Η εμβαλωματική εξωτερική πολιτική της Τουρκίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η εμβαλωματική εξωτερική πολιτική της Τουρκίας

Μεταξύ ισλαμισμού και πραγματισμού

06072017-2.jpg

Το κέντρο της Κωνσταντινούπολης, τον Ιούλιο του 2017. Umit Bektas / Reuters
----------------------------------------------------------------

Το πρακτικό νόημα όλων αυτών είναι ότι η πολιτική της Τουρκίας στην Συρία έχει πλέον εμμονή με την ανάσχεση της πολιτικής προόδου των Κούρδων εκεί -μια σημαντική ανατροπή των προηγούμενων φιλοδοξιών του Ερντογάν. Στην αρχή της αναταραχής στην Συρία, ο Ερντογάν ακολούθησε μια προληπτική ισλαμική πολιτική [21] που στόχευε σε μια γρήγορη αλλαγή καθεστώτος, πηγαίνοντας μέχρι του σημείου να χρηματοδοτήσει και να εξοπλίσει τους τζιχαντιστές για να ανατρέψουν τον πρόεδρο της Συρίας, Μπασάρ αλ-Ασαντ. Σήμερα, ο Ερντογάν είναι διατεθειμένος να διατηρήσει τον Σύρο ισχυρό άνδρα στην θέση του [22] και να ανακατευθύνει τις απειλές του προς την Ροζάβα, προς μεγάλη χαρά των σκληροπυρηνικών τουρκικών εθνικιστών.

Αλλά η εθνικιστική στροφή του Ερντογάν [23], που γεννήθηκε από αναγκαιότητα, δεν απέκλεισε τους διαρκείς ισλαμιστικούς τόνους της εξωτερικής πολιτικής του. Βεβαίως, αυτό που φάνηκε το 2011 ως μια συνεκτική, προληπτική, πανισλαμιστική μεγάλη στρατηγική έχει δώσει την θέση του σε μια αντιδραστική και εμβαλωματική προσέγγιση. Ωστόσο, η ιδεολογία που υποστηρίζει την αρχική μεγάλη στρατηγική επιμένει [24], περιοριζόμενη μόνο από τις τακτικές ανάγκες και τις απειλές κατά της κυριαρχίας του Ερντογάν. Βραχυπρόθεσμα, μέχρις ότου μπορέσει να εδραιώσει πλήρως την θέση του, ο Ερντογάν θα εξαρτάται από τις εθνικιστικές θέσεις των καινούργιων συμμάχων του. Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, αυτοί οι σύμμαχοι θα περιορίσουν, αλλά δεν θα τερματίσουν τα πανισλαμιστικά σχέδια του Ερντογάν.

ΜΕ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΜΑΚΡΑΣ ΠΝΟΗΣ

Η επιμονή αυτού του παν-ισλαμικού οράματος είναι πιο εμφανής στην προσέγγιση της Τουρκίας στην ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση. Πριν από την άνοδο των ισλαμιστών στην εξουσία στην Τουρκία, η Άγκυρα και η Ιερουσαλήμ συνεργάζονταν στενά σε θέματα πληροφοριών, άμυνας και ασφάλειας. Παρά τις καλύτερες προσπάθειες του Ερντογάν να υπονομεύσει αυτήν την κατάσταση, η οποία κατέληξε στην υποβάθμιση των διπλωματικών σχέσεων το 2011 [25], η γραφειοκρατία της ασφάλειας της Τουρκίας εξακολουθεί να θεωρεί την Ιερουσαλήμ ως βασικό πόρο, ιδίως ενόψει του αναζωπυρωμένου κουρδικού εθνικισμού και της αυξανόμενης ιρανικής επιρροής στην περιοχή. Ως εκ τούτου, η σημερινή Τουρκία, η οποία ανησυχεί και πάλι για την ασφάλεια, προσπάθησε να βελτιώσει τις σχέσεις της με το Ισραήλ, ωθώντας τον Ερντογάν στην περσινή προσέγγιση [26], με την οποία η Άγκυρα συμφώνησε να αποκαταστήσει τους πρεσβευτές και να συναινέσει στο να εγκαταστήσει το Ισραήλ μια μόνιμη αποστολή στην έδρα του ΝΑΤΟ [27]. Ωστόσο, παρ’ όλο που ο Ερντογάν θα συνεχίσει να διευκολύνει τους Ισραηλινούς, δεν θα αποκηρύξει ποτέ τους συντρόφους του στην Χαμάς, τους οποίους συνέχισε να υποστηρίζει και των οποίων τα μέλη βρήκαν καταφύγιο στην Τουρκία. Πέρα από το ιδεολογικό του κοινό έδαφος με την Χαμάς, η υποστήριξη του παλαιστινιακού κινήματος είναι απαραίτητη για τις διαφημιστικές εκστρατείες του Ερντογάν στην Τουρκία και τον μουσουλμανικό κόσμο.

Ένα άλλο παράδειγμα της αδέξιας προσέγγισης του Ερντογάν είναι η τουρκική πολιτική έναντι του Ιράν. Ιστορικά, η Άγκυρα έχει επιφυλάξεις για τις ηγεμονικές φιλοδοξίες της Τεχεράνης στην περιοχή. Ωστόσο, ο Ερντογάν και οι συμπατριώτες του ισλαμιστές ήταν παραδοσιακά φιλικοί προς την Τεχεράνη [28] και υπό τις κατάλληλες συνθήκες θα ήταν πιθανώς πρόθυμοι να συνεργαστούν με το Ιράν για να αμφισβητήσουν την φιλελεύθερη παγκόσμια τάξη που κατευθύνεται από την Δύση. Αυτή η συμπάθεια οδήγησε την Άγκυρα να αντιταχθεί στις κυρώσεις του ΟΗΕ το 2010 κατά του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν [29], παρά την σημαντική απειλή που θα μπορούσε να προκαλέσει στην Τουρκία ένα πυρηνικό Ιράν. Ωστόσο, το σκεπτικιστικό έναντι του Ιράν κατεστημένο ασφαλείας της Άγκυρας έχει από καιρό θεωρήσει την Τεχεράνη ως έναν από τους βασικούς υποστηρικτές του PKK [30]. Σε συνδυασμό με την εμβάθυνση των σεχταριστικών αντιπαλοτήτων στο Ιράκ και την Συρία, ο σκεπτικισμός αυτός θα συνεχίσει να υπονομεύει τις ελπίδες του Ερντογάν για οικοδόμηση μιας στρατηγικής εταιρικής σχέσης μεταξύ των δύο χωρών. Ωστόσο, η ιρανο-τουρκική συνεργασία είναι έτοιμη να αντέξει στους τομείς της ενέργειας [31], του εμπορίου [32] και της αθέμιτης χρηματοδότησης [33].

Η εμβαλωματική εξωτερική πολιτική της Άγκυρας φαίνεται αντιφατική τώρα -υπερασπίζεται τους πανισλαμιστές εταίρους του Ερντογάν ενώ παράλληλα συνεργάζεται και με τους αντιπάλους τους. Αυτή η σύγχυση απορρέει από έναν αναγκαστικό ρεαλισμό που προήλθε από μια σειρά προκλήσεων για τον Ερντογάν: Πισώπλατα μαχαιρώματα από συμμάχους εγχωρίως, αναζωπυρωμένος κουρδικός εθνικισμός και παγκόσμια ανατροπή της μοίρας της Μουσουλμανικής Αδελφότητας από την Αραβική Άνοιξη. Ο Ερντογάν όμως είναι γνωστικός πολιτικός και αποφασισμένος να επιβιώνει. Θα κάνει ό, τι χρειάζεται για να παραμείνει στην εξουσία, αλλά δεν έχει χάσει τον ισλαμιστικό του ζήλο. Προς το παρόν, ο Ερντογάν θα συνεχίσει να κάνει συμβιβασμούς για να προστατεύσει την εξουσία του, ελπίζοντας στους ευνοϊκούς ανέμους μιας άλλης άνοιξης.

Copyright © 2017 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/turkey/2017-07-05/turkeys-patchw...