Το φονικό όπλο της Τουρκίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το φονικό όπλο της Τουρκίας

Από την Ουκρανία ως την Συρία, τα drones ανασχηματίζουν την εξωτερική πολιτική του Ερντογάν

Επιπλέον, ο Ερντογάν θέλει να προσελκύσει στην Τουρκία τους Ρώσους ολιγάρχες στους οποίους έχουν επιβληθεί κυρώσεις, ελπίζοντας ότι τα περιουσιακά τους στοιχεία και τα μετρητά τους θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην τόνωση της ασθμαίνουσας οικονομίας της Τουρκίας. Η Τουρκία θα μπορούσε επίσης να γίνει μια αγορά ακινήτων για την ανώτερη μεσαία τάξη της Ρωσίας που ανυπομονεί να διαφυλάξει τον πλούτο της. Ως εκ τούτου, η στρατηγική του Ερντογάν στην Ουκρανία είναι να παρέχει σιωπηρή στρατιωτική υποστήριξη στο Κίεβο, ακόμη και όταν επιδιώκει να διατηρήσει τα διπλωματικά κανάλια προς τον Πούτιν και τα οικονομικά κέρδη από την Ρωσία. Για τον σκοπό αυτό, ο Ερντογάν έχει αρνηθεί να υποστηρίξει τις κυρώσεις της Δύσης εναντίον της Ρωσίας και η Τουρκία συνεχίζει να αγοράζει ρωσικό πετρέλαιο. Και σε αντίθεση με τις Δυτικές αντίστοιχές της, η Τουρκία έχει διατηρήσει ανοιχτό τον εναέριο χώρο της για ρωσικές πολιτικές πτήσεις. Αυτή η διπρόσωπη στρατηγική μπορεί να είναι απλώς αποδεκτή για τον Πούτιν αυτήν τη στιγμή. Είναι απίθανο ότι ο Ρώσος ηγέτης θα προκαλέσει μια διαμάχη αυτή την στιγμή, ειδικά εάν ο Ερντογάν παράσχει σε αυτόν και στους ολιγάρχες του μια οικονομική σανίδα σωτηρίας. Αλλά εάν ο πόλεμος στην Ουκρανία παραταθεί και τα TB2 συνεχίσουν να καταστρέφουν σημαντικά ρωσικά στοιχεία όπως το Moskva, η τουρκική απαγόρευση στα ρωσικά πλοία να διασχίζουν τα Τουρκικά Στενά θα μπορούσε να φέρει την Άγκυρα και τη Μόσχα σε πιο άμεση σύγκρουση.

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΑΥΤΟΜΑΤΟ ΠΙΛΟΤΟ;

Καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία ασκεί αυξανόμενη πίεση στην κυβέρνηση Ερντογάν να γίνει ένα ισχυρό μέρος της Δυτικής συμμαχίας, οι διαπραγματεύσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες [3] παραμένουν μια ιδιαίτερη πρόκληση. Από τη μια πλευρά, ο απρόσμενος ρόλος της τουρκικής στρατιωτικής τεχνολογίας στην ουκρανική αντίσταση έχει κερδίσει νέο σεβασμό για την Τουρκία στο ΝΑΤΟ. Από την έναρξη της ρωσικής εισβολής, πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν ανανεώσει τους δεσμούς τους με την Άγκυρα, συμπεριλαμβανομένου του Ολλανδού πρωθυπουργού, Μαρκ Ρούτε, παρά τις πρόσφατες πολιτικές αψιμαχίες μεταξύ της κυβέρνησής του και του Ερντογάν. Ωστόσο, ο Ερντογάν δεν έχει ακόμη αγκαλιαστεί από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, με τον οποίο έχει εδώ και καιρό μια ψυχρή σχέση.

Ως αντιπρόεδρος, ο Μπάιντεν ήταν ο κύριος συνομιλητής με την Τουρκία μεταξύ 2013 και 2016, αλλά οι σχέσεις επιδεινώθηκαν όταν ο Ερντογάν κατηγόρησε τον τότε πρόεδρο, Μπαράκ Ομπάμα, για το πραξικόπημα του 2013 στην Αίγυπτο [4]. (Η Τουρκία ήταν ένας σημαντικός σύμμαχος της κυβέρνησης των Αδελφών Μουσουλμάνων της Αιγύπτου, η οποία ήρθε στην εξουσία μετά την Αραβική Άνοιξη). Εκείνη την εποχή, ο Ερντογάν ήταν επίσης εξοργισμένος με την υποστήριξη των ΗΠΑ στο σχετιζόμενο με το PKK, YPG το οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούσαν ως βασικό για να νικήσουν το Ισλαμικό Κράτος (γνωστό και ως ISIS). Ο Μπάιντεν είχε υποσχεθεί ότι η υποστήριξη θα ήταν, όπως την περιέγραφε η γλώσσα της πολιτικής των ΗΠΑ, «τακτική, προσωρινή, και συναλλακτική», μόνο για να μεταμορφώσει αυτή την πολιτική σε κάτι που έμοιαζε περισσότερο με επιδότηση αορίστου χρόνου. Ο Μπάιντεν, με την σειρά του, ήταν απογοητευμένος από την διολίσθηση του Ερντογάν όσον αφορά τους δημοκρατικούς κανόνες και την υπονόμευση των θεσμών στην Τουρκία [5], από την περιφρόνηση των στρατηγικών και πολιτικών προτεραιοτήτων των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, και από τις ολοένα και πιο άμεσες επικρίσεις του στην κυβέρνηση Ομπάμα. Συνεπώς, ο Μπάιντεν δεν έχει συγκινηθεί από την πρόσφατη επίθεση γοητείας του Ερντογάν. Στην σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες στα τέλη Μαρτίου -έναν ολόκληρο μήνα μετά την ρωσική εισβολή- ο Μπάιντεν σνόμπαρε τον Ερντογάν, απορρίπτοντας το αίτημα του Τούρκου προέδρου να συναντηθούν.

Ακόμα κι αν η ανάμειξη της Τουρκίας στην Ουκρανία όντως ευθυγραμμίσει εκ νέου την τουρκική εξωτερική πολιτική εγγύτερα στην Δύση, υπάρχει για τον Ερντογάν ο κίνδυνος ότι ο Μπάιντεν και ορισμένοι Ευρωπαίοι ηγέτες να ανυπομονούν τόσο να τον ξεφορτωθούν ώστε να αναβάλουν οποιαδήποτε προσέγγιση με την Άγκυρα για μετά τις εκλογές του 2023. Προς το παρόν, η μετοχή του Ερντογάν φαίνεται να έχει ανέβει ως αποτέλεσμα της διπλωματίας των drones του και της κρίσιμης υποστήριξης που έχει δώσει στην Ουκρανία [6]. Αλλά είναι απίθανο να κερδίσει την επανεκλογή του -υποθέτοντας ότι η κούρσα θα είναι ελεύθερη- εκτός και αν η τουρκική οικονομία ανακάμψει και αναπτυχθεί με διψήφια ποσοστά τον επόμενο χρόνο. Ταυτόχρονα, ενώ τα drones έχουν δώσει στην Τουρκία την ικανότητα να υπερβεί τον εαυτό της στην παγκόσμια πολιτική, σε περίπτωση που η οικονομία της βιώσει περαιτέρω κατάρρευση —παρασυρμένη από μια αναμέτρηση με τον Πούτιν ή απλώς επειδή οι αγορές θα αποφύγουν μια χώρα στην οποία το κράτος δικαίου έχει γίνει ανέκδοτο- ο Ερντογάν θα έχει σπαταλήσει τη νεοανακαλυφθείσα επιρροή της Άγκυρας και το δικό του πολιτικό μέλλον.