Η αυγή της διπλωματίας των drones | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η αυγή της διπλωματίας των drones

Τα μη επανδρωμένα οχήματα ανατρέπουν το εμπόριο όπλων —και την ισορροπία δυνάμεων

Η πώληση drones σε περίοδο υψηλής ζήτησης αυξάνει την διπλωματική ισχύ ενός κράτους-προμηθευτή με τρεις σημαντικούς και συχνά συμπληρωματικούς τρόπους. Πρώτον, η εξαγωγή drones εμβαθύνει τους δεσμούς με τις κυβερνήσεις-πελάτες. Η πώληση ενός drone συνεπάγεται περισσότερα από τη μεταφορά ενός μηχανήματος. Οι εξαγωγές συνοδεύονται συνήθως από μακροπρόθεσμη εκπαίδευση, υλικοτεχνική βοήθεια, και συμφωνίες συντήρησης που έχουν διαρκή αποτελέσματα. Ένα κράτος εισαγωγής εξαρτάται από το κράτος-προμηθευτή του για αναβαθμίσεις και ανταλλακτικά. Οι εξαγωγείς εκπαιδεύουν τα πληρώματα των drones στα κράτη εισαγωγής, οικοδομώντας σχέσεις που διαρκούν καθώς το προσωπικό ανεβαίνει στην ιεραρχία. Αυτές οι συνδέσεις δημιουργούν νέους δρόμους μέσω των οποίων ένα κράτος προμηθευτής μπορεί να επηρεάσει την χάραξη πολιτικής. Πράγματι, ένα ιρανικό πρακτορείο ειδήσεων που συνδέεται με το Σώμα των Φρουρών της Επανάστασης του Ιράν διακήρυξε ότι οι εξαγωγές drones του Ιράν «εμβαθύνουν την στρατηγική επιρροή του» διεθνώς.

Τα κράτη-προμηθευτές εδραιώνουν όλο και περισσότερο αυτές τις σχέσεις με το να ανοίγουν υπερπόντια εργοστάσια κατασκευής drones. Το Ιράν [3] δημιούργησε γραμμές παραγωγής drones στο Τατζικιστάν και την Βενεζουέλα, και η Τουρκία σχεδιάζει να κατασκευάσει εργοστάσιο TB2 στην Ουκρανία. Ο ανώτατος στρατηγός του Ιράν περιέγραψε το άνοιγμα του εργοστασίου στο Τατζικιστάν ως σημείο καμπής στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών. Πράγματι, τα drones μπορούν να χρησιμεύσουν ως πύλη εξαγωγών που θέτει τις βάσεις για ευρύτερες μεταφορές όπλων, με το να αποδεικνύουν την αποτελεσματικότητα του υλικού ενός προμηθευτή και καθιερώνοντας διαδικασίες για μελλοντικές μεταφορές όπλων. Η Ρωσία, για παράδειγμα, εξετάζει τώρα το ενδεχόμενο να αγοράσει βαλλιστικούς πυραύλους από το Ιράν.

Δεύτερον, οι εξαγωγές drones βοηθούν τα κράτη-προμηθευτές να ανταγωνίζονται τους αντιπάλους τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η εξαγωγή drones επιτρέπει στα κράτη-προμηθευτές να αμφισβητούν περιφερειακούς εχθρούς. Για παράδειγμα, οι τουρκικές μεταφορές drones στο Αζερμπαϊτζάν συνέβαλαν στην ήττα της Αρμενίας στον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ το 2020, ταπεινώνοντας τον μακροχρόνιο αντίπαλο της Τουρκίας και αναγκάζοντάς τον να παραχωρήσει εδάφη. Ομοίως, η Τεχεράνη εξόπλισε τους πληρεξουσίους της με drones για να επιτεθούν σε στόχους σε αραβικά κράτη του Κόλπου, στο Ισραήλ, και στην Υεμένη.

Σε άλλες περιπτώσεις, οι μεταβιβάσεις drones δίνουν στα κράτη την δυνατότητα να εμπλακούν σε πολέμους πληρεξουσίων πιο μακριά. Όταν το Ιράν πουλά drones στην Ρωσία, για παράδειγμα, υποστηρίζει επιθέσεις στην Ουκρανία [4], η οποία υποστηρίζεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ταυτόχρονα, επιδεικνύει ικανότητες που το Ιράν θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών σε μια μελλοντική σύγκρουση. Σίγουρα, αυτό συνεπάγεται πολιτικούς και στρατιωτικούς κινδύνους. Οι εξαγωγές drones της Τεχεράνης προκάλεσαν νέες κυρώσεις και η χρήση ιρανικών drones στην Ουκρανία βοηθά τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους να αναπτύξουν αντίμετρα. Αλλά για την Τεχεράνη, η εδραίωση των δεσμών με την Ρωσία φαίνεται να αντισταθμίζει αυτούς τους κινδύνους.

Καθώς οι προμηθευτές drones διαφοροποιούν την παραγωγή μέσω υπερπόντιων εργοστασίων, η διπλωματία τους θα γίνει πιο ανθεκτική και λιγότερο ευάλωτη σε διαταραχές από τους αντιπάλους. Το Ισραήλ, για παράδειγμα, έχει βομβαρδίσει εγκαταστάσεις παραγωγής drones στο Ιράν, αλλά μπορεί να θεωρήσει πολύ επικίνδυνο να επιτεθεί σε ιρανικά εργοστάσια σε χώρες με φιλικότερους διπλωματικούς δεσμούς, όπως το Τατζικιστάν.

Τέλος, τα κράτη-προμηθευτές χρησιμοποιούν τις μεταβιβάσεις drones για να αποσπάσουν παραχωρήσεις από τους πελάτες. Σύμφωνα με τον ειδησεογραφικό ιστότοπο Al-Monitor, η πώληση 20 drones από την Τουρκία στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα παρείχε στην Άγκυρα αρκετή μόχλευση ώστε να επηρεάσει τους αξιωματούχους των Εμιράτων να περιορίσουν την πρόσβαση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ενός επιφανούς αφεντικού της τουρκικής μαφίας που έγινε πληροφοριοδότης ενώ ζούσε στο Ντουμπάι. Και τον Δεκέμβριο του 2022, αξιωματούχοι της αμερικανικής κυβέρνησης ανακοίνωσαν ότι η Ρωσία παρέχει πλέον στο Ιράν ένα «άνευ προηγουμένου επίπεδο» προηγμένου στρατιωτικού εξοπλισμού -ενδεχομένως συμπεριλαμβανομένων μαχητικών αεροσκαφών πέμπτης γενιάς Su-35- εν μέρει λόγω της μεταβίβασης ιρανικών drones.

Με το να εμβαθύνει τους δεσμούς με τα κράτη-πελάτες, να αντιμετωπίζει αντιπάλους, και να αποσπά παραχωρήσεις ως ανταλλάγματα (quid pro quo), η διπλωματία των drones απειλεί την περιφερειακή σταθερότητα και αμφισβητεί την επιρροή των καθιερωμένων εξαγωγέων όπλων, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες. Πράγματι, προμηθευτές drones όπως το Ιράν, εξοπλίζουν συστηματικά κράτη όπως το Σουδάν, την Συρία, και την Βενεζουέλα, τα οποία διαφορετικά δεν θα ήταν σε θέση να αποκτήσουν drones λόγω κυρώσεων και άλλων πολιτικών εμποδίων. Τα νεοαποκτηθέντα drones επιτρέπουν σε αυτά τα κράτη να αναζωπυρώνουν παγωμένες συγκρούσεις, να παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, και να υπονομεύουν τις υπό διεθνή καθοδήγηση προσπάθειες επίλυσης συγκρούσεων. Τα τελευταία χρόνια, ακτιβιστές και νομοθέτες επέκριναν την πώληση drones TB2 από την Τουρκία στην Αιθιοπία [5], επειδή επέτρεψε επιθέσεις που φέρεται να σκότωσαν δεκάδες αμάχους.

ΚΑΤΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΑΠΟ ΕΝΑ ΟΠΛΟ

Καθώς τα κράτη χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο τα drones ως ένα νόμισμα για διακρατικό ανταγωνισμό, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα παλέψουν με το πώς να ανταποκριθούν. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα κράτη-προμηθευτές θα ανταγωνίζονται για τους ίδιους πελάτες. Όποιος τελικά κερδίσει το συμβόλαιο ίσως επίσης να εξασφαλίσει μια θέση ως προτιμώμενος εταίρος ασφαλείας, καθιστώντας δύσκολη την άσκηση επιρροής από άλλα κράτη.