Τι κάνει μια δύναμη μεγάλη | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τι κάνει μια δύναμη μεγάλη

Οι πραγματικοί οδηγοί της ανόδου και της πτώσης*
Περίληψη: 

Στον αγώνα για πλεονέκτημα μεταξύ των παγκόσμιων δυνάμεων, δεν είναι η στρατιωτική ή η οικονομική δύναμη που κάνει την κρίσιμη διαφορά, αλλά οι θεμελιώδεις ιδιότητες μιας κοινωνίας: τα χαρακτηριστικά ενός έθνους που παράγουν οικονομική παραγωγικότητα, τεχνολογική καινοτομία, κοινωνική συνοχή, και εθνική βούληση.

Ο MICHAEL J. MAZARR είναι ανώτερος Πολιτικός Επιστήμων στην RAND Corporation.

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία -και η σιωπηρή υποστήριξη της Κίνας σε αυτή την βίαιη προσπάθεια να ανατραπεί η διεθνής τάξη- έχει εντείνει τον στρατηγικό ανταγωνισμό που ορίζει τώρα την πολιτική εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ. Αυτό που μέχρις ετούτο το σημείο μπορεί να φαινόταν σαν μια αφηρημένη και περίεργη πρόκληση έγινε ξαφνικά πραγματικό, επείγον, και επικίνδυνο. Σε απάντηση, πολλοί Αμερικανοί αξιωματούχοι και αναλυτές ζήτησαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες να ενισχύσουν τις στρατιωτικές τους ικανότητες, να σκληρύνουν την άμυνά τους, και να επενδύσουν σε βασικές τεχνολογίες. Η Ουάσιγκτον πρέπει να προετοιμαστεί να δοκιμαστεί η θέλησή της ξανά και ξανά, λένε, είτε από πολέμους δι’ αντιπροσώπων (proxy wars) είτε από άλλες προκλήσεις στο δίκτυο συμμαχιών και συνεργασιών ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών. Η επιτυχία στον ανταγωνισμό μεγάλων δυνάμεων, κατά την άποψη αυτή, εξαρτάται από την συσσώρευση νικών σε μια σειρά μεμονωμένων αγώνων για υπεροχή.

05022023-1.jpg

Brian Stauffer
----------------------------------------------------------

Η ιστορία προσφέρει ένα διαφορετικό μάθημα. Τα έθνη δεν υπερισχύουν στους διαρκείς ανταγωνισμούς κυρίως με την απόκτηση ανώτερων τεχνολογικών ή στρατιωτικών ικανοτήτων ή ακόμη και με την επιβολή της θέλησής τους σε κάθε κρίση ή πόλεμο. Οι μεγάλες δυνάμεις μπορούν να κάνουν πολλά λάθη -να χάσουν πολέμους, να χάσουν συμμάχους, ακόμη και να χάσουν το στρατιωτικό τους πλεονέκτημα- και να συνεχίσουν να θριαμβεύουν σε μακροπρόθεσμους αγώνες. Στον αγώνα για πλεονέκτημα μεταξύ των παγκόσμιων δυνάμεων, δεν είναι η στρατιωτική ή η οικονομική δύναμη που κάνει την κρίσιμη διαφορά, αλλά οι θεμελιώδεις ιδιότητες μιας κοινωνίας: τα χαρακτηριστικά ενός έθνους που παράγουν οικονομική παραγωγικότητα, τεχνολογική καινοτομία, κοινωνική συνοχή, και εθνική βούληση.

Αυτό δεν είναι μια νέα γνώση, φυσικά. Αμερικανοί πολιτικοί, μελετητές, και ειδήμονες ρητορεύουν επί δεκαετίες για την ιδέα ότι ένα δυναμικό και ανθεκτικό εσωτερικό μέτωπο είναι το θεμέλιο της επιτυχίας στο εξωτερικό. Αλλά πίσω από τέτοιες τετριμμένες καθησυχαστικές δηλώσεις κρύβονται συγκεκριμένες εθνικές ιδιότητες που οι κοινωνικοί επιστήμονες μπορούν να εντοπίσουν και να μετρήσουν. Κατά την διάρκεια 15 μηνών, ηγήθηκα μιας μελέτης της RAND Corporation για το Γραφείο Καθαρής Αξιολόγησης του Υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ (U.S. Defense Department’s Office of Net Assessment), υποστηριζόμενη από αναλύσεις από εξωτερικούς ιστορικούς, που έκανε ακριβώς αυτό. Βασιζόμενοι σε ιστορικές περιπτωσιολογικές μελέτες και έρευνα για την οικονομική ανάπτυξη, την τεχνολογική πρόοδο, και πολλά άλλα, απομονώσαμε μια σειρά εθνικών χαρακτηριστικών που κατά την διάρκεια της ιστορίας στήριξαν την εθνική ανταγωνιστική επιτυχία -συμπεριλαμβανομένης μιας ισχυρής εθνικής φιλοδοξίας, μιας κουλτούρας μάθησης και προσαρμογής, και σημαντικής ποικιλομορφίας και πλουραλισμού.

Αυτές οι εγχώριες δυνάμεις είναι τα δομικά στοιχεία της διεθνούς ισχύος. Αλλά για να μπορέσει μια χώρα να πετύχει, πρέπει να ενισχύσει και να υποστηρίξει το ένα το άλλο. Και δεν πρέπει να πέσουν εκτός ισορροπίας. Η υπερβολική εθνική φιλοδοξία, για παράδειγμα, μπορεί να οδηγήσει σε υπερβολή, θέτοντας σε κίνδυνο την χώρα που υπερπροσπαθεί. Όμως, χώρες με πολύ λίγη φιλοδοξία, ποικιλομορφία, ή προθυμία να μάθουν και να προσαρμοστούν κινδυνεύουν να ξεκινήσουν έναν αρνητικό κύκλο που μπορεί να οδηγήσει σε εθνική παρακμή. Σήμερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ανεπαρκείς σε πολλές από τις ιδιότητες που βοήθησαν στην άνοδό τους κατά το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα. Εάν θέλουν να ανακτήσουν το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα -και να επικρατήσουν στους τρέχοντες αγώνες τους με την Κίνα [1] και την Ρωσία [2]- θα πρέπει να κάνουν περισσότερα από το απλώς να ξοδεύουν περισσότερα από τους αντιπάλους τους σε αμυντικές ή προηγμένες στρατιωτικές τεχνολογίες. Θα πρέπει να καλλιεργήσουν τις ιδιότητες που κάνουν τις μεγάλες δυνάμεις δυναμικές, καινοτόμες, και προσαρμοστικές.

ΕΘΙΣΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ

Την παραμονή του Πελοποννησιακού Πολέμου το 432 π.Χ., μια αντιπροσωπεία από την Κόρινθο ταξίδεψε στην Σπάρτη σε μια ύστατη προσπάθεια να αποτρέψει αυτό που θα γινόταν η σύγκρουση που θα χαρακτήριζε μια ολόκληρη γενιά. Στην ιστορία του πολέμου, ο Θουκυδίδης αφηγείται πώς οι Κορίνθιοι κατηγόρησαν τους Σπαρτιάτες, τους συμμάχους τους, ότι έκλεισαν τα μάτια στην ανησυχητική ανάπτυξη της αθηναϊκής ισχύος. «Οι Αθηναίοι είναι εθισμένοι στην καινοτομία και τα σχέδιά τους χαρακτηρίζονται από ταχύτητα εξίσου στην σύλληψη και στην εκτέλεση˙ εσείς έχετε το σκεπτικό να κρατάτε ό,τι έχετε, συνοδευόμενο από απόλυτη έλλειψη εφευρέσεων, και όταν αναγκάζεστε να δράσετε, δεν πάτε ποτέ αρκετά μακριά», παραπονέθηκαν οι Κορίνθιοι. Συνέχισαν: «Για να περιγράψει κανείς τον χαρακτήρα τους με μια λέξη, θα μπορούσε να πει κανείς ότι γεννήθηκαν στον κόσμο για να μην ξεκουράζονται οι ίδιοι και να μην δίνουν καμία [ξεκούραση] στους άλλους». Με άλλα λόγια, η Αθήνα αποτελούσε κίνδυνο όχι κυρίως λόγω του μεγέθους του ναυτικού της, του πλούτου του εδάφους της, ή του αριθμού των ανθρώπων της. Ήταν στημένη για να παραγκωνίσει την Σπάρτη ως κυρίαρχη δύναμη για έναν ευρύτερο και πιο περιεκτικό λόγο: τις ανώτερες ιδιότητες του κοινωνικού και πολιτικού της συστήματος.