Πώς θα γίνει ειρήνη με τον Πούτιν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς θα γίνει ειρήνη με τον Πούτιν

Η Δύση πρέπει να κινηθεί ταχέως για να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία

Ποιους όρους πρέπει να δεχτεί η Ουκρανία για να τερματίσει τον απρόκλητο, αδικαιολόγητο πόλεμο της Ρωσίας; Κάποιοι ίσως να θεωρήσουν αυτή την ερώτηση απρεπή. Σε έναν πόλεμο μεταξύ δημοκρατίας και απολυταρχίας, ή καλού και κακού, μόνο η ειρήνη ενός δίκαιου νικητή είναι δικαιολογήσιμη. Το σωστό ερώτημα, από αυτή την άποψη, είναι ποιες είναι οι απαιτήσεις που πρέπει να επιβάλουν οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι εταίροι τους, πρωτίστως η Ουκρανία, στην Ρωσία ως τιμωρία για την κραυγαλέα επιθετικότητά της.

22032022-1.jpg

Ο Ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, στο Κίεβο, τον Μάρτιο του 2022. Umit Bektas / Reuters
--------------------------------------------

Στην πραγματικότητα, μια ικανοποιητική νίκη είναι πιθανώς ανέφικτη, τουλάχιστον προς το παρόν. Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, έχει έρθει αντιμέτωπος με την απρόσμενη, άκαμπτη αντίσταση των Ουκρανών και τις σκληρές κυρώσεις από μια απροσδόκητα ενωμένη Δύση, αλλά τίποτα δεν υποδηλώνει ότι πρόκειται να υποχωρήσει. Αντίθετα, [ο Πούτιν] επιμένει με μεγαλύτερη ένταση. Ο στρατός του στοχεύει πολίτες ολοένα και περισσότερο, ειδικά σε μεγάλες πόλεις. Καθώς ο απολογισμός των νεκρών, η κλίμακα της καταστροφής, και ο κίνδυνος μιας διευρυνόμενης σύγκρουσης αυξάνονται, προτεραιότητα πρέπει να είναι ο τερματισμός του πόνου. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της διπλωματικής εμπλοκής που θα παραγάγει μια πολιτική διευθέτηση.

Η πρώτη και πιο επείγουσα πρόκληση είναι να συμφωνηθεί η κατάπαυση του πυρός και να διατεθεί ανθρωπιστική βοήθεια στους πρόσφυγες, τόσο εντός όσο και εκτός της Ουκρανίας. Η επόμενη είναι να [γίνουν] διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου. Μια κατάπαυση του πυρός θα δημιουργούσε τις συνθήκες για πιο γόνιμη διπλωματία, αλλά οι συνομιλίες, όπως αυτές που βρίσκονται τώρα σε εξέλιξη μεταξύ των Ουκρανών και των Ρώσων, θα πρέπει να προχωρήσουν ακόμη και αν [η κατάπαυση] αποδειχθεί ανέφικτη. Είτε έτσι είτε αλλιώς, ο ρωσικός στρατός θα καταλάβει αρκετό ουκρανικό έδαφος: σίγουρα την Κριμαία, αλλά και τμήματα της βόρειας, βορειοανατολικής και ανατολικής Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένου ενός χερσαίου διαδρόμου που θα συνδέει την Κριμαία με την Ρωσία και της ξηράς [που βρίσκεται] βόρεια της χερσονήσου. Η Ουκρανία και η Δύση θα πρέπει να καθορίσουν ποιους συμβιβασμούς μπορούν να κάνουν για να παρακινήσουν τον Πούτιν να σταματήσει τον πόλεμό του και να αποσύρει τις δυνάμεις του. Το να αποστρατιωτικοποιηθεί η Ουκρανία ή να υποβιβασθεί η χώρα στην σφαίρα επιρροής της Ρωσίας, όπως απαιτεί η Μόσχα, θα ήταν απαράδεκτο. Εξαιρουμένου ενός τέτοιου κατευνασμού, ωστόσο, το Κίεβο και οι εταίροι του πρέπει τώρα να εξετάσουν πόσα είναι διατεθειμένοι να παραχωρήσουν.

Σε μια τελική συμφωνία, η προσπάθεια του Κιέβου να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ -και, πιθανώς, η περαιτέρω διεύρυνση της συμμαχίας στον πρώην σοβιετικό χώρο- μάλλον θα πρέπει να αποκλειστεί, αλλά η Ρωσία θα πρέπει επίσης να αποδεχθεί ότι μια ουδέτερη Ουκρανία θα διατηρήσει στενούς δεσμούς ασφαλείας με την Δύση. Η συμφωνία θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει σχέδια για να συμβάλει η Ρωσία στο κόστος της ανοικοδόμησης της Ουκρανίας και για δημοψηφίσματα για να διευθετηθεί το πολιτικό μέλλον της Κριμαίας και των «δημοκρατιών» [της περιοχής] της Ντονμπάς. Η Δύση, από την πλευρά της, πρέπει να διασαφηνίσει τις συνθήκες υπό τις οποίες είναι διατεθειμένη να άρει τις κυρώσεις στην Ρωσία. Κανένα μέρος δεν θα είναι ικανοποιημένο με όλες τις πτυχές της τελικής διευθέτησης. Αλλά χωρίς σκληρούς συμβιβασμούς, ο πόλεμος μπορεί να μην τελειώσει.

ΧΩΡΙΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ

Δεν υπάρχει προφανής οδός για μια πρόωρη, αποφασιστική νίκη επί της Ρωσίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους έχουν απορρίψει την πιθανότητα άμεσης στρατιωτικής επέμβασης για να υπερασπιστούν την Ουκρανία, δεδομένου του κινδύνου ότι αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει έναν πυρηνικό πόλεμο [1]. Τα Δυτικά όπλα που εισρέουν στην Ουκρανία θα αυξήσουν τις ήδη σημαντικές απώλειες της Ρωσίας σε στρατιώτες και πολεμικό εξοπλισμό, αλλά ο Πούτιν φαίνεται έτοιμος να δεχτεί το κόστος εάν αυτό είναι που θα χρειαστεί για να υποτάξει τον ουκρανικό στρατό.

Ο Πούτιν [2] ξεκίνησε αυτόν τον πόλεμο, αλλά η ανατροπή του [ίδιου του Πούτιν] δεν θα τον τελείωνε απαραιτήτως. Μια λαϊκή εξέγερση που θα τον ανατρέψει είναι απίθανη˙ το ρωσικό κράτος έχει στην διάθεσή του τρομερά μέσα καταστολής και έχει αποδείξει την προθυμία του να τα χρησιμοποιήσει. Στην περίπτωση ενός παλατιανού πραξικοπήματος, ένας νέος ηγέτης θα μπορούσε να είναι πιο πρόθυμος να συζητήσει, αλλά δεν θα ενδιαφερόταν να παραδοθεί, δεδομένων των κινδύνων που ετούτο θα έθετε για την παραμονή του στην εξουσία. Ούτε υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι η αλλαγή καθεστώτος που θα επιχειρείτο από το εξωτερικό, θα είχε θετικό αποτέλεσμα. Όσοι υποστηρίζουν αυτή την διαδρομή υποθέτουν ένα από τα δύο σενάρια: την ανάδυση ενός νέου αυταρχικού που θα είναι πρόθυμος να τερματίσει τον πόλεμο χωρίς νίκη, ή ακόμα καλύτερα, μαζικές διαδηλώσεις που τελικά θα οδηγήσουν σε μια δημοκρατική Ρωσία. Παραβλέπουν ένα τρίτο αποτέλεσμα που δεν μπορεί να αποκλειστεί: μια παρατεταμένη πολιτική αναταραχή και βία που θα αποσταθεροποιήσει μια πυρηνική υπερδύναμη.

Ομοίως, οι σκληρές, τιμωρητικές κυρώσεις δεν θα τερματίσουν σύντομα τον πόλεμο. Τα ιστορικά πεπραγμένα δείχνουν ότι οι κυρώσεις χρειάζονται πολύ χρόνο για να επηρεάσουν τους υπολογισμούς του στοχευόμενου κράτους, εάν τους επηρεάσουν καν˙ αναλογιστείτε το παράδειγμα της Βορείου Κορέας. Οι ηγέτες που πιστεύουν ότι οι ενέργειές τους είναι απαραίτητες για να επιτευχθούν οι ζωτικοί στόχοι εθνικής ασφαλείας, όπως πιστεύει σήμερα ο Πούτιν, έχουν συχνά αποδειχθεί πρόθυμοι να πληρώσουν ένα ακριβό οικονομικό τίμημα.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους, εν τω μεταξύ, δεν μπορούν να περιμένουν να μάθουν για πόσο καιρό μπορεί το Κρεμλίνο να επιβαρύνεται με το κόστος του πολέμου του. Πλησιάζουν γρήγορα το όριο των κυρώσεων [3] που μπορούν να επιβάλλουν χωρίς να υποστούν οι ίδιοι τις οικονομικές επιπτώσεις. Οι τιμές του φυσικού αερίου εκτινάσσονται, όπως εκτινάσσεται και το κόστος του σιταριού (τόσο η Ρωσία όσο και η Ουκρανία είναι μεγάλοι εξαγωγείς). Ο πληθωρισμός, [ο οποίος είναι] ήδη σοβαρός, αναμένεται να επιδεινωθεί και οι ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης να μειωθούν, παρουσιάζοντας τον κίνδυνο στασιμοπληθωρισμού του τύπου της δεκαετίας του 1970. Η διαταραχή των εφοδιαστικών αλυσίδων που ξεκίνησε κατά την διάρκεια της πανδημίας έχει επιδεινωθεί από τον πόλεμο, καθώς οι εταιρείες μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων αντιμετωπίζουν υψηλότερα ασφάλιστρα και τα αεροσκάφη μεταφοράς φορτίων υποχρεώνονται να χρησιμοποιήσουν μακρύτερες διαδρομές μετά την απόφαση της Ρωσίας να αρνηθεί τα δικαιώματα υπερπτήσεων σε 36 χώρες.

Το να παραταθεί η ρωσική επίθεση θα οδηγήσει στον θάνατο πολλών ακόμη αθώων Ουκρανών και θα προκαλέσει περαιτέρω οικονομική ζημιά στην Ουκρανία, που θα χρειαστούν χρόνια, ίσως δεκαετίες, για να επιδιορθωθεί. Και θα αυξήσει τις πιθανότητες να επεκταθεί ο πόλεμος πέρα από την Ουκρανία, παρασύροντας τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ [4] σε μια ένοπλη αντιπαράθεση με την Ρωσία. Η Μόσχα έχει ήδη δηλώσει ότι τα κονβόι που μεταφέρουν Δυτικά όπλα στην Ουκρανία είναι νόμιμοι στόχοι και έχει αυξήσει τα αεροπορικά χτυπήματα και τις πυραυλικές επιθέσεις σε τοποθεσίες κοντά στα σύνορα της Ουκρανίας με την Πολωνία. Οι απαιτήσεις για να δημιουργηθεί μια ζώνης απαγόρευσης πτήσεων πάνω από την Ουκρανία ή για να αυξηθούν οι κυρώσεις με στόχο να καταστραφεί η πολιτική τάξη του Πούτιν ενέχουν τον κίνδυνο καταστροφικών ακούσιων συνεπειών χωρίς να επιτευχθούν τα επιθυμητά αποτελέσματα.

ΚΑΙΡΟΣ ΝΑ ΑΡΧΙΣΟΥΝ ΟΙ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ

Παρόλο που η Ουκρανία και οι Δυτικοί υποστηρικτές της δεν είναι σε θέση να νικήσουν την Ρωσία σε οποιοδήποτε εύλογο χρονικό διάστημα, έχουν μόχλευση ώστε να πιέσουν για διαπραγματεύσεις. Η άκαμπτη αντίσταση του στρατού της Ουκρανίας και των άτακτων δυνάμεων πολλαπλασιάζουν τις ρωσικές απώλειες, οι οποίες -μαζί με τις επιδεινούμενες οικονομικές συνθήκες στην Ρωσία και τους φόβους της κυβερνώσας ελίτ για την λαϊκή δυσαρέσκεια- θα μπορούσαν να πιέσουν αρκετά τον Πούτιν για να τον κάνουν δεκτικό σε μια πολιτική διευθέτηση. Οι ηγέτες της Ουκρανίας, από την πλευρά τους, μπορεί να είναι ανοιχτοί σε μεγάλες παραχωρήσεις προκειμένου να τερματιστεί ο ανθρώπινος πόνος και η οικονομική ζημιά που προκλήθηκε από την ρωσική επίθεση. Το σημείο καμπής για να δεσμευθούν αμφότερα τα μέρη για το είδος της συμφωνίας που μπορεί να τερματίσει τον πόλεμο, ίσως απέχει μόλις μερικές εβδομάδες.

Αυτό σημαίνει ότι ήρθε η ώρα για να σκιαγραφήσουμε τα περιγράμματα μιας διπλωματικής λύσης. Είναι δικαίωμα των Ουκρανών, φυσικά, να αποφασίσουν τους αποδεκτούς όρους για να τερματίσουν την ένοπλη αντίστασή τους στην ρωσική επιθετικότητα. Αλλά οι διαπραγματεύσεις δεν θα περιοριστούν στην Ουκρανία και στην Ρωσία, καθώς οποιαδήποτε επίλυση της κρίσης θα πρέπει να θέσει επί τάπητος όχι μόνο τον γεωπολιτικό προσανατολισμό της Ουκρανίας, αλλά και τις ευρύτερες ανησυχίες της Μόσχας για την αρχιτεκτονική ασφαλείας της Ευρώπης. Για αυτές τις συζητήσεις, η Ρωσία δεν θα δεχθεί κανέναν άλλο συνομιλητή εκτός από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη μόνη άλλη χώρα με επαρκή στρατιωτική ισχύ για να μεταβάλλει την ισορροπία δυνάμεων στην ήπειρο -και να ενεργήσει ως εγγυητής για μια τελική διευθέτηση.

Ύψιστης σημασίας σε αυτές τις διαπραγματεύσεις θα είναι το ζήτημα της επέκτασης του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, το οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους έχουν μέχρι στιγμής αρνηθεί κατηγορηματικά να συζητήσουν με την Ρωσία. Είναι δύσκολο, ωστόσο, να φανταστούμε ότι ο Πούτιν θα εγκαταλείψει το αίτημά του να μπλοκαριστεί η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ πριν αποσύρει τα στρατεύματά του. Πριν από τον πόλεμο, η ένταξη στο ΝΑΤΟ [5] ήταν αδιαπραγμάτευτη για τον Ουκρανό πρόεδρο, Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Όμως οι πρόσφατες δηλώσεις του έχουν βάλει ξανά την ουδετερότητα στο τραπέζι. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους, εν τω μεταξύ, μπορεί να υποχρεωθούν να αποφασίσουν εάν είναι πρόθυμοι να κλείσουν την πόρτα του ΝΑΤΟ σε άλλες πρώην σοβιετικές χώρες που επιδιώκουν την ένταξη.

Η επόμενη πρόκληση είναι να βρεθεί μια ρύθμιση βάσει της οποίας μια στρατιωτικά αδέσμευτη —ή ουδέτερη— Ουκρανία μπορεί να είναι σίγουρη για την ασφάλειά της. Μετά την εισβολή της Ρωσίας, μια συμφωνία με όρους παρόμοιους με εκείνους του Μνημονίου της Βουδαπέστης (Budapest Memorandum) του 1994 -στο οποίο η Ρωσία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, και το Ηνωμένο Βασίλειο πρόσφεραν διαβεβαιώσεις ασφαλείας με αντάλλαγμα το να εγκαταλείψει η Ουκρανία το πυρηνικό οπλοστάσιο που κληρονόμησε από την Σοβιετική Ένωση– δεν θα γίνει αποδεκτή από τους Ουκρανούς ηγέτες. Το Κίεβο αναμφίβολα θα προσβλέπει στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε άλλα μέλη του ΝΑΤΟ για όπλα και στρατιωτική εκπαίδευση, καθώς και για αρωγή στον εκσυγχρονισμό των αμυντικών του βιομηχανιών, ώστε να διασφαλίσει ότι η Ουκρανία θα έχει την ικανότητα αυτοάμυνας.

Η Ρωσία θα είναι ανήσυχη με ένα τέτοιο αποτέλεσμα, αλλά μπορεί να το αποδεχθεί εφόσον η Ουκρανία συμφωνήσει να μην επιτρέψει στρατεύματα, οπλισμό, ή βάσεις του ΝΑΤΟ στο έδαφός της. Σε αντάλλαγμα, η Ουκρανία μπορεί να επιδιώξει περιορισμούς στις στρατιωτικές αναπτύξεις της Ρωσίας στο έδαφός της που είναι γειτονικό στην Ουκρανία.

Μια διευθέτηση πρέπει επίσης να διασφαλίσει ότι η Ρωσία θα εγκαταλείψει τα εδάφη που έχει καταλάβει από την εισβολή της στις 24 Φεβρουαρίου και μετά, και να θεσπίσει μια διαδικασία για να καθοριστεί το μελλοντικό καθεστώς της Κριμαίας και των κρατιδίων της Ντονμπάς, την ανεξαρτησία των οποίων αναγνώρισε ο Πούτιν πριν από την επίθεση. Ιδανικά, αυτή η διαδικασία θα κατέληγε σε μια απόφαση βασισμένη σε διεθνώς επιτηρούμενα δημοψηφίσματα, τα οποία θα πιστοποιηθούν ως ελεύθερα και δίκαια. Μια τέτοια ψηφοφορία πιθανώς θα επιβεβαίωνε την Κριμαία ως τμήμα της Ρωσίας, την οποία η Ουκρανία μπορεί να αποδεχθεί ως πραγματικότητα, χωρίς να την αναγνωρίσει επίσημα -αυτό θα ήταν παρόμοιο με τον τρόπο που η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και η Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας χειρίστηκαν την σχέση τους σε μια Συνθήκη που υπεγράφη το 1972. Το αποτέλεσμα ενός δημοψηφίσματος στη Ντονμπάς θα ήταν λιγότερο βέβαιο. Εφόσον οι αυτονομιστές ηγέτες έχουν διεκδικήσει, με την ρωσική υποστήριξη, το σύνολο των επαρχιών Ντόνετσκ και Λουχάνσκ, μόνο το ένα τρίτο των οποίων ήλεγχαν φυσικώς πριν από τον πόλεμο, το Κίεβο θα πρέπει να επιμείνει στο να διεξαχθούν τα δημοψηφίσματα σε ολόκληρες τις δύο επαρχίες. Αυτό σχεδόν σίγουρα θα είχε ως αποτέλεσμα την ήττα των αυτονομιστών και την διάλυση των οχυρών τους.

Τέλος, η διευθέτηση πρέπει να περιλαμβάνει διατάξεις για την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης από τον πόλεμο Ουκρανίας. Οι Ρώσοι θα είναι απρόθυμοι να επωμιστούν ολόκληρο το βάρος, αλλά η Μόσχα θα πρέπει να καλύψει ένα μεγάλο μερίδιο του κόστους που προκάλεσε η εισβολή της, με τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρώπη, και τους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς θεσμούς να αναλαμβάνουν το υπόλοιπο.

Το να πειστεί η Ρωσία να αναλάβει μια ουσιαστική οικονομική δέσμευση -ή να κάνει οποιαδήποτε από τις σκληρές παραχωρήσεις που περιγράφονται εδώ- θα απαιτήσει από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους να υποβάλουν ένα σχέδιο για την άρση των κυρώσεων. Η Μόσχα θα θελήσει να μάθει τους όρους και το χρονοδιάγραμμα για την σταδιακή οικονομική ανακούφιση και, τελικά, το τέλος όλων των κυρώσεων. Χωρίς αυτή την διαβεβαίωση, δεν θα έχει κανένα κίνητρο να συμφωνήσει σε μια διευθέτηση.

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΝΙΚΗ ΑΚΟΜΑ

Οι τελικοί όροι μιας πραγματικής συμφωνίας θα εξαρτηθούν από το πού βρίσκεται η μάχη καθώς εξελίσσονται οι διαπραγματεύσεις. Οι θέσεις στο πεδίο της μάχης και οι οικονομικές και πολιτικές συνθήκες στην Ρωσία, στην Ουκρανία, και στην Δύση θα επηρεάσουν τον ρυθμό και τα αποτελέσματα των συνομιλιών. Η Ρωσία και η Ουκρανία μπορεί να είναι έτοιμες να κάνουν τις απαραίτητες παραχωρήσεις μόνο αφότου αμφότερες συμπεράνουν ότι το κόστος των συνεχιζόμενων εχθροπραξιών υπερβαίνει τις θυσίες που θα απαιτήσει μια διπλωματική διευθέτηση. Και η Δύση μπορεί να πιέσει δυναμικά για μια διευθέτηση μόνο όταν συνειδητοποιήσει ότι οι κυρώσεις στην Ρωσία προϋποθέτουν ότι θα υπομείνει σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις. Κανένα μέρος δεν έχει φτάσει ακόμη σε αυτό το στάδιο, αλλά δεδομένης της βαναυσότητας της σύγκρουσης, των αυξανόμενων απωλειών σε αμφότερες τις πλευρές, και των εύθραυστων κοινωνικοοικονομικών συνθηκών στην Δύση, η ώρα θα μπορούσε να έρθει νωρίτερα από το αναμενόμενο.

Μια διαρκής διευθέτηση θα πρέπει να εξισορροπήσει τα συμφέροντα όλων των μερών της σύγκρουσης. Στο πλαίσιο που προτείνεται εδώ, κανένα μέρος δεν επιτυγχάνει τους απώτερους στόχους του, αλλά έκαστο παίρνει κάτι που χρειάζεται επειγόντως -αυτό είναι το αναπόφευκτο αποτέλεσμα οποιασδήποτε διαπραγμάτευσης για τον τερματισμό ενός φρικτού πολέμου. Δεν θα μοιάζει με τη νίκη που λαχταρούν πολλοί στην Δύση και στην Ουκρανία. Ωστόσο, μια διευθέτηση που διατηρεί μια ανεξάρτητη Ουκρανία με τα μέσα για να υπερασπιστεί τον εαυτό της θα πρέπει να μετρήσει ως μεγάλη επιτυχία. Αξίζει να θυμηθούμε ότι η Δύση κέρδισε τον Ψυχρό Πόλεμο όχι μια και έξω, αλλά μέσω μιας σειράς βημάτων —συμπεριλαμβανομένων, όταν ήταν απαραίτητο, των συμβιβασμών με τη Μόσχα για να αποτραπεί ο πόλεμος. Το αποτέλεσμα ήταν η σταθερή συσσώρευση πλεονεκτημάτων επί 40 χρόνια. Αυτή είναι η προσέγγιση που πρέπει να υιοθετήσει η Δύση σήμερα.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-03-11/putins-nuclea...
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/russia-fsu/2021-04-01/vladimir-p...
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-03-18/new-economic-...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-03-01/return-contai...
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2021-12-10/dont-sell-out...

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-03-21/how-make-peac...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition