Οι διεθνείς συνέπειες από μια σκωτσέζικη ανεξαρτησία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι διεθνείς συνέπειες από μια σκωτσέζικη ανεξαρτησία

Τι σημαίνει το δημοψήφισμα για την Καταλονία, την Ιρλανδία, την Κύπρο κ.λπ.

Το Δημοψήφισμα για ενδεχόμενη απόσχιση ή μη της Σκωτίας από το Ηνωμένο Βασίλειο έρχεται σε μια ιστορική και καταλυτική συγκυρία για τα γεωπολιτικά και διεθνοταξιακά πράγματα στην Ευρώπη και όχι μόνον, αφού, τόσο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα διέρχεται μια περίοδο επαναξιολόγησης και αναζήτησης νέας ταυτότητας, όσο και η διεθνής κοινότητα κατατρύχεται από ατέρμονες διαμάχες και συγκρούσεις επαναπροσδιορισμού νέων συνοριακών διευθετήσεων, εθνοτικών, θρησκευτικών, φυλετικών και σφαιρο-επιρροϊκών διαχωρισμών.

Έτσι, το αποτέλεσμα του Σκωτσέζικου Δημοψηφίσματος, αναμένεται να επιδράσει κοσμογονικά – ιδιαίτερα σε περίπτωση θετικής του έκβασης-, αφού πολλές σοβούσες, υποβόσκουσες ή/και εκρηκτικά ακόμα καταστελλόμενες, αποσχιστικές εθνοτικές ενότητες-ομάδες προσβλέπουν στην ετυμηγορία των Σκώτων με υπαρξιακή εναγώνια προσδοκία.

Αν και κάθε αυτοτελής πολιτειακή-διοικητική ή/και αυτοπροσδιοριζόμενη ενότητα, δεν διαθέτει, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, δικαίωμα για επιδίωξη αυτοτελούς κρατικής υπόστασης, εντούτοις, πολιτικές σκοπιμότητες των εκάστοτε ισχυρών (βλέπε Κόσσοβο) [1] , όπως και πεπλανημένες, με βάση την Διεθνή Δικαιοταξία, υπερφίαλες εθνικιστικές-εθνοτικές ψευδαισθήσεις, οδηγούν κάθε εν δυνάμει αποσχιστικό μόρφωμα στο να προσβλέπει στο Σκωτσέζικο Δημοψήφισμα σαν σε ένα προηγούμενο της Διεθνούς Πρακτικής και Εθιμοταξίας.

ΤΟ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ ΤΟΥ 2014

Στο μανιφέστο του για τις εκλογές στην Σκωτσέζικη Βουλή τού 2007, το Εθνικό Κόμμα των Σκωτσέζων (Scottish National Party, SNP) υποσχέθηκε να πραγματοποιήσει ένα δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία περί το 2010 [2]. Αφού κέρδισε τις εκλογές, η ελεγχόμενη από το SNP Σκωτσέζικη Κυβέρνηση δημοσίευσε μια Λευκή Βίβλο (White Paper) με τον τίτλο: «Επιλέγοντας το Μέλλον τής Σκωτίας» (Choosing Scotland’s Future), η οποία περιέγραφε τις επιλογές σε σχέση με το μέλλον τής Σκωτίας, συμπεριλαμβανομένης και της ανεξαρτησίας [3].

Εκείνη την χρονική περίοδο, οι Σκωτσέζοι Εργατικοί, οι Σκωτσέζοι Συντηρητικοί και οι Σκωτσέζοι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες αντιτίθεντο σε ένα δημοψήφισμα που θα προσέφερε την ανεξαρτησία ως επιλογή. Στην βάση συνακόλουθης συζήτησης στην Σκωτσέζικη Βουλή, τα τρία κύρια κόμματα που αντιτίθενται στην ανεξαρτησία σχημάτισαν την Επιτροπή Calman (Calman Commission). Αυτή η Επιτροπή επανεξέτασε την μεταβίβαση εξουσίας και εξέτασε όλες τις συνταγματικές επιλογές, με εξαίρεση την ανεξαρτησία.

Τον Αύγουστο του 2009, το SNP ανακοίνωνε ότι ο «Νόμος για το Δημοψήφισμα (Σκωτία)» [the Referendum (Scotland)Bill] του 2010, θα αποτελούσε μέρος τού τρίτου νομοθετικού του προγράμματος για το 2009-10, το οποίο θα επεξεργαζόταν τις λεπτομέρειες του ερωτήματος και της διεξαγωγής ενός πιθανού δημοψηφίσματος πάνω στο ζήτημα της ανεξαρτησίας. Το Νομοσχέδιο αναμενόταν να δημοσιευτεί στις 25 Ιανουαρίου 2014 (Burns Night), με το Δημοψήφισμα να προτείνεται να διεξαχθεί στις ή περί τις 30 Νοεμβρίου 2010, την ημέρα τού Πολιούχου Αγίου τής Σκωτίας, Αγίου Ανδρέα. Το Νομοσχέδιο δεν αναμενόταν να περάσει, αφού το SNP αποτελούσε Κυβέρνηση μειοψηφίας, ενώ η αντιπολίτευση συναπαρτιζόταν απ’ όλα τα μεγαλύτερα κόμματα στην Βουλή. Τον Σεπτέμβρη τού 2010, η Σκωτσέζικη Κυβέρνηση ανακοίνωνε ότι δεν θα διεξαγόταν δημοψήφισμα πριν από τις εκλογές του 2011.

Σε συνέχεια της νίκης τού SNP κατά τις εκλογές τού 2011, η οποία έδωσε στο κόμμα απόλυτη πλειοψηφία στην σκωτσέζικη Βουλή, ο Πρώτος Υπουργός Alex Salmond δήλωνε την επιθυμία του για διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος «κατά το δεύτερο ήμισυ της Βουλής», κάτι που το τοποθετούσε στο 2014 ή στο 2015. Στις 10 Νοεμβρίου, ο David Cameron, πρωθυπουργός τού Ηνωμένου Βασιλείου, εξέτασε σχέδια για ένα καθοδηγούμενο από το Ηνωμένο Βασίλειο δημοψήφισμα, «ώστε να εμποδίσει τους Σκωτσέζους εθνικιστές από το να θέσουν εκείνοι τους όρους, το ερώτημα και τον χρόνο (για το δημοψήφισμα) με τρόπο που να τους ευνοεί».

Τον Ιανουάριο του 2012, οι πολιτικοί διαφωνούσαν αναφορικά με το κατά πόσον η σκωτσέζικη Βουλή είχε την εξουσία να διεξαγάγει ένα δημοψήφισμα για ανεξαρτησία. Ένα δημοψήφισμα που θα επιδίωκε να αλλάξει το συνταγματικό καθεστώς τής Σκωτίας δεν θα ήταν νομικά δεσμευτικό για την Βουλή τού Ηνωμένου Βασιλείου, καθότι τα δημοψηφίσματα στο Ηνωμένο Βασίλειο έχουν μόνο συμβουλευτική αξία [4]. Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου υποστήριζε ότι οι όροι εντολής για κάτι τέτοιο παρέμεναν στο Westminster μέσω του Νόμου τής Ένωσης (Act of Union) του 1707, και δεν είχαν μεταβιβαστεί στην Σκωτσέζικη Βουλή, αφού το Σύνταγμα ήταν ένα από τα ζητήματα που διατηρήθηκαν στην δικαιοδοσία τής Βουλής του Ηνωμένου Βασιλείου, σύμφωνα με τον Νόμο για την Σκωτία (the Scotland Act) του 1998 [5]. Το Westminster θα μπορούσε να τροποποιήσει τον Νόμο για την Σκωτία οποτεδήποτε, αλλάζοντας τις εξουσίες τής σκωτσέζικης Βουλής. Αυτό το είχε πράξει στο παρελθόν, όταν τροποποίησε τον Νόμο προκειμένου να διατηρήσει τον αριθμό των Σκωτσέζων βουλευτών, ο οποίος διαφορετικά θα μειωνόταν, σύμφωνα με την μείωση των Σκωτσέζων βουλευτών στις γενικές εκλογές του Ηνωμένου Βασιλείου του 2005. Τον Ιανουάριο του 2012, ο υφυπουργός για την Σκωτία Michael Moore, και ο πρωθυπουργός τού Ηνωμένου Βασιλείου David Cameron άφηναν να εννοηθεί ότι θα συγκατατίθεντο στο να μεταβιβάσει η Βουλή τού Ηνωμένου Βασιλείου την εξουσία διεξαγωγής δημοψηφίσματος, όμως διαφωνούσαν με το SNP στον χρόνο διεξαγωγής τού δημοψηφίσματος και στην σύνθεσή του. Ο Alex Salmond και το SNP διακήρυτταν ότι η Σκωτσέζικη Βουλή ήδη διέθετε το δικαίωμα να υλοποιήσει ένα δημοψήφισμα, χωρίς να παραλάβει οποιεσδήποτε περαιτέρω εξουσίες από το Westminster [6].

