Ένα χάος στην Κνεσέτ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ένα χάος στην Κνεσέτ

Τα παιχνίδια εξουσίας και οι πολιτικές ακροβασίες θέτουν σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια του Ισραήλ

Η μόνη εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα είναι το αμυντικό οικοδόμημα του Ισραήλ. Ο αντίκτυπος των Αμυντικών Δυνάμεων του Ισραήλ (Israel Defense Forces, IDF) στην διαδικασία χάραξης πολιτικής στο Ισραήλ δεν έχει αντίστοιχο. Με έναν ασύγκριτο προϋπολογισμό και συσσωρευμένη εξειδίκευση, οι IDF είναι ο κύριος χώρος αποθεματοποίησης του μακροπρόθεσμου προγραμματισμού της χώρας. Παρόλο που οι πολιτικοί ομόλογοί τους ασχολούνται συνεχώς με την κατάσβεση των πυρκαγιών, τα ένστολα εν υπηρεσία μέλη απολαμβάνουν τους πόρους που χρειάζονται για να επενδύσουν στην εργασία του προσωπικού. Η ανάλυσή τους, και εκείνη των συναδέλφων τους μέσα από την κοινότητα των πληροφοριών, φέρνει πειστικό βάρος. Για παράδειγμα, το 2010, ο Netanyahu και ο υπουργός του επί της Άμυνας, Ehud Barak, αναφέρθηκε ότι σχεδίασαν [9] να χτυπήσουν την πυρηνική υποδομή του Ιράν, αλλά ένα ενωμένο μέτωπο διαδοχικών αρχηγών του IDF και διευθυντών της Mossad και της Shin Bet συνενώθηκαν για να αντιταχθούν. Η αεροπορία του Ισραήλ παρέμεινε προσγειωμένη.

Ωστόσο, το γενικό φαινόμενο του πολιτικού συστήματος του Ισραήλ είναι ότι οι πρωθυπουργοί αντιμετωπίζουν μικρή αντίσταση στην υλοποίηση των προσωπικών τους προτεραιοτήτων. Σήμερα, οι μόνοι πραγματικοί περιορισμοί σε αυτά που κρίνει ο Netanyahu -εναντίον εξαντλημένων θεσμικών φορέων και σε ένα, σε μεγάλο βαθμό, άπειρο, υποτακτικό υπουργικό συμβούλιο- είναι η συνείδησή του και οι συμβουλές των στρατηγών. Είναι σε μεγάλο βαθμό αυτοί οι δύο παράγοντες που αμβλύνουν την ικανότητά του να παίζει απερίσκεπτα με την εθνική ασφάλεια του Ισραήλ, αν αισθάνεται ότι θέλει να το κάνει. Είναι ένα επισφαλές σενάριο.

Η ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΕΝΑ ΣΤΑΘΕΡΟ ΧΕΡΙ

Προς το συμφέρον της εθνικής του ασφάλειας, το Ισραήλ πρέπει να προστατεύσει καλύτερα την πολιτική από την μικροπολιτική. Η δημοκρατία του δεν εξυπηρετείται καλά όταν η πολυποίκιλη κακοφωνία εμποδίζει τους εκλεγμένους ηγέτες να κυβερνούν υπεύθυνα. Η επιτακτική ανάγκη να καθησυχάζονται συνεχώς οι πολιτικοί σύμμαχοι δημιουργεί μια αδύνατη κατάσταση όπου οι πρωθυπουργοί αναγκάζονται πολύ συχνά να επιλέγουν μεταξύ των συμφερόντων τους και εκείνων της χώρας τους.

Παρ’ όλα τα ελαττώματά του, το αμερικανικό προεδρικό σύστημα χρησιμοποιεί το αξιοζήλευτο πλαίσιο ενός υπουργικού συμβουλίου που υπηρετεί «κατά τις επιθυμίες του προέδρου». Τα μέλη του δεν ασχολούνται με περισσότερο στενές ανησυχίες όπως η επανεκλογή. Το Ισραήλ είναι απίθανο να υιοθετήσει το μοντέλο των ΗΠΑ, αλλά μπορεί να κάνει αλλαγές στην αποπολιτικοποίηση της διακυβέρνησης.

Το εκλογικό όριο που θέτει το Ισραήλ για τα κόμματα που πληρούν τις προϋποθέσεις για να μπουν στην βουλή βρίσκεται σήμερα στο 3,25%. (Ο Netanyahu έχει κάνει ελιγμούς για να μειώσει το όριο [10] σε μόλις 2%). Αυτό παραμένει κάτω από το πρότυπο που έχει τεθεί από ορισμένα ευρωπαϊκά κοινοβούλια, όπως της Γερμανίας και της Νορβηγίας, τα οποία έχουν απαιτήσει από τα κόμματα να κερδίσουν 4% έως 5% των εκλογικών ψήφων, αντίστοιχα. Το Ισραήλ πρέπει να αυξήσει το όριό του σε συγκρίσιμα επίπεδα. Προς το παρόν, το κατώτερο όριο εγγυάται την συναρμογή ενός κατακερματισμένου συνασπισμού του οποίου η προσοχή αποσπάται από την ανάγκη να ικανοποιήσει μια πληθώρα απαιτήσεων. Η εδραίωση ενός μικρότερου αριθμού μεγαλύτερων κομμάτων -τα οποία θα ιεραρχούσαν τις προτεραιότητές τους- θα παρείχε μεγαλύτερη πειθαρχία και σταθερότητα στην κυβέρνηση. Ο καθορισμός ορίων στην πρωθυπουργική θητεία είναι μια άλλη τακτική που αξίζει να εξεταστεί.

Το Ισραήλ θα πρέπει επίσης να ενισχύσει όλους τους κλάδους της εκτελεστικής εξουσίας για να εξασφαλίσει μια πιο ισχυρή πολιτική διαδικασία. Η συλλογική ευθύνη απαιτεί οι τεκμηριωμένες αποφάσεις να μην λαμβάνονται μόνο από τον πρωθυπουργό και τον στενό κύκλο των συμβούλων του. Οι συνάδελφοί τους υπουργοί πρέπει να είναι κάτι περισσότεροι από σφραγίδες και, για τον σκοπό αυτό, πρέπει να εκπαιδεύονται σε συναφείς τομείς εξειδίκευσης.

Το 2016, ο Netanyahu έκανε ένα βήμα προς την σωστή κατεύθυνση, δημιουργώντας μια επιτροπή για τη μεταρρύθμιση του [υπουργικού] συμβουλίου ασφαλείας. Με επικεφαλής τον πρώην Σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας, Yaakov Amidror, η επιτροπή συνέστησε ότι οι εθνικοί φορείς ασφαλείας πρέπει να αναλάβουν να κάνουν τακτικές ενημερώσεις στα μέλη του υπουργικού συμβουλίου ασφαλείας, οι οποίοι επίσης θα προσκαλούνται και στις ετήσιες ασκήσεις του γενικού επιτελείου των IDF. Ωστόσο, η ειδική ομάδα προώθησε επίσης μια τροπολογία [11] η οποία θα επέτρεπε στο υπουργικό συμβούλιο ασφαλείας να λαμβάνει αποφάσεις εθνικής ασφάλειας, όπως η κήρυξη πολέμου, χωρίς την συγκατάθεση ολόκληρης της κυβέρνησης. Η αλλαγή αυτή θα πρέπει να επανεξεταστεί, καθώς θα υπονόμευε την εποπτική λειτουργία της κυβέρνησης και θα εξάλειφε έναν σημαντικό έλεγχο στην εξουσία.

Οι πολιτικές γραφειοκρατίες όπως το Υπουργείο Εξωτερικών έχουν επίσης να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση της εθνικής ασφάλειας του Ισραήλ. Θα πρέπει να καλλιεργούνται ως αντιστάθμισμα σε ένα υπερισχυρό οικοδόμημα ασφαλείας. Οι πολύτιμες συνεισφορές τους, που παράγονται από διπλωμάτες επί του πεδίου, αποτελούν κρίσιμο στοιχείο για την πραγματοποίηση εκτιμήσεων της κατάστασης με ακρίβεια, και για την διατύπωση κατάλληλων απαντήσεων σε προκλήσεις όπως αυτές που τίθενται συστηματικά [12] στο Ισραήλ από το σύστημα των Ηνωμένων Εθνών. Η ενσωμάτωση αυτών των προοπτικών είναι ζωτικής σημασίας για όλους τους φορείς λήψης αποφάσεων.

Η Μέση Ανατολή έχει γεμάτη ατζέντα για τις επόμενες εβδομάδες, συμπεριλαμβανομένων των εκλογών στον Λίβανο, της απόφασης του Αμερικανού προέδρου Donald Trump σχετικά με το εάν θα αποκατασταθούν οι κυρώσεις εναντίον του Ιράν, και του ανοίγματος της νέας αμερικανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ. Η πλοήγηση σε αυτά τα γεγονότα θα απαιτήσει ένα σταθερό χέρι στο Ισραήλ. Με λιγότερες δυνατότητες, υποχρεώσεις, και πειρασμούς να παίξει με τα πολιτικά, ο επικεφαλής πολιτικός (statesman) του Ισραήλ θα έχει λιγότερες δικαιολογίες για να ενεργήσει με έλλειψη σοβαρότητας.