Το Ferguson από μακριά | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το Ferguson από μακριά

Πώς βλέπει ο κόσμος τις διαδηλώσεις

Στον υπόλοιπο κόσμο, ιδιαίτερα στην Αφρική και την Ασία, η απλή αναφορά στο Μπέρμιγχαμ ήταν επίσης εξαιρετικά επιζήμια. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν βάλει πολλή προσπάθεια στην προώθηση της αφήγησης ότι οι ΗΠΑ ήταν στον δρόμο για την φυλετική ισότητα και ότι η πρόοδος από την σκλαβιά στην ελευθερία ήταν απόδειξη της ανωτερότητας της δημοκρατίας. Το Μπέρμιγχαμ υπονόμευσε το επιχείρημα αυτό. Λίγο αφότου η πόλη εξερράγη από την βία, η Υπηρεσία Πληροφοριών των ΗΠΑ ανέφερε ότι «η σημαντική βελτίωση τα τελευταία δύο χρόνια στην Νιγηρία, σε σχέση με την δημόσια κατανόηση της προόδου στις φυλετικές σχέσεις στις ΗΠΑ, διαβρώθηκε με ταχείς ρυθμούς». Η αμερικανική πρεσβεία στην Άκρα τής Γκάνα, σημείωσε ότι οι ΗΠΑ «σίγουρα έχασαν έδαφος» λόγω της κρίσης. Όταν Αφρικανοί ηγέτες συναντήθηκαν για πρώτη φορά για να σχηματίσουν τον Οργανισμό Αφρικανικής Ενότητας, λιγότερο από τρεις εβδομάδες μετά την διαδήλωση, πέρασαν ένα ψήφισμα στο οποίο εξέφραζαν την ανησυχία τους και καλούσαν τις Ηνωμένες Πολιτείες να «βάλουν ένα τέλος σε αυτές τις απαράδεκτες αθέμιτες πρακτικές οι οποίες πιθανόν θα επιδεινώσουν σοβαρά τις σχέσεις μεταξύ των αφρικανικών λαών και κυβερνήσεων ... και των Ηνωμένων Πολιτειών τής Αμερικής».

Καθώς η κρίση στο Μπέρμιγχαμ εξελισσόταν, πολλοί κοίταξαν προς τον πρόεδρο των ΗΠΑ John F. Kennedy για ανάληψη δράσης. Όπως θα το έθετε αργότερα ο σύμβουλος για τα πολιτικά δικαιώματα, Burke Marshall, οι Αμερικανοί έμειναν να αναρωτιούνται, «Γιατί δεν κάνετε κάτι;». Τελικά, ο πρόεδρος είχε κάνει κάτι. Δηλαδή, έστειλε τον Marshall στο Μπέρμιγχαμ, όπου συναντήθηκε με τους ηγέτες τού κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα και της τοπικής αυτοδιοίκησης και των επιχειρήσεων, και επεξεργάστηκαν ένα σχέδιο συμβιβασμού για την κατάργηση των διακρίσεων στην πόλη και την απελευθέρωση των φυλακισμένων διαδηλωτών. Αλλά μέχρι τότε το Μπέρμιγχαμ ήταν κάτι περισσότερο από μια τοπική κρίση - ήταν επίσης μια κρίση εθνική και διεθνής. Εξαιτίας αυτού, η διαχείρισή της απαιτούσε περισσότερα.

Τον επόμενο μήνα, ο κυβερνήτης τής Αλαμπάμα, George Wallace, ο οποίος είχε υποσχεθεί «διακρίσεις για πάντα», αγνόησε μια δικαστική απόφαση και εμπόδισε δύο αφροαμερικανούς φοιτητές από το να εγγραφούν στο Πανεπιστήμιο της Αλαμπάμα. Αυτό πυροδότησε ένα νέο γύρο παγκόσμιων και εθνικών επικρίσεων. Ο Γενικός Εισαγγελέας, Robert Kennedy, σχολίασε ότι τα συνεχιζόμενα προβλήματα ήταν άσχημα για την χώρα και «άσχημα για εμάς σε όλο τον κόσμο». Σε έναν παθιασμένο λόγο εκείνον τον Ιούνιο [10], ο John F. Kennedy αποκάλεσε τα πολιτικά δικαιώματα ως κρίσιμο ηθικό ζήτημα. «Εμείς κηρύττουμε την ελευθερία σε όλο τον κόσμο», είπε. «Αλλά είμαστε εμείς που θα πούμε στον κόσμο και, πολύ πιο σημαντικό, σε κάθε έναν από εμάς ότι αυτή είναι η γη τής ελευθερίας εκτός από τους νέγρους;».

Τελικά, ο Κένεντι απάντησε στο δικό του ερώτημα με ένα νομοσχέδιο-ορόσημο για τα πολιτικά δικαιώματα, το οποίο έθεσε την βάση για την Πράξη Πολιτικών Δικαιωμάτων τού 1964. Όταν συζητείτο στο Κογκρέσο, ο υπουργός Εξωτερικών Dean Rusk, ο υπεύθυνος για την εφαρμογή της εξωτερικής πολιτικής, ήταν ένας από τους πρωταρχικούς κυβερνητικούς υποστηρικτές του. Οι διεθνείς υποθέσεις, βέβαια, δεν ήταν ο μόνος - ή έστω ο πιο σημαντικός – παράγοντας που έδινε κίνητρο για την μεταρρύθμιση των πολιτικών δικαιωμάτων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά οι ηγέτες των ΗΠΑ κατέληξαν να δουν τα ίσα δικαιώματα ως ζωτικής σημασίας για την εικόνα των ΗΠΑ στο εξωτερικό και για την καταπολέμηση του Ψυχρού Πολέμου. Και στο τέλος, η αποφασιστική δράση εγχωρίως, η οποία αντιμετώπισε τουλάχιστον εν μέρει τις διακρίσεις, την στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων, καθώς και την βίαιη καταστολή των ακτιβιστών των πολιτικών δικαιωμάτων, βελτίωσε την εικόνα των ΗΠΑ στο εξωτερικό. Ο Rusk εξέφρασε την χαρά του όταν ψηφίστηκε η νομοθεσία για τα πολιτικά δικαιώματα, λέγοντας ότι «η χώρα αυτή εκλαμβάνεται ως ηγέτης εκείνων που επιθυμούν να είναι ελεύθεροι, και αυτό που κάνουμε εδώ έχει μια σημασία πολύ πέρα από τα σύνορά μας». Ο πρωθυπουργός τής Ουγκάντα Milton Obote ήταν «ενθουσιασμένος» από την ψήφιση του νομοσχεδίου, και σκεπτόταν ότι θα περιέκοπτε την κομμουνιστική κριτική εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών στην Αφρική.

Υπάρχουν μεγάλες ομοιότητες στις περιπτώσεις τού Birmingham και του Ferguson. Και στις δύο περιπτώσεις, δραματικές εικόνες από την υπερβολική χρήση βίας εναντίον αφροαμερικανών διαδηλωτών για τα πολιτικά δικαιώματα έχουν τραβήξει την προσοχή σε όλο τον κόσμο. Αλλά μια άλλη στιγμή στην ιστορία τού αμερικανικού κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα είναι εξίσου διδακτική συγκριτικά: Η κρίση στο Λιτλ Ροκ [11] του Αρκάνσας την περίοδο 1957-58. Αφότου το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ κήρυξε τον φυλετικό διαχωρισμό ως αντισυνταγματικό, ένας ομοσπονδιακός δικαστής διέταξε ότι εννέα αφροαμερικανοί φοιτητές μπορούσαν να εισαχθούν στο Central High School της πόλης για το σχολικό έτος 1957-1958. Σε απάντηση, ο κυβερνήτης τού Αρκάνσας, Orval Faubus, κάλεσε στην Εθνική Φρουρά. Οι στρατιώτες εμπόδισαν τους φοιτητές από το να μπουν στο σχολείο καθώς μεγάλα πλήθη λευκών διαμαρτύρονταν για την ενσωμάτωση.

Αυτή η αναμέτρηση αποτέλεσε μια μεγάλη διεθνή ιστορία, με καθημερινή κάλυψη από τον ξένο Τύπο. Αντανακλώντας την αρχική απουσία ηγεσίας από τον πρόεδρο Dwight D. Eisenhower, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με την επιμονή του ως ανώτατος διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων στην Δυτική Ευρώπη κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η εφημερίδα London Times σχολίασε ότι «το ξινό αστείο είναι το σημερινό: Αν ο πρόεδρος Αϊζενχάουερ ήταν ζωντανός όλα αυτά δεν θα είχαν συμβεί».