Μια εκστρατεία για την ανεξαρτησία τής Σκωτίας εγκαινιάστηκε στις 25 Μαΐου 2012 από το SNP. Ο Πρώτος Υπουργός, Alex Salmond, προέτρεψε τον σκωτσέζικο λαό να υπογράψει μια διακήρυξη υποστήριξης της ανεξαρτησίας πριν από το δημοψήφισμα κατά την έναρξη της εκστρατείας «Ναι Σκωτία» (Yes Scotland) στο Εδιμβούργο. Η πρόταση υποστηρίχθηκε από διασημότητες, όπως ο Sean Connery και ο Alan Cumming. Η ποιήτρια Liz Lochhead απάγγειλε ένα ποίημα σε σχέση με την Αγγλο-Σκωτσέζικη αντιπαλότητα του 16ου αιώνα.

Η ΚΟΙΝΗ ΓΝΩΜΗ

Πολλές σφυγμομετρήσεις έχουν πραγματοποιηθεί σχετικά με την Σκωτσέζικη ανεξαρτησία. Ο καθηγητής John Curtice δήλωνε τον Ιανουάριο του 2012 ότι τα γκάλοπ δείχνουν υποστήριξη προς την ανεξαρτησία περίπου ανάμεσα στο 32% και το 38% του σκωτσέζικου πληθυσμού. Αυτό το ποσοστό μειώθηκε κάπως από τότε που το SNP εκλέχτηκε για πρώτη φορά για να γίνει η σκωτσέζικη κυβέρνηση το 2007. Η έρευνα επίσης δείχνει, εντούτοις, ότι το ποσοστό του πληθυσμού που αντιτίθεται έντονα στην ανεξαρτησία έχει πέσει τα τελευταία χρόνια.

Οι σφυγμομετρήσεις δείχνουν σταθερή ισχυρή υποστήριξη για την διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος, συμπεριλαμβανομένων και κάποιων ανάμεσα σε εκείνους που υποστηρίζουν την συνέχιση της ένωσης. Τα περισσότερα από τα γκάλοπ που διενεργήθηκαν, παρουσιάζουν ένα ποσοστό μιας κατ’ αρχήν υποστήριξης για ένα δημοψήφισμα γύρω στο 70-75%.[7]

Μια μεγάλη γκάμα εταιρειών έχει διεξάγει συνεχείς έρευνες, συμπεριλαμβανομένων της Ipsos – Mori, Angus Reid, Yougor, TNS – BMRB και Panelbase. [8] Ο Lord Ashcroft επίσης ανέθεσε τέτοιες σφυγμομετρήσεις. Ανάμεσα σε όλες τις έρευνες γνώμης που διεξήχθηκαν μέχρι τώρα, σύμφωνα με τον καθηγητή John Curtice, δεν συμφωνούν μεταξύ τους. Μια εταιρεία, η Panelbase, έχει επίμονα χρωματίσει μια θετικότερη εικόνα για την πλευρά τού «Ναι» όσο καμιά άλλη. Η εταιρεία Panelbase δίδει κατά μέσον όρο στην πλευρά τού «Ναι» – αφού τα «Δεν Γνωρίζω» αφαιρεθούν – ένα 44%. Σε αντίθεση, το ποσοστό θετικής ψήφου κάθε άλλης εταιρείας, είναι της τάξης μόλις του 37%. [9]

Συνολικά, υπάρχουν σταθερές διαφορές μεταξύ των σφυγμομετρητών, με την εταιρεία Panelbase να τείνει να δείχνει ένα σκληρό αγώνα, ενώ η Ipsos–Mori και η TNS τείνουν να δείχνουν μια πολύ μεγαλύτερη διαφορά υπέρ τού «Όχι».

ΟΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

Όπως αναφέρεται και προηγουμένως, η σημασία τού αποτελέσματος του Δημοψηφίσματος για την Ανεξαρτησία της Σκωτίας, σε κάθε περίπτωση, θα λειτουργήσει ως ιστορικό ορόσημο σε σχέση με την εφεξής εξέλιξη των αυτονομιστικών τάσεων και κινημάτων ανά το παγκόσμιο.

Υπάρχουν πολλές αποσχιστικές οντότητες, κάθε μια με τα δικά της δεδομένα και ιδιαιτερότητες, οι οποίες αναμένουν την εξέλιξη του κρίσιμου αυτού δημοψηφίσματος, για να καθορίσουν αναλόγως και την δική τους προσέγγιση έναντι του επόμενου βήματος που θα κάνουν ή την στρατηγική επιλογή που θα ακολουθήσουν, ώστε να επιτύχουν το μέγιστο των επιδιώξεών τους.

Καθώς προσδιορίζεται με αρκετή σαφήνεια η αποδεκτή προσέγγιση από το Διεθνές Δίκαιο, και λιγότερο από την «πραγματιστική πολιτική των διεθνών συμφερόντων» – εξ ου και οι αμφιταλαντεύσεις της Διεθνούς Πρακτικής επί του θέματος -, οι πληθυσμιακές ομάδες που νομιμοποιούνται να διεκδικήσουν μέσω Δημοψηφίσματος την ανεξαρτησία τους, περιορίζονται σε αυτές που συνιστούν «λαό» και σε αυτές που συνιστώντας «λαό» έχουν Συνταγματικά, άμεσα ή έμμεσα – όπως στην περίπτωση της Σκωτίας που της αναγνωρίσθηκε το δικαίωμα αυτό από την Κεντρική Συνταγματική Εξουσία – το διεθνώς νόμιμο δικαίωμα να αποφασίσουν για την μορφή τού Συνταγματικού τους μέλλοντος (ανεξαρτησία, ένωση με άλλη χώρα, ομοσπονδία, συνομοσπονδία, εσωτερική αυτονομία, κοκ).

ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΤΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ

Η Σκωτία είχε εκτόπισμα σε πολλούς τομείς δυσανάλογα μεγαλύτερο από το μέγεθός της για αιώνες. Έδωσε στον κόσμο τον Adam Smith, τον πατέρα τής ελεύθερης αγοράς, αλλά και την ατμομηχανή, την τηλεόραση και την πενικιλίνη.

Υπάρχουν, κατά συνέπεια, πολλοί επιτακτικοί λόγοι, επιπλέον των διεθνο – πολιτικών, για να παρακολουθήσει κάποιος την ψηφοφορία της 18ης Σεπτεμβρίου 2014, η οποία μπορεί να προκαλέσει στην Βρετανία την απώλεια 5,3 εκατομμυρίων Σκωτσέζων.

BREXIT Ή Η ΕΞΟΔΟΣ ΤΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ Ε.Ε.

Όπως καταδεικνύεται και από την προηγηθείσα ανάλυση, πολλή ενέργεια έχει αναλωθεί ως προς το κατά πόσον μια ανεξάρτητη Σκωτία θα μπορούσε να ενταχθεί στην ΕΕ. Ακόμα πιο καθοριστική θα είναι η ενδεχόμενη απουσία τής Σκωτίας από την συζήτηση αναφορικά με το κατά πόσον η υπόλοιπη Βρετανία θα έπρεπε να παραμείνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Συνολικά, οι Σκωτσέζοι είναι πιο φιλο-Ε.Ε. από ό,τι οι Άγγλοι και σε περίπτωση που θα ψηφίσουν για απόσχιση φέτος δεν θα έχουν λόγο στο προγραμματισμένο για το 2017 δημοψήφισμα για την θέση τής Αγγλίας έναντι της Ευρώπης. Σαν αποτέλεσμα, οι πιθανότητες όπως η Αγγλία, η Ουαλία και η Βόρεια Ιρλανδία να ψηφίσουν υπέρ τής αποχώρησης από την Ε.Ε. θα είναι αυξημένες. Η Σκωτία μπορεί να μετρά μόνον περί τα 4 εκατομμύρια από τα συνολικά 45 εκατομμύρια ψηφοφόρους του Ηνωμένου Βασιλείου, όμως, με τις απόψεις να αποκλίνουν πολύ ελαφρά υπέρ της μιας ή της άλλης άποψης, η συμμετοχή της στο δημοψήφισμα αυτό μπορεί να αποδειχθεί αποφασιστική. Κατά τραγική ειρωνεία, μένοντας στο Ηνωμένο Βασίλειο, η Σκωτία που είναι φιλο-Ε.Ε. θα έχει παραπάνω πιθανότητες να επηρεάσει την παραμονή των Σκωτσέζων στην Ένωση, ενώ αποσχιζόμενη από την Βρετανία που είναι μάλλον αντι-Ε.Ε. θα έχει λιγότερες πιθανότητες να παραμείνει μέλος, έστω και εάν αυτό αναμένεται να είναι προσωρινό (ένα με δύο χρόνια, λόγω υφιστάμενης ήδη ουσιαστικής εναρμόνισης με το Κεκτημένο.

Ανάμεσα στους διεθνείς παράγοντες που επηρεάζουν την όλη εξίσωση είναι και ο κύριος σύμμαχος της Βρετανίας, οι ΗΠΑ. Επίσημα, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν εκφράσει άποψη πάνω στην παραμονή ή όχι της Σκωτίας στο Ηνωμένο Βασίλειο, αν και υπάρχουν πολλοί λόγοι, ανάμεσα στους οποίους και «ενδιαφέροντα» του ΝΑΤΟ, που πείθουν ότι ασφαλώς και θα ήθελαν την διατήρηση του Ηνωμένου Βασιλείου ως έχει, αλά ίσως να θεωρούν ότι δεν θα έπρεπε να προκαλέσουν τα εθνικιστικά αισθήματα των Σκωτσέζων. Εξαίρεση, η πρώην Πρώτη Κυρία των ΗΠΑ και πρώην Υπουργός Εξωτερικών, κα Χίλαρι Κλίντον, η οποία στις 12 Ιουνίου 2014 εξέφρασε την προτίμησή της για παραμονή τής Σκωτίας στην Βρετανία: «Θα λυπόταν έντονα να έβλεπε την Σκωτία να αποσχιζόταν από το Ηνωμένο Βασίλειο» [10]. Οι ΗΠΑ, όμως, χωρίς περιστροφές, έχουν καταστήσει σαφέστατο ότι επιθυμούν να δουν την Βρετανία στην καρδιά τής Ε.Ε.

Επίσης ο Υπουργός Εξωτερικών τής Σουηδίας, Carl Bildt, δήλωνε στις 3 Ιουνίου 2014 ότι, μια ανεξάρτητη Σκωτία θα οδηγούσε στην «Βαλκανιοποίηση των Βρετανικών Νήσων». Πρόσθεσε δε ότι, μια ανεξάρτητη Σκωτία θα προκαλούσε «απρόβλεπτες αλυσιδωτές αντιδράσεις», τασσόμενος σαφέστατα εναντίον τής ανεξαρτησίας τής χώρας.

Η ειρωνεία είναι ότι οι Συντηρητικοί παραδοσιακά υπήρξαν οι εντονότεροι υποστηρικτές τής ένωσης (της Βρετανίας) και η θέση τού Cameron θα απειληθεί εάν οι Σκωτσέζοι τελικά ψηφίσουν να ακολουθήσουν τον δικό τους δρόμο, αποσταθεροποιώντας έτσι το κόμμα του, ενώ αρχίζει η έμμεση προεκλογική εκστρατεία.

ΒΟΡΕΙΑ ΙΡΛΑΝΔΙΑ

Η Σκωτσέζικη ανεξαρτησία μπορεί επίσης να έχει αποσταθεροποιητική επίδραση στην Βόρεια Ιρλανδία, η οποία έχει αποδοθεί σε μια πάλη αναζήτησης της ψυχικής της ταυτότητας, ιδιαίτερα και με αφορμή την πρόσφατη κράτηση του αρχηγού τού κόμματος Sinn Fein, Gerry Adams, σε σχέση με ανακρίσεις αναφορικά με την δολοφονία -το 1972- μιας μητέρας 10 παιδιών. Αφέθηκε τελικά ελεύθερος χωρίς να απαγγελθούν εναντίον του κατηγορίες.

Αν και η ειρηνευτική συμφωνία τού 1998 τερμάτισε σε μεγάλο βαθμό την από δεκαετίες διασπαστική βία, εντούτοις η Βόρεια Ιρλανδία παραμένει βαθειά διαιρεμένη ανάμεσα στους Προτεστάντες, οι οποίοι κυρίως επιθυμούν να παραμείνουν τμήμα τής Βρετανίας, και στους Καθολικούς, οι οποίοι τείνουν να ευνοούν ένωση με την Ιρλανδία.

Οι ενωτικοί διατηρούν ιδιαίτερα στενούς δεσμούς με την Σκωτία, ενώ αυτοί που ευνοούν ένωση με την Ιρλανδία θα μπορούσαν να επωφεληθούν μιας ψηφοφορίας υπέρ του «Ναι» στην Σκωτία, ώστε να πιέσουν για τις διεκδικήσεις τους πλέον δυναμικά.

Το ερώτημα που θα τεθεί στους Σκωτσέζους ψηφοφόρους στις 18 Σεπτεμβρίου 2014, προκειμένου να ψηφίσουν υπέρ ή κατά είναι: «Θα έπρεπε η Σκωτία να είναι μια ανεξάρτητη χώρα;». Όπως σημειώνει ο Gillespie, εάν η Σκωτία καταστεί ανεξάρτητη, η εναπομένουσα ένωση μεταξύ Αγγλίας, Ουαλίας και Βόρειας Ιρλανδίας θα καταστεί: α) πιο αδέξια από την άποψη της σχετικής γεωγραφικής κλίμακας, με μια τόσο κυρίαρχη Αγγλία, β) προβληματική από την άποψη της συνταγματικής δομής, και γ) ασταθής από την άποψη των δυνητικά αποκλινόντων πολιτικών συμφερόντων και αξιών. Η σύμπτωση της συζήτησης για την Σκωτσέζικη ανεξαρτησία με την σταθερά παρασυρόμενη κοινή γνώμη προς τον ευρωσκεπτικισμό ενισχύει την εικόνα ενός πολιτικού συστήματος που διέρχεται μια γνήσια κρίση μετάβασης. Εάν το Ηνωμένο Βασίλειο εγκαταλείψει την Ε.Ε, όπως καθίσταται δυνατόν σε συνέχεια της δέσμευσης του πρωθυπουργού David Cameron να διενεργήσει ένα δημοψήφισμα για παραμονή ή όχι στην Ένωση το 2017, η εσωτερική αναταραχή πάνω στο θέμα τής Σκωτίας θα ακολουθηθεί από μια εξωτερική κρίση πάνω στον ρόλο τού Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρώπη. Μια βρετανική αποχώρηση από την ΕΕ θα άλλαζε ριζικά τις πολιτικές ισορροπίες εντός της Ένωσης και θα μεταμόρφωνε το οικονομικό και πολιτικό τοπίο για τα υπόλοιπα Ευρωπαϊκά κράτη και λαούς.

Καμιά άλλη χώρα δεν θα επηρεαστεί τόσο πολύ όσο η Ιρλανδία, σε περίπτωση που οποιαδήποτε από τις πιο πάνω εξελίξεις ή και οι δύο μαζί επισυμβούν. Η Ιρλανδία συνδέεται άμεσα πολιτικά και συνταγματικά με το Ηνωμένο Βασίλειο, μέσω της Βόρειας Ιρλανδίας και της Συμφωνίας τού Belfast το 1998. Η υγιής πολιτική ισορροπία που επιτεύχθηκε ανάμεσα στις δυο χώρες κατά την πρώτη δεκαετία τού τρέχοντος αιώνα, σημαδεύτηκε συμβολικά από την επίσκεψη της Βασίλισσας Ελισάβετ II, η οποία προκάλεσε ευρύτατη αίσθηση, στην Ιρλανδία τον Μάιο του 2011.

Αν και όλοι αναμένουν ότι μια θετική έκβαση του δημοψηφίσματος της Σκωτίας θα ξεσηκώσει αποσχιστικές θύελλες στα υπόλοιπα συνθετικά τμήματα του Ηνωμένου Βασιλείου, εντούτοις, οι σχετικές σφυγμομετρήσεις και τάσεις δεν φέρνουν στο άμεσο προσκήνιο ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Μόνη εξαίρεση η Βόρεια Ιρλανδία, όπου η τάση για ενιαίο νησί εγείρει τις ψυχές της πλειοψηφίας των Ιρλανδών.

Παρόλα αυτά, η ύπαρξη συναφών Διεθνών Συμφωνιών, συμπεριλαμβανομένης της Ειρηνευτικής Συμφωνίας τής Μεγάλης Παρασκευής, δεν αφήνουν -από νομικής τουλάχιστον πλευράς- πολλά περιθώρια.

Ασφαλώς οι Ρεπουμπλικάνοι και το Sinn Fein θα σπεύσουν να κεφαλαιοποιήσουν σε περίπτωση Σκωτσέζικης ανεξαρτησίας, ιδιαίτερα μετά την θεαματική άνοδο του κόμματος αυτού κατά τις εκλογές τού Μαΐου 2014. Όμως, τόσο η ύπαρξη «διαχρονικά εμφυτευμένης» πλειοψηφίας των Ενωτικών στην Β. Ιρλανδία, όσο και η καλλιέργεια ενός πνεύματος «υπεροχής» των βασιλοφρόνων έναντι των «απλοϊκών επαρχιωτών τού λαϊκισμού», αποτρέπει με τα σημερινά δεδομένα την δημιουργία μιας ανεξέλεγκτης τάσης υπέρ της απόσχισης της Βόρειας Ιρλανδίας από το Ηνωμένο Βασίλειο και ένωσής της με την Ιρλανδία.

Βεβαίως, υπάρχουν και αυτοί που υποστηρίζουν ότι, το Δημοψήφισμα για το μελλοντικό καθεστώς τής Βόρειας Ιρλανδίας, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, θα λειτουργούσε ως καταλύτης για να τεθεί οριστικό τέρμα στις διαιρέσεις τού παρελθόντος. Κανένας, όμως, δεν μπορεί να εγγυηθεί, με δεδομένη την ύπαρξη αντιδραστικών θυλάκων και στις δύο πλευρές, ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν θα μπορούσε να αναβιώσει έντονες αντιπαλότητες ή ακόμα και επιστροφή σε βίαια επεισόδια.

Η ΒΡΕΤΑΝΙΑ ΚΑΙ Η ΕΕ

Εάν η Σκωτία καταστεί ανεξάρτητη και το Ηνωμένο Βασίλειο εγκαταλείψει την Ε.Ε, αυτή η ισορροπία θα τρωθεί και θα χρειαστεί να οικοδομηθεί μια νέα.

Τόσο το δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία τής Σκωτίας, όσο και το δημοψήφισμα για την παραμονή ή όχι, του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ε.Ε., αντανακλούν μια κρίση πολιτικής ταυτότητας. Εν ολίγοις, τί πράγματι θέλει να είναι το Ηνωμένο Βασίλειο; Ευρωπαϊκό κράτος που να ακολουθεί δικές του πολιτικές ή συνεπές μέλος μιας όσο το δυνατόν «πραγματιστικής» αμφικτυονίας κρατών; Θέλει πράγματι να αποχωρήσει από την Ε.Ε. - πράγμα αμφίβολο – ή θέλει να εκβιάσει παραχωρήσεις υπέρ του; Συμμερίζεται πράγματι τα ευρωπαϊκά ιδεώδη ή αποτελεί έναν ασφαλή Υπερατλαντικό Δούρειο Ίππο; Όλα αυτά τα καίρια ερωτήματα δεν μπορούν να απαντηθούν από οποιονδήποτε άλλον, παρά από τα «μυστικο-συμβούλια» του Westminster. Σε κάθε περίπτωση, η απάντηση στα ερωτήματα αυτά, θα καθορίσει και τον αυτοπροσδιορισμό των Βρετανών έναντι της Ευρώπης και της Ε.Ε.

Τυχόν έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε. θα έχει, μεταξύ άλλων, ως συνέπεια την επανακαθιέρωση συνόρων μεταξύ Βόρειας Ιρλανδίας και Ιρλανδίας.

Όλες οι πιο πάνω εξελίξεις μπορούν ακόμα και να σηματοδοτήσουν την αποσύνθεση του Η.Β. Θεωρείται όμως πιο ρεαλιστικό, ότι στην ουσία θα οδηγήσουν σε ένα επανασχεδιασμένο Ηνωμένο Βασίλειο, παρά στην διάλυση και στην κατάρρευσή του.

Ο Aughey (2013) [11] αναλύει την έννοια του Ηνωμένου Βασιλείου ως του πέμπτου έθνους της ένωσης. Ισχυρίζεται ότι αυτό ακόμα ισχύει, κάτι που βοηθά να εξηγηθεί η συνέχεια αυτού του κράτους από πλευράς συναισθηματικής ταυτότητας και πολιτικής προσήλωσης.

Η βρετανικότητα αυτή προσφέρει στο Ηνωμένο Βασίλειο νέα παράταση ζωής. Για ορισμένους αυτό απλά καθυστερεί την διάσπασή του, την οποίαν θεωρούν αναπόφευκτη. Για άλλους, θα συμβάλει στο να διατηρήσει μια πλέον χαλαρή ενότητα. Από όποιον φακό και εάν ειδωθεί, τα επόμενα πέντε χρόνια θα αποτελέσουν μια ιστορική κρίσιμη συγκυρία για τα πολιτικά πράγματα του Ηνωμένου Βασιλείου.

ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΩΝ ΝΗΣΙΔΩΝ

Το ενδεχόμενο μιας ανεξάρτητης Σκωτίας έχει εγείρει ερωτήματα σε σχέση με το μέλλον των Νησίδων Orkney, Shetland και Western. Το 2012, ένας εκπρόσωπος του SNP ανέφερε ότι, σε περίπτωση Σκωτσέζικης ανεξαρτησίας, οι νησίδες Orkney και Shetland θα μπορούσαν να παραμείνουν στο Ηνωμένο Βασίλειο, εάν «οι ‘αναγνωρίσεις’ τής αυτοδιάθεσής τους» ήσαν αρκετά ισχυρές.

Πολιτικοί στα εν λόγω νησιά έχουν αναφερθεί στο δημοψήφισμα ως το πλέον σημαντικό γεγονός στην πολιτική τους ιστορία «από την εποχή τής έναρξης των Συμβουλίων των Νησιών (Island Councils) το 1975». Ο Angus Campell, ηγέτης των Western Isles, δήλωσε ότι η συνεχιζόμενη συνταγματική συζήτηση «προσφέρει την ευκαιρία για τα τρία συμβούλια των νησιών να διασφαλίσουν αυξημένες εξουσίες για τις κοινότητές μας ώστε να λαμβάνουν αποφάσεις που θα ωφελούν τις οικονομίες και τις ζωές εκείνων που ζουν στα νησιά».

Σε μια συνάντηση των συμβουλίων των νησιών τον Μάρτιο του 2013, οι ηγέτες των τριών περιοχών συζήτησαν το μέλλον τους σε περίπτωση Σκωτσέζικης ανεξαρτησίας, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον τα νησιά θα μπορούσαν να απαιτήσουν και να επιτύχουν αυτόνομο καθεστώς εντός, είτε της Σκωτίας, είτε του υπόλοιπου Ηνωμένου Βασιλείου. Ανάμεσα στα σενάρια που προτάθηκαν ήταν: η επίτευξη, είτε καθεστώτος Κτήσης τού Στέμματος (Crown Dependency), είτε καθεστώτος αυτοκυβέρνησης στο πρότυπο του καθεστώτος των Faroe Islands, σε σύνδεση, είτε με την Σκωτία, είτε με το Ηνωμένο Βασίλειο. Ο Steven Heddle, ηγέτης τού συμβουλίου τού Orkney, χαρακτήρισε την επιδίωξη καθεστώτος Κτήσης τού Στέμματος, ως την ελάχιστα πιθανή επιλογή, καθώς θα έθετε υπό απειλή την χρηματοδότηση από την Ε.Ε, η οποία είναι ουσιώδης για τους ντόπιους αγρότες.

Νωρίς το 2013, μια σφυγμομέτρηση κοινής γνώμης που ανατέθηκε από το Press and Journal διαπίστωσε ότι μόνον 8% του πληθυσμού στο Shetland και στο Orkney υποστήριζαν όπως τα ίδια τα νησιά καταστούν ανεξάρτητα κράτη, ενώ ένα επιπλέον 10% δήλωναν «δεν γνωρίζω».

Τον Ιούλιο του 2013, η Σκωτσέζικη Κυβέρνηση προέβη στην Δήλωση τού Lerwick (Lerwick Declaration), υποδηλώνοντας ενδιαφέρον στο να μεταβιβάσει εξουσίες στα νησιά τής Σκωτίας. Περί τον Νοέμβριο, ανέλαβε την δέσμευση, κατά την διάρκεια μιας συνάντησης με τους ηγέτες των συμβουλίων, να μεταβιβάσει περαιτέρω εξουσίες στις νησίδες Orkney, Shetland και Western Isles, σε περίπτωση ανεξαρτησίας. O Steven Heddle, κυβερνήτης του Συμβουλίου των Νησιών Orkney, ζήτησε όπως η σχετική νομοθεσία εισαχθεί, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.

Ο Alasdair Allan, μέλος τής Σκωτσέζικης Βουλής για τα Western Isles, δήλωσε ότι η ανεξαρτησία θα μπορούσε να έχει ένα θετικό αντίκτυπο στις νησίδες, καθώς «οι μικροκαλλιεργητές και οι αγρότες αναμένουν μια ουσιώδη βελτίωση στην γεωργική και αγροτική ανάπτυξη, η οποία θα χρηματοδοτείται μέσω της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, σε περίπτωση που η Σκωτία θα ήταν ένα ανεξάρτητο κράτος–μέλος τής Ε.Ε.».

ΣΚΩΤΙΑ ΚΑΙ ΚΥΠΡΟΣ

Η περίπτωση της ενδεχόμενης ανεξαρτησίας τής Σκωτίας, σύμφωνα με ορισμένα διεθνή ΜΜΕ, αναμένεται να επηρεάσει και την κατάσταση στην Κύπρο. Προφανώς υπονοούν ή αναφέρονται ρητά στις προσπάθειες της Τουρκίας και του ψευδοκράτους στα κατεχόμενα, της λεγόμενης «Τ.Δ.Β.Κ.», να επιτύχουν «αναβάθμιση» ή/και «αναγνώρισή» του.

Εξ αρχής, θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι από πλευράς Συνταγματικού και Διεθνούς Δικαίου οι δύο περιπτώσεις είναι εντελώς διαφορετικές.

Με βάση το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, του μόνου διεθνούς αναγνωρισμένου κράτους, με βάση Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας τού ΟΗΕ [12], καθώς και τις Συνθήκες Εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας, μόνον ένα κράτος αναγνωρίζεται στο έδαφος της Κύπρου, αυτό της Κυπριακής Δημοκρατίας. [13] Παράλληλα, απαγορεύεται ρητά η ένωση της Κύπρου με άλλο κράτος ή η διχοτόμησή του. Υπογραμμίζεται ότι, μεταξύ άλλων, και η ίδια η Τουρκία έχει υπογράψει τα διεθνή αυτά κείμενα και έχει εγγυηθεί την υπεράσπισή τους.

Με βάση το Διεθνές Δίκαιο, και πάλιν, μόνον η Κυπριακή Δημοκρατία αναγνωρίζεται ως κράτος στο έδαφος της Κύπρου, ενώ τουναντίον το ψευδοκράτος στα κατεχόμενα έχει χαρακτηριστεί απερίφραστα ως παράνομο, άκυρο, ασυμβίβαστο με τα διεθνή κείμενα εγκαθίδρυσης και εγγυήσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας, καταδικαστέο και νομικά άνευ ουσίας.

Επίσης, ο Χάρτης τού ΟΗΕ και το Εθιμικό Διεθνές Δίκαιο (που αποτελεί και αναγκαστικό δίκαιο) απαγορεύουν την με ένοπλη βία κατάκτηση εδάφους άλλου κράτους και την αλλαγή των διεθνών συνόρων με ένοπλη βία. Άρα, και απ’ αυτή την πλευρά, το ψευδοκράτος στα κατεχόμενα εδάφη της Κύπρου είναι παράνομο και άνευ νομικού αποτελέσματος διεθνώς.

Επιπλέον, το Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης (International Court of Justice), στην Συμβουλευτική του Γνωμοδότηση, κατόπιν αιτήματος της Γ.Σ. του ΟΗΕ, σε σχέση με την νομιμότητα της Μονομερούς Ανακήρυξης Ανεξαρτησίας τού Κοσσόβου, που εκδόθηκε στις 22 Ιουλίου 2010, τόσο έμμεσα όσο και άμεσα, διαχωρίζει τις δύο περιπτώσεις, δηλώνοντας ρητά ότι στην Κύπρο δεν αναγνωρίζεται το ψευδοκράτος, ενώ αναγνωρίζεται μόνον η Κυπριακή Δημοκρατία ως κράτος. Προχωρώντας ακόμα περαιτέρω, με βάση τα συναφή Ψηφίσματα του ΟΗΕ, δηλώνει ότι και το ενδεχόμενο μελλοντικό κράτος που πιθανόν να προκύψει από τις διαπραγματεύσεις επίλυσης του Κυπριακού, «οφείλει να αποτελείται από ένα κράτος, με μια διεθνή προσωπικότητα, μια κυριαρχία, μια ιθαγένεια και με την ανεξαρτησία και την εδαφική της ακεραιότητα εγγυημένες». [14]

Επίσης, στην ίδια Γνωμοδότηση, το Δικαστήριο δηλώνει ότι το Διεθνές Δίκαιο απαγορεύει τις περιπτώσεις όπου οι Μονομερείς Δηλώσεις Ανεξαρτησίας είναι «συνδεδεμένες με την παράνομη χρήση βίας ή άλλης μορφής κατάφωρων παραβιάσεων των κανόνων τού γενικού Διεθνούς Δικαίου (όπως, η εισβολή και κατοχή της Τουρκίας στην Κύπρο και η συνακόλουθη ανακήρυξη του ψευδοκράτους).

Επιπλέον, με βάση όσα αναπτύσσονται στα αρχικά κεφάλαια της παρούσας μελέτης, οι Τουρκοκύπριοι δεν αποτελούν λαό ώστε να δικαιούνται, μαζί με σωρεία άλλων ουσιωδών προϋποθέσεων, που όλες ελλείπουν στην περίπτωσή τους, προσφυγή σε δημοψήφισμα για αναγνώριση ανεξαρτησίας. Προσδιορίζονται, λοιπόν, οι Τουρκοκύπριοι, τόσο από το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά και από όλα τα σχετικά Ψηφίσματα του ΟΗΕ, ως Κοινότητα. [15]

Επιπρόσθετα, όπως ομολογεί και η ίδια η Τουρκία και το ίδιο το ψευδοκράτος, η οντότητα στα κατεχόμενα της Κύπρου δεν είναι βιώσιμη αυτοδύναμα, χωρίς την στρατιωτική (40.000 Τούρκοι κατοχικοί στρατιώτες), οικονομική, πολιτική, διεθνή και άλλη υποστήριξη της Τουρκίας. Άρα και τα στοιχεία, της «αυθυπόστατης έννομης τάξης, η οποία δεν προέρχεται» (και ασφαλώς δεν στηρίζεται) «από άλλο Κράτος», όπως και «η αποτελεσματική εφαρμογή της επί ορισμένου εδάφους, και η οποία να είναι σε θέση να τηρεί τους κανόνες του διεθνούς δικαίου» ελλείπουν παντελώς στην περίπτωση της αυτοαποκαλούμενης «Τ.Δ.Β.Κ.», με συνέπεια να μην μπορεί να ανταποκριθεί στο ελάχιστο στα κριτήρια του Διεθνούς Δικαίου, ώστε να δικαιούται προσφυγή σε δημοψήφισμα.

Τέλος, η νόμιμη κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν τους έχει αναγνωρίσει, ως έπραξε η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου έναντι της Σκωτίας, το δικαίωμα να προσφύγουν σε δημοψήφισμα.

Κατά συνέπεια, οποιαδήποτε και να είναι η έκβαση του Δημοψηφίσματος Ανεξαρτησίας για την Σκωτία, με εξαίρεση την προπαγανδιστική εκμετάλλευσή του από την Άγκυρα και το καθεστώς των κατεχομένων σε περίπτωση θετικής κατάληξης, ουδεμία επίδραση θα έχει επί της νομικής και πολιτικής διάστασης του ψευδοκράτους, αφού το Συνταγματικό και το Διεθνές Δίκαιο είναι απόλυτα σαφή έναντί του: Δεν δικαιούται δημοψήφισμα και δεν δικαιούται οποιαδήποτε δικαιώματα ή ενέργειες, που αναγνωρίζονται σε κρατικές οντότητες μόνον (ακόμα και τις εν δυνάμει, από τις οποίες απερίφραστα αποκλείεται).

ΚΑΤΑΛΟΝΙΑ

Τα αποσχιστικά κινήματα στην Ισπανία έχουν υπάρξει και μακροχρόνια και αρκετά δυναμικά. Οι πολιτιστικές/γλωσσικές ιδιαιτερότητες των μελών αυτών των εθνοτικών ομάδων, διατήρησαν διαχρονικά την ξεχωριστή τους ταυτότητα, που σε μεγάλο βαθμό δεν έγινε δυνατόν να απορροφηθούν από την υπερεθνοτική ισπανική ιδιότητα.

Η πλέον επηρεαζόμενη περίπτωση από το Δημοψήφισμα της Σκωτίας για Ανεξαρτησία, είναι αυτή της Καταλονίας. Το μεγάλο ενδιαφέρον των Καταλανών προέρχεται και από το γεγονός ότι 80% από αυτούς, σύμφωνα με πρόσφατα δεδομένα, τάσσεται υπέρ τής διεξαγωγής δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία τής Καταλονίας από την Ισπανία. Όπως δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας τού Diplocat, του Συμβουλίου Δημόσιας Διπλωματίας τής Καταλονίας – ενός σώματος που είναι αρμόδιο για την προώθηση της υπόθεσης της ανεξαρτησίας -, Almpert Rogio, «Εάν αυτό είναι εφικτό στο Ηνωμένο Βασίλειο, θα πρέπει να είναι εφικτό και στην Ισπανία».

Στις 12 Δεκεμβρίου 2013, ο Καταλανός πρόεδρος και υπέρμαχος της ανεξαρτησίας, Artur Mas, δήλωνε ότι τα κόμματα της περιοχής συμφώνησαν να πραγματοποιήσουν το δημοψήφισμα για ανεξαρτησία στις 9 Νοεμβρίου 2014.

Τα ερωτήματα που θα υποβληθούν είναι: «Θέλετε η Καταλονία να γίνει κράτος;» και, σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, «Θέλετε αυτό το κράτος να είναι ανεξάρτητο; Ναι ή Όχι;»
Ο κ. Mas προέτρεψε την ισπανική κυβέρνηση «να είναι έτοιμη γι’ αυτό το κάλεσμα από έναν λαό που θέλει να ψηφίσει ελεύθερα και απόλυτα ειρηνικά και δημοκρατικά».

Η ισπανική κυβέρνηση από την πλευρά της ορκίστηκε να μπλοκάρει την Καταλονία από το να διενεργήσει ένα δημοψήφισμα ανεξαρτησίας, με τον Πρόεδρο του Συμβουλίου τής ΕΕ, Van Rompuy, να επαναλαμβάνει την προειδοποίησή του ότι η περιοχή σε περίπτωση απόσχισης δεν θα είναι πλέον τμήμα τής ΕΕ. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Alberto Ruiz-Galardon, δήλωσε προς τους δημοσιογράφους, όπως ανέφερε το BBC, «ότι το δημοψήφισμα δεν θα πραγματοποιηθεί».

Η κυβέρνηση της Μαδρίτης έχει τον τελευταίο λόγο, σύμφωνα με το Σύνταγμα και το Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας, για την διοργάνωση νομικά δεσμευτικών δημοψηφισμάτων. Παρόλα αυτά, μια μη-δεσμευτική «λαϊκή διαβούλευση» είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί.

Όπως δήλωσε ο Herman Van Rompuy, όντας στην Μαδρίτη στις 12 Δεκεμβρίου 2013, την ημέρα των πιο πάνω εξαγγελιών, «Εάν ένα τμήμα τής επικράτειας ενός κράτους – μέλους παύσει να είναι τμήμα εκείνου του κράτους, επειδή εκείνη η περιοχή καθίσταται ένα νέο ανεξάρτητο κράτος, οι Συνθήκες (της ΕΕ) δεν εφαρμόζονται πλέον σε εκείνη την περιοχή». Πρόσθεσε επιπλέον ότι: «Είμαι πεπεισμένος ότι η Ισπανία θα παραμείνει ένα ενωμένο και αξιόπιστο κράτος–μέλος τής ΕΕ».

Η Κυβέρνηση της Μαδρίτης έχει αρνηθεί να επιτρέψει στην Καταλονία να πραγματοποιήσει δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία τον Νοέμβριο, όμως η περιοχή αυτή έχει ταχθεί να προχωρήσει με ένα μη-δεσμευτικό δημοψήφισμα ούτως ή άλλως. Εάν αυτό εμποδιστεί, ο πρόεδρος των Καταλανών, Artur Mas, δήλωσε ότι θα κηρύξει εκλογές, οι οποίες θα θεωρηθούν ως ψήφος εξουσιοδότησης για ανεξαρτησία.

Μια σκωτσέζικη ψήφος για ανεξαρτησία θα ενθάρρυνε τους Καταλανούς. Ίσως και αυτός να ήταν ένας από τους λόγους για το γιατί αξιωματούχοι στις Βρυξέλλες δήλωναν προς τους Σκωτσέζους ότι θα ήταν δύσκολο γι’ αυτούς να ενταχθούν στην Ε.Ε. Το μήνυμα πήγαινε και προς άλλες κατευθύνσεις.

Οι νέες χώρες (κράτη) θα πρέπει να λάβουν ομόφωνη ψήφο από τα υπάρχοντα κράτη – μέλη και η Ισπανία θα μπορούσε κάλλιστα να εμποδίσει μια τέτοια εξέλιξη, μη αποδεχόμενη ένταξη της Σκωτίας στην ΕΕ.

Η Καταλονία αποτελεί την οικονομική «ατμομηχανή» τής Ισπανίας, με ένα πληθυσμό 7,5 εκατομμυρίων. Ήδη διαθέτει μεγάλο βαθμό αυτονομίας.

Την ημέρα των υπ’ αναφοράν εξελίξεων, είχε οργανωθεί μια εντυπωσιακή ανθρώπινη αλυσίδα σε όλη την επικράτεια της Καταλονίας, προς υποστήριξη της ανεξαρτησίας τής περιοχής.
Κάποιες σφυγμομετρήσεις στο τέλος τού 2013 έδειχναν ότι ο πληθυσμός της Καταλονίας ήταν εξίσου μοιρασμένος στις απόψεις του για το θέμα τής ανεξαρτησίας. [16]

Στις 13 Μαρτίου τού 2014, ο Robert Cox, πρώην Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Τουρκία, δημοσίευσε ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον άρθρο στην ιστοσελίδα Friends of Europe με τίτλο: «Θα έπρεπε οι Σκωτσέζοι και οι Καταλανοί να υποκύψουν σε έναν ‘μπαμπούλα’ της ΕΕ;».

Στο άρθρο αυτό γίνεται αναφορά στις δηλώσεις τού Jose Manuel Barroso ότι «θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο, εάν όχι αδύνατον» για μια ανεξάρτητη Σκωτία να ενταχθεί στην ΕΕ ως ένα νέο κράτος – μέλος, ξεχωριστά από το Ηνωμένο Βασίλειο. Σύμφωνα με τα ίδια σχόλια, ο Barroso κατέταξε τους Σκωτσέζους στην ίδια κατηγορία με τους Κοσοβάρους, στην δική τους επιδίωξη ανεξαρτησίας.

Καυτηριάζοντας την προσέγγιση αυτή, ο κ. Cox θεωρεί ότι «τέτοιες αδέξιες, κακόβουλες παρεμβάσεις, είτε από τις Βρυξέλλες, είτε από το Λονδίνο, μόνο να χειροτερέψουν τα πράγματα μπορούν. Τέτοια συμπεριφορά μπορεί να πείσει πολλούς αναποφάσιστους Σκωτσέζους, να ψηφίσουν υπέρ της ανεξαρτησίας».

Διερωτάται, βεβαίως, ο αρθρογράφος, κατά πόσον ο κ. Barroso πραγματικά στοχεύει τους Καταλανούς. Αναμφίβολα, ο επίτροπος Joaquin Almunia παρακολουθεί τις εξελίξεις αυτές με την ίδια προσοχή. Παραδέχεται ο κ. Cox ότι, η αποστασία των Καταλανών και των Σκωτσέζων θα περιπλέξει τα πράγματα εντός τής ΕΕ ακόμα περισσότερο.

Σε περίπτωση που το δημοψήφισμα για την Καταλονία πραγματοποιηθεί, διερωτάται τι μπορεί να πράξει η Μαδρίτη. Με δεδομένη την ιστορία τής Ισπανίας, καταλήγει, οποιαδήποτε κίνηση πιο δραστική από την ρητορική, π.χ. με στρατιωτικά μέτρα, θα είναι συνταγή για καταστροφή. Έτσι, συμπεραίνει ο αναλυτής, η Μαδρίτη και το Λονδίνο έμειναν με το μόνο δυνατό εργαλείο, αυτό της απειλής αφορισμού από την ΕΕ.

Ο κ. Cox, προβαίνει σε μια πολύ εύστοχη διαπίστωση: «Δυο δεκαετίες πριν ο κ. Barroso κουνήσει τον «μπαμπούλα» του μπροστά στα πρόσωπα των Σκωτσέζων, η ΕΕ (άδικα) κατηγορήθηκε ότι βοήθησε και υπέθαλψε την διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας, με όλη την συνακόλουθη φρίκη. Ο Jacques Delors, μεταξύ άλλων, διείδε ότι μια ΕΕ που τείνει προς την ενοποίηση δεν θα μπορούσε να προωθεί την διάλυση (διάσπαση). Στην Γιουγκοσλαβική περίπτωση οι φυγόκεντρες δυνάμεις υπήρξαν πολύ μεγάλες. Υπάρχουν σοβαροί λόγοι να μην είναι επιθυμητός περαιτέρω κατακερματισμός τής ΕΕ. Τακτικές φόβου από μεγαλύτερα «τάγματα» επικαλούμενα αστήριχτους νόμους, είτε στις Βρυξέλλες, είτε στην Μαδρίτη, είτε στο Λονδίνο ή αλλού, μόνο θα χειροτερέψουν τα πράγματα».

Στις 23 Απριλίου 2014, ημέρα τού πολιούχου Αγίου τής Καταλονίας St. Jordi (Αγίου Γεωργίου), ο πρωθυπουργός της περιοχής, Artur Mas, δήλωνε την αποφασιστικότητά του να προχωρήσει με το δημοψήφισμα του Νοεμβρίου, παρά τα πιο πάνω περιγραφόμενα μπαράζ σε βάρος των ανεξαρτητοποιήσεων, κυρίως από πλευράς Βρυξελλών και Μαδρίτης. Όπως ανέφερε σε δημοσιογράφους στην Βαρκελώνη: «Η Καταλονία έχει κατακτήσει το δικαίωμα να αποφασίσει για το μέλλον της, διότι έπρεπε σχεδόν πάντοτε να προοδεύουμε και να ευημερούμε εντός ενός κράτους το οποίο είναι εχθρικό στην Καταλανική ταυτότητα και εάν έχουμε καταφέρει να διατηρήσουμε εκείνη την ταυτότητα και να ευημερήσουμε, αυτό συνέβη χάρις στην θέλησή μας να επιβιώσουμε διαμέσω της Ιστορίας, παρά τις πάρα πολύ δύσκολες περιστάσεις».

Στις αρχές του ίδιου μήνα, το Ισπανικό Κογκρέσο με συντριπτική πλειοψηφία (299 από τους 347) απέρριπτε το δημοψήφισμα, με το αιτιολογικό ότι παραβιάζει το Σύνταγμα. Η απόφαση αυτή ακολουθήθηκε από Απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου ότι, μια ψηφοφορία για ανεξαρτησία θα μπορούσε να καταστεί δυνατή μόνο εάν τροποποιείτο το Σύνταγμα.

Όμως, ο ηγέτης των Καταλανών παρέμεινε απτόητος. Όπως δήλωσε μετά τις πιο πάνω εξελίξεις: «Οι πιθανότητες ότι, εγώ, ως ο Πρόεδρος της Κυβέρνησης της Καταλονίας, θα πραγματοποιήσω ένα δημοψήφισμα (για την ανεξαρτησία) στις 9 Νοεμβρίου είναι 100%». Πρόσθεσε δε ότι: «Το δημοψήφισμα θα πραγματοποιηθεί και αυτό θα γίνει εντός κάποιου είδους νομικού πλαισίου». (προφανώς υπονοώντας την «νομιμότητα» ενός συμβουλευτικού δημοψηφίσματος/διαβούλευσης).

Παρ’ όλα αυτά, παραδέχθηκε ότι το δημοψήφισμα δεν θα είναι δεσμευτικό, όπως αρχικά σχεδιαζόταν. Τα αποσχιστικά κόμματα ελέγχουν σήμερα περί τα 2/3 της Βουλής της Καταλονίας. Τον Απρίλιο του 2014, σφυγμομετρήσεις έδειχναν υποστήριξη προς την ανεξαρτησία λίγο πάνω από το μισό των Καταλανών.

Κατά την ετήσια ομιλία του προς το έθνος, ο πρωθυπουργός Rajoy ανέφερε στις 25 Φεβρουαρίου 2014: «Το δημοψήφισμα δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, δεν είναι νόμιμο». Πρόσθεσε δε ότι: «Είναι ολόκληρος ο ισπανικός λαός, ο οποίος έχει την ικανότητα να αποφασίσει τι θα είναι η Ισπανία».

Τον Φεβρουάριο του 2014 σφυγμομετρήσεις έδειχναν ότι 55% των Καταλανών θέλουν να αποσχιστούν από την Ισπανία.

Συμπερασματικά, τόσο από νομικής πλευράς (συνταγματικής και διεθνούς δικαίου), όσο και από πλευράς ιστορικής καταγραφής των συναφών δικαιωμάτων, το Δικαίωμα για Δημοψήφισμα στην Ισπανία ανήκει σε ολόκληρο τον ισπανικό λαό και όχι σε οποιοδήποτε τμήμα αυτού του λαού. Μόνο με απόφαση της Κεντρικής Κυβέρνησης και κατόπιν τροποποίησης του Συντάγματος, θα μπορούσαν οι Καταλανοί να αποφασίσουν για το μέλλον τής επαρχίας τους.

ΒΑΣΚΟΙ

Το Βασκικό αποσχιστικό κίνημα υπήρξε πιο μακροχρόνιο και αιματηρό απ’ ότι το Καταλανικό. Ακολουθώντας μια εκστρατεία τρόμου για πάνω από τέσσερις δεκαετίες, η Οργάνωση των Βάσκων ΕΤΑ επέφερε τον θάνατο περισσότερων από 800 ατόμων. Η τρομοκρατική εκστρατεία τερματίστηκε τον Οκτώβριο του 2011.

Ο κ. Inigo Urkullu τού Βασκικού Εθνικιστικού Κόμματος (PNV) υποστηρίζει αυξημένη αυτονομία για την περιοχή, όχι όμως τον ριζοσπαστισμό τής ΕΤΑ. Η ΕΤΑ και οι πολιτικοί της υποστηρικτές ζητούν συχνά διεθνή διαμεσολάβηση, ώστε να μην τύχουν της ίδιας μεταχείρισης, όπως αυτή τής Ιρλανδικής ειρηνευτικής διαδικασίας.

Συμπερασματικά, όσα αναφέρονται για την Καταλονία ισχύουν για την ταυτότητα των λόγων και των νομικών επιχειρημάτων, κατά αντιστοιχία, και στην περίπτωση του Βασκικού.

Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ QUEBEC

Η περίπτωση των δημοψηφισμάτων τού Quebec για ανεξαρτησία διαφέρει από τις άλλες περιπτώσεις, διότι έχει επιτραπεί η διεξαγωγή τους από την Κεντρική Κυβέρνηση και συνήδε με τις Συνταγματικές πρόνοιες.

Το Πρώτο Δημοψήφισμα πραγματοποιήθηκε το 1980. Το αίτημα για περιορισμένη κυριαρχία (νομοθεσία, φόροι και εξωτερικές σχέσεις) απορρίφθηκε με 59.56% έναντι 40.44%.

Το Δεύτερο Δημοψήφισμα έγινε το 1995. Αυτό το δημοψήφισμα έθετε ένα πλέον ριζοσπαστικό ερώτημα στους ψηφοφόρους: Ζητούσε κυριαρχία, μαζί με προαιρετική εταιρική σχέση έναντι του Καναδά. Και αυτό το δημοψήφισμα απορρίφθηκε, αν και με οριακή διαφορά: 50.58% έναντι 49.42%.

ΑΠΟΣΧΙΣΤΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ

Στην Ιταλία υπάρχει η Lega Nord, η οποία υποστηρίζει περισσότερο την ομοσπονδοποίηση της Ιταλίας, παρά την απόσχιση.

Επίσης, υπάρχει το Κίνημα για την Ανεξαρτησία τής Βενετίας. Τον Μάρτιο του 2014 πραγματοποιήθηκε ένα ανεπίσημο «δημοψήφισμα», όπου από τα 3,8 εκατομμύρια δικαιουμένων ψηφοφόρων, έλαβαν μέρος 2,3 εκατομμύρια. Το 89% τάχθηκε υπέρ τής απόσχισης και το 11% υπέρ της ένωσης.

Υπήρξαν βάσιμες επικρίσεις για την σοβαρότητα και το φερέγγυο της ψηφοφορίας.
Η ιταλική κυβέρνηση δεν αντέδρασε επίσημα, αφήνοντας σοφά το θέμα να «ξεφουσκώσει» από μόνο του.

Ο Luca Zaia, κυβερνήτης του Veneto της Lega Nord, δήλωσε ότι, θα πίεζε την περιφερειακή συνέλευση να εγκρίνει σχέδια για οργάνωση ενός επίσημου δημοψηφίσματος ανεξαρτησίας. Ο ίδιος παραδέχθηκε ότι υπάρχουν «αντικειμενικά προβλήματα συμβατότητας» με το Σύνταγμα της Ιταλίας. Το οποίο διακηρύττει ότι «Η Δημοκρατία είναι μία και αδιαίρετη».

Συμπερασματικά, οι ίδιοι οι ηγέτες των κινημάτων αυτών αναγνωρίζουν το ασύμβατο των αποσχιστικών κινήσεων με βάση το Σύνταγμα της χώρας. Το ίδιο ισχύει, για την ταυτότητα των λόγων, και από πλευράς Διεθνούς Δικαίου.

Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΚΡΙΜΑΙΑΣ

Εκτός από την χρήση βίας – έστω και εσωτερικής -, η οποία καθιστά το αίτημα για ανεξαρτησία άκυρο, τα ίδια τα Ηνωμένα Έθνη, με Ψήφισμα στις 27 Μαρτίου 2014 κήρυσσαν το δημοψήφισμα που οδήγησε στην προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία ως «χωρίς κύρος/άκυρο». 100 κράτη ψήφισαν υπέρ και 11 κράτη εναντίον.

ΤΑ ΝΗΣΙΑ FALKLAND

Σύμφωνα με τον Νόμο για Βρετανική Υπηκοότητα [British Nationality (Falkland Islands Act 1983)], οι νησιώτες των Falkland είναι νομικά Βρετανοί πολίτες.

Ένα δημοψήφισμα για το πολιτικό καθεστώς των νησιών πραγματοποιήθηκε στις 10-11 Μαρτίου 2013. Στο δημοψήφισμα ζητήθηκε από τους κατοίκους να απαντήσουν κατά πόσον υποστηρίζουν ή όχι την συνέχιση του καθεστώτος τους, ως Υπερπόντιου Εδάφους τού Ηνωμένου Βασιλείου. Ψήφισε το 92% των κατοίκων. 99.8% ψήφισαν υπέρ της διατήρησης του καθεστώτος ως βρετανικού εδάφους, και μόνο 3 ψήφοι τάχθηκαν εναντίον.

Παρά τις όποιες ενδεχόμενες θεμιτές αμφισβητήσεις του θέματος από πλευράς Διεθνούς Δικαίου, από πλευράς Δικαίου τού Ηνωμένου Βασιλείου έγιναν όλα νομότυπα και το δημοψήφισμα κρίθηκε από Διεθνή Επιτροπή Παρατηρητών, «ως σύμφωνο με τα διεθνή επίπεδα και τους τοπικούς νόμους».

ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΤΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ

Σε μια εποχή, όπου συνεχή, ανεξέλεγκτα και αιματηρά, διασπαστικά κινήματα, βασανίζουν τον πλανήτη και θέτουν υπό αμφισβήτηση την υπάρχουσα διακρατική τάξη πραγμάτων, η Διεθνής Κοινότητα δεν διαθέτει την πολυτέλεια να ερμηνεύει το υφιστάμενο διεθνές νομικό καθεστώς επί των Δημοψηφισμάτων κατά το δοκούν. Μόνο η πιστή και απαρέγκλιτη προσήλωση στους Κανόνες και τις Αρχές τού Διεθνούς Δικαίου θα προστατέψουν τις υφιστάμενες ειρηνικές διευθετήσεις.

Το παράδειγμα του σπαρασσόμενου στις ημέρες μας Ιράκ, και το αναβιούμενο «Θρησκευτικο – Πολιτισμικό Δίπολο», στις εξτρεμιστικές του διαστάσεις, όπως καταδεικνύει και η απεχθής τρομοκρατική δράση του ISIS, υπενθυμίζει με τραγικό τρόπο στους ηγέτες τής υφηλίου, ότι η Ιστορία εκδικείται. Τα «δύο μέτρα και δύο σταθμά» κάποια στιγμή χτυπούν την πόρτα ακόμα και των μεγαλύτερων πλανητικών δυνάμεων.

Είτε σεβόμαστε απόλυτα το Διεθνές Δίκαιο και τις μέχρι σήμερα διεθνείς συνοριακές διευθετήσεις, είτε κλείνουμε το μάτι στον «Διάβολο» της αναρχίας, του εξτρεμισμού, του αίματος και της ανεξέλεγκτης καταστροφής. Οι επιλογές είναι μπροστά μας, και ως Διεθνής Κοινότητα οφείλουμε να ενεργήσουμε ενιαία, άμεσα και από κοινού, προτού να είναι αργά. Η ασύλληπτη ταχύτητα των δραματικών αλλαγών στις ημέρες μας, δείχνουν ότι τα περιθώρια στενεύουν τραγικά.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:

[1] Σύμφωνα με το ΔΔΔ το Κόσοβο δεν δικαιούτο ρητά να προβεί σε Μονομερή Ανακήρυξη Ανεξαρτησίας, αν και δεν υφίστατο ούτε σαφής συναφής απαγόρευση.
[2] Wintour, Patrick (4 May 2007). «SNP wins historic victory», The Guardian (London).
[3] «Scotland’s Future: A National Conversation», The Scottish Government, 26 February 2010.
[4] «CHAPTER 5: The referendum campaign: practical issues», House of Lords, 192.
[5] «Scotland and parliamentary sovereignty», ‘Legal Studies’, Volume 24, Issue 4, pages 540-567, December 2004.
[6] Qvotrup, Matt (11 January 2012), «Dr. Matt Qvotrup: Scotland does not need permission to go it alone.», news.scotsman.com, (Johnston Press).
[7] «Polls on support for independence and for a referendum on independence», (http://www.independence1st.com/content/polls.shtml), ‘Independence First’.
[8] «UK Polling Report», (http://www.ukpollingreport.co.uk/scottish-independence-referendum), «UK Polling Report», 9 May 2013.
[9] «Prof. John Curitce explains Scottish independence poll figures», (http://blog.whatscotlandthinks.org/2013/06/this-is-another-blog-post/), Blog.whatscotlandthinks.org.2013-06-19).
[10] EUobserver, 13 June 2014.
[11] Aughey, A., «The British Question», Manchester, 2013, Manchester University Press
[12] -U.N. Security Council Resolution 541 (1983), «Resolutions and Decisions of the Security Council», 1983, Official Records, Thirty-eight Year, New York, 1984, pp.15-16.
-U.N. Security Council Resolution 550 (1984), «Resolutions and Decisions of the Security Council», 1984, Official Records, Thirty-ninth Year, New York, 1985, pp.12-13.
[13] Το άρθρο 8 της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης της Κ.Δ. του 1960, ορίζει την Κ.Δ. ρητά ως το διάδοχο κράτος της πρώην Βρετανικής αποικίας. CYPRUS Presented to Parliament by the Secretary of State for the Colonies, the Secretary of State for Foreign Affairs and the Minister of Defence by Command of her Majesty, July 1960 (henceforth «CYPRUS».), σελ. 14.
-1. Το άρθρο 185 του Συντάγματος της ΚΔ ρητά προνοεί: «1. Η επικράτεια της Δημοκρατίας είναι μια και αδιαίρετη.
-2. Η ολική ή μερική ένωση της Κύπρου με οποιοδήποτε άλλο Κράτος ή η αυτονομιστική ανεξαρτησία αποκλείεται. «CYPRUS», σελ. 163.
[14] I.C.J. Advisory Opinion regarding the legality of Kosovo’s Unilateral Declaration of Independence, p.50, par. 114, 22 July, 2010.
[15] Σύνταγμα της ΚΔ, άρθρο 2 (2), «CYPRUS», σελ. 91.
[16] «Madrid vows to block Catalonia referendum», EUobserver.com, 13 December 2013.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στη διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στη διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr