Η ηγεμονία της Ρωσίας στην πυρηνική ενέργεια | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ηγεμονία της Ρωσίας στην πυρηνική ενέργεια

Η Δύση εξαρτάται από τη Μόσχα για περισσότερα από το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο

Φυσικά, η πιο εξέχουσα εξάρτηση [3] της Ευρώπης είναι τελικά από τον ρωσικό άνθρακα, το πετρέλαιο, και το φυσικό αέριο, παρά από την πυρηνική ενέργεια. Στην πραγματικότητα, στις οδηγίες του για το πώς οι χώρες μπορούν καλύτερα να απομακρυνθούν από τα ρωσικά καύσιμα, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (International Energy Agency, IEA) υπογράμμισε τον ρόλο που θα μπορούσε να παίξει η πυρηνική ενέργεια. Όπως σημείωσε ο ΙΕΑ, η πυρηνική ενέργεια είναι «η μεγαλύτερη πηγή ηλεκτρικής ενέργειας χαμηλών εκπομπών στην ΕΕ» και η επέκτασή της θα μπορούσε να αυξήσει σημαντικά την πρόσβαση της ηπείρου σε ενέργεια χωρίς ορυκτά [καύσιμα]. Δεν συμφωνούν όλοι˙ το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να μειώσει τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου δεν αναφέρει ειδικά την πυρηνική ενέργεια, και η Γερμανία εμμένει στα σχέδιά της να κλείσει τους τρεις εναπομείναντες πυρηνικούς αντιδραστήρες της μέχρι το τέλος αυτού του έτους (παρόλο που η χώρα εισήγαγε ορυκτά καύσιμα αξίας σχεδόν 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων από την Ρωσία, από την έναρξη της εισβολής και μετά). Αλλά άλλες χώρες, όπως το Βέλγιο και η Ιαπωνία, έχουν υποσχεθεί νέες επενδύσεις στην πυρηνική ενέργεια για να μειώσουν την εξάρτησή τους από το ρωσικό φυσικό αέριο. Δίνουν έμφαση στην παλιά παράδοση της χρήσης πυρηνικής ενέργειας για την ενίσχυση της ενεργειακής ανεξαρτησίας. Χώρες με μειούμενες εγχώριες προμήθειες άνθρακα, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιαπωνία, στράφηκαν στην πυρηνική ενέργεια μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο για να τροφοδοτήσουν τους αναπτυσσόμενους βιομηχανικούς τομείς τους. Μετά τα πετρελαϊκά εμπάργκο της δεκαετίας του 1970, η Γαλλία και η Σουηδία κατασκεύασαν επίσης πυρηνικές υποδομές για να μειώσουν την εξάρτησή τους από τη Μέση Ανατολή.

Μολονότι η πυρηνική ενέργεια είναι κρίσιμης σημασίας για την απελευθέρωση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο, θα μπορούσε να αφήσει αυτά τα κράτη ευάλωτα στην ρωσική επιρροή [4]. Και ακόμη κι αν τα κράτη ακυρώσουν πυρηνικά έργα με την Ρωσία, η Κίνα θα ξεπεράσει σύντομα την Γαλλία και θα γίνει ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός πυρηνικής ενέργειας, με τις δικές της φιλοδοξίες να κυριαρχήσει στην παγκόσμια εξαγωγική αγορά.

Όντως, σχεδόν όλες οι πράσινες πηγές ενέργειας παρουσιάζουν ηθικά διλήμματα. Η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό παράγει σήμερα το 60% του κοβαλτίου του κόσμου -ένα κρίσιμης σημασίας ορυκτό για τα ηλεκτρικά οχήματα- αλλά οι παραγωγοί της χώρας έχουν βρεθεί αντιμέτωποι με τον εξονυχιστικό έλεγχο από διεθνείς οργανισμούς σχετικά με τις πρακτικές τους στα ανθρώπινα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης παιδικής εργασίας. Το 2021, η κυβέρνηση Μπάιντεν έβαλε στη μαύρη λίστα αρκετές κινεζικές εταιρείες ηλιακής ενέργειας αφότου κατηγορήθηκαν για την χρήση καταναγκαστικής εργασίας και άλλες καταχρήσεις. Και η Ρωσία είναι ένας σημαντικός παραγωγός νικελίου, το οποίο είναι κρίσιμης σημασίας για τις μπαταρίες ηλεκτρικών οχημάτων. Οι ανησυχίες για μελλοντικές κυρώσεις στο νικέλιο ή άλλες διαταραχές στον εφοδιασμό του, έχουν οδηγήσει την τιμή του σε υψηλό 11 ετών.

ΑΛΥΣΙΔΩΤΗ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ

Για να απελευθερωθεί από την εξάρτηση από την ρωσική ενέργεια, ο κόσμος θα πρέπει να γίνει πιο ενεργός στο να διασφαλίσει ότι οι εφοδιαστικές αλυσίδες της ενέργειας είναι βιώσιμες [5] και ηθικές. Αλλά αυτό δεν σημαίνει επιστροφή στον ενεργειακό απομονωτισμό. Τα σύγχρονα συστήματα παραγωγής ενέργειας είναι πολύπλοκα και αλληλένδετα, ειδικά εκείνα που εξαρτώνται από κρίσιμης σημασίας ορυκτά που δεν είναι ομοιόμορφα κατανεμημένα σε όλο τον κόσμο. Αυτά δείχνουν ότι η πραγματική ενεργειακή ανεξαρτησία -όπου τα κράτη δημιουργούν ενέργεια εντελώς μόνα τους- δεν είναι πλέον λογική. Αντίθετα, οι δημοκρατίες θα πρέπει να εστιάσουν στην ενδυνάμωση της ενεργειακής τους αλληλεξάρτησης με έμπιστους εταίρους.

Σε κάποιο βαθμό, αυτή η διαδικασία βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη με την πυρηνική ενέργεια. Το 2020 η Ρουμανία ακύρωσε μια συμφωνία με μια κινεζική κρατική εταιρεία για δύο πυρηνικούς αντιδραστήρες επειδή προτίμησε να προχωρήσει με έναν σύμμαχο στο ΝΑΤΟ. Η Κίνα και η Ρωσία συναγωνίζονταν για μια πυρηνική προσφορά στην Τσεχική Δημοκρατία, αλλά η κυβέρνηση τελικά τις απέκλεισε από την επίσημη διαδικασία ανταλλαγής εγγράφων και είπε ρητά ότι αμφότερα τα κράτη «δεν ήταν προσκεκλημένα» να υποβάλουν προσφορά. Οι κινεζικές εταιρείες είναι σημαντικοί επενδυτές σε δύο έργα πυρηνικής ενέργειας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ωστόσο, τον Σεπτέμβριο του 2021, η βρετανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι προσπαθούσε να επιβάλλει την πώληση του μεριδίου της [εταιρείας] China General Nuclear Power Group σε ένα από τα έργα. Το 2019, μια αμερικανική πυρηνική εταιρεία που συνιδρύθηκε από τον Μπιλ Γκέιτς ανακοίνωσε ότι είχε ακυρώσει ένα έργο για την κατασκευή ενός πειραματικού αντιδραστήρα στην Κίνα, αφότου ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, επέβαλε περαιτέρω εμπορικούς περιορισμούς.

Αλλά οι εγχώριες πυρηνικές βιομηχανίες της Δύσης έχουν καθυστερήσει τα τελευταία χρόνια, και έτσι αυτή την στιγμή, οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές πυρηνικές εταιρείες δυσκολεύονται να βρουν κατάλληλες εναλλακτικές έναντι των ρωσικών και κινεζικών προμηθευτών κρατικής ιδιοκτησίας. Για να καλύψουν την διαφορά, οι κυβερνήσεις τους πρέπει να χαράξουν μια παλαιάς κοπής βιομηχανική πολιτική που θα βασίζεται στην επένδυση σε εγχώριες παραγωγικές ικανότητες σε ολόκληρη την πυρηνική εφοδιαστική αλυσίδα. Θα πρέπει να επιδείξουν επιτυχώς νέες πυρηνικές τεχνολογίες τις οποίες θα μπορούν στην συνέχεια να προωθήσουν σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό σημαίνει ότι οι Δυτικές χώρες θα πρέπει να αυξήσουν την χρηματοδότηση για πυρηνικά εξαγωγικά έργα μέσω των δικών τους τραπεζών εξαγωγών-εισαγωγών και της αναπτυξιακής χρηματοδότησης, καθώς και πιέζοντας μεγάλες επενδυτικές και αναπτυξιακές τράπεζες να αλλάξουν τις πολιτικές τους για την υποστήριξη της πυρηνικής ενέργειας.