Το επείγον έργο της Ταϊβάν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το επείγον έργο της Ταϊβάν

Μια ριζοσπαστική νέα στρατηγική για να κρατήσει μακριά την Κίνα

Από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία, ένας αυξανόμενος αριθμός Αμερικανών αξιωματούχων έχουν τονίσει την επείγουσα ανάγκη αποτροπής της κινεζικής στρατιωτικής δράσης κατά της Ταϊβάν. Τα σχόλια του προέδρου Σι Τζινπίνγκ τον Οκτώβριο ενίσχυσαν αυτή την άποψη όταν δήλωσε ότι η Κίνα ήταν έτοιμη να λάβει «όλα τα απαραίτητα μέτρα» κατά της ξένης «παρέμβασης» στο νησί και ότι «οι τροχοί της ιστορίας κινούνται προς την επανένωση της Κίνας» με αυτό. Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, προειδοποίησε ότι το Πεκίνο ίσως να σκοπεύει να καταλάβει την Ταϊβάν με ένα «πολύ ταχύτερο χρονοδιάγραμμα» από όσο πιστευόταν προηγουμένως.

27012023-1.jpg

Ταϊβανοί στρατιώτες στην Kaohsiung, στην Ταϊβάν, τον Ιανουάριο του 2023. Ann Wang / Reuters
--------------------------------------------

Παρά την εκτίμηση αυτή, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν αφιερώσει επαρκή προσοχή στην τρέχουσα προσέγγιση για την αποτροπή —και κατά πόσο είναι επαρκής για την αντιμετώπιση μιας επιταχυνόμενης απειλής. Για χρόνια, η Ταϊβάν προετοιμάζεται για έναν συμβατικό πόλεμο με την Κίνα, για τον οποίο έχει αποκτήσει πολύ στρατιωτικό υλικό από τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως άρματα μάχης Abrams και τζετ F-16. Αλλά η Ταϊβάν δεν μπορεί φτάσει την Κίνα σε αυτές τις κατηγορίες, και μια άμεση στρατιωτική αντιπαράθεση είναι κάτι που δεν μπορεί να κερδίσει. Επιπλέον, παρά τη μακροχρόνια πολιτική της στρατηγικής ασάφειας, η Ουάσιγκτον έχει υπονοήσει ότι θα ερχόταν σε βοήθεια της Ταϊβάν εάν η Κίνα εισέβαλε. Ωστόσο, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν λάβει επαρκή μέτρα για να θέσουν επί τόπου στρατιωτικούς πόρους και να αυξήσουν την δική τους ικανότητα για ανεφοδιασμό αυτών των πόρων εν όψει ενός τέτοιου γεγονότος.

Μια κινεζική εισβολή στην Ταϊβάν δεν θα έμοιαζε με την σύγκρουση της Ουκρανίας στην οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους μπόρεσαν να δημιουργήσουν οικονομικές κυρώσεις και να προμηθεύσουν την Ουκρανία με όλο και πιο ισχυρά όπλα για πολλούς μήνες. Δεδομένης της τοποθεσίας της Ταϊβάν -μόλις 100 μίλια από την ηπειρωτική Κίνα και 5.000 μίλια από την έδρα της Διοίκησης Ινδο-Ειρηνικού των Ηνωμένων Πολιτειών στην Χαβάη- η Ουάσιγκτον δεν θα είχε χρόνο να προετοιμάσει μια απάντηση μόλις μια εισβολή μπει σε πορεία. Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες χρειαζόταν να υπερασπιστούν την Ταϊβάν χωρίς επαρκή προγραμματισμό, το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι πραγματικά καταστροφικό. Εάν η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες πάνε σε πόλεμο, θα υπήρχαν λίγα κίνητρα σε κάθε πλευρά να υποχωρήσει και πολλά μονοπάτια για ταχεία κλιμάκωση. Με την προοπτική μιας ιστορικά καταστροφικής σύγκρουσης να είναι διαφαινόμενη, η διασφάλιση αποτελεσματικής αποτροπής είναι η πιο κρίσιμη πρόκληση εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ στην Ασία και μακράν η πιο επείγουσα.

Δεδομένης της αυξανόμενης απειλής εισβολής, το να αποτραπεί η Κίνα θα απαιτήσει μια πολύ πιο ενεργητική προσέγγιση. Η Ταϊβάν πρέπει να επανασχεδιάσει τον τρόπο με τον οποίο οι δυνάμεις της οργανώνονται, οπλίζονται, και αναπτύσσονται, ώστε να μπορεί να αρνηθεί στην Κίνα μια γρήγορη νίκη. Ταυτόχρονα, η Ουάσιγκτον πρέπει να εξελίξει την δική της πολιτική, καθιστώντας σαφές ότι η άμεση στρατιωτική υποστήριξη είναι διαθέσιμη στην Ταϊβάν σήμερα και θα ενισχυόταν εάν επρόκειτο να πραγματοποιηθεί εισβολή. Πάνω απ' όλα, με τις ενέργειες και τις προετοιμασίες τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ταϊβάν πρέπει να επιδιώξουν να αυξήσουν σημαντικά την αβεβαιότητα στο μυαλό του Xi σχετικά με το εάν η στρατιωτική δράση εναντίον του νησιού θα πετύχει. Η αποτροπή απέτυχε στην Ουκρανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να διασφαλίσουν ότι δεν θα αποτύχει στην Ταϊβάν.

ΤΟ ΠΑΝΤΑ ΚΑΙ Ο ΣΚΑΝΤΖΟΧΟΙΡΟΣ

Οποιαδήποτε αποτελεσματική στρατηγική αποτροπής κατά της Κίνας πρέπει να ξεκινήσει με την άμυνα της ίδιας της Ταϊβάν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να δώσουν σήμα στο Πεκίνο ότι η Ταϊβάν θα αντισταθεί σε μια εισβολή εξίσου σκληρά και δημιουργικά με την Ουκρανία. Για να είναι αξιόπιστη, η Ταϊβάν θα πρέπει να διπλασιάσει το ποσοστό του προϋπολογισμού της που προορίζεται για την άμυνα και να διπλασιάσει την τρέχουσα ισχύ των στρατευμάτων της, των 169.000 ατόμων. Επί του παρόντος, η Ταϊπέι ξοδεύει περίπου 19 δισεκατομμύρια δολάρια για την άμυνα, αριθμός που ωχριά σε σύγκριση με τα 293 δισεκατομμύρια δολάρια της Κίνας. Και παρόλο που η Ταϊβάν δεν θα μπορέσει να κλείσει το χάσμα με τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό της Κίνας (PLA), μπορεί να αυξήσει σημαντικά την αποτροπή με έναν ισχυρότερο και πιο προετοιμασμένο στρατό. Ο στόχος πρέπει να είναι η άρνηση της εύκολης πρόσβασης στο νησί και η πρόκληση σημαντικής ζημιάς στις επιτιθέμενες κινεζικές δυνάμεις, αγοράζοντας χρόνο για τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους για να βοηθήσουν.

Αλλά οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ και της Ταϊβάν πρέπει επίσης να αναγνωρίσουν τη μονόπλευρη απειλή που αντιμετωπίζει η Ταϊβάν. Ιστορικά, η Ταϊβάν έχει ξοδέψει τον αμυντικό της προϋπολογισμό για τον εξοπλισμό του στρατού της για μια μετωπική σύγκρουση με την Κίνα, μεταξύ άλλων μέσω της εκτεταμένης αγοράς αμερικανικών αρμάτων μάχης και μαχητικών αεροσκαφών. Αλλά δεδομένου του συντριπτικού αριθμού τανκς, πλοίων, και αεροπλάνων που μπορεί τώρα να τοποθετήσει η Κίνα, αυτό δεν αποτελεί αποτελεσματική χρήση των κεφαλαίων για προμήθειες. Για παράδειγμα, αν και η Ταϊβάν έχει τώρα 400 μαχητικά αεροσκάφη και 800 τανκς, οι δυνάμεις της είναι μικρές σε σύγκριση με τα 1.600 μαχητικά και τα 6.300 τανκς της Κίνας. Η Κίνα διαθέτει επίσης 450 βομβαρδιστικά, εννέα πυρηνικά υποβρύχια, δύο αεροπλανοφόρα, και άλλον εξοπλισμό που η Ταϊβάν δεν διαθέτει. Και όσον αφορά το ανθρώπινο δυναμικό, η Κίνα έχει έναν μόνιμο στρατό με περισσότερους από δύο εκατομμύρια στρατιώτες —σχεδόν 12 φορές περισσότερους από της Ταϊβάν.

Αντιμέτωπη με αυτή την δραματική διαφορά δυνάμεων, η Ταϊβάν θα ήταν καλύτερα να αναπτύξει ασύμμετρες ικανότητες που μπορούν να εμποδίσουν την ανώτερη δύναμη πυρός. Η κυβέρνηση της Ταϊβάν θα μπορούσε, για παράδειγμα, να αγοράσει τα Δεδομένα ως Υπηρεσία (data as a service, DaaS) από αποκλειστικούς εμπορικούς δορυφόρους, οι οποίοι θα μπορούσαν να παρέχουν εικόνες για το τι και πόσες κινεζικές δυνάμεις συγκεντρώνονται ώστε να αποκτήσουν όσο το δυνατόν περισσότερη έγκαιρη προειδοποίηση. Οι δορυφόροι Ραντάρ Συνθετικού Ανοίγματος (Synthetic Aperture Radar, SAR), για παράδειγμα, μπορούν να παρέχουν εικόνες της γης με ανάλυση έως το ένα τρίτο του μέτρου και, σε αντίθεση με τους παραδοσιακούς οπτικούς δορυφόρους, μπορούν να λειτουργούν μέσω νεφών και τη νύχτα. Οι εικόνες SAR έχουν αλλάξει το παιχνίδι για τις ουκρανικές δυνάμεις, δίνοντας στο Κίεβο μια εικόνα σε πραγματικό χρόνο των ρωσικών τανκς, φορτηγών, και χερσαίων δυνάμεων. Επιπλέον, δεδομένου ότι αυτή η τεχνολογία είναι διαθέσιμη στο εμπόριο, ούτε ο ταϊβανέζικος ούτε ο αμερικανικός στρατός χρειάζεται να κατέχουν τους δορυφόρους ή τους πυραύλους για την εκτόξευσή τους.

Η Ταϊβάν πρέπει επίσης να οικοδομήσει ένα ανθεκτικό και ευέλικτο δίκτυο επικοινωνιών. Η Ουκρανία έχει δείξει την αποτελεσματικότητα του συστήματος Starlink της SpaceX, το οποίο επέτρεψε στην χώρα να αντέχει σε επαναλαμβανόμενες επιθέσεις στην υποδομή της χωρίς να χάσει τις επικοινωνίες για τον στρατό ή τους πολίτες της. Η Ταϊβάν θα πρέπει να δημιουργήσει ένα παρόμοιο σύστημα διαστήματος-εδάφους για να εξασφαλίσει αδιάλειπτη διαθεσιμότητα επικοινωνιών κατά την διάρκεια μιας εισβολής. Επιπλέον, η Ταϊβάν θα πρέπει να επενδύσει περισσότερους πόρους στην κυβερνο-άμυνα —για να προστατεύσει την κρίσιμη υποδομή της— και, με την βοήθεια της Διοίκησης Κυβερνοχώρου των ΗΠΑ, σε επιθετικές κυβερνο-δυνατότητες για να διαταράξει τις επιχειρήσεις του PLA κατά την διάρκεια μιας επίθεσης.

Όπως επέδειξαν οι ουκρανικές δυνάμεις, η Ταϊβάν μπορεί να ενισχύσει τον στρατό της με μικρότερα, εξυπνότερα όπλα. Ο ναύαρχος Lorin Selby και εγώ, καθώς και ο πρώην ανώτερος σύμβουλος του State Department, James Timbie και ο ναύαρχος James O. Ellis, Jr., υποστήριξαν ότι η Ταϊβάν θα μπορούσε να ενισχύσει τις δυνάμεις της αποκτώντας «ένα μεγάλο αριθμό μικρών πραγμάτων» —όπλα που μπορούν να προσφέρουν ισχυρά αποτροπή ενάντια σε μια δύναμη εισβολής, χρησιμεύοντας ως αντιστάθμισμα στις μεγάλες πλατφόρμες όπλων που αναμένεται να εμπλέξει η Κίνα. Παραδείγματα αυτών περιλαμβάνουν έξυπνες νάρκες (οι οποίες μπορούν να ενεργοποιηθούν και να απενεργοποιηθούν)˙ αντιπλοϊκούς πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς πέρα από τον ορίζοντα (Harpoons)˙ αντιαρματικούς πυραύλους Javelin˙ και αντιαεροπορικές άμυνες όπως το High Mobility Artillery Rocket System (HIMARS). Όλα αυτά τα όπλα έχουν αποδειχθεί πολύτιμα στην Ουκρανία. Ωστόσο, για να μπορέσει η Ταϊβάν να τα χρησιμοποιήσει, θα πρέπει να είναι ήδη στην θέση τους την στιγμή μιας κινεζικής επίθεσης.

Ένας άλλος τρόπος ώστε η Ταϊβάν να ενισχύσει την αποτροπή της θα ήταν να αποκτήσει περισσότερα μη επανδρωμένα στρατιωτικά συστήματα. Τέτοια αυτόνομη τεχνολογία περιλαμβάνει μικρά drones που μπορούν να συρρέουν στον αέρα˙ σκάφη επιφανείας με ηλιακή ενέργεια για πληροφορίες, επιτήρηση, και αναγνώριση˙ και υποθαλάσσια σκάφη που μπορούν να συγκεντρώσουν πληροφορίες ή να αναχαιτίσουν εχθρικά σκάφη. Ένας συνδυασμός αυτών των συστημάτων θα έδινε στην Ταϊβάν πιο ολοκληρωμένες πληροφορίες και, ενδεχομένως, την δύναμη να αναχαιτίζει πλοία σε όλο τον Ειρηνικό -δυνατότητες που της λείπουν επί του παρόντος. Οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδεικνύουν ήδη τα οφέλη τέτοιων τεχνολογιών σήμερα με την Task Force 59 του ναυτικού, που έχει συσταθεί για να ενσωματώνει μη επανδρωμένα συστήματα, δεδομένα αισθητήρων, και τεχνητή νοημοσύνη στις θαλάσσιες επιχειρήσεις. Σε συνδυασμό με βελτιωμένες δορυφορικές εικόνες, αυτές οι δυνατότητες θα παρεμπόδιζαν την ικανότητα των ναυτικών δυνάμεων της Κίνας να προβάλλουν ισχύ ή να λειτουργούν απαρατήρητες στα ύδατα της Ταϊβάν.

Αλλά οι ασύμμετρες και αυτόνομες δυνατότητες από μόνες τους δεν θα είναι αρκετές για να αντέξουν μια κινεζική εισβολή. Οι δυνάμεις της Ταϊβάν θα χρειαστούν επίσης άμεση πρόσβαση σε καύσιμα, πυρομαχικά, τρόφιμα, και ιατρικές προμήθειες για να διατηρήσουν τις αμυντικές τους προσπάθειες στην αρχική φάση οποιασδήποτε επίθεσης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να προ-τοποθετήσουν αυτές τις προμήθειες ώστε να είναι προσβάσιμες πριν από μια πιθανή κινεζική επίθεση ή ναυτικό αποκλεισμό. Επί του παρόντος, για παράδειγμα, η Ταϊβάν έχει εφόδια καυσίμων μόνο για επτά ημέρες -για όλες τις ανάγκες της ως έθνος - συγκεντρωμένα σε δεξαμενές στην δυτική ακτή της. Διανέμοντας άφθονα καύσιμα και άλλες προμήθειες σε όλο το νησί καθώς και σε κοντινά νησιά, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους μπορούν να βοηθήσουν την Ταϊβάν να αντέξει μια αρχική επίθεση και να εμποδίσουν την Κίνα να μπλοκάρει κρίσιμες γραμμές ανεφοδιασμού. Ο στόχος θα πρέπει να είναι να μεταμορφωθεί η Ταϊβάν σε αυτό που πολλοί αποκαλούν δύσπεπτο σκαντζόχοιρο, γεμάτο με ασύμμετρες στρατιωτικές δυνατότητες που θα αιφνιδίαζαν και θα απογοήτευαν οποιαδήποτε δύναμη εισβολής.

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΑΣΑΦΕΙΑ, ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΔΕΣΜΕΥΣΗ

Καθώς το Πεκίνο εντείνει την πίεσή του στην Ταϊβάν, οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν ένα αυξανόμενο δίλημμα. Από τη μια πλευρά, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, έχει επαναλάβει δημοσίως τέσσερις φορές ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα μείνουν με σταυρωμένα τα χέρια εάν η Κίνα κινηθεί για να καταλάβει την Ταϊβάν. Αλλά από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με τη μακροχρόνια πολιτική τους της στρατηγικής ασάφειας, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν δεσμεύονται ρητά να υπερασπιστούν το νησί, επιφυλάσσοντας αντίθετα το δικαίωμά τους να απαντήσουν σε περίπτωση επίθεσης. Σαφώς, αυτή η προσέγγιση αναμονής δεν εξυπηρετεί πλέον τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι προετοιμασμένες εκ των προτέρων με προ-τοποθετημένο υλικό στο νησί και την άμεση ικανότητα να ανεφοδιάσουν την Ταϊβάν, οι δηλώσεις της [αμερικανικής] κυβέρνησης γίνονται κενή ρητορική. Ωστόσο, η εγκατάλειψη της στρατηγικής ασάφειας ως πολιτικής θα ήταν μια άμεση πρόκληση για το Πεκίνο και πιθανότατα θα οδηγούσε σε μια κλιμακούμενη απάντηση.

Ευτυχώς, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν κι άλλη επιλογή. Χωρίς επίσημη αλλαγή πολιτικής, η Ουάσιγκτον μπορεί να παράσχει στην Ταϊβάν τους στρατιωτικούς πόρους που χρειάζεται πριν συμβεί μια εισβολή. Με αυτόν τον τρόπο, η κυβέρνηση των ΗΠΑ μπορεί να αποδείξει στο Πεκίνο ότι η Κίνα θα αντιμετωπίσει σκληρή αντίσταση σε οποιαδήποτε στρατιωτική ενέργεια και ότι είναι έτοιμη να προμηθεύσει το νησί με πολεμικό υλικό για μια εκτεταμένη σύγκρουση. Ως πρώτο βήμα, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να αποθηκεύσουν στην Ταϊβάν όπλα όπως Harpoons, Stingers, Javelins, και εκτοξευτές HIMARS. Ταυτόχρονα, το Κογκρέσο θα πρέπει να εξουσιοδοτήσει το Πεντάγωνο να αυξήσει επιθετικά την παραγωγή αυτών των συστημάτων.

Εξίσου σημαντικό, η Ουάσιγκτον πρέπει να εξαλείψει τα σημεία συμφόρησης (bottlenecks) που αντιμετώπισε στην προμήθεια πυραύλων και άλλων πυρομαχικών στην Ουκρανία. Μια κρίσιμη ευπάθεια ήταν η παραγωγή των λεγόμενων ενεργητικών (energetics) -μια ευρεία κατηγορία εκρηκτικών, προωθητικών υλών, και άλλου υλικού που απαιτείται για πυρομαχικά, κινητήρες ρουκετών και πυραύλων, και άλλες συσκευές. Επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν πολεμήσει μια διαρκή σύγκρουση με έναν ομότιμο ανταγωνιστή τους εδώ και χρόνια, έχουν υποεπενδύσει σημαντικά στην παραγωγή energetics, με αποτέλεσμα το Υπουργείο Άμυνας να δυσκολεύεται να ανεφοδιάσει πυραύλους Stinger στην Ουκρανία. Στην περίπτωση της Ταϊβάν, μια τέτοια καθυστέρηση θα μπορούσε να αποδειχθεί καταστροφική, καθώς ακόμη και λίγες εβδομάδες θα μπορούσαν να καθορίσουν την έκβαση του πολέμου.

Για να αποφευχθούν αυτά τα εμπόδια, το Πεντάγωνο πρέπει να σπάσει το παράδειγμα των μονοετών αμυντικών πιστώσεων, οι οποίες στο παρελθόν έχουν περιορίσει την ικανότητά του να επενδύει σε μεγαλύτερη παραγωγική ικανότητα. Όπως παρατήρησε ο William LaPlante, ο υφυπουργός Άμυνας [αρμόδιος] για την απόκτηση και την διατήρηση [αμυντικών προμηθειών], με τη μετάβαση στις πολυετείς πιστώσεις οι ΗΠΑ θα ήταν πολύ καλύτερα εξοπλισμένες για να αυξήσουν την παραγωγική ικανότητα των energetics με διαρκή τρόπο. Ο Ρεπουμπλικανός βουλευτής Mike Gallagher από το Ουισκόνσιν, μέλος της Επιτροπής Ενόπλων Υπηρεσιών της Βουλής και πρόεδρος της νέας Επίλεκτης Επιτροπής της Βουλής για την Κίνα, πρότεινε περαιτέρω την χρήση του νόμου για την Παραγωγή Αμυντικού Υλικού (Defense Production Act) για την επίτευξη ταχύτερων αποθεμάτων πυρομαχικών, την παροχή χρηματοδότησης έργων σε πωλητές πυρομαχικών, fast-track άδειες για τους προμηθευτές ώστε να επεκτείνουν την χωρητικότητά τους, και να επενδύσουν στην εκπαίδευση του εργατικού δυναμικού. Όπως κατέστησε σαφές η κρίση της COVID-19, ο νόμος Defense Production Act δίνει στον πρόεδρο ευρεία εξουσία να κινητοποιήσει τον ιδιωτικό τομέα για να αντιμετωπίσει μια εθνική έκτακτη ανάγκη. Για να προετοιμαστεί για μια εκτεταμένη σύγκρουση με την Κίνα, η κυβέρνηση πρέπει να προσδιορίσει τώρα ποιοι κατασκευαστές θα πρέπει να αξιοποιηθούν και για ποια είδη. Η ύπαρξη τέτοιων σχεδίων με προ-εγκεκριμένα κεφάλαια για την πληρωμή τους θα είχε από μόνη της σημαντική αποτρεπτική αξία.

Επιπλέον, το Κογκρέσο θα πρέπει να δώσει ύψιστη προτεραιότητα στην παράδοση των 19 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε όπλα που έχει ήδη παραγγείλει η Ταϊβάν, συμπεριλαμβανομένων των πυραύλων Harpoon και Javelin. Το Κογκρέσο θα πρέπει επίσης να παράσχει στην Ταϊβάν την ίδια δύναμη ανάληψης [οπλικών συστημάτων] για την παράδοση όπλων από τα τρέχοντα αποθέματα των ΗΠΑ όπως έχει η Ουκρανία, και κατάλληλα κεφάλαια για άμεση στρατιωτική βοήθεια όπως έχει με την Ουκρανία. Αυτό θα επέτρεπε στο Πεντάγωνο να στείλει στρατιωτικές προμήθειες απευθείας στην Ταϊβάν καθώς και όπλα που διαφορετικά θα μπορούσαν να αποσυρθούν.

Τέλος, η κυβέρνηση πρέπει να συνεχίσει τις προσπάθειές της για την ενίσχυση των περιφερειακών συμμαχιών όπως η AUKUS, το τριμερές σύμφωνο ασφαλείας μεταξύ της Αυστραλίας, του Ηνωμένου Βασιλείου, και των Ηνωμένων Πολιτειών, και η Quad (Τετραμερής Διάλογος για την Ασφάλεια, Quadrilateral Security Dialogue), ένας συνασπισμός που περιλαμβάνει την Αυστραλία, την Ινδία, την Ιαπωνία, και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το Πεκίνο πρέπει να γνωρίζει ότι ένα ενιαίο μέτωπο είναι έτοιμο να βοηθήσει την Ταϊβάν σε περίπτωση απρόκλητης επίθεσης. Η Ουάσιγκτον και οι σύμμαχοί της θα πρέπει επίσης να δηλώσουν εκ των προτέρων μια σειρά οικονομικών κυρώσεων και εμπορικών εμπάργκο που θα προκληθούν με οποιαδήποτε κινεζική στρατιωτική ενέργεια κατά της Ταϊβάν. Μια τέτοια δήλωση θα σηματοδοτούσε ξεκάθαρα στο Πεκίνο την σοβαρή οικονομική κρίση που θα προκαλούσε μια απρόκλητη επίθεση -μια προοπτική που μπορεί, στην πραγματικότητα, να είναι πιο πειστική στην αποτροπή της κινεζικής ηγεσίας παρά ο φόβος της στρατιωτικής δράσης των ΗΠΑ.

ΛΙΓΟΤΕΡΗ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑ, ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΑΠΟΤΡΟΠΗ

Εκτός από την βελτίωση των στρατιωτικών του αποθεμάτων και της ικανότητας σε πυρομαχικά, το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ θα πρέπει να επιταχύνει την δική του ανάπτυξη ασύμμετρων συστημάτων που θα βοηθήσουν στη μετατροπή της Ταϊβάν σε σκαντζόχοιρο. Ένας τύπος τέτοιας τεχνολογίας είναι τα μικρά, μη επανδρωμένα ηλεκτρικά αεροσκάφη. Επί του παρόντος, αυτά τα αεροσκάφη που αναπτύσσονται ως αεροταξί, δεν χρειάζονται διαδρόμους [απο-προσγείωσης] και μπορούν να ενισχύσουν τις αεροπορικές δυνάμεις της Ταϊβάν με σχετικά χαμηλό κόστος. Άλλα παραδείγματα περιλαμβάνουν αυτόνομες πλωτές φορτηγίδες που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως πλατφόρμες επιμελητείας και θα μπορούσαν να τοποθετηθούν όπου χρειάζεται˙ υποβρύχια drones που μπορούν να συγκεντρώσουν πληροφορίες ή να αναχαιτίσουν εχθρικά σκάφη˙ και μικρούς δορυφόρους που χρησιμεύουν ως πολυφασματικοί αισθητήρες, παρέχοντας στην Ταϊπέι ακριβείς εικόνες των κινήσεων των εχθρικών δυνάμεων μέσα σε μεγάλη ακτίνα του νησιού.

Ένα κρίσιμο πλεονέκτημα αυτών των νέων τεχνολογιών είναι το στοιχείο της έκπληξης που θα έφερναν στην στρατιωτική απάντηση της Ταϊβάν. Στο κάτω-κάτω, ο κινεζικός στρατός έχει κλέψει σχέδια αεροσκαφών των ΗΠΑ και έχει μελετήσει τις αμερικανικές στρατιωτικές επιχειρήσεις σε όλο τον κόσμο επί δεκαετίες ώστε να προετοιμαστεί για μια πιθανή σύγκρουση. Όμως, δεδομένου ότι πολλά από τα ασύμμετρα συστήματα είναι νέα και μπορούν να εφαρμοστούν μόνο σε ένα έως δύο χρόνια, εισάγουν δυνατότητες για τις οποίες η Κίνα είναι ελάχιστα προετοιμασμένη. Όσο περισσότερο αυτά τα συστήματα δημιουργούν αβεβαιότητα και όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός τους, τόσο πιο δύσκολο θα είναι για τον κινεζικό στρατό να έχει εμπιστοσύνη στα σχέδια εισβολής του. Ταυτόχρονα, αυτές οι εμπορικές δυνατότητες έχουν επίσης το πλεονέκτημα ότι είναι χαμηλότερου κόστους από τις παραδοσιακές αμυντικές πλατφόρμες, και δεδομένου ότι δεν είναι διαβαθμισμένες, μπορούν εύκολα να μοιραστούν με τους συμμάχους των ΗΠΑ. Εν ολίγοις, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να εντείνουν την αποτροπή χωρίς μια δραματική αλλαγή της επίσημης πολιτικής και χωρίς τεράστιο κόστος -υπό τον όρο ότι θα ενεργήσουν τώρα.

Προκειμένου να βοηθήσει την Ταϊβάν να αποκτήσει αυτά τα νέα συστήματα, το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ θα πρέπει να εξορθολογήσει σημαντικά την διαδικασία προμηθειών του. Επί του παρόντος, το Υπουργείο αγοράζει εμπορικά αντικείμενα όπως μικρά drones με τον ίδιο τρόπο που αγοράζει μαχητικά αεροσκάφη: αφού καθορίσει τι θέλει να αγοράσει, το Υπουργείο εισέρχεται σε μια μακρά διαδικασία απόκτησης, με το επιθυμητό οπλικό σύστημα να χρηματοδοτείται μέσω αιτημάτων πολυετών προγραμμάτων. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και όταν σχεδιάζονται και συμφωνούνται κονδύλια στο Πεντάγωνο, μπορεί να περάσουν χρόνια μέχρι το Κογκρέσο να οικειοποιηθεί τα χρήματα. Στην πραγματικότητα, κατά μέσο όρο, ο προγραμματισμός για κάθε δολάριο που ξοδεύει το Πεντάγωνο ξεκινά 24 έως 30 μήνες νωρίτερα. Για τη μεταρρύθμιση αυτής της διαδικασίας για εμπορικά είδη, το Πεντάγωνο πρέπει να εξαλείψει τα περιττά βήματα, όπως την απαίτηση καθορισμού των προδιαγραφών για είδη που ήδη κατασκευάζει ο εμπορικός κόσμος. Πρέπει επίσης να αξιοποιήσει πιο αποτελεσματικούς ομοσπονδιακούς μηχανισμούς αγορών —όπως η Άλλη Αρχή Συναλλαγών (Other Transaction Authority )— και να ζητήσει από το Κογκρέσο αρκετή δημοσιονομική ευελιξία για να αγοράσει πολλά μικρά πράγματα σε ένα δεδομένο οικονομικό έτος.

Με τέτοιες μεταρρυθμίσεις να έχουν εφαρμοστεί, η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα πρέπει να είναι σε θέση να εντοπίζει γρήγορα τις πιο πολύτιμες εμπορικές τεχνολογίες, να προσδιορίζει ποιοι πωλητές μπορούν να τις παρέχουν καλύτερα, και να διαθέσει κεφάλαια για να τις αποκτήσει σε έναν κύκλο που συμβαδίζει με την ανάπτυξη νέων συστημάτων. Για την Ταϊβάν, αυτό θα άνοιγε μια σειρά από νέες τεχνολογίες από πωλητές των ΗΠΑ που θα μπορούσαν να αναπτυχθούν αμέσως για ενισχυμένη άμυνα.

Τέλος, το Υπουργείο Άμυνας θα πρέπει να συμπεριλάβει την Ταϊβάν στις κοινές του στρατιωτικές ασκήσεις. Στις σημερινές ασκήσεις στον Ινδο-Ειρηνικό συμμετέχουν δυνάμεις πολλών εθνών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της Αυστραλίας, της Ιαπωνίας, της Νότιας Κορέας, και των Ηνωμένων Πολιτειών. Ωστόσο, δεν περιλαμβάνουν την Ταϊβάν. Αν και η Κίνα θα θεωρούσε αυτή την συμμετοχή ως προκλητική, οι διπλωμάτες των ΗΠΑ μπορούν να επισημάνουν ότι οι Κινέζοι ξεκίνησαν την πρόκληση πετώντας όλο και περισσότερο στον εναέριο χώρο της Ταϊβάν και διασχίζοντας την θαλάσσια γραμμή που χωρίζει την Κίνα και την Ταϊβάν με αυξανόμενη συχνότητα.

ΑΛΛΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΟΥ ΣΙ

Ορισμένα από αυτά τα βήματα θα χρειαστούν χρόνια για να ολοκληρωθούν. Αλλά με το να ξεκινήσουν τώρα, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να σηματοδοτήσουν στο Πεκίνο, και στον Xi ειδικότερα, ότι η εισβολή ή ο αποκλεισμός της Ταϊβάν θα πυροδοτήσει μια αντιπαράθεση στην οποία η Κίνα θα μπορούσε να χάσει. Με το να καταστήσουν το νησί δύσκολο να κατακτηθεί, η Ταϊβάν και οι Ηνωμένες Πολιτείες ίσως να είναι σε θέση να αλλάξουν την κινεζική σκέψη για εισβολή, πείθοντας τον Σι ότι θα ήταν πολύ καλύτερο να συνεχίσει την έντονη ρητορική για την επανένωση παρά να υποκύψει στην αυτοεπιβαλλόμενη πίεση να καταλάβει την Ταϊβάν με την βία.

Το Πεκίνο έχει ήδη λόγους να αποφύγει μια νέα γεωπολιτική κρίση. Σε τελική ανάλυση, ο Xi αντιμετωπίζει ήδη πολλές προκλήσεις στο εσωτερικό, συμπεριλαμβανομένης της δραματικά βραδύτερης οικονομικής ανάπτυξης (εν μέρει λόγω των αποτυχημένων πολιτικών του Πεκίνου για μηδενική COVID-19), ένα ολοένα και πιο σκεπτικιστικό σύνολο εμπορικών εταίρων, και τη μεγαλύτερη δημογραφική κρίση γήρανσης από οποιοδήποτε άλλο έθνος στην ιστορία. Και αυτά αφήνουν κατά μέρος τις τρομερές οικονομικές επιπτώσεις μιας κινεζικής εισβολής στην Ταϊβάν: πέρα από το κόστος ενός πολέμου, εάν η Κίνα δεν μπορεί να πάρει ημιαγωγούς από την Ταϊβάν, θα επισπεύσει την κατάρρευση του 70% των ηλεκτρονικών ειδών παγκοσμίως που παράγει και εξάγει σε μεγάλο βαθμό η Κίνα. Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες χάσουν την πρόσβαση σε ημιαγωγούς, θα προκληθεί παγκόσμια ύφεση. Μια ανεπιτυχής προσπάθεια κατάληψης της Ταϊβάν, επιπλέον των άλλων προκλήσεων, μπορεί να σημαίνει το τέλος της θητείας του Xi στην εξουσία και, πιθανώς, το τέλος του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος ως κυβερνώντος καθεστώτος.

Αλλά αν η Δύση φαίνεται εφησυχασμένη ή περισπασμένη, ο Σι ίσως να δει μια ευκαιρία. Για να αλλάξει τον υπολογισμό του, η Ταϊβάν, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί της πρέπει να δείξουν ότι είναι αποφασισμένοι να αποτρέψουν μια εισβολή. Με τις ολοένα και πιο πολεμοχαρείς δηλώσεις της Κίνας σχετικά με την ανακατάληψη του νησιού, ο χρόνος τελειώνει για την Ουάσιγκτον προκειμένου να επιδείξει δέσμευση μέσω πράξεων.

Copyright © 2023 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/china/taiwan-urgent-task-new-strategy-to-...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition