Είναι υπερδύναμη, είτε αρέσει είτε όχι | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Είναι υπερδύναμη, είτε αρέσει είτε όχι

Γιατί οι Αμερικανοί πρέπει να αποδεχτούν τον παγκόσμιο ρόλο τους

Αυτά τα επιχειρήματα αντιμετώπισαν ισχυρή αντίσταση. Ο γερουσιαστής των Ρεπουμπλικανών, Henry Cabot Lodge, και άλλοι επικριτές καταδίκασαν την ομάδα του Wilson ως περιττή και ως προδοσία του οράματος των ιδρυτών [του έθνους]. Το να ασχοληθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες με την παγκόσμια τάξη ήταν σαν να παραβιάζουν τις βασικές αρχές που τις έκαναν ένα εξαιρετικό, ειρηνικό έθνος σε έναν εμπόλεμο κόσμο. Δύο δεκαετίες αργότερα, καθώς οι Αμερικανοί συζητούσαν εάν θα εισέλθουν σε άλλον έναν παγκόσμιο πόλεμο, ένας άλλος Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής, ο Robert Taft, γελοιοποίησε την ιδέα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες ήταν απολύτως ασφαλείς από επίθεση, θα πρέπει να «καλύπτουν τον κόσμο, σαν περιπλανώμενος ιππότης, προστατεύοντας την δημοκρατία και τα καλοπροαίρετα ιδανικά, επιτιθέμενες, όπως ο Δον Κιχώτης, ενάντια στους ανεμόμυλους του φασισμού». Ο πρόεδρος Φραγκλίνος Ρούσβελτ ισχυρίστηκε ότι, ακόμη και αν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν απειλούνταν άμεσα από τη ναζιστική Γερμανία ή την αυτοκρατορική Ιαπωνία, ένας κόσμος στον οποίο αυτές οι ισχυρές δικτατορίες θα κυριαρχούσαν στις περιοχές τους θα ήταν [6] ένα «άθλιο και επικίνδυνο μέρος για να ζει κανείς». Ήταν μόνο θέμα χρόνου πριν οι δικτατορίες συγκεντρωθούν για μια τελική επίθεση στο εναπομείναν οχυρό της δημοκρατίας, πίστευε ο Ρούσβελτ, αλλά ακόμη και πριν έρθει αυτή η στιγμή, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να γίνουν «ένα μοναχικό νησί» δημοκρατίας σε έναν κόσμο από δικτάτορες, και η ίδια η δημοκρατία μπορούσε απλώς να χαθεί. Αλλά οι αντίπαλοι της αμερικανικής παρέμβασης στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ανησυχούσαν το ίδιο για τις συνέπειες της νίκης όσο και για το κόστος της παρέμβασης. Δεν ήθελαν η χώρα τους να υποταχθεί στα συμφέροντα των ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών, αλλά ούτε ήθελαν να αντικαταστήσουν αυτές τις αυτοκρατορίες ως η κυρίαρχη παγκόσμια δύναμη. Επικαλούμενοι τον υπουργό Εξωτερικών [στμ: και μετέπειτα Πρόεδρο], John Quincy Adams, προειδοποίησαν ότι με το να γίνουν «δικτάτορας του κόσμου», οι Ηνωμένες Πολιτείες θα χάσουν την ψυχή τους.

Η επίθεση της Ιαπωνίας στο Περλ Χάρμπορ έκοψε την συζήτηση, αλλά την άφησε αναστατωμένη. Ο Ρούσβελτ μπήκε στον πόλεμο με το βλέμμα του στη μεταπολεμική τάξη που ήλπιζε να δημιουργήσει, αλλά οι περισσότεροι Αμερικανοί είδαν τον πόλεμο ως πράξη αυτοάμυνας, απόλυτα συνεπείς με μια ηπειρωτική προοπτική. Όταν τελείωσε, περίμεναν να επιστρέψουν στο σπίτι τους.

Όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες κατέληξαν να κυριαρχούν στον κόσμο μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ως εκ τούτου οι Αμερικανοί υπέφεραν από ένα είδος γνωστικής ασυμφωνίας. Κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου ανέλαβαν ανήκουστες παγκόσμιες ευθύνες, αναπτύσσοντας στρατεύματα σε μακρινά θέατρα κατά εκατοντάδες χιλιάδες και πολέμησαν δύο πολέμους, στην Κορέα και στο Βιετνάμ, που ήταν 15 φορές πιο δαπανηροί από την άποψη των θανάτων στη μάχη από όσο θα ήταν οι πόλεμοι στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ. Προώθησαν ένα διεθνές καθεστώς ελεύθερων συναλλαγών που μερικές φορές πλούτισε άλλους περισσότερο από τις ίδιες [τις ΗΠΑ]. Παρενέβησαν οικονομικά, πολιτικά, διπλωματικά και στρατιωτικά σε κάθε γωνιά του κόσμου. Και είτε το συνειδητοποιούσαν είτε όχι, δημιούργησαν μια φιλελεύθερη παγκόσμια τάξη, ένα σχετικά ειρηνικό διεθνές περιβάλλον που με την σειρά του κατέστησε δυνατή μια έκρηξη παγκόσμιας ευημερίας και μια ιστορικά άνευ προηγουμένου εξάπλωση της δημοκρατικής κυβέρνησης.

Αυτός ήταν ο συνειδητός στόχος του Ρούσβελτ κατά την διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και των διαδόχων του στην διοίκηση του Τρούμαν. Πίστευαν ότι μια παγκόσμια τάξη βασισμένη σε φιλελεύθερες πολιτικές και οικονομικές αρχές ήταν το μόνο αντίδοτο στην αναρχία της δεκαετίας του 1930. Για να υπάρξει μια τέτοια τάξη, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούσαν να «καθίσουν στο σαλόνι με ένα όπλο, περιμένοντας», υποστήριξε ο Dean Acheson, υπουργός Εξωτερικών του προέδρου Harry Truman. Έπρεπε να είναι έξω στον κόσμο διαμορφώνοντάς τον ενεργά, αποτρέποντας μερικές δυνάμεις και ενισχύοντας άλλες. Έπρεπε να δημιουργήσουν [7] «καταστάσεις ισχύος» σε κρίσιμους κόμβους, διαδίδοντας σταθερότητα, ευημερία και δημοκρατία, ειδικά στις βασικές βιομηχανικές περιοχές του κόσμου στην Ευρώπη και την Ασία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έπρεπε να είναι «η ατμομηχανή επικεφαλής της ανθρωπότητας», είπε ο Acheson, που θα τραβούν τον κόσμο μαζί τους.

Η ΑΜΕΡΙΚΗ ΕΡΜΑΙΗ

Ωστόσο, ακόμη και όταν δημιούργησαν αυτήν την τάξη, λίγοι Αμερικανοί κατανόησαν ποτέ την παγκόσμια τάξη ως στόχο. Για τους περισσότερους, ήταν η απειλή του κομμουνισμού που δικαιολόγησε αυτές τις εξαιρετικές προσπάθειες, που δικαιολόγησε την ίδρυση του ΝΑΤΟ και την υπεράσπιση της Ιαπωνίας, της Κορέας και, τελικά, του Βιετνάμ. Η αντίσταση στον κομμουνισμό έγινε συνώνυμη με το εθνικό συμφέρον, γιατί ο κομμουνισμός θεωρήθηκε απειλή για τον αμερικανικό τρόπο ζωής. Όταν οι Αμερικανοί δίστασαν να υποστηρίξουν την Ελλάδα και την Τουρκία το 1947, ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Arthur Vandenberg είπε στους αξιωματούχους της κυβέρνησης Τρούμαν να «τρομάξουν αδυσώπητα τον αμερικανικό λαό» και ο Άτσεσον είδε την σκοπιμότητα του να κάνει τα πράγματα, όπως παραδέχτηκε [8] στα απομνημονεύματά του, «καθαρότερα από την αλήθεια». Με τον κομμουνισμό ως τον μοναδικό εχθρό, όλα είχαν σημασία. Κάθε πράξη ήταν σαν μια πράξη άμυνας.

Όταν τελείωσε ο Ψυχρός Πόλεμος, ο διαχωρισμός μεταξύ του πραγματικού ρόλου των Αμερικανών και της αυτο-αντίληψης των Αμερικανών έγινε αβάσταχτος. Χωρίς την παγκόσμια απειλή του κομμουνισμού, οι Αμερικανοί αναρωτήθηκαν ποιος πρέπει να είναι ο σκοπός της εξωτερικής πολιτικής τους. Ποιο ήταν το νόημα να έχουμε ένα παγκόσμιο σύστημα ασφαλείας, ένα ηγεμονικό ναυτικό, μακρινές συμμαχίες με δεκάδες έθνη, και ένα διεθνές καθεστώς ελεύθερων συναλλαγών;