Η νέα παλαιά τάξη πραγμάτων στη Μέση Ανατολή | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η νέα παλαιά τάξη πραγμάτων στη Μέση Ανατολή

Το ταξίδι του Μπάιντεν δείχνει γιατί η Ουάσιγκτον εξακολουθεί να κάνει λάθος στην περιοχή

Το ταξίδι του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν στη Μέση Ανατολή δεν τελείωσε με θρίαμβο αλλά με απογοήτευση. Οι ανταμοιβές για τον χαιρετισμό του με την γροθιά με τον Σαουδάραβα πρίγκιπα - διάδοχο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, γνωστό ως MBS, αποδείχθηκαν πενιχρές. Η Σαουδική Αραβία δεν δεσμεύτηκε να αυξήσει την παραγωγή πετρελαίου. Κανένας αντιφρονών δεν απελευθερώθηκε. Τα ανθρώπινα δικαιώματα ήρθαν στην κουβέντα μόνο όταν ο MBS απέρριψε τις επικρίσεις για την δολοφονία του δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι, η οποία εκτελέστηκε υπό τις εντολές του, υποδεικνύοντας την αμερικανική σιωπή για την Shireen Abu Akleh, μια Παλαιστίνια Αμερικανίδα δημοσιογράφο που σκοτώθηκε τον Μάιο στην Δυτική Όχθη από τον ισραηλινό στρατό. Η Σαουδική Αραβία δεν ανακοίνωσε σημαντικές κινήσεις προς την εξομάλυνση με το Ισραήλ και δεν αναδύθηκε καμία νέα συμμαχία για την ασφάλεια.

27072022-1.jpg

Ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, και ο Σαουδάραβας πρίγκιπας – διάδοχος Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν στην Τζέντα, στην Σαουδική Αραβία, τον Ιούλιο του 2022. Reuters
----------------------------------------------------------

Ωστόσο, η κυβέρνηση Μπάιντεν [1] είχε ευρύτερες φιλοδοξίες για το ταξίδι, οι οποίες δεν αποτυπώνονται πλήρως στα αποτελέσματα των βραχυπρόθεσμων επιτεύξιμων [στόχων]. Η κυβέρνηση πίστευε ότι έπρεπε να επαναφέρει τις σχέσεις με την Σαουδική Αραβία και άλλους περιφερειακούς συμμάχους, εργαζόμενη για τις σχέσεις αυτές καθαυτές, ώστε να αντιμετωπίσει καλύτερα μια γκάμα ζητημάτων. Η πιθανή επικείμενη κατάρρευση των διαπραγματεύσεων [2] για μια αναζωογονημένη πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, καθώς και οι αλυσιδωτοί κραδασμοί από την εισβολή [3] της Ρωσίας στην Ουκρανία, πρόσθεσαν κάποια αίσθηση του επείγοντος. Ενώ οι φήμες στα media πριν από την επίσκεψη για την δημιουργία μιας επίσημης στρατιωτικής συμμαχίας με τα αραβικά κράτη και το Ισραήλ αποδείχθηκαν πρόωρες, ο σκοπός του ταξιδιού ήταν να ωθήσει την περιοχή προς μια νέα περιφερειακή τάξη πραγμάτων βασισμένη στην ισραηλινο-αραβική συνεργασία εναντίον του Ιράν υπό την αμερικανική καθοδήγηση .

Το ταξίδι έκανε μερικά μικρά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση - αλλά όχι με τρόπους που είναι πιθανό να αυξήσουν την περιφερειακή σταθερότητα. Η αρχιτεκτονική ασφαλείας που οραματίζεται η κυβέρνηση δεν θα ήταν καινοτόμα. Η ευθυγράμμιση του Ισραήλ με τα αραβικά κράτη εναντίον του Ιράν αυξάνεται εδώ και δεκαετίες. Οι Συμφωνίες του Αβραάμ (Abraham Accords) [4], που συνήφθησαν για πρώτη φορά υπό την κυβέρνηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, κατέστησαν επίσημη και δημόσια την συνεργασία, και αφαίρεσαν ρητά από την εξίσωση τα ζητήματα της Παλαιστίνης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι Ηνωμένες Πολιτείες στοιχηματίζουν στην ικανότητα των αυταρχικών αραβικών κρατών να ενστερνιστούν μια περιφερειακή τάξη πραγμάτων που θα περιλαμβάνει το Ισραήλ [5], χωρίς ανησυχία για το πώς αυτές οι πολιτικές θα γίνουν δεκτές από το κοινό τους πίσω στην πατρίδα. Αλλά η ανάληψη αυτού του ρίσκου σε μια περίοδο κλιμακούμενης οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής κρίσης σε μεγάλο μέρος της περιοχής είναι πιθανό να γυρίσει ως μπούμερανγκ – όπως έχει κάνει στο παρελθόν.

Η ενορχήστρωση μιας υπό την ηγεσία των ΗΠΑ περιφερειακής τάξης στη Μέση Ανατολή αποτελεί μια ασχολία των ΗΠΑ τουλάχιστον από το 1991 και μετά, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες ηγήθηκαν με επιτυχία μιας στρατιωτικής επιχείρησης για να εκδιώξουν το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν από το Κουβέιτ. Αλλά η σημερινή Μέση Ανατολή δεν βρίσκεται σε κατάσταση [6] για να δεχθεί εντολές από την Ουάσιγκτον. Οι ηγέτες της Μέσης Ανατολής προτιμούν να παίζουν εκ του ασφαλούς, σε αυτόν που θεωρούν έναν όλο και πιο πολυπολικό κόσμο, όπως μπορούσε να φανεί σαφώς στην άρνησή τους να πάρουν το μέρος των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης εναντίον της Ρωσίας. Εάν ο Μπάιντεν επρόκειτο να επιτύχει με τους δικούς του όρους, φέρνοντας το Ισραήλ και τις αραβικές απολυταρχίες σε μια επίσημη περιφερειακή συμμαχία εναντίον του Ιράν [7], θα επαναλάμβανε απλώς τα λάθη του παρελθόντος. Αυτό θα επιτάχυνε την επόμενη κατάρρευση της περιφερειακής τάξης πραγμάτων, αντιστρέφοντας την πρόοδο προς την αποκλιμάκωση, ενθαρρύνοντας την εγχώρια καταστολή και ανοίγοντας τον δρόμο για τον επόμενο γύρο λαϊκών εξεγέρσεων.

ΟΙ ΜΥΘΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ 1991

Η παρόρμηση να δημιουργηθεί μια περιφερειακή τάξη πραγμάτων υπό την ηγεσία των ΗΠΑ είναι βαθιά ριζωμένη στο DNA της Ουάσιγκτον. Συγκεκριμένα, υπάρχει μια γενιά στην κοινότητα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής που θεωρεί το 1991 και την περιφερειακή τάξη πραγμάτων που κατασκευάστηκε στη Μέση Ανατολή [8] εκείνη την εποχή ως ιδανικό προς μίμηση. Είναι εύκολο να καταλάβει κάποιος το γιατί. Η εποχή αμέσως μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης ήταν το αποκορύφωμα της παγκόσμιας πρωτοκαθεδρίας των ΗΠΑ. Μετά την επέμβαση των ΗΠΑ το 1990-91 για να αναστρέψουν την κατοχή του Κουβέιτ από το Ιράκ, οι κυβερνήσεις του Τζορτζ Μπους [του πρεσβύτερου] [9] και του Μπιλ Κλίντον [10] ξεκίνησαν φιλόδοξες προσπάθειες να επανασυνδέσουν την περιοχή γύρω από τη μονοπολικότητα των ΗΠΑ και να κλειδώσουν μια περιφερειακή τάξη πραγμάτων ευνοϊκή για τα συμφέροντα των ΗΠΑ.

Για μια στιγμή, όλοι οι δρόμοι οδηγούσαν στην Ουάσιγκτον. Οι Ηνωμένες Πολιτείες [11] ξεκίνησαν την ειρηνευτική διαδικασία της Μαδρίτης για να τερματίσουν την ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση αλλά και για να εγκαθιδρύσουν μια περιφερειακή τάξη πραγμάτων υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, που θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνει τόσο το Ισραήλ όσο και τα αραβικά κράτη. Πρώην Σοβιετικοί σύμμαχοι, όπως η Συρία, αναζήτησαν τρόπους για να εισέλθουν σε αυτή τη νέα τάξη πραγμάτων μέσω ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων με το Ισραήλ. Ακόμη και το Ιράν, εξαντλημένο από μια δεκαετία πολέμου με το Ιράκ [12], προσπάθησε να ανοικοδομήσει τις σχέσεις του με την Ευρώπη και τα κράτη του [Περσικού] Κόλπου, ξεκινώντας έναν «διάλογο μεταξύ των πολιτισμών» στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, κάνοντας μικρά βήματα προς την δέσμευση με την Ουάσιγκτον και περιορίζοντας τον περιφερειακό παρεμβατισμό του.

Ένας θετικός κανονιστικός σκοπός, καθώς και ένα στρατιωτικό θεμέλιο, για μια περιφερειακή τάξη πραγμάτων υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, φτερούγισε φευγαλέα. Η στρατιωτική επιχείρηση υπό την ηγεσία των ΗΠΑ για την ανακατάληψη του Κουβέιτ ήταν μια πραγματικά πολυμερής υπόθεση, εγκεκριμένη από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ (UN Security Council) [13] και μια αραβική σύνοδο κορυφής. Η μεγάλη επένδυση των ΗΠΑ στην αραβο-ισραηλινή ειρηνευτική διαδικασία μετά το 1991 και η εποπτεία της ειρηνευτικής διαδικασίας του Όσλο προσέφεραν ένα δυνητικά θετικό [14] όραμα για το μέλλον της Μέσης Ανατολής.

Αλλά εκείνα τα κανονιστικά θεμέλια δεν ρίζωσαν και η περιφερειακή τάξη πραγμάτων αποδείχθηκε δύσκολη στην διαχείριση. Η νοσταλγία της Ουάσιγκτον για τη Μέση Ανατολή της δεκαετίας του 1990 έχει βαθιές ρίζες [15], αλλά εκείνη η περίοδος δεν ήταν τόσο ομαλή όσο υποστηρίζει ο μύθος. Το γιατί η προσέγγιση που υιοθέτησαν οι Ηνωμένες Πολιτείες το 1991 απέτυχε να δημιουργήσει μια σταθερή, νομιμοποιημένη περιφερειακή τάξη πραγμάτων υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, ακόμη και στο απόγειο της παγκόσμιας ισχύος τους, προσφέρει διδακτικά μαθήματα για το σήμερα.

ΧΩΡΙΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ

Η περιφερειακή τάξη πραγμάτων μετά το 1991 δεν διαχειρίστηκε τον εαυτό της. Η αποκαλούμενη διπλή ανάσχεση του Ιράν και του Ιράκ απαιτούσε την εγκαθίδρυση ημιμόνιμων στρατιωτικών βάσεων των ΗΠΑ σε όλη την περιοχή, και ειδικά στον Περσικό Κόλπο. Αυτή ήταν μια τεράστια μετατόπιση σε σχέση με τις προηγούμενες δεκαετίες εξισορρόπησης στο εξωτερικό, κατά την διάρκεια των οποίων οι Ηνωμένες Πολιτείες αστυνόμευαν την περιοχή μέσω των τοπικών συμμάχων τους και απέφευγαν τις μόνιμες στρατιωτικές βάσεις μεγάλης κλίμακας. Απαιτούσε επίσης να αφιερωθεί μια δυσανάλογη ποσότητα διπλωματικής [16] ενέργειας στα προβλήματα της περιοχής, με κάθε κρίση να φαίνεται να απαιτεί ακόμη μεγαλύτερη αμερικανική προσοχή. Η ενασχόληση με αυτές τις ατέρμονες κρίσεις σήμαινε ότι θα αγνοούντο ή ακόμη και θα προωθούντο τα αυταρχικά καθεστώτα [17] που τελικά θα υπονόμευαν την τάξη πραγμάτων.

Στο επίκεντρο της αμερικανικής μικροδιαχείρισης της περιοχής βρισκόταν η ανάσχεση του Ιράκ, η οποία απαιτούσε την διατήρηση ενός δρακόντειου, ιστορικά πρωτόγνωρου καθεστώτος κυρώσεων. Η αποκοπή του Ιράκ από τις εισαγωγές και τις εξαγωγές ήταν υπεύθυνη για ανείπωτους αριθμούς πλεοναζόντων θανάτων και ανθρώπινης δυστυχίας, που υπονόμευσαν βαθιά τις αμερικανικές ηθικές αξιώσεις στα μάτια των Αράβων. Οι συγκρούσεις για τις επιθεωρήσεις όπλων οδήγησαν σε επανειλημμένες στρατιωτικές ενέργειες, όπως η Επιχείρηση Αλεπού της Ερήμου (Operation Desert Fox), μια τετραήμερη εκστρατεία βομβαρδισμού ιρακινών στόχων που διεξήχθη από τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο τον Δεκέμβριο του 1998. Τελικά, ωστόσο, αυτές οι προσπάθειες δεν απέδωσαν. Ο Σαντάμ εκμεταλλεύτηκε το πρόγραμμα «πετρέλαιο αντί τροφής» (oil for food) του ΟΗΕ για να εξασφαλίσει το δικό του καθεστώς, και η περιφερειακή συμμόρφωση με τις κυρώσεις διαβρώθηκε.

Παρά την διπλωματική ενέργεια που δαπανήθηκε για αυτή, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν κατάφεραν επίσης να εκπληρώσουν την υπόσχεση για την ειρήνη [18] μεταξύ των Ισραηλινών και των Παλαιστινίων. Η κυβέρνηση Κλίντον ασφαλώς κατέβαλε προσπάθεια στις διαπραγματεύσεις, αλλά δεν μπόρεσε να ξεπεράσει την δολοφονία του Ισραηλινού πρωθυπουργού, Γιτζάκ Ράμπιν, το 1995, τα διαδοχικά κύματα τρομοκρατίας της Χαμάς ή την αδιάκοπη επέκταση των εποικισμών του Ισραήλ στην Δυτική Όχθη. Ομοίως η Ουάσιγκτον δεν κατάφερε να επιτύχει την ειρήνη μεταξύ του Ισραήλ και της Συρίας.

Η δεκαετία του 1990 είδε επίσης την υποβάθμιση της δημοκρατίας, λόγω του φόβου για τις νίκες των ισλαμιστών στην κάλπη. Αντίθετα, η Ουάσιγκτον προσποιήθηκε ότι πίστευε πως οι Άραβες αυταρχικοί θα καλλιεργούσαν κοινωνίες των πολιτών [19] και θα προετοίμαζαν τους πληθυσμούς τους να είναι κάποτε έτοιμοι για την πραγματική δημοκρατία. Ετούτο, φυσικά, είναι το ίδιο επιχείρημα που διατυπώνουν σήμερα τα περισσότερα αραβικά αυταρχικά καθεστώτα, ένας ισχυρισμός που η ομάδα του Μπάιντεν δεν έχει δείξει ενδιαφέρον να αμφισβητήσει. Το αποτέλεσμα της ανταλλαγής της προώθησης της δημοκρατίας με την σταθερή τάξη πραγμάτων ήταν η περιχαράκωση της αραβικής απολυταρχίας σε όλες τις παθολογίες της. Καθόλου συμπτωματικά, η δεκαετία του 1990 ήταν επίσης μια περίοδος ισλαμιστικής εξέγερσης στην Αίγυπτο και την Αλγερία και η περίοδος επώασης της αλ Κάιντα [20].

Τελικά, οι ημέρες δόξας της, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, περιφερειακής τάξης πραγμάτων στη Μέση Ανατολή ήταν λιγότερες από όσες φαίνονταν. Η ανάσχεση του Ιράκ και οι προσπάθειες των Αμερικανών να εξασφαλίσουν την αραβο-ισραηλινή ειρήνη απέτυχαν αμφότερες. Η ιδέα της οικοδόμησης των συνθηκών για την δημοκρατία με την συνεργασία με τους Άραβες απολυταρχικούς δεν πέτυχε. Και η εξέχουσα θέση του ρόλου των ΗΠΑ σε όλες αυτές τις αποτυχίες τις κατέστησε αναμφισβήτητα έναν ελκυστικό στόχο για την αλ Κάιντα, καθώς αυτή μετατοπίστηκε από τον «κοντινό εχθρό» στον «μακρινό εχθρό» στις 11 Σεπτεμβρίου [2001] [21].

ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΤΑ ΛΑΘΗ

Οι προεδρικές κυβερνήσεις που ακολούθησαν τον Κλίντον επιχείρησαν όλες τον δικό τους επανασχεδιασμό της περιφερειακής τάξης στη Μέση Ανατολή. Μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου [2001], η κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους [του νεότερου] [22] ξεκίνησε μια στρατηγική πρωτοκαθεδρίας των ΗΠΑ. Το επίκεντρο αυτής της νέας περιφερειακής τάξης πραγμάτων θα ήταν ο «παγκόσμιος πόλεμος κατά της τρομοκρατίας», ο οποίος στη Μέση Ανατολή περιλάμβανε την στενή συνεργασία των ΗΠΑ με περιφερειακές υπηρεσίες ασφαλείας και μια μαζική και παρεμβατική επέκταση της παρουσίας των ΗΠΑ στην περιοχή. Η εισβολή στο Ιράκ για την απομάκρυνση του Σαντάμ αποδείχθηκε, φυσικά, μοναδικά καταστροφική, δημιουργώντας ένα κενό σταθερότητας στην καρδιά της Μέσης Ανατολής. Η αμερικανική κατοχή του Ιράκ εξαπέλυσε βάναυσο σεκταρισμό, ισχυροποιώντας τόσο το Ιράν όσο και τα σουνιτικά τζιχαντιστικά κινήματα, όπως το εκκολαπτόμενο Ισλαμικό Κράτος (γνωστό και ως ISIS [23]), και προκάλεσε μια πλημμύρα εκατομμυρίων προσφύγων. Ο πόλεμος στο Ιράκ εξάντλησε την προθυμία και την ικανότητα των Αμερικανών να δράσουν στρατιωτικά στη Μέση Ανατολή και τερματίστηκε με την σχετικά Πύρρειο νίκη του Ιράν να εγκαθιδρύσει τους συμμάχους του σε κυρίαρχες θέσεις στο ιρακινό κράτος.

Ωστόσο, υπήρχε μια τάξη σε αυτό το χάος. Αυτή η «νέα Μέση Ανατολή», ένας όρος που επινοήθηκε από την υπουργό Εξωτερικών, Κοντολίζα Ράις [24], κατά την διάρκεια της κορύφωσης του πολέμου του Ισραήλ στον Λίβανο το 2006, ήταν βίαιη και υπερανταγωνιστική, αλλά δομικά, ήταν αρκετά παρόμοια με την σημερινή. Από τη μία πλευρά βρισκόταν αυτός που οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ αποκαλούσαν «άξονας των μετριοπαθών», ο οποίος περιελάμβανε το Ισραήλ και τα περισσότερα από τα αραβικά κράτη [που βρίσκονταν] υπό την ομπρέλα ασφαλείας των ΗΠΑ, και από την άλλη πλευρά βρισκόταν ο «άξονας της αντίστασης», ο οποίος περιελάμβανε το Ιράν, την Συρία και μη κρατικούς δρώντες, όπως η Χαμάς [25] και η Χεζμπολάχ [26]. Συχνά λησμονείται ότι τα σαουδαραβικά media υποστήριξαν αρχικά την επίθεση του Ισραήλ στη Χεζμπολάχ το 2006, λόγω της αντιπάθειάς τους προς το υποστηριζόμενο από το Ιράν σιιτικό κίνημα, έως ότου η εχθρική απάντηση του κοινού τα υποχρέωσε να αλλάξουν την δημοσιογραφική γραμμή τους. Η ακραία αντιδημοτικότητα των προσπαθειών υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, όπως οι πόλεμοι στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, επέτρεψε στην Τουρκία και στο Κατάρ να αποκτήσουν μεγάλα πολιτικά κέρδη κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου, ενεργώντας ως αμφιταλαντευόμενα κράτη που έπαιρναν θέσεις περισσότερο ευθυγραμμισμένες με την αραβική κοινή γνώμη.

Ο Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα [27] πρόσφερε ένα γνήσια διαφορετικό όραμα της περιφερειακής τάξης πραγμάτων, που βασιζόταν στην δημιουργία μιας σταθερής και λειτουργικής ισορροπίας δυνάμεων μεταξύ του Ιράν και των γειτόνων του, μέσω της πυρηνικής διπλωματίας και της μειωμένης στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ. Είναι ενδεικτικό ότι το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) αντιτάχθηκαν σχεδόν σε όλα όσα επιχείρησε η κυβέρνηση Ομπάμα, συμπεριλαμβανομένης της πυρηνικής συμφωνίας του Ιράν, διότι οι ηγέτες τους ευημερούσαν εντός της περιφερειακής τάξης που ο ίδιος επιδίωκε να αλλάξει. Τα κράτη του [Περσικού] Κόλπου δεν ήθελαν καμία σχέση με τις ιδέες του Ομπάμα περί διαμοιρασμού της περιοχής με το Ιράν και ακόμη μικρότερη σχέση με τις αιρετικές του ιδέες σχετικά με τον ενστερνισμό της δημοκρατίας και τις εξεγέρσεις της Αραβικής Άνοιξης [28]. Ταυτόχρονα, οι Ισραηλινοί ηγέτες ήταν αντίθετοι με τις ιδέες του Ομπάμα για την επανεκκίνηση των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων που θα λειτουργούσαν προς την δημιουργία ενός παλαιστινιακού κράτους, και ακόμη περισσότερο αντίθετοι με την ιδέα ότι μια λύση δύο κρατών θα ήταν απαραίτητη για την δημιουργία σχέσεων με τα αραβικά κράτη. Το Ιράν, επίσης, αποδείχθηκε απρόθυμο να αμβλύνει ουσιαστικά τις περιφερειακές του πολιτικές της χρήσης πληρεξουσίων για να πολεμήσουν σε μέρη όπως το Ιράκ, η Συρία και η Υεμένη αφότου υπεγράφη η πυρηνική συμφωνία. Αυτό υπονόμευσε περαιτέρω τις προσπάθειες του Ομπάμα να επινοήσει μια νέα περιφερειακή τάξη πραγμάτων.

Ως εκ τούτου, το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ -όπως και πολλοί άλλοι Άραβες ηγέτες- χαιρέτησαν την επιστροφή της κυβέρνησης Τραμπ στο μοντέλο της «νέας Μέσης Ανατολής» της εποχής του Τζορτζ Μπους [του νεότερου]. Ο Τραμπ υιοθέτησε τις απόψεις τους ως δικές του και σταμάτησε να πιέζει τα αραβικά κράτη για το ιστορικό τους στα ανθρώπινα δικαιώματα [29] ή να τα πιέζει να επιλύσουν το παλαιστινιακό ζήτημα. Η κυβέρνησή του εγκατέλειψε [30] την πυρηνική συμφωνία του Ιράν και επιδίωξε αντίθετα αυτή που αποκάλεσε εκστρατεία «μέγιστης πίεσης» εναντίον του Ιράν. Αλλά για άλλη μια φορά, οι προσπάθειες επιβολής μιας περιφερειακής τάξης πραγμάτων γύρισαν ως μπούμερανγκ. Ο σφιχτός εναγκαλισμός του σε αυτά τα αραβικά κράτη και στο Ισραήλ ενθάρρυνε τα χειρότερα ένστικτα ετούτων των κυβερνήσεων, συμπεριλαμβανομένου του επιθετικού παρεμβατισμού που αναπόφευκτα επιτάχυνε τους εμφύλιους πολέμους και τις κρατικές αποτυχίες σε όλη την περιοχή, από την Υεμένη έως την Λιβύη και την Συρία. Η επιταχυνόμενη καταστολή στο εσωτερικό απλώς αύξησε την εγχώρια αστάθεια και τον κίνδυνο των ανανεωμένων εξεγέρσεων, ενώ οι ταχέως επισπευσμένες καταλήψεις παλαιστινιακών εδαφών από το Ισραήλ πυροδότησαν επαναλαμβανόμενες κρίσεις.

Προς απογοήτευση ετούτων των περιφερειακών συμμάχων, ο σφιχτός εναγκαλισμός του Τραμπ αποδείχθηκε ότι είχε όρια. Η άρνησή του να ανταποδώσει στο Ιράν μετά την πρωτοφανή επίθεση σε δύο βασικές πετρελαϊκές εγκαταστάσεις εντός της Σαουδικής Αραβίας [31] το 2019, αποδείχτηκε ιδιαίτερα λυπηρή για τους ηγέτες της περιοχής. Εάν στην πλέον φιλική αμερικανική κυβέρνηση στα χρονικά δεν μπορούσε να βασιστεί κάποιος για να απαντήσει στρατιωτικά σε μια τέτοια παραβατική επίθεση, θα μπορούσαν να τύχουν εμπιστοσύνης οποιεσδήποτε εγγυήσεις ασφαλείας των ΗΠΑ;

ΟΧΙ ΑΛΛΗ ΠΡΟΣΠΟΙΗΣΗ

Η αντίληψη [32] του Μπάιντεν για την περιοχή δείχνει ότι αυτό το όραμα της περιφερειακής τάξης πραγμάτων αντέχει μεταξύ των ηγετών της περιοχής και των πολιτικών κύκλων της Ουάσιγκτον, παρά την σύγκρουση και την ανθρώπινη δυστυχία που έχει δημιουργήσει. Τα αραβικά καθεστώτα έχουν προσαρμοστεί αρκετά αποτελεσματικά στις απαιτήσεις της Ουάσιγκτον και έχουν αποδειχθεί αρκετά αποτελεσματικά στο να απωθούν οποιεσδήποτε προσπάθειες των ΗΠΑ να αλλάξουν πολιτικές. Τα μέλη της ομάδας του Μπάιντεν είναι, ως επί το πλείστον, πλάσματα της κυβέρνησης Κλίντον που πιστεύουν ότι διδάχθηκαν τα σωστά μαθήματα τόσο από τα χρόνια του Ομπάμα όσο και από του Τραμπ. Αλλά κατά ειρωνικό τρόπο, η Μέση Ανατολή που ελπίζουν να σχεδιάσουν μοιάζει περισσότερο με την περιφερειακή τάξη πραγμάτων που επιχείρησε ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους [ο νεότερος].

Αυτό που είναι αποκαλυπτικό για τον ενστερνισμό από την ομάδα του Μπάιντεν του μοντέλου της περιφερειακής τάξης πραγμάτων της εποχής του Μπους είναι ό,τι αφήνει εκτός: την «ατζέντα της ελευθερίας». Ο Μπους ίσως να εγκατέλειψε την ιδέα της προώθησης της δημοκρατίας στη Μέση Ανατολή όταν η Χαμάς κέρδισε τις παλαιστινιακές βουλευτικές εκλογές το 2006, αλλά η ρητορική της κυβέρνησης για δημοκρατική αλλαγή προσέφερε τουλάχιστον κάποιο θετικό όραμα για την περιφερειακή τάξη πραγμάτων. Στο πρόσφατο ταξίδι του στην Σαουδική Αραβία, ο Μπάιντεν το εγκατέλειψε εντελώς. Αυτό είναι κατανοητό για μια κυβέρνηση που ήθελε να βελτιώσει τις σχέσεις με τους Άραβες ηγέτες και να αποφύγει οτιδήποτε ίσως προκαλούσε την εχθρότητα τους. Αλλά αυτό έχει πραγματικό κόστος.

Η αραβική απολυταρχία ήταν η κόλλα που συγκρατούσε την υπό την ηγεσία των ΗΠΑ περιφερειακή τάξη πραγμάτων, τόσο την δεκαετία του 1990 όσο και την πρώτη δεκαετία αυτού του αιώνα. Οι αραβικές εξεγέρσεις [33] του 2011 το αναίρεσαν ετούτο με τρόπους που ακόμα δεν έχουν εκτιμηθεί πλήρως. Δεν παρήγαγαν πουθενά βιώσιμες δημοκρατικές μεταβάσεις, με το προεδρικό πραξικόπημα [34] της Τυνησίας, τον Ιούλιο του 2021, να σφραγίζει τη μοίρα μιας από τις ελάχιστες που είχαν αναδυθεί. Οι σημερινοί Άραβες αυταρχικοί θέλουν η Ουάσιγκτον να πιστέψει ότι έχει υπάρξει πλήρης αποκατάσταση της παλιάς τάξης πραγμάτων, ότι η δημοκρατία έχει πλέον φύγει από το τραπέζι και ότι έχουν και πάλι σταθερά τον έλεγχο. Οι ζοφεροί οικονομικοί δείκτες στο μεγαλύτερο μέρος της περιοχής, που επιδεινώθηκαν από την COVID-19 [35], μαζί με τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία και τις επαναλαμβανόμενες εκρήξεις λαϊκής κινητοποίησης σε απροσδόκητα μέρη όπως η Αλγερία, το Ιράκ, ο Λίβανος και το Σουδάν, υποδηλώνουν ότι αυτή η πίστη είναι απατηλή.

ΕΝΑΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ

Ακόμη και αν παραμερίσουμε την πιθανότητα νέων μαζικών εξεγέρσεων, η περιοχή σήμερα φαίνεται αρκετά διαφορετική από τις προηγούμενες εποχές της, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, περιφερειακής τάξης πραγμάτων. Η σημερινή Μέση Ανατολή είναι εσωτερικά πολυπολική, με την αραβική ισχύ να μετατοπίζεται από τα παραδοσιακά κέντρα του Λεβάντε και της Αιγύπτου στον [Περσικό] Κόλπο, και τα μη αραβικά κράτη όπως η Τουρκία, το Ισραήλ και το Ιράν να εμπλέκονται όλο και περισσότερο. Η υπαρξιακή ανασφάλεια των καθεστώτων μετά το σοκ του 2011, σε συνδυασμό με τον πολλαπλασιασμό των αποτυχημένων κρατών και των εμφυλίων πολέμων, μετατόπισε την λογική της επέμβασης και άλλαξε την ισορροπία δυνάμεων. Η άρνηση του Ομπάμα να επέμβει άπ’ ευθείας στην Συρία, η άρνηση του Τραμπ να απαντήσει στις πετρελαϊκές επιθέσεις της Σαουδικής Αραβίας και η απόσυρση του Μπάιντεν από το Αφγανιστάν άλλαξαν θεμελιωδώς την άποψη των Αράβων ηγετών για τις Ηνωμένες Πολιτείες ως πάροχο ασφάλειας.

Ταυτόχρονα, αυτή δεν είναι μια περίοδος κυριαρχίας των ΗΠΑ. Αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχει οτιδήποτε που να μοιάζει με μια νέα διπολικότητα ή ακόμα και πολυπολικότητα στον κόσμο. Η Ρωσία [36] ήταν πάντα περισσότερο ένας χαλαστής (spoiler) παρά ένας ανταγωνιστικός πόλος της ισχύος των ΗΠΑ, και πλέον αναλώνεται από τον πόλεμό [37] της στην Ουκρανία. Η Κίνα δεν έχει κάνει ακόμη μια προσπάθεια να μεταφράσει την ταχέως αναπτυσσόμενη οικονομική παρουσία της σε πολιτική ή στρατιωτική επιρροή και, ως επί το πλείστον, μοιράζεται τα βασικά συμφέροντα των ΗΠΑ, όπως η διατήρηση της ροής του πετρελαίου του Κόλπου.

Αλλά ακόμη και χωρίς έναν πραγματικό ισότιμο ανταγωνιστή, οι Ηνωμένες Πολιτείες απλώς δεν έχουν τους πόρους ή τις πολιτικές ικανότητες για να παίξουν τον ρόλο του ηγεμόνα στη Μέση Ανατολή. Οι περιφερειακές δυνάμεις δεν πιστεύουν πλέον ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν ή θα ενεργήσουν στρατιωτικά για να τις υπερασπιστούν. Οι αραβικές εξεγέρσεις [38] δίδαξαν σε αυτούς τους αυταρχικούς ηγέτες ότι η Ουάσιγκτον δεν μπορούσε να εγγυηθεί την επιβίωση καθεστώτων που εργάζονταν προς τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Η εθνικιστική τους στάση και τα αδιάκοπα παράπονα για την εγκατάλειψη τους από την Ουάσιγκτον δεν είναι απλώς μια διαπραγματευτική θέση που στοχεύει στην εξασφάλιση περισσότερων όπλων και πολιτικής υποστήριξης από τις ΗΠΑ (αν και είναι αυτό). Αντικατοπτρίζουν επίσης τις αυξημένες ικανότητες των αραβικών κρατών και τα βαθιά αισθήματά ανασφάλειας τους. Το να προσπαθεί κάποιος αναποτελεσματικά να καθησυχάσει αυτά τα κράτη δεν θα οδηγήσει πουθενά: οι αμφιβολίες τους είναι πολύ βαθιές και οι αμερικανικές ικανότητες και η πολιτική βούληση είναι καταφανώς ανεπαρκείς.

Αυτό ακούγεται σαν κάτι κακό, αλλά δεν χρειάζεται να είναι. Αντί να επιχειρείται η επανοικοδόμηση μιας τάξης πραγμάτων, τα θεμέλια της οποίας έχουν διαβρωθεί ανεπανόρθωτα, μια καλύτερη προσέγγιση θα ήταν να ενθαρρυνθούν οι κινήσεις που έκαναν μόνες τους οι χώρες για να αποκλιμακώσουν την περιφερειακή ένταση, απούσας της αμερικανικής ηγεσίας. Τον τελευταίο χρόνο, τα ΗΑΕ ανοικοδόμησαν τις σχέσεις τους με το Κατάρ και την Τουρκία, επικράτησαν εκεχειρίες στην Υεμένη [39] και στην Λιβύη [40], και ακόμη και η Σαουδική Αραβία διεξήγαγε προκαταρκτικές συνομιλίες με το Ιράν. Οι κινήσεις των Ηνωμένων Πολιτειών να οικοδομήσουν ένα ενιαίο μέτωπο εναντίον του Ιράν —κλιμακώνοντας τις πωλήσεις όπλων και επιβεβαιώνοντας τις εγγυήσεις ασφαλείας— θα μπορούσαν να αποδειχθούν βαθιά αντιπαραγωγικές σε αυτές τις τοπικές προσπάθειες. Όσο περισσότερο κινείται η Ουάσιγκτον για να επεκτείνει τις στρατιωτικές και πολιτικές δεσμεύσεις της ώστε να ηγηθεί μιας νέας περιφερειακής τάξης πραγμάτων, τόσο λιγότερο σταθερή θα γίνεται πιθανώς η περιοχή.

Η περιοχή είναι βαθιά αποδιοργανωμένη από το 2011 και μετά, και τα προβλήματά της είναι πάμπολλα. Αλλά το πώς επανοικοδομείται η τάξη πραγμάτων έχει βαθιές συνέπειες, και οι απαρχαιωμένες αντιλήψεις για την τάξη πραγμάτων θα συμβάλουν γρήγορα σε περισσότερη αποτυχία. Σήμερα, ο [Περσικός] Κόλπος είναι μια πιο ανεξάρτητη περιοχή, με αραβικά κράτη πρόθυμα και ικανά να δράσουν χωρίς να λαμβάνουν υπόψη μια υπερδύναμη - προστάτη. Αλλά εκτός από ελάχιστα εύπορα κράτη του [Περσικού] Κόλπου, η περιοχή είναι επίσης ένα συνονθύλευμα πολεμικών τοπίων και ένας τόπος όπου οι ολοένα και πιο βίαιοι αυταρχικοί μόλις που αντέχουν ενώπιον των τεράστιων και αυξανόμενων οικονομικών προβλημάτων. Παρά τις πρόσφατες καταπαύσεις του πυρός, οι συγκρούσεις στην Λιβύη, στην Συρία και στην Υεμένη συνεχίζουν να σιγοκαίνε και θα μπορούσαν να αναζωπυρωθούν ανά πάσα στιγμή. Οι αυταρχικοί και οι βασιλιάδες όλης της περιοχής προβάλλουν την σταθερότητα και την ομαλότητα, αλλά στην πραγματικότητα, τόσο οι οικονομικές όσο και οι πολιτικές συνθήκες είναι χειρότερες σήμερα από όσο ήταν τις παραμονές των εξεγέρσεων του 2011. Ελλείψει οποιασδήποτε ελπίδας για μια λύση δύο κρατών ή οποιουδήποτε σοβαρού διεθνούς περιορισμού στην κατοχή της, η αδιάκοπη επέκταση του Ισραήλ στην Δυτική Όχθη και η συνεχιζόμενη πολιορκία της Γάζας [41] θα μπορούσαν ανά πάσα στιγμή να πυροδοτήσουν άλλη μια κρίση.

Την ίδια στιγμή, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ένα χάος, που αναλώνεται σε πολιτικές εσωτερικές διαμάχες και πόλωση [42]. Η Ουάσιγκτον έχει σε μεγάλο βαθμό εγκαταλείψει ακόμη και το πρόσχημα της προώθησης της δημοκρατίας ή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων [43]. Οι υπέρμαχοι στο Ισραήλ και στον [Περσικό] Κόλπο υποστηρίζουν ότι οι Συμφωνίες του Αβραάμ παρέχουν ένα όραμα για την περιοχή, γύρω από το οποίο μπορεί να οικοδομηθεί μια τάξη πραγμάτων, αλλά όλα τα στοιχεία υποδηλώνουν ότι τα αραβικά κοινά απορρίπτουν συντριπτικά την ιδέα της ομαλοποίησης με το Ισραήλ, χωρίς μια επίλυση του παλαιστινιακού ζητήματος. Μια τάξη πραγμάτων που βασίζεται σε αυταρχικά καθεστώτα για την καταστολή της κοινής γνώμης, αντί να οικοδομεί μια τάξη πραγμάτων που κερδίζει τη νομιμοποίηση πέρα από τα ανάκτορα δεν θα είναι σταθερή ή διαρκής.

Θα ήταν όντως ειρωνικό εάν αυτή η τάξη πραγμάτων τερματιζόταν όπως τερματίστηκε η περιφερειακή τάξη πραγμάτων του Κλίντον την δεκαετία του 1990 — με έναν περιττό και καταστροφικό πόλεμο. Η μονομερής απόσυρση του Τραμπ από την πυρηνική συμφωνία του Ιράν το 2018 διέρρηξε θανάσιμα την προσπάθεια του Ομπάμα να οικοδομήσει μια εναλλακτική τάξη πραγμάτων. Ο Μπάιντεν δεν μπορούσε να υπερνικήσει τις τοξικές συνέπειες αυτού. Με την πυρηνική συμφωνία του Ιράν νεκρή, είναι πολύ εύκολο να οραματιστεί κάποιος την ίδια σταθερή διολίσθηση προς την υποστήριξη των ΗΠΑ σε έναν πόλεμο αλλαγής καθεστώτος στο Ιράν. Σίγουρα, ο Μπάιντεν έχει αποφύγει να συζητήσει την χρήση βίας εναντίον του Ιράν, και η απόσυρση [44] του από το Αφγανιστάν δίνει κάποια αξιοπιστία στην αποφασιστικότητά του να αποφύγει άλλον έναν πόλεμο μεγάλης κλίμακας. Αλλά η πίεση να αναλάβει αποφασιστική δράση θα αυξηθεί, καθώς οι επιλογές περιορίζονται στην αποδοχή ενός πυρηνικού Ιράν ή στην στρατιωτική δράση για την αποτροπή του. Η οδός που ακολουθεί ο Μπάιντεν για να ανοικοδομήσει την περιφερειακή τάξη πραγμάτων καθιστά πιο πιθανό ετούτο το καταστροφικό αποτέλεσμα.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/topics/biden-administration
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/israel/2022-07-01/what-america-s...
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-06-06/what-if-ukrai...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/2022-02-22/axis-abraham
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/2022-02-18/israels-n...
[6] https://www.foreignaffairs.com/issue-packages/2022-02-22/middle-east-moves
[7] https://www.foreignaffairs.com/regions/iran
[8] https://www.foreignaffairs.com/regions/middle-east
[9] https://www.foreignaffairs.com/topics/ghw-bush-administration
[10] https://www.foreignaffairs.com/topics/clinton-administration
[11] https://www.foreignaffairs.com/regions/united-states
[12] https://www.foreignaffairs.com/regions/iraq
[13] https://www.foreignaffairs.com/topics/united-nations
[14] https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/1991-06-01/new-arabia
[15] https://www.foreignaffairs.com/middle-east/price-order
[16] https://www.foreignaffairs.com/tags/diplomacy
[17] https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/2022-02-22/why-democ...
[18] https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/2021-05-14/us-can-ne...
[19] https://www.foreignaffairs.com/topics/civil-society
[20] https://www.foreignaffairs.com/articles/afghanistan/2020-09-09/al-qaedas...
[21] https://www.foreignaffairs.com/anthologies/2021-09-07/legacy-911
[22] https://www.foreignaffairs.com/topics/gw-bush-administration
[23] https://www.foreignaffairs.com/tags/isis
[24] https://www.foreignaffairs.com/authors/condoleezza-rice
[25] https://www.foreignaffairs.com/articles/2017-03-25/evolution-hamas
[26] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2020-01-14/hezboll...
[27] https://www.foreignaffairs.com/topics/obama-administration
[28] https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/2020-12-08/arab-upri...
[29] https://www.foreignaffairs.com/topics/human-rights
[30] https://www.foreignaffairs.com/articles/iran/2018-05-10/strategic-disast...
[31] https://www.foreignaffairs.com/regions/saudi-arabia
[32] https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/2022-07-06/americas-...
[33] https://www.foreignaffairs.com/articles/libya/2011-04-03/demystifying-ar...
[34] https://www.foreignaffairs.com/tunisia/tunisia-model-crisis
[35] https://www.foreignaffairs.com/tags/coronavirus
[36] https://www.foreignaffairs.com/regions/russian-federation
[37] https://www.foreignaffairs.com/tags/war-ukraine
[38] https://www.foreignaffairs.com/articles/syria/2012-12-03/promise-arab-sp...
[39] https://www.foreignaffairs.com/articles/yemen/2022-06-28/surprising-succ...
[40] https://www.foreignaffairs.com/regions/libya
[41] https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/2021-05-19/fighting-...
[42] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2022-01-20/america...
[43] https://www.foreignaffairs.com/world/why-human-rights-movement-losing
[44] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2021-09-01/right-l...

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/united-states/new-old-middle-eastern-order

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition