Η Ανατολική Ευρώπη διολισθαίνει | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Ανατολική Ευρώπη διολισθαίνει

Η δημοκρατία εξαφανίζεται στα νεότερα μέλη τής ΕΕ

Σίγουρα, δεν έχει ακολουθήσει την ίδια πορεία κάθε νέο μέλος τής ΕΕ. Υπάρχουν σοβαρές διαφορές μεταξύ των χωρών, ακριβώς όπως υπήρχαν πάντα σημαντικές ιδιαιτερότητες στο ανατολικό μπλοκ. Αλλά οι περισσότεροι από την περιοχή έχουν πληγεί από βαθιά διχασμένους πολιτικούς θεσμούς, με τουλάχιστον την μια πλευρά να αποκαλεί την άλλη ως παράνομη και ακατάλληλη να κυβερνήσει. Και η εκλογική μεταβλητότητα παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα, καθώς νεοεισερχόμενοι, όπως ο Τσέχος δισεκατομμυριούχος Andrej Babis, το κόμμα τού οποίου βρέθηκε δεύτερο στις Τσεχικές γενικές εκλογές τον Οκτώβριο του 2013, συνεχίζουν να εμφανίζονται στην σκηνή για να δηλώσουν ότι το σύνολο του υφιστάμενου πολιτικού κατεστημένου είναι ανήθικο και πρέπει να πεταχτεί στα σκουπίδια. Ακόμη και σε χώρες όπου οι πρόσφατες διαμάχες για την εξουσία ήταν λιγότερο για την ιδεολογία και περισσότερο για την αρπαγή κρατικών πόρων (η Βουλγαρία και η Ρουμανία είναι τα προφανή παραδείγματα), ένα τοξικό μείγμα πολιτισμικών πολέμων και συνταγματικών κρίσεων έχει γίνει το νέο φυσιολογικό. Ένα από τα πρώην πρότυπα της μετα-κομμουνιστικής μετάβασης, η Τσεχική Δημοκρατία, ξαφνικά μοιάζει με την Γερμανία της Βαϊμάρης. Όταν η χώρα εξέλεξε άμεσα πρόεδρο για πρώτη φορά το περασμένο έτος, αυτός ο πρόεδρος, ο Milos Zeman, αψήφησε το Κοινοβούλιο εγκαθιστώντας έναν από τους δικούς του έμπιστους ως πρωθυπουργό, προσπαθώντας με τον τρόπο αυτό να αρπάξει νέες εξουσίες για την προεδρία.

Η μοναδική μεγάλη εξαίρεση σε αυτό το μοτίβο ήταν η Πολωνία, το μεγαλύτερο κράτος τής περιοχής. Η χώρα έχει ξεπεράσει την πρόσφατη παγκόσμια οικονομική κρίση εξαιρετικά καλά και είναι το μόνο ευρωπαϊκό κράτος που έχει αποφύγει μια ύφεση από το 2008. Επωφελούμενη από την στενή εναρμόνισή της με την Γερμανία, έχει προσπαθήσει σκληρά να θεωρηθεί ως ηγέτης τής δημοσιονομικά υπεύθυνης βόρειας Ευρώπης. Το 2011, στις εκλογές τής χώρας, ο πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ κατάφερε να επανεκλεγεί με το να παρουσιάσει τον εαυτό του ως τη μόνη εναλλακτική λύση στον αρχι-λαϊκιστή Γιάροσλαβ Κατσίνσκι, του οποίου η αντιδημοκρατική πολιτική είχε ήδη αποτύχει κατά την διάρκεια της θητείας του ως πρωθυπουργού την περίοδο 2006-2007.

Σε κάθε περίπτωση, ο Κατσίνσκι δεν είχε ποτέ το είδος τής πλειοψηφίας από το οποίο έχει επωφεληθεί ο Orban. Υπάρχει μια καλή πιθανότητα, ωστόσο, ότι θα κάνει μια επιστροφή στις εκλογές τού 2015. Μέχρι τότε, ο Κατσίνσκι μπορεί να έχει μάθει από το παράδειγμα του Όρμπαν: Μην κάνεις απλώς εθνικιστικές ομιλίες γελοιοποιώντας την προηγούμενη κατάσταση. Ξαναγράψε τους κανόνες και αναδιοργάνωσε το σύστημα προς όφελός σου. Παρά το γεγονός ότι ο Κατσίνσκι είναι απίθανο να αποκτήσει μια πλειοψηφία που αλλάζει το παιχνίδι, οι ηγέτες τής Δυτικής Ευρώπης πρέπει να αναγνωρίσουν τον πειρασμό να ακολουθήσει το υπόδειγμα του Orban - και την σημαντική πιθανότητα κάποιος να την γλιτώσει με αυτό.

Οι δεξιοί εθνικιστές δεν είναι οι μόνοι που προσπαθούν να κάνουν τέτοιες κινήσεις. Το μάθημα του Orban είναι αυτό που η αριστερά τής περιοχής παίρνει επίσης στα σοβαρά. Ο Zeman έχει σαφώς μελετήσει τους τρόπους τού Orban πριν κάνει την κίνησή του για το Κοινοβούλιο της Τσεχίας. Το ίδιο και ο πρωθυπουργός τής Ρουμανίας, Βίκτορ Πόντα. Από τότε που κέρδισε την πλειοψηφία των δύο τρίτων στο Κοινοβούλιο τον Δεκέμβριο του 2012, ο Πόντα και το κόμμα του έχουν εργαστεί για ένα νέο σύνταγμα που θα περιόριζε σοβαρά την ανεξαρτησία και τον εποπτικό ρόλο των δικαστηρίων τής χώρας, μεταφέροντας αποφασιστικά την ισορροπία τής ισχύος μακριά από το δικαστικό σώμα και υπέρ τού Κοινοβουλίου.

ΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΟΥ ΚΛΑΜΠ

Καθώς η δημοκρατία στην περιοχή βρίσκεται κάτω από διαρκή επίθεση, η ΕΕ έχει κάνει ελάχιστα. Μέρος τού προβλήματος είναι ότι τα κριτήρια της Κοπεγχάγης δεν ήταν ποτέ τόσο αποτελεσματικά όπως υποστηρίζουν οι Βρυξέλλες. Ήταν πολύ γενικά και εφαρμόστηκαν με μεγάλη ασυνέπεια. Οι ελίτ τής ΕΕ συμπέραναν ότι αν τα νέα μέλη ήταν σε θέση να τηρούν τους κανόνες που διέπουν την κοινή αγορά τής ΕΕ, θα μπορούσαν να πιστοποιηθούν ως πλήρεις φιλελεύθερες δημοκρατίες. Ακόμη και χώρες που ξεκάθαρα δεν ήταν αρκετά έτοιμες για πλήρη ένταξη στην ΕΕ, όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία, τους επιτράπηκε η είσοδος, και μάλιστα με λίγες προϋποθέσεις - όλα με την ελπίδα ότι η ένταξη στο κλαμπ τής Ευρώπης θα μετατρέψει τους φαινομενικά βάρβαρους σε καλούς φιλελεύθερους δημοκράτες. Αυτές οι ελπίδες αποδείχθηκαν αδικαιολόγητες, και τώρα που οι χώρες αυτές έχουν εισαχθεί, οι Βρυξέλλες έχουν ακόμη μικρότερη επιρροή πάνω τους. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει κατά καιρούς πει σκληρά λόγια για τον Orban, με τον Επίτροπο αρμόδιο για την Δικαιοσύνη να καλεί επανειλημμένα την Βουδαπέστη να τηρήσει «τις θεμελιώδεις ευρωπαϊκές αξίες», αλλά στερείται τα νομικά και πολιτικά μέσα για να παρέμβει. Η Επιτροπή έχει την εξουσία να επιβάλλει κυρώσεις, αλλά μόνο όταν οι χώρες δεν ακολουθούν τους κανόνες τής κοινής αγοράς τής Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έτσι, στην καλύτερη περίπτωση, οι Βρυξέλλες ήταν σε θέση να αντιμετωπίσουν τα πολιτικά προβλήματα με έμμεσο τρόπο. Το 2011, για παράδειγμα, όταν η κυβέρνηση Fidesz ουσιαστικά αποκεφάλισε το δικαστικό σύστημα της Ουγγαρίας μειώνοντας το όριο της υποχρεωτικής ηλικίας συνταξιοδότησης των δικαστών από τα 70 στα 62, το περισσότερο που μπορούσε να κάνει η ΕΕ ήταν να μηνύσει την Ουγγαρία για ηλικιακές διακρίσεις. Οι Βρυξέλλες τελικά κέρδισαν την υπόθεση, αλλά οι δικαστές ποτέ δεν αποκαταστάθηκαν, και η πολιτική κατάσταση παρέμεινε όπως την ήθελε το Fidesz.