κίνδυνο άλλα συμφέροντα. Η χλιαρή συμμετοχή των Ηνωμένων Πολιτειών στην Λιβύη ήταν ένα τέτοιο σήμα. Η απόφασή τους να επιτρέψουν στην Συρία να παραβιάσει την «κόκκινη γραμμή» για τα χημικά όπλα ήταν ένα ακόμα.

Οι αμερικανικοί υπολογισμοί προκαλούν ανησυχία στο Ισραήλ. Για το Ισραήλ, η μακροπρόθεσμη προοπτική τής ασφάλειάς του παραμένει ανησυχητική για τρεις λόγους. Πρώτον, η Αραβική Άνοιξη αποκάλυψε μια ισχυρή λαϊκή τάση προς τις ισλαμιστικές πολιτικές στην περιοχή, κάτι που δίνει στους Άραβες πολιτικούς που προσπαθούν να ηγηθούν της λαϊκής βούλησης σημαντικά λιγότερα κίνητρα να τα βρουν με το Ισραήλ σε σχέση με τους αυταρχικούς πολιτικούς που προηγήθηκαν. Αυτές οι μεταβαλλόμενες προτεραιότητες δείχνουν ότι μπορεί να είναι εύθραυστη ακόμα και η ειρήνη που απολαμβάνει το Ισραήλ με την Αίγυπτο και την Ιορδανία. Το Ισραήλ πρέπει να προετοιμαστεί για το χειρότερο – κατάργηση των ειρηνευτικών συνθηκών και ειλικρινή λαϊκή υποστήριξη για ενεργό αντίθεση στο Ισραήλ από τον αραβικό κόσμο. Δεύτερον, η δυνατότητα του Ισραήλ να αποτρέπει την επιθετικότητα διαβρώνεται. Αν η αποτρεπτική του αξιοπιστία απεικονιζόταν σε ένα γράφημα, το υψηλό σημείο θα ήταν στο τέλος τού πολέμου τού 1967. Ξεκινώντας με την μη νίκη τού Ισραήλ το 1973, μετά με την απόφαση να μην προβεί σε αντίποινα εναντίον τού Ιράκ το 1991, και φτάνοντας στις επιτυχίες τής Χεζμπολάχ και τής Χαμάς να κερδίσουν εδαφικές παραχωρήσεις μέσω εξεγέρσεων, το κόστος τού να αντιτίθεται κανείς στο Ισραήλ φαίνεται να έχει μειωθεί. Τρίτον, η έλλειψη αποφασιστικότητας των ΗΠΑ σχετικά με την Συρία και το Ιράν αφήνει την εντύπωση ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδιώκουν να αποδεσμευτούν από τη Μέση Ανατολή, καθώς το βλέμμα τους στρέφεται αλλού. Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες, για οποιονδήποτε λόγο, επιδιώξουν να υποβαθμίσουν τις σχέσεις τους με το Ισραήλ, δεν είναι σαφές το πού θα στραφεί το Ισραήλ για όπλα και διπλωματική κάλυψη. Η εγχώρια παραγωγή όπλων αιχμής είναι πιθανώς πέραν των οικονομικών (αν και όχι των τεχνολογικών) δυνατοτήτων τού Ισραήλ, όπως κατέδειξε η αποτυχημένη προσπάθεια να παράγουν ένα ισραηλινής κατασκευής μαχητικό αεροσκάφος στη δεκαετία τού 1980. Προσθέστε σε αυτό την ψυχρή υποδοχή που δέχεται το Ισραήλ από τους περισσότερους φορείς τού διεθνούς συστήματος (εκτός από τις Ηνωμένες Πολιτείες) και γίνεται ξεκάθαρο το γιατί ανησυχεί το Ισραήλ.

Κάποιοι θα πουν ότι οι ανησυχίες τού Ισραήλ είναι υπερβολικές και ότι η υποστήριξη των ΗΠΑ προς το Ισραήλ είναι ακλόνητη. Πράγματι, ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα και ο υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι το δηλώνουν αυτό επί βδομάδες. Το Ισραήλ μπορεί να δικαιολογηθεί επειδή αισθάνεται απλώς μια ψυχρή ανακούφιση από τις διαβεβαιώσεις αυτές. Στο κάτω-κάτω, όπως αναφέρει η ρήση τού Λόρδου Πάλμερστον, τα κράτη δεν έχουν μόνιμους φίλους, μόνο συμφέροντα. Για να καταδειχθεί το μέτρο τού πόσο είναι πιθανό να αντιδράσει από εδώ και πέρα το Ισραήλ , πιθανότατα αυτό που φωτίζει καλύτερα την εικόνα είναι ένα σημείο από τις παρατηρήσεις τού Θουκυδίδη σχετικά με το γιατί η Σπάρτη ξεκίνησε τον πόλεμο εναντίον τής Αθήνας. Μια δύναμη με το φόβο ότι θα επισκιαστεί έχει κάθε κίνητρο να χτυπήσει πρώτη ελπίζοντας ότι έτσι θα καθυστερήσει την δυνητική της πτώση.

Δεδομένου ότι ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου απειλεί με δράση κατά του Ιράν για πολλά χρόνια, πολλοί τον θεωρούν πλέον σαν τον βοσκό που φωνάζει για τον λύκο. Πιστεύουν ότι το Ισραήλ δεν θα τολμούσε να επιτεθεί στο Ιράν ενόσω εξελίσσεται το αμερικανικό διπλωματικό παιχνίδι. Αλλά, οι αναλυτές αυτοί θα κάνουν καλά να θυμούνται τον Σαντάτ, ο οποίος ανακήρυξε και το 1971 και το 1972 ώς έτη αποφάσεων κατά τού Ισραήλ, απλώς για να γελοιοποιηθεί στο τέλος των ετών αυτών, αφού ποτέ οι στρατιώτες του δεν εγκατέλειψαν τους στρατώνες τους. Το Ισραήλ έκανε το λάθος να αγνοήσει τον Σαντάτ και εισέπραξε την τιμωρία του όταν τελικά ο Σαντάτ επιτέθηκε το 1973. Παρομοίως, κανείς δεν θα πρέπει να υποθέτει ότι η απειλή τού πολέμου έχει περάσει. Η διπλωματική εμπλοκή των Ηνωμένων Πολιτειών με το Ιράν μπορεί, κατά ειρωνεία τής τύχης, να κάνει μια επίθεση από το Ισραήλ πιο πιθανό να συμβεί τώρα, γιατί αργότερα θα μπορούσε να είναι πολύ αργά.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/140648/ariel-ilan-roth/why-israel...

Συνδέσεις:
[1] http://www.foreignaffairs.com/articles/65692/ariel-ilan-roth/the-root-of...