Τα συμβόλαια έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων στην Αν. Μεσόγειο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τα συμβόλαια έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων στην Αν. Μεσόγειο

Πώς αποτυπώνεται η γεωπολιτική ισχύς των κρατών έναντι των μεγάλων ενεργειακών εταιρειών

Δύο βασικά χαρακτηριστικά ξεχωρίζουν το PSA από τους άλλους συμβατικούς τύπους έρευνας και εξόρυξης: Το πρώτο αφορά στην ξένη εταιρεία, με την έννοια ότι αυτή παρέχει όλες τις τεχνικές και χρηματοοικονομικές υπηρεσίες που υποστηρίζουν τις εργασίες έρευνας και εξόρυξης, άρα φέρει και όλο τον επιχειρηματικό κίνδυνο σε περίπτωση μη ανεύρεσης αξιόλογων και εμπορεύσιμων αποθεμάτων. Το δεύτερο αφορά στην κυβέρνηση της φιλοξενούσας χώρας, η οποία διατηρεί όλα τα κυριαρχικά δικαιώματα επί των κοιτασμάτων, καθώς και επί των συναφών υποδομών. Επίσης, η κυβέρνηση δε φέρει κανένα κίνδυνο, ούτε πραγματοποιεί κανενός είδους άμεση επένδυση, όμως έχει συμμετοχή στα κέρδη, με ποσοστό, το οποίο προκαθορίζεται και αναγράφεται στο PSA. Η πράξη, ωστόσο, έχει δείξει ότι τα κυριαρχικά δικαιώματα της κυβέρνησης περιορίζονται σημαντικά από τους όρους που επιβάλουν οι ξένοι επενδυτές στο συμβόλαιο, όπως είναι π.χ. η αναλυτική και λεπτομερής ενημέρωση της κυβέρνησης για την πορεία των εργασιών, η οποία γίνεται στην πράξη όποτε και όπως επιθυμεί η ξένη κοινοπραξία, ή μοιράζεται με την κυβέρνηση τις πληροφορίες που εκείνη θεωρεί σκόπιμο να μοιραστεί.

Ένα σημαντικό στοιχείο, το οποίο επιδιώκουν οι ξένες εταιρείες να αναγράφεται ρητά στο κείμενο του συμβολαίου, είναι οι ρήτρες σταθερότητας (stabilization clauses), με τις οποίες απαγορεύεται η εφαρμογή μελλοντικών νόμων και διατάξεων, ιδιαιτέρως φορολογικών, που θα ψηφιστούν μετά την υπογραφή και την έναρξη ισχύος του PSA. Επί παραδείγματι, κατά την διάρκεια της ισχύος ενός PSA συμβαίνει να προκηρυχθούν εθνικές εκλογές και να αλλάξει η κυβέρνηση της φιλοξενούσας χώρας. Η επόμενη κυβέρνηση ενδέχεται να ψηφίσει νέους νόμους, πιθανόν πιο αυστηρούς, σε ό, τι αφορά τη φορολογία των ξένων επιχειρήσεων που επενδύουν στην χώρα. Μια τέτοια εξέλιξη αποτελεί περίπτωση υψηλού κινδύνου (high risk) για την ξένη κοινοπραξία, γι’ αυτό και πριν την λήψη της τελικής απόφασης για την πραγματοποίηση ή μη της επένδυσης, αναλύεται ενδελεχώς η εν γένει εσωτερική πολιτική κατάσταση της φιλοξενούσας χώρας (risk assessment analysis).

Η εξαίρεση ενός PSA από τέτοια μελλοντική νομοθεσία καθίσταται εφικτή όταν περιλαμβάνεται στο κείμενο η ρήτρα σταθερότητας και εφόσον ισχύουν σωρευτικά οι παρακάτω δύο προϋποθέσεις: α) Το PSA πρέπει να ενδύεται την περιβολή του νόμου του κράτους, έχοντας επικυρωθεί από το Εθνικό Κοινοβούλιο της φιλοξενούσας χώρας και ενίοτε περιβάλλεται και με αυξημένη τυπική ισχύ έναντι επόμενου νόμου, πλην του συντάγματος της χώρας. Έτσι, σε περίπτωση σύγκρουσης των διατάξεων του PSA και ενός επόμενου νόμου, το PSA έχει προτεραιότητα, παρά την γενική αρχή ότι ο νέος νόμος αναιρεί τον προηγούμενο και β) Το PSA πρέπει να περιλαμβάνει ρητά την ρήτρα ότι σε περίπτωση αύξησης της φορολογίας, αυτή θα πληρωθεί από την κρατική εταιρεία και όχι από την ξένη κοινοπραξία. Αν λάβει κανείς υπόψη ότι ένα PSA διαρκεί από 25 έως και 40 χρόνια, γιατί αυτός είναι ο συνήθης κύκλος ζωής ενός κοιτάσματος, αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται για τον πλέον ισχυρό διεθνή τύπο συμβολαίου, καθώς υπέρκειται οιασδήποτε μελλοντικής εθνικής νομοθεσίας σε βάθος χρόνου και άρα αποτελεί την καλύτερη εξασφάλιση για τα επενδυτικά και τα οικονομικά συμφέροντα των ξένων εταιρειών έναντι των κυβερνήσεων.

Για τους λόγους αυτούς, είθισται τα συμβόλαια τύπου PSA να εφαρμόζονται κυρίως στις «αναπτυσσόμενες» οικονομίες, όπου οι διεθνείς ενεργειακές εταιρείες μπορούν πιο άνετα να επιβάλουν τους οικονομικούς όρους, που επιθυμούν, και όχι τόσο στα κράτη-μέλη της ΕΕ. Οι ΗΠΑ και ο Καναδάς, επίσης δεν εφαρμόζουν καθόλου αυτόν τον συμβατικό τύπο και προτιμούν τις συμβάσεις παραχώρησης (tax-royalty system), όπου διενεργείται διαπραγμάτευση επί ίσοις όροις και η κυβέρνηση λαμβάνει συγκεκριμένα οικονομικά ανταλλάγματα και όχι πληρωμή σε είδος, δηλαδή με μέρος της παραγωγής πετρελαίου.

Οι χώρες της Ανατολικής Μεσογείου έχουν μακρά παράδοση στην εφαρμογή του συμβατικού τύπου του PSA στην έρευνα και εξόρυξη των υδρογονανθράκων, ειδικά η Αίγυπτος, όπου δραστηριοποιούνται μερικές από τις μεγαλύτερες ενεργειακές εταιρείες, όπως η ΕΝΙ, η ΒΡ και η Royal Dutch Shell. Από το 1973, όλες οι παραχωρήσεις, που έχουν δοθεί για έρευνα και εξόρυξη σε ξένες ενεργειακές εταιρείες, λειτουργούν υπό καθεστώς καταμερισμού της παραγωγής. Όταν, στα μέσα της δεκαετίας 80, ξεκίνησαν οι ερευνητικές δραστηριότητες στον τομέα του φυσικού αερίου, τα συμβόλαια προσαρμόστηκαν ούτως ώστε να εξυπηρετούν καλύτερα τα συμφέροντα των ξένων εταιρειών. Μέχρι τότε, οι ξένες εταιρείες δεν είχαν το δικαίωμα μεριδίου από την παραγωγή του φυσικού αερίου από ένα κοίτασμα, εκτός αν αυτό εξαγόταν με τη μορφή LNG. Ο περιορισμός αυτός καταργήθηκε, προκειμένου να συμπεριληφθούν όλες οι μορφές φυσικού αερίου στην φόρμουλα καταμερισμού της παραγωγής μεταξύ κυβέρνησης και ξένων εταιρειών.

Εξ αρχής, η Αίγυπτος εφάρμοσε την περιβολή κάθε συμβολαίου PSA με τη μορφή νόμου του κράτους, χωρίς ωστόσο αυξημένη τυπική ισχύ, ακολουθώντας την διαδικασία ψήφισης και κύρωσης από την Βουλή. Το γεγονός αυτό έδωσε και εξακολουθεί να αποτελεί μεγάλο κίνητρο στις ξένες εταιρείες να επενδύουν στην Αίγυπτο, γιατί τους εξασφαλίζει ένα σταθερό νομικό πλαίσιο για την υλοποίηση των επενδύσεών τους, καθώς τα PSAs υπέρκεινται προηγούμενης νομοθεσίας. Παρά το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η Βόρεια Αφρική πέρασε μεγάλες γεωπολιτικές ανακατατάξεις, με διατάραξη της περιφερειακής ασφάλειας λόγω της Αραβικής Άνοιξης, οι επιπτώσεις στην ενεργειακή βιομηχανία της Αιγύπτου υπήρξαν περιορισμένες, με εξαίρεση την περίοδο διακυβέρνησης Morsi, όταν οι Ισλαμιστές κατέλαβαν την εξουσία στην χώρα.