Νέα ώθηση στην ευρωπαϊκή αμυντική ενοποίηση | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Νέα ώθηση στην ευρωπαϊκή αμυντική ενοποίηση

Οι πιθανές ωφέλειες για την Ελλάδα

Εν ολίγοις, η εμπλοκή της Ελλάδας στα παραπάνω προγράμματα και κατ᾽ επέκταση η συμμετοχή της ως ένα ισχυρό κράτος-μέλος σε καθοριστικές εξελίξεις για το μέλλον της Ευρώπης, θα συμβάλλει στην διπλωματική αναβάθμισή της και θα λειτουργήσει ως πολλαπλασιαστής της εθνικής της ισχύος και της αποτρεπτικής της ικανότητας.

Σε καθαρά αμυντικούς όρους, υποστηρίζοντας την στενότερη ενοποίηση στον τομέα της άμυνας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, συμβάλλουμε στην ενίσχυση της ασφάλειάς μας.

Σε επιχειρησιακούς όρους, ένας από τους αντικειμενικούς σκοπούς της PESCO είναι να ενισχύσει την συνεργασία σε ευρωπαϊκό επίπεδο στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας σε θέματα όπως η ενίσχυση της επιχειρησιακής ετοιμότητας, η αντιμετώπιση απειλών στην ξηρά, την θάλασσα και τον αέρα, η ανάπτυξη σχετικών δυνατοτήτων (capabilities) και η εκπαίδευση. Συνεπώς, η συμμετοχή της Ελλάδας στην PESCO τής δίνει την δυνατότητα να ενισχύσει την ανάπτυξη επιχειρησιακών δυνατοτήτων, επιτρέποντας παράλληλα την σύσφιξη των σχέσεων με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, δεδομένης της γεωστρατηγικής θέσης της Ελλάδας και του ρόλου της ως χώρα που συνιστά σύνορο της ΕΕ, για την καλύτερη θωράκιση των συνόρων της.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η PESCO, μέσω της συμμετοχής σε κοινές δράσεις και προγράμματα στρατιωτικής εκπαίδευσης και σε ασκήσεις, θα συμβάλλει στην εμβάθυνση της στρατιωτικής συνεργασίας και διαλειτουργικότητας μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων των κρατών-μελών, και στην ανταλλαγή αμυντικής τεχνογνωσίας.

Τέλος, η Ελλάδα με την συμμετοχή της στα επιχειρησιακά προγράμματα της PESCO, έχει την δυνατότητα να ενισχύσει τις ικανότητές της για την αντιμετώπιση των νέων, ταχέως αναπτυσσόμενων υβριδικών απειλών του γεωπολιτικού και οικονομικού περιβάλλοντος του 21ου αιώνα, όπως η αντιμετώπιση των επιθέσεων στον κυβερνοχώρο.

Η Ελλάδα, μεταξύ άλλων, μπορεί να ωφεληθεί και οικονομικά από τα ανωτέρω προγράμματα.
Tα κονδύλια του Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας και του Προγράμματος για την Ανάπτυξη της Αμυντικής Βιομηχανίας θα λειτουργήσουν συμπληρωματικά προς τους εθνικούς πόρους σε μια στιγμή που οι αμυντικοί προϋπολογισμοί βρίσκονται υπό πίεση, ενώ ταυτόχρονα το κόστος και η τεχνολογική πολυπλοκότητα των οπλικών συστημάτων αυξάνεται.

Η ελληνική αμυντική βιομηχανία δύναται να επωφεληθεί μέσω της προβλεπόμενης συμμετοχής μικρομεσαίων επιχειρήσεων στα συγχρηματοδοτούμενα από την ΕΕ συνεργατικά προγράμματα στους τομείς της έρευνας και τεχνολογίας και της ανάπτυξης δυνατοτήτων. Μέσω των συνεργειών, τα συμμετέχοντα κράτη-μέλη περιορίζουν ενδεχόμενους κινδύνους στο πλαίσιο της ανάπτυξης νέων δυνατοτήτων και επιμερίζουν το κόστος Έρευνας και Ανάπτυξης, επιτυγχάνοντας παράλληλα οικονομίες κλίμακας. Η συμμετοχή αυτή θα βελτιώσει την τεχνογνωσία της ελληνικής αμυντικής τεχνολογικής βάσης και βιομηχανίας, θα ενισχύσει την ελληνική δημόσια και ιδιωτική αμυντική βιομηχανία, και θα διευκολύνει την ανάπτυξη και διατήρηση των αμυντικών βιομηχανικών και τεχνολογικών υποδομών στην Ελλάδα. Η χώρα θα επωφεληθεί και από την από κοινού ανάπτυξη αμυντικών δυνατοτήτων και εξοπλισμού με άλλα κράτη-μέλη.

Είναι επίσης πολύ σημαντικό το γεγονός ότι, μέσω της συμμετοχής της Ελλάδας στον τομέα της κοινής αμυντικής έρευνας, η ελληνική αμυντική βιομηχανία θα ωφεληθεί περαιτέρω καθώς της παρέχεται πρόσβαση στην καινοτομία. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Εθνική Αμυντική και Βιομηχανική Στρατηγική που εγκρίθηκε από το ΚΥΣΕΑ το 2017 υπογραμμίζει την ελλιπή διασύνδεση της έρευνας με την καινοτομία και το χαμηλό επίπεδο χρηματοδότησης της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας. Η έρευνα και ανάπτυξη είναι απαραίτητες δεδομένης της εξέλιξης των νέων τεχνολογιών και των σύγχρονων τεχνολογικών απαιτήσεων των ενόπλων δυνάμεων.

Στην Στρατηγική αναφέρεται ότι οι δαπάνες για την έρευνα είναι πολύ χαμηλές και πριν από την κρίση αντιστοιχούσαν μόλις στο ένα τρίτο του μέσου όρου της ΕΕ, ενώ στην καινοτομία ο σχετικός δείκτης βρίσκεται λίγο πιο πάνω από το 50% του μέσου όρου της ΕΕ. Τέλος, σύμφωνα με το κείμενο της Στρατηγικής, η εικόνα δεν διαφοροποιείται στον αμυντικό τομέα της χώρας, αφού οι αντίστοιχες δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη πριν από την κρίση κυμαίνονταν από 0% έως και 0,06% του συνόλου των αμυντικών δαπανών.

Στα οικονομικά πλεονεκτήματα, ενδεχομένως να μπορούν να προστεθούν και πιθανές εξαγωγές της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας προς χώρες που δεν είναι κράτη- μέλη του ΝΑΤΟ.

ΑΞΙΟΠΟΙΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΣΥΓΚΥΡΙΑ

Η νέα γεωπολιτική πραγματικότητα στην Ευρώπη δημιούργησε μια θετική συγκυρία για την στενότερη ενοποίηση των ευρωπαϊκών κρατών- μελών στον τομέα της άμυνας.

Σίγουρα η υλοποίηση των προγραμμάτων αυτών, ιδιαίτερα δεδομένου και του τρόπου λειτουργίας των ευρωπαϊκών θεσμών και της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, απαιτεί χρόνο.

Για να εκμεταλλευθούμε, λοιπόν, σωστά αυτό το παράθυρο ευκαιρίας, ώστε η Ελλάδα να ενισχύσει το διπλωματικό της βάρος και να επωφεληθεί επιχειρησιακά καθώς και σε οικονομικό επίπεδο, είναι απαραίτητο στη μελλοντική συμμετοχή της χώρας στην συνδιαμόρφωση των αποφάσεων στον τομέα της κοινής πολιτικής άμυνας και ασφάλειας να εφαρμοσθεί μια «έξυπνη» πολιτική και ένας συστηματικός σχεδιασμός, που θα χαρακτηρίζονται από συνέχεια και συνέπεια.

Επιπρόσθετα, θα πρέπει να ενισχυθεί το lobbying των αρμόδιων Αρχών στις Βρυξέλλες ώστε να ενημερώνονται οι αρμόδιοι φορείς στην Ελλάδα εγκαίρως, αναφορικά με τα ευρωπαϊκά προγράμματα και τα σχετικά κονδύλια. Είναι επίσης απαραίτητο να υπάρχει συστηματική συνεργασία μεταξύ των εμπορικών και αμυντικών ακολούθων στις Πρεσβείες μας, προκειμένου να ενισχυθεί η διεθνής παρουσία της Ελλάδας, να προωθηθεί η εμπειρία της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας στους ερευνητικούς και κατασκευαστικούς τομείς σε εξοπλιστικά προγράμματα, και να αναζητηθούν δυνατότητες για την προώθηση των εξαγωγών μας σε τρίτες χώρες.