Ο οικονομικός λαϊκισμός του Ντούντα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο οικονομικός λαϊκισμός του Ντούντα

Ο νέος πρόεδρος της Πολωνίας και το μέλλον του νεοφιλελευθερισμού

Στην συνέχεια, όμως, το πάρτι τελείωσε. Το 2009, η Ανατολική Ευρώπη υπέστη αυτό που οι οικονομολόγοι αποκαλούν «σκληρό σταμάτημα» [hard stop]. Οι επενδυτές δεν τράβηξαν έξω τα χρήματα, αλλά για να καλύψουν τις ζημίες στις χώρες τους, ξαφνικά σταμάτησαν να βάζουν χρήματα στην Ανατολική Ευρώπη, προκαλώντας μια μαζική πτώση των ρυθμών ανάπτυξης πολύ πιο έντονη από ό, τι παρατηρήθηκε σε άλλες αναπτυσσόμενες χώρες. Η εξάρτηση από το εμπόριο και τις επενδύσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκανε τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης εξαιρετικά ευάλωτες στην κρίση της παραδέρνουσας Ευρωζώνης. Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές λιτότητας που υιοθετήθηκαν τόσο από την Δυτική όσο και την Ανατολική Ευρώπη, παρέτειναν την κρίση.

Ήταν σε αυτό το σημείο που οι Ανατολικο-ευρωπαίοι ψηφοφόροι άρχισαν να γίνονται όλο και πιο απογοητευμένοι από τις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις. Για αυτούς, οι πολιτικές εκείνες σταμάτησαν να παράγουν τα οφέλη που υπόσχονταν: Εισερχόμενες επενδύσεις και ταχεία ανάπτυξη. Οι αρνητικές συνέπειες που αποδίδονται στον νεοφιλελευθερισμό ξαφνικά φάνηκαν πιο σημαντικές. Η ανισότητα εισοδήματος και πλούτου είχε εκτιναχθεί στα ύψη σε όλη την περιοχή. Ο πολωνικός δείκτης Gini, ο οποίος αντιπροσωπεύει το ποσό του εθνικού εισοδήματος που θα πρέπει να ανακατανεμηθεί για την επίτευξη της ισότητας, αυξήθηκε από το 26,9% το 1989 στο 33,7% το 2008, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Πολλές λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές της υπαίθρου σε όλες τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης δεν κατάφεραν να επιτύχουν την ευημερία που απαντάτο σε βασικές πόλεις όπως η Πράγα, η Βαρσοβία ή η Μόσχα. Ορισμένα τμήματα του πληθυσμού επλήγησαν σκληρά, συμπεριλαμβανομένων των νεαρών οικογενειών, των ηλικιωμένων και των μειονεκτούντων μειονοτικών ομάδων όπως οι Ρομά. Πολλές χώρες πλήρωσαν βαρύ τίμημα σε όρους χαμένων θέσεων εργασίας, ανεργίας και εξερχόμενης μετανάστευσης, με χώρες όπως η Ρουμανία και η Ουκρανία να έχουν χάσει περισσότερο από το 10% του πληθυσμού τους μεταξύ 1989 και 2008. Το μέγεθος του πληθυσμού της Βουλγαρίας μειώθηκε κατά περισσότερο από 20% από το 1988 έως το 2013. Οι πολυδιαφημισμένες ιστορίες επιτυχίας του νεοφιλελευθερισμού, η Λετονία και η Λιθουανία, έχασαν περισσότερο από το 20% του πληθυσμού τους καθώς η βιομηχανία κατέρρευσε και οι εργαζόμενοι αναζητούσαν εργασία στο εξωτερικό.

Μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση, αυτό το κύμα της δυσαρέσκειας οδήγησε μερικές ανατολικοευρωπαϊκές κυβερνήσεις να αντιστρέψουν τις συμβουλές των διεθνών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και αντί για αυτές να υποστηρίξου εθνικιστικές, κρατικιστικές οικονομικές πολιτικές. Η Ρωσία πήρε νωρίς το προβάδισμα στα μέσα της δεκαετίας του 2000 όταν ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν άρχισε να αναβιώνει την δύναμη του ρωσικού κράτους και έβαλε πάλι στα χέρια του κράτους στρατηγικές επιχειρήσεις όπως η Gazprom (φυσικό αέριο) ή η Yukos (πετρέλαιο και φυσικό αέριο). Η Ρωσία έχτισε μια σειρά βιομηχανικούς ομίλους υπό κρατική ηγεσία, που κυριαρχούν σήμερα στην οικονομία της. Ωστόσο, λίγες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης έβλεπαν την Ρωσία ως μοντέλο μέχρι το 2008 και μετά.

Στην συνέχεια, στην Ουγγαρία, μια άλλοτε ηγέτιδα χώρα στην νεοφιλελεύθερη μεταρρύθμιση, ο πρωθυπουργός Viktor Orban, ο οποίος επέστρεψε στην εξουσία το 2010, «τράβηξε την πρίζα» [1] στην ιδιωτικοποίηση του συνταξιοδοτικού συστήματος, δημιούργησε νέους φόρους για τις ξένες τράπεζες και τις αλυσίδες λιανικού εμπορίου, και παρενέβη για να μετατρέψει τα στεγαστικά δάνεια σε ξένο νόμισμα πάλι στο εθνικό νόμισμα δημιουργώντας μεγάλο κόστος στις ξένες τράπεζες. Η κυβέρνησή του άρχισε να καθιερώνει εθνικούς ομίλους και να προωθεί μια εθνική τάξη καπιταλιστών με στενούς δεσμούς με το κόμμα του. Άρχισε, επίσης, να φέρνει τα μέσα ενημέρωσης υπό κρατικό έλεγχο. Πολλοί στην Ανατολική Ευρώπη αποδίδουν την ταχεία οικονομική ανάκαμψη της Ουγγαρίας σε αυτές τις κρατικιστικές οικονομικές πολιτικές, υπονομεύοντας ένα βασικό επιχείρημα υπέρ των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων.

Και τώρα η Πολωνία έχει εκλέξει έναν πρόεδρο που θέλει να ακολουθήσει το ουγγρικό μοντέλο. Πολλές από τις βασικές μεταρρυθμίσεις που υποσχόταν προεκλογικά ο Duda -όπως ένας φόρος για τις ξένες τράπεζες και τις ξένες αλυσίδες λιανικής πώλησης ή η καθυστέρηση της εισόδου της Πολωνίας στην Ευρωζώνη- ήρθαν κατευθείαν από το σενάριο του Όρμπαν ή ήταν ομοειδείς προτάσεις πολιτικής. Ο Duda δήλωσε ξεκάθαρα στην κρατική τηλεόραση ότι θέλει να ακολουθήσει την πορεία του Orban στην οικονομική πολιτική.

03062015-2.jpg

Ο Duda προσφέρει ένα φλιτζάνι καφέ σε περαστικούς μια ημέρα μετά τον πρώτο γύρο των πολωνικών προεδρικών εκλογών, στις 11 Μαΐου 2015. KACPER PEMPEL / REUTERS
-----------------------

Για 20 χρόνια, οι κυβερνήσεις της Ανατολικής Ευρώπης πίστευαν ότι νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις ήταν αναγκαίες για να προσελκύουν το τραίνο του εύκολου κέρδους των ξένων επενδύσεων. Αυτό ήταν ένα ισχυρό κίνητρο για να συνεχίζουν την απελευθέρωση της οικονομίας. Όμως, η πρόσφατη παγκόσμια οικονομική κρίση τα άλλαξε όλα αυτά. Σε αρκετές χώρες, οι νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις είναι τώρα αρκετά δικαιολογημένα συνδεδεμένες με μια τεράστια φούσκα στις τιμές των ακινήτων, με την αργή ανάπτυξη, την ανισότητα και την έλλειψη ευκαιριών για πολλούς. Πολλές κυβερνήσεις πειραματίζονται με μια νέα δέσμη οικονομικών πολιτικών που τονίζουν την εθνική κυριαρχία αντί της διεθνούς ενσωμάτωσης και δίνουν έμφαση στο βαρύ χέρι του κράτους αντί για μια παράδοση στις δυνάμεις της αγοράς. Αλλά δεν είναι σαφές εάν οι οικονομίες αυτές θα αποδίδουν καλύτερα στο πλαίσιο μιας πιο κρατικιστικής προσέγγισης.