Ελλάδα και Αλβανία
Ενώ τόσα έχουν αλλάξει στην Αλβανία και στην Ελλάδα, ο σκληρός πυρήνας των προβλημάτων των σχέσεών μας είναι κάπου σταματημένος και αγκυλωμένος στον χρόνο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι η πολιτική των Τιράνων απέναντι στη ελληνική εθνική μειονότητα έχει μένει στο νομικό πλαίσιο της εποχής του Ενβέρ Χότζα.
- previous-disabled
- Page 1of 2
- next
Φεβρουάριος -Μάρτιος του 2017. Σόλωνος 116.Εκεί στον ημιυπόγειο χώρο. Συζητούσαμε με τον εκδότη Ανδρέα Σιδέρη τα γεγονότα στην Χειμάρρα . Την επιλεκτική δηλαδή καταστροφή και αρπαγή των περιουσιών Ελλήνων, μελών της ελληνικής εθνικής μειονότητας. «Έχουμε εκδώσει πριν εικοσιπέντε χρόνια ένα τόμο για τις ελληνοαλβανικές σχέσεις», μου λέγει. Καιρός να κάνουμε κάτι για το τώρα, απάντησα.
Κάπως έτσι γεννήθηκε η ιδέα για την ανάγκη συγγραφής και έκδοσης ενός επίκαιρου βιβλίου. Συζητώντας, μου πρότεινε να αναλάβω την επιμέλεια του τόμου. Με χαρά δέχθηκα. Την ίδια στιγμή έγραψα μερικά ονόματα σε ένα χαρτί. Τα είδαμε μαζί. Είναι οι οκτώ συγγραφείς. Ποιό είναι το κοινό τους στοιχείο; Εξήγησα ότι, παρά κάποιες επιμέρους διαφορές, τα βασικά χαρακτηριστικά τους είναι ότι:
Πρώτον, όλοι πιστεύουν στον θεμελιώδη χαρακτήρα των σχέσεών μας με την Αλβανία και έχουν δουλέψει με αίσθημα ευθύνης επί δεκαετίες προς την κατεύθυνση αυτή συναντώντας, όχι σπάνια, αντιδράσεις εδώ στην Ελλάδα, με την ιδιότητα του πολιτικού, του υπουργού, του ακαδημαϊκού δασκάλου, του δημοσιογράφου, του στρατιωτικού και του διπλωμάτη.
Δεύτερον, ότι έχουν διακριθεί για την βαθιά γνώση των κληρονομικών, ιστορικών και νεοφυών θεμάτων που επιβαρύνουν τις διμερείς μας σχέσεις με την Αλβανία και έχουν εργασθεί , ο καθένας από την δική του θέση και με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο, για να βρεθεί λύση ή τουλάχιστον να τεθεί ένα πλαίσιο λύσης.
Άρα, γνωρίζουν το πρόβλημα-πράγμα όχι αυτονόητο στην ελληνική πραγματικότητα- καθώς και τα πρόσωπα ,την ιδεολογία ,τις ταυτότητες και τις ψευδαισθήσεις. Εκειθεν της Ελληνο-Αλβανικής μεθορίου.
Τρίτον, το σπανιότερο στην Ελλάδα, γνωρίζουν από πρώτο χέρι γιατί πράγμα μιλούν, έχοντας εμπειρία κοντά τριών δεκαετιών στις ελληνο-αλβανικές σχέσεις. Σχεδόν όλοι τους πέρασαν στα τέλη της δεκαετίας του ’80 ή στις αρχές του ’90 την περίφημη μπάρα, διαρκές «σύμβολο» βαλκανικής πραγματικότητας του μεθοριακού σταθμού της Κακαβιάς. Γνώρισαν και γνωρίζουν άριστα την Αλβανία και την αλβανική πραγματικότητα.
Τέταρτον, διατηρούν ανοικτούς και λειτουργικούς διαύλους επικοινωνίας με την Αλβανία και με τους Αλβανούς, έχοντας ξεχωρίσει στην Ελλάδα –στο σύνολό τους- για την σταθερή τους θέση υπέρ της ενίσχυσης και ανάπτυξης τόσο των διμερών με την Αλβανία σχέσεων όσο και με τον αλβανικό παράγοντα στο σύνολό του, του Κοσσόβου και των Αλβανών της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας συμπεριλαμβανομένων.
Πέμπτον, δεν κρύβουν εν τούτοις τον προβληματισμό, την περίσκεψη και τον θυμό τους για την τυχοδιωκτική πολιτική που ακολουθεί το πολιτικό κατεστημένο των Τιράνων και δη η σημερινή κυβέρνηση του πρωθυπουργού Έντι Ράμα απέναντι στην Ελλάδα και στην ελληνική εθνική μειονότητα. Η πολιτική αυτή απομακρύνει την Αλβανία και τον λαό της από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις αξίες και τον κώδικα συμπεριφοράς που υποτίθεται ότι θα έπρεπε να διέπουν τις διακρατικές σχέσεις.
Ο Θεόδωρος Πάγκαλος, ο Αλέκος Παπαδόπουλος, η Μαριέττα Γιαννάκου και ο Ελευθέριος Οικονόμου δεν χρειάζονται συστάσεις. Ως πολιτικοί, βουλευτές και υπουργοί έχουν από καίριες θέσεις ευθύνης χαράξει σταθερή πολιτική συνεννόησης και συνεργασίας, και έχουν χειρισθεί τις σχέσεις μας με την Αλβανία.
Ο καθηγητής Άγγελος Συρίγος, βαθύς γνώστης των βαλκανικών ζητημάτων, έχει συστηματικά και εργασθεί για την αντιμετώπιση των επί δεκαετίες προβλημάτων που αφορούν στην ελληνική εθνική μειονότητα.
Ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Σταύρος Λυγερός, έχει εδώ και χρόνια διακριθεί για την έγκαιρη διάγνωση, την επισήμανση και την σταθερότητα της ανάλυσης των προβλημάτων στην Βαλκανική, αλλά και στις σχέσεις μας με την Αλβανία ειδικότερα.
Τον στρατηγό Γεώργιο Χατζηθεοφάνους, τον γνώρισα προ δεκαετίας περίπου όταν υπηρετούσε ως Διοικητής της Ελληνικής Δύναμης στην ΚFOR στο Κόσσοβο. Με συστηματική προσπάθεια, δημιουργικότητα και διορατικότητα, δημιούργησε μια προστιθέμενη αξία για την Ελλάδα και την χαρακτηριστική δυστυχώς απουσία μας από το Κόσσοβο.
Αρχικός μας στόχος στις συζητήσεις με τον φίλο Ανδρέα Σιδέρη ήταν το βιβλίο αυτό κυκλοφορήσει μετά τις εκλογές στην Αλβανία. Σαν συντονιστής της έκδοσης -προτιμώ τον όρο αυτό– είχα καθυστερήσει στην συλλογή των κειμένων. Προσπάθησα, όμως, να είμαι καθησυχαστικός. «Η Αλβανία πάντα θα μας εκπλήσσει και θα είναι στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας», ισχυριζόμουν. Έτσι έχουν σήμερα τα πράγματα.
Ο αναγνώστης του παρόντος τόμου είναι βέβαιο ότι δεν θα κουραστεί ούτε θα απογοητευθεί. Διαβάζοντας, θα διαπιστώσει ότι είναι δυνατόν αλλά καθόλου συμπτωματικό το γεγονός ότι οκτώ διαφορετικοί συγγραφείς να καταλήγουν σε ταυτόσημες ή ανάλογες κρίσεις.
Κυρίως, όμως, προτείνουν λύσεις, έχοντας σαν πυξίδα και σταθερό οδηγό το εθνικό συμφέρον, την λογική, την βαθιά γνώση των προβλημάτων και τις συνθήκες που δημιουργεί ή αλλοιώνει το μεταβαλλόμενο ευρωπαϊκό, περιφερειακό και διεθνές περιβάλλον.
Ο αναγνώστης θα παρασυρθεί και συνειδητά θα συνταξιδεύσει με τους συγγραφείς στην άγνωστη στους πολλούς εκείνη Αλβανία των αρχών του ΄90. Προχωρώντας ,όμως, στο σήμερα, θα καταλάβει ότι ενώ τόσα έχουν αλλάξει στην Αλβανία και στην Ελλάδα, ο σκληρός πυρήνας των προβλημάτων των σχέσεών μας είναι κάπου σταματημένος και αγκυλωμένος στον χρόνο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι η πολιτική των Τιράνων απέναντι στη ελληνική εθνική μειονότητα έχει μένει στο νομικό πλαίσιο της εποχής του Ενβέρ Χότζα.
Κλείνω αυτή την συνοπτική εισαγωγή με δύο τεχνικές διευκρινίσεις. Τα άρθρα ακολουθούν την αλφαβητική σειρά των ονομάτων των συγγραφέων. Στο τέλος του βιβλίου υπάρχουν τα βιογραφικά τους στοιχεία.
- previous-disabled
- Page 1of 2
- next