Πώς βλέπει το Ισραήλ την συμφωνία Ελλάδας-Γαλλίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς βλέπει το Ισραήλ την συμφωνία Ελλάδας-Γαλλίας

Το αντιτουρκικό μέτωπο στην Ανατολική Μεσόγειο και οι ισορροπίες της Ιερουσαλήμ
Περίληψη: 

Προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσει τις γαλλικές προθέσεις, το Ισραήλ απέφυγε να σχολιάσει την υπογραφή της πρόσφατης στρατιωτικής συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας. Σε διπλωματικό επίπεδο, η ενδυνάμωση των ελληνογαλλικών σχέσεων είναι σε θέση να ωφελήσει την ισραηλινή επιρροή σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ωστόσο, το Ισραήλ μάλλον προβληματίζεται μήπως εγκλωβισθεί εν μέσω περιφερειακών ανταγωνισμών, εάν η Γαλλία, σε βάθος χρόνου, αποφασίσει να ενισχύσει την στρατιωτική της παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο.

Ο ΓΑΒΡΙΗΛ ΧΑΡΙΤΟΣ είναι δρ. διεθνών σχέσεων, ερευνητής στο ισραηλινό Ινστιτούτο Μπεν-Γκουριόν. Διδάσκει Ιστορία των Πολιτικών Σχέσεων Ισραήλ-Ελλάδας-Κύπρου στο Πανεπιστήμιο Μπεν-Γκουριόν, στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

Με αφορμή την πρόσφατη συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας Γαλλίας-Ελλάδας, το Ισραήλ καλείται να αποκωδικοποιήσει τις γαλλικές επιδιώξεις στην Ευρώπη και στην Ανατολική Μεσόγειο. Ο ρόλος που θα ήθελε να παίξει ο γαλλικός παράγοντας στην περιοχή έχει σημασία για την ισραηλινή πλευρά, καθότι, μετά την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ, η Γαλλία αποτελεί την σημαντικότερη υπολογίσιμη εξωστρεφή στρατιωτική δύναμη σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Παράλληλα, η αφυπηρέτηση της καγκελαρίου Άγκελα Μέρκελ -η θητεία της οποίας αποδείχθηκε επωφελής για το Ισραήλ ως προς τις διπλωματικές του σχέσεις με την ΕΕ και ως προς την ενίσχυση του οπλοστασίου του-, αποτέλεσε μια μη ευχάριστη εξέλιξη, παρότι αναμενόμενη.

08102021-1.jpg

Ο Κύπριος υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Χριστοδουλίδης, ο Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών, Gabi Ashkenazi, ο υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, Νίκος Δένδιας, και ο Anwar Gargash, διπλωματικός σύμβουλος του προέδρου των ΗΑΕ, μιλούν κατά την διάρκεια συνάντησης στην Πάφο, στην Κύπρο, στις 16 Απριλίου 2021. Iakovos Hatzistavrou/Pool via REUTERS
-------------------------------------------------------------------------

Σε περιφερειακό επίπεδο, το Ισραήλ ανέκαθεν είναι απρόθυμο να εμπλακεί σε οποιαδήποτε εστία έντασης δυτικότερα των μεσογειακών του ακτών. Από της συστάσεώς του, απασχολείται με θερμά μέτωπα στα σύνορά του, και πέραν αυτών: στον Βορρά (Συρία, Λίβανος), στην Ανατολή (Δυτική Όχθη, Ιορδανία, Ιράκ, Ιράν) και στον Νότο (αιγυπτιακή χερσόνησος του Σινά, Γάζα). Ως εκ τούτου, από ισραηλινής απόψεως, η ενεργοποίηση ενός πρόσθετου «δυτικού μετώπου» αποτελεί ένα ενδεχόμενο εξαιρετικά δυσάρεστο, το οποίο θα ήταν καλό να αποφευχθεί.

Η ισραηλινή αυτή θεώρηση καταδεικνύεται από την στάση που τηρεί το Ισραήλ ως προς το Κυπριακό, την μοναδική δυτικότερη διαρκή εστία έντασης. Ήδη από τις πρώτες δεκαετίες ύπαρξης του Ισραήλ, υιοθετήθηκε η θεώρηση ότι το Κυπριακό εντάσσεται στο πλαίσιο του ιστορικού περιφερειακού ανταγωνισμού Ελλάδας-Τουρκίας. Από την άλλη, οι δύο αυτές χώρες ανήκουν στην ΝΑΤΟϊκή συμμαχία, και ως εκ τούτου, πολύ δύσκολα θα αφεθούν να εμπλακούν σε πόλεμο μεταξύ τους –εκτίμηση η οποία επιβεβαιώθηκε το καλοκαίρι του 1974, όταν η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο. Αυτό το δεδομένο ωθεί το Ισραήλ να μην επιθυμεί να λάβει οποιαδήποτε «καθαρή θέση» ως προς το εκάστοτε θερμό κλίμα που παρατηρείται στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ακόμα και όταν οι διμερείς του σχέσεις με την Ελλάδα χαρακτηρίζονταν από ιδιαίτερη ψυχρότητα. Βάσει αυτής της λογικής, όταν ακόμα δεχόταν πιέσεις από την τότε φιλικότερη Τουρκία, το Ισραήλ αρνήθηκε το 1983 να αναγνωρίσει την «ΤΔΒΚ». Η απόσταση που τήρησε η ισραηλινή διπλωματία ως προς το Κυπριακό, τόσο κατά το 1983 όσο και πρωτύτερα, εξηγείται και από το γεγονός ότι μια «λάθος κίνηση», θα καθυστερούσε κάθε πιθανότητα βελτίωσης των σχέσεων με την Ελλάδα, τη μόνη χώρα του ΝΑΤΟ που ηρνείτο να αναγνωρίσει de jure το Ισραήλ. Πέραν αυτού όμως, μια τυχόν ισραηλινή στήριξη προς την κατέχουσα Τουρκία, θα τόνιζε ακόμα περισσότερο τις διεθνείς επικρίσεις που στόχευαν το Ισραήλ και την συνέχιση της στρατιωτικής του παρουσίας στα εδάφη που απέκτησε μετά τον Αραβοϊσραηλινό Πόλεμο του 1967.

Από το 2010 και εντεύθεν, οι σχέσεις του Ισραήλ με την Ελλάδα και την Κύπρο βελτιώθηκαν σημαντικά. Έκτοτε, και παρότι τα ισραηλινά κέντρα αποφάσεων θεωρούν θετική αυτήν την εξέλιξη, εκφράζεται ο προβληματισμός μήπως το Ισραήλ, σε βάθος χρόνου, βρεθεί εγκλωβισμένο στο αντιτουρκικό μέτωπο που αρχίζει να παγιοποιείται στην Ανατολική Μεσόγειο, με την συμμετοχή της Αιγύπτου του προέδρου Αλ-Σίσι, μιας χώρας που έχει αποκτήσει ρόλο-κλειδί για την ισραηλινή ασφάλεια, σε στρατιωτικό, πολιτικό και ενεργειακό επίπεδο. Η ισραηλινή πλευρά δεν θα ήθελε ποτέ να μην είναι σε θέση να αποφασίσει αφ’ εαυτής ως προς το ποια στάση θα τηρήσει για ζητήματα που είναι δυνατόν να πυροδοτήσουν εντάσεις σε ένα μελλοντικό «θερμό δυτικό μέτωπο» –το οποίο είναι πάντοτε απευκταίο.

Η ελληνική και η κυπριακή πλευρά επιδιώκουν να προβάλουν ότι στο υπάρχον αντιτουρκικό μέτωπο της Ανατολικής Μεσογείου προστίθεται ενεργά και η Γαλλία, καθότι, αναμφίβολα, η πρόσφατη συμφωνία Ελλάδας-Γαλλίας θα ενδυναμώσει σε βάθος χρόνου την ελληνική αποτρεπτική ισχύ σε σημαντικό βαθμό. Υπ’ αυτές τις συνθήκες, το Ισραήλ εκτιμάται ότι θα επιμείνει να κρατηθεί μακριά από εντάσεις πέραν των δυτικών του ακτών –γεγονός το οποίο διαφαίνεται από την επιμονή της ισραηλινής κυβέρνησης να αποφεύγει να σχολιάσει περαιτέρω αυτήν την σημαντική εξέλιξη. Ωστόσο, το Ισραήλ είναι βέβαιο ότι αντιλαμβάνεται πόσο δύσκολο θα είναι να ελέγξει τις εξελίξεις σε περίπτωση που η ίδια η Γαλλία πλέον θα αποφασίσει να καταστήσει αισθητή την στρατιωτική της παρουσία στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου σε βάθος χρόνου. Σε ένα τέτοιο σενάριο, το Ισραήλ θα σκεφτεί πάρα πολύ εάν τελικά θα θελήσει να «κάψει τις γέφυρές» του με την σημαντική Τουρκία –ενώ παρόμοια σκέψη θα απασχολήσει την κυβέρνηση της Άγκυρας, η οποία και εκείνη, παρά τις κατά καιρούς αντι-ισραηλινές κορώνες της, γνωρίζει πολύ καλά ότι το «κόψιμο κάθε γέφυρας’ με το εξίσου σημαντικό Ισραήλ θα επιφέρει ποικίλες δυσχέρειες στην τουρκική εξωτερική πολιτική σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο.