Το υψηλό τίμημα της κυριαρχίας του δολαρίου | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το υψηλό τίμημα της κυριαρχίας του δολαρίου

Το δολάριο είναι το χειρότερο αποθεματικό νόμισμα -με εξαίρεση όλα τα άλλα
Περίληψη: 

Η υιοθέτηση ενός εναλλακτικού παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος δεν θα ωφελήσει απαραίτητα τις πλεονασματικές χώρες όπως η Βραζιλία. Αντίθετα, θα τις αναγκάσει να αντιμετωπίσουν τους λόγους για τα πλεονάσματά τους -την επίμονα αδύναμη εγχώρια ζήτηση που βασίζεται σε μια πολύ άνιση κατανομή του εγχώριου εισοδήματος- και να τους επιλύσουν μειώνοντας την παραγωγή και αναδιανέμοντας το εισόδημα.

Ο MICHAEL PETTIS είναι ανώτερος συνεργάτης στο Κέντρο Carnegie China και καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Πεκίνου. Είναι συν-συγγραφέας, μαζί με τον Matthew Klein, του βιβλίου με τίτλο: Trade Wars Are Class Wars: How Rising Inequality Distorts the Global Economy and Threatens International Peace [1].

Στην σύνοδο κορυφής των λεγόμενων BRICS -Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, και Νότια Αφρική- τον Απρίλιο, ο πρόεδρος της Βραζιλίας, Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, ζήτησε να μάθει γιατί ο κόσμος συνεχίζει να βασίζει σχεδόν το σύνολο των συναλλαγών του στο δολάριο των ΗΠΑ. Υπό βροντερό χειροκρότημα, ρώτησε: «Γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε εμπόριο με βάση τα δικά μας νομίσματα; Ποιος ήταν αυτός που αποφάσισε ότι το δολάριο ήταν το νόμισμα μετά την εξαφάνιση του κανόνα του χρυσού;».

04072023-1.jpg

Ανταλλακτήριο συναλλάγματος στο Κάιρο, τον Νοέμβριο του 2016. Mohamed Abd El Ghany / Reuters
----------------------------------------------

Η ομιλία του Λούλα απηχούσε την μια πλευρά μιας συζήτησης που έχει αναθερμανθεί τα τελευταία χρόνια σχετικά με το μέλλον του δολαρίου ως κυρίαρχου παγκόσμιου νομίσματος. Εκείνοι που ισχυρίζονται ότι το δολάριο βρίσκεται σε παρακμή συχνά υποστηρίζουν ότι τα τελευταία 600 χρόνια, τα αποθεματικά νομίσματα ανέβαιναν και έπεφταν παράλληλα με τις οικονομίες των χωρών τους. Καθώς το μερίδιο των Ηνωμένων Πολιτειών στην παγκόσμια οικονομία μειώνεται, ισχυρίζονται, ο ρόλος του δολαρίου θα μειώνεται επίσης. Η αλήθεια όμως είναι ότι δεν υπήρχαν κυρίαρχα παγκόσμια αποθεματικά νομίσματα πριν από το δολάριο των ΗΠΑ. Είναι το μόνο νόμισμα που έχει παίξει ποτέ τόσο καθοριστικό ρόλο στο διεθνές εμπόριο.

Ωστόσο, υπάρχει ένα μειονέκτημα σε ένα κυρίαρχο δολάριο των ΗΠΑ. Για να διαδραματίσουν τον ρόλο του κεντρικού άξονα της παγκόσμιας οικονομίας, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να αφήνουν τα κεφάλαια να ρέουν ελεύθερα στα σύνορά τους και να απορροφούν τις ανισορροπίες αποταμίευσης και ζήτησης των άλλων χωρών -δηλαδή, πρέπει να έχουν ελλείμματα για να αντισταθμίζουν τα πλεονάσματα των άλλων και να τους επιτρέπουν να μετατρέπουν την πλεονάζουσα παραγωγή και τις αποταμιεύσεις τους σε αμερικανικά περιουσιακά στοιχεία αγοράζοντας ακίνητα, εργοστάσια, μετοχές, ή ομόλογα. Αυτό συμπιέζει την παγκόσμια ζήτηση, αναγκάζοντας τις Ηνωμένες Πολιτείες να αντισταθμίσουν, συχνά με υψηλότερη ανεργία ή χρέος. Με άλλα λόγια, τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες όσο και ο κόσμος συνολικά θα επωφεληθούν από ένα λιγότερο κυρίαρχο δολάριο των ΗΠΑ. Αλλά αντίθετα με τις προσδοκίες του Λούλα, η υιοθέτηση ενός εναλλακτικού παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος δεν θα ωφελήσει απαραίτητα τις πλεονασματικές χώρες όπως η Βραζιλία. Αντίθετα, θα τις αναγκάσει να αντιμετωπίσουν τους λόγους για τα πλεονάσματά τους -την επίμονα αδύναμη εγχώρια ζήτηση που βασίζεται σε μια πολύ άνιση κατανομή του εγχώριου εισοδήματος- και να τους επιλύσουν μειώνοντας την παραγωγή και αναδιανέμοντας το εισόδημα.

ΧΡΥΣΟΣ ΚΑΙ ΑΣΗΜΙ, ΔΟΛΑΡΙΑ ΚΑΙ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΑ

Πριν από την άνοδο του δολαρίου κατά το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα, τα νομίσματα και τα αποθέματα που χρηματοδοτούσαν το εμπόριο αποτελούνταν κυρίως από χρυσά και ασημένια κέρματα. Στον βαθμό που οι κεντρικές τράπεζες άρχισαν να κατέχουν ξένα νομίσματα ως μέρος των αποθεματικών τους τον 19ο αιώνα, το έκαναν κυρίως με τη μορφή χρυσών νομισμάτων ή νομισμάτων που πίστευαν ότι ήταν μετατρέψιμα σε κέρματα. Όταν οι ιστορικοί λένε ότι η βρετανική στερλίνα ήταν το κυρίαρχο αποθεματικό νόμισμα πριν από το αμερικανικό δολάριο, εννοούν ότι η δέσμευση του Ηνωμένου Βασιλείου να διατηρήσει τη μετατρεψιμότητα θεωρήθηκε πιο αξιόπιστη από εκείνη άλλων κεντρικών τραπεζών, οι οποίες θα μπορούσαν επομένως να διατηρούν την στερλίνα επιπροσθέτως του χρυσού.

Επιπλέον, στην εποχή πριν από το δολάριο, η χρησιμότητα ενός νομίσματος στο παγκόσμιο εμπόριο ήταν σε μεγάλο βαθμό άσχετη με την ισχύ της εγχώριας οικονομίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, ήταν η μεγαλύτερη και πλουσιότερη οικονομία του κόσμου την δεκαετία του 1860, αλλά επειδή η δέσμευσή τους για τη μετατρεψιμότητα σε χρυσό θεωρήθηκε αμφισβητήσιμη, το δολάριο των ΗΠΑ παρέμεινε ένα δευτερεύον νόμισμα μέχρι την δεκαετία του 1920. Σε μεγάλα τμήματα της Λατινικής Αμερικής και της Ασίας, εν τω μεταξύ, το κυρίαρχο νόμισμα για το εμπόριο δεν ήταν καθόλου εκείνο μιας μεγάλης οικονομικής δύναμης. Λόγω της καθαρότητας και της σταθερότητάς τους, τα μεξικανικά ασημένια πέσος κυριαρχούσαν ακόμη και έναντι της στερλίνας στο διεