Η επιστροφή των κατακτήσεων; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η επιστροφή των κατακτήσεων;

Γιατί το μέλλον της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων κρέμεται από την Ουκρανία*

Παρ' όλα τα οφέλη του, ο κανόνας κατά της εδαφικής κατάκτησης είχε επίσης ακούσιες συνέπειες. Μια είναι η σκλήρυνση των διακρατικών συνόρων, με τρόπους που δημιουργούν ώριμες συνθήκες για κρατική αποτυχία και κατάρρευση. Όπως έχει δείξει ο πολιτικός επιστήμονας Boaz Atzili, η «σταθερότητα των συνόρων» έχει απελευθερώσει τους ηγέτες των αδύναμων κρατών από την υποχρέωση να κατευθύνουν την προσοχή τους στην προστασία των συνόρων τους από την εξωτερική αρπαγή. Ο δικτάτορας του Ζαΐρ, Mobutu Sese Seko, κατάφερε να εστιάσει τις προσπάθειές του στο να αποσπάσει πόρους για προσωπικό όφελος, εν μέρει διότι δεν χρειαζόταν έναν ισχυρό στρατό για να υπερασπιστεί τα σύνορα της χώρας του. Και όπως έχει δείξει η κοινωνιολόγος Ann Hironaka, ο κανόνας κατά της εδαφικής κατάκτησης έχει επίσης συμβάλει στην αύξηση των «ατέρμονων πολέμων». Αντί να διευθετούν τις διαφορές τους για τον πολιτικό έλεγχο με το να επιχειρούν να καταλάβουν εδάφη, οι οπορτουνιστές ηγέτες έχουν παρέμβει σε εμφύλιους πολέμους σε αδύναμα κράτη για να παρατείνουν τις συγκρούσεις και να αποδυναμώσουν περαιτέρω τις ασταθείς κυβερνήσεις –όπως, για παράδειγμα, έκανε η Νότιος Αφρική [11] στην Αγκόλα την δεκαετία του 1980.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο κανόνας κατά της εδαφικής κατάκτησης αναδύθηκε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο [12]. Η φρίκη εκείνης της σύγκρουσης, σε συνδυασμό με την αυγή της πυρηνικής εποχής, παρακίνησαν τις μεγάλες δυνάμεις να αποφύγουν μελλοντικούς πολέμους. Η εποχή του διπολισμού μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σοβιετικής Ένωσης επέτρεψε τόσο την αλλαγή καθεστώτων όσο και την διατήρηση των διεθνών συνόρων. Η παγκοσμιοποίηση μείωσε επίσης τα οικονομικά οφέλη της εδαφικής κατάκτησης: το αυξημένο εμπόριο σήμαινε ότι οι χώρες μπορούσαν να έχουν πρόσβαση σε πόρους άλλων κρατών χωρίς να καταφεύγουν στην βία.

Όχι μόνο ήταν ασφαλή τα σύνορα˙ η ίδια η κρατική υπόσταση έγινε ένα όλο και πιο πολύτιμο αγαθό, εν μέρει διότι οι μεταπολεμικοί ηγέτες των προσφάτως ανεξάρτητων χωρών μπορούσαν να είναι βέβαιοι ότι ο κανόνας κατά της εδαφικής κατάκτησης θα ίσχυε, και ότι τα νεοσύστατα κράτη τους θα ήταν ασφαλή. Αλλά είναι ακριβώς οι πολίτες αυτών των νέων κρατών, πολλά εκ των οποίων βρίσκονται στον μετασοβιετικό χώρο, που δικαίως είναι οι πλέον ανήσυχοι για το μέλλον των χωρών τους.

ΜΙΑ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία ρίχνει φως στην αβεβαιότητα του κανόνα εναντίον της εδαφικής κατάκτησης. Τα καλά νέα είναι ότι η κατακραυγή ήταν γρήγορη και ευρεία, με μια ποικιλία δρώντων να ανησυχούν ότι η επίθεση του Πούτιν θα μπορούσε να υπονομεύσει την σταθερότητα των συνόρων παγκοσμίως. Ακόμη και όσοι δεν συμμετείχαν στην χάραξη των σημερινών εθνικών συνόρων έχουν εκφράσει την γνώμη τους με πάθος. «Συμφωνήσαμε ότι θα συμβιβαζόμασταν με τα σύνορα που κληρονομήσαμε», είπε ο Martin Kimani, πρεσβευτής της Κένυας στον ΟΗΕ, σε συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας στις 22 Φεβρουαρίου. «Επιλέξαμε να ακολουθήσουμε τους κανόνες του Οργανισμού Αφρικανικής Ενότητας και της Χάρτας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών», συνέχισε, «όχι διότι μας ικανοποιούσαν τα σύνορά μας, αλλά διότι θέλαμε κάτι πιο σπουδαίο, σφυρηλατημένο εν ειρήνη». Οι ηγέτες χωρών από την Αλβανία έως την Αργεντινή έχουν καταδικάσει την ρωσική εισβολή για παρόμοιους λόγους.

Εν μέρει, η μοίρα του κανόνα εναντίον της εδαφικής κατάκτησης εξαρτάται από τον βαθμό στον οποίο ο Πούτιν θα τον παραβιάσει στην Ουκρανία. Εάν ο Πούτιν καταλήξει να αντικαταστήσει την κυβέρνησης του Ουκρανού προέδρου, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, και να εγκαταστήσει ένα καθεστώς-μαριονέτα στην Ουκρανία, θα εμπλέκετο σε μια κραυγαλέα αλλαγή καθεστώτος και θα κατάφερε ένα σοβαρότατο πλήγμα στον ουκρανικό λαό [13]. Αλλά δεν θα αμφισβητούσε αυτόν καθ’αυτόν τον κανόνα εναντίον της εδαφικής κατάκτησης. Η χώρα θα βρισκόταν υπό τον έμμεσο, και όχι υπό τον άμεσο, ρωσικό έλεγχο.

Ομοίως, εάν ο Πούτιν επιχειρήσει να απορροφήσει την Κριμαία, τη Ντονέτσκ και την Λουχάνσκ -περιοχές που έχει διεκδικήσει επί μακρόν ως ρωσικό έδαφος- και ο υπόλοιπος κόσμος συναινέσει, θα αποδυνάμωνε αλλά δεν θα ανέτρεπε πλήρως τον κανόνα που προστατεύει την εδαφική ακεραιότητα ενός κράτους, διότι το μεγαλύτερο μέρος της Ουκρανίας θα παρέμενε ανέπαφο. Ακόμα κι έτσι, η αποδοχή μιας περιορισμένης παραβίασης του κανόνα ίσως προκαλέσει μακροπρόθεσμα μεγαλύτερη ζημιά από την απόρριψη μιας σημαντικής παραβίασής του. Εξάλλου, είναι πιθανό ότι η σχετικά αδύναμη απάντηση της Δύσης στην προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία το 2014 [14] ενθάρρυνε τον Πούτιν.

Υπάρχει λόγος να φοβόμαστε ότι οι φιλοδοξίες του Πούτιν υπερβαίνουν κατά πολύ αυτούς τους στόχους. Όπως υποδηλώνουν τα σχόλιά του, που αμφισβητούν τη νομιμοποίηση της Ουκρανίας ως ανεξάρτητης χώρας, ο Πούτιν φαίνεται να ενδιαφέρεται για πολύ περισσότερα από το να τοποθετήσει απλώς έναν φίλο του ως επικεφαλής μιας πρώην σοβιετικής δημοκρατίας ή να αποσπάσει τμήματα της χώρας˙ ίσως αναλογίζεται την επαναχάραξη του χάρτη της Ευρώπης ώστε να επανέλθει στην αυτοκρατορική Ρωσία. Εάν η Ρωσία επρόκειτο να καταλάβει ολόκληρη την Ουκρανία, ο Πούτιν θα κατέστρεφε οριστικά τον κανόνα κατά της εδαφικής κατάκτησης.

Εάν ο Πούτιν έφτανε τόσο μακριά, τότε η μοίρα του κανόνα θα εξαρτάτο σε μεγάλο βαθμό από το πώς θα αντιδρούσε ο υπόλοιπος κόσμος. Οι κανόνες τρέφονται από την επιβολή τους. Το 2013, ο Σύρος πρόεδρος, Μπασάρ αλ Άσαντ, παραβίασε σαφώς τον κανόνα κατά της χρήσης χημικών όπλων (και το διεθνές δίκαιο) όταν εκτόξευσε ρουκέτες γεμάτες με [νευροτοξικό παράγοντα] σαρίν στα προάστια της Δαμασκού. Παρόλο που ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, είχε δηλώσει ότι η χρήση χημικών όπλων αποτελούσε κόκκινη γραμμή, η απάντηση σε αυτή την παραβίαση ήταν τόσο χλιαρή, ώστε θα μπορούσε κάποιος να ρωτήσει εάν το ταμπού κατά των χημικών όπλων εξακολουθεί να ισχύει.