Γιατί η ευρωπαϊκή άμυνα εξακολουθεί να εξαρτάται από την Αμερική | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί η ευρωπαϊκή άμυνα εξακολουθεί να εξαρτάται από την Αμερική

Μην πιστεύετε τους ενθουσιασμούς -ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει οδηγήσει σε λίγες αλλαγές
Περίληψη: 

Οι Ευρωπαίοι χρησιμοποιούν 29 διαφορετικά αντιτορπιλικά, 17 άρματα μάχης ή οχήματα μεταφοράς προσωπικού, και 20 μαχητικά αεροσκάφη -έναντι των τεσσάρων, ενός, και έξι, αντίστοιχα, για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό δημιουργεί δυσανάλογα κενά στο επίπεδο των δυνατοτήτων τους, ιδίως στις μεταφορές, την αναγνώριση και την επιτήρηση, και την αεράμυνα.

Ο MAX BERGMANN είναι διευθυντής του Κέντρου Stuart και του Προγράμματος για την Ευρώπη, την Ρωσία, και την Ευρασία στο Center for Strategic and International Studies. Από το 2011 έως το 2017, υπηρέτησε σε διάφορες θέσεις στο Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, μεταξύ άλλων ως μέλος του Επιτελείου Σχεδιασμού Πολιτικής.
Η SOPHIA BESCH είναι συνεγάτις για την Ευρώπη στο Carnegie Endowment for International Peace.

Όταν η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, φαινόταν σαν μια στιγμή μετασχηματισμού για την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Σίγουρα τώρα η Ευρώπη θα διαχειριζόταν τα θέματά της στον τομέα της άμυνα. Αλλά καθώς ο πόλεμος εισέρχεται στον δεύτερο χρόνο του, μια τέτοια μεταμόρφωση δεν έχει υλοποιηθεί. Για την συνεχιζόμενη στασιμότητα ευθύνονται πολλά μέρη -τα ευρωπαϊκά κράτη, το ΝΑΤΟ, η Ευρωπαϊκή Ένωση, ακόμη και οι Ηνωμένες Πολιτείες- τα οποία έχουν υποκύψει στις άνετες πρακτικές του παρελθόντος με την ελπίδα να διατηρήσουν ένα status quo που δεν γίνεται να διατηρηθεί.

08032023-1.jpg

Μέλη πληρώματος τανκ στο Augustdorf, στην Γερμανία, τον Φεβρουάριο του 2023. Benjamin Westhoff / Reuters
---------------------------------------------------------

Αυτό δεν σημαίνει ότι η Ευρώπη δεν έχει αλλάξει από τον πόλεμο. Οι Ευρωπαίοι πολίτες και οι ηγέτες τους έχουν συσπειρωθεί υπέρ της Ουκρανίας και διατήρησαν την υποστήριξή τους παρά την εκτόξευση των τιμών της ενέργειας και τον υψηλό πληθωρισμό. Οι ευρωπαϊκές χώρες παρείχαν τεράστιες ποσότητες όπλων στην Ουκρανία, αν και όχι τόσο όσο οι Ηνωμένες Πολιτείες. Η Φινλανδία και η Σουηδία υπέβαλαν αίτηση για να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ. Η ΕΕ έχει παράσχει δισεκατομμύρια σε θανατηφόρο εξοπλισμό στην Ουκρανία και εκπαιδεύει τις ουκρανικές δυνάμεις. Και η αίσθηση σοκ και επείγοντος που ένιωσαν οι Ευρωπαίοι ηγέτες ως απάντηση στην ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αντικατοπτρίζεται σαφώς στις αυξήσεις των αμυντικών δαπανών. Τώρα οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες του ΝΑΤΟ πλησιάζουν τον στόχο του οργανισμού να δαπανούν όλα τα μέλη τουλάχιστον το 2% του ΑΕΠ για την άμυνα, με ορισμένες χώρες όπως η Πολωνία και τα κράτη της Βαλτικής να δαπανούν πολύ περισσότερα.

Αλλά αν κοιτάξετε πιο προσεκτικά, οι αλλαγές αυτές δεν φαίνονται και τόσο μετασχηματιστικές. Μολονότι ο τρέχων χρηματοδοτικός πακτωλός των δαπανών μπορεί να υποδηλώνει μετασχηματισμό, ίσως να αποδειχθεί λίγος αν τα βασικά ζητήματα που ταλανίζουν την ευρωπαϊκή άμυνα παραμείνουν ανεπίλυτα.

Αντί να χαλυβδώσει τις προσπάθειες για την αντιμετώπιση των βαθιών διαρθρωτικών προβλημάτων της ευρωπαϊκής άμυνας, ο πόλεμος τα ενίσχυσε. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση από όσο πιστεύαμε προηγουμένως, και τα αποθέματα όπλων έχουν αναγκαστικά εξαντληθεί για την υποστήριξη της Ουκρανίας. Καθώς η Ευρώπη προσπαθεί να επανεξοπλιστεί, διαπιστώνει ότι οι αμυντικές της βιομηχανίες δεν είναι κατάλληλες για τον σκοπό τους. Οι προσπάθειες συντονισμού των ευρωπαϊκών προμηθειών δεν λειτουργούν, με τις χώρες να ακολουθούν όλες τους δικούς τους ξεχωριστούς δρόμους, αυξάνοντας την γενική δυσλειτουργία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επιδείξει πως είναι αναντικατάστατες για την ευρωπαϊκή ασφάλεια και έχουν επιβεβαιώσει την εξάρτηση της Ευρώπης από την Ουάσινγκτον. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες φαίνεται να το έχουν αποδεχθεί αυτό ως την φυσική κατάσταση των πραγμάτων, με πολλούς να κηρύσσουν νεκρή την επιδίωξη της ευρωπαϊκής «στρατηγικής αυτονομίας» και να γυρίζουν την πλάτη στην συνεργασία με άλλες χώρες της ΕΕ. Η δυναμική υπέρ των μεταρρυθμίσεων και των αλλαγών που είχε δημιουργηθεί την τελευταία δεκαετία φαίνεται να έχει εξαφανιστεί.

Αν και υπάρχουν προτάσεις για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών, καμία δεν προσφέρει το είδος της σαρωτικής πρωτοβουλίας που θα ήταν απαραίτητη για την επίλυσή τους. Εν ολίγοις, επικρατεί ένα χαλασμένο status quo.

Όμως η σημερινή κατάσταση δεν είναι βιώσιμη. Ο Τζο Μπάιντεν ίσως να είναι ο τελευταίος πραγματικά διατλαντικός πρόεδρος των ΗΠΑ, καθώς τελικά θα επέλθει μια αλλαγή γενεών στην αμερικανική πολιτική. Ενώ οι Αμερικανοί ηγέτες εθνικής ασφάλειας που μεγάλωσαν τον εικοστό αιώνα αναλώθηκαν στην ευρωπαϊκή ασφάλεια -από τον Ψυχρό Πόλεμο μέχρι την επέκταση του ΝΑΤΟ και τους Bαλκανικούς πολέμους-, μια νεότερη γενιά επικεντρώθηκε αντ' αυτού στην Μέση Ανατολή, την αντιτρομοκρατία, και τώρα στην Κίνα. Αν οι Ευρωπαίοι δεν μεταρρυθμίσουν τώρα τις κατακερματισμένες αμυντικές τους δυνάμεις και τα συστήματα προμηθειών τους, σύντομα θα βρεθούν πάλι εκεί από όπου ξεκίνησαν πριν από την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Η ευκαιρία για τον μετασχηματισμό της ευρωπαϊκής άμυνας απομακρύνεται.

ΧΕΙΡΟΤΕΡΑ ΑΠΟ ΟΣΟ ΦΟΒΟΜΑΣΤΑΝ

Ο πόλεμος αποκάλυψε την φρικτή κατάσταση της ευρωπαϊκής άμυνας. Η Ευρώπη δεν έχει επενδύσει επαρκώς στις ένοπλες δυνάμεις της τα τελευταία 20 χρόνια, και η ελάχιστη χρηματοδότηση που διέθεσε επικεντρώθηκε στην δημιουργία δυνάμεων για ανθρωπιστικές, αντιεξεγερτικές, και αντιτρομοκρατικές αποστολές μακριά από την ήπειρο, όπως στο Αφγανιστάν. Έτσι, οι ευρωπαϊκοί στρατοί στερούνται τα βασικά στοιχεία που απαιτούνται για συμβατικό πόλεμο στα εδάφη τους. Οι περισσότερες χώρες δεν διαθέτουν βασικά αποθέματα πυρομαχικών. Οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις, για παράδειγμα, διαθέτουν αποθέματα πυρομαχικών μόνο για λίγες ώρες ή ημέρες [1] μάχης. Οι στόλοι αρμάτων μάχης σε όλη την Ευρώπη έχουν ατροφήσει τόσο σε αριθμό όσο και σε ετοιμότητα. Η Γερμανία διαθέτει 300 άρματα μάχης Leopard 2 στα χαρτιά, αλλά μόνο 130 είναι λειτουργικά [2]. Και δεν είναι μόνο η Γερμανία: η Ισπανία διαθέτει επίσης περισσότερα από 300 άρματα Leopard, αλλά το ένα τρίτο από αυτά δεν είναι πλέον ενεργά και χρήζουν επισκευών σε μεγάλο βαθμό. Οι Ευρωπαίοι δεν διαθέτουν επαρκείς ποσότητες πυροβολικού και ως εκ τούτου εξαντλούν σε μεγάλο βαθμό τις δυνάμεις τους για να υποστηρίξουν την Ουκρανία. Η Γαλλία, για παράδειγμα, έχει στείλει πάνω από το ένα τρίτο των οβιδοβόλων της (howitzers) στην Ουκρανία, ενώ η Δανία έχει στείλει σχεδόν όλο το πυροβολικό της. Αν και τα ευρωπαϊκά κράτη, προς μεγάλη αναγνώρισή τους, δεσμεύτηκαν νωρίτερα φέτος να στείλουν άρματα μάχης Leopard στην Ουκρανία, δεν είναι σαφές πόσος χρόνος θα χρειαστεί για να τα καταστήσουν ετοιμοπόλεμα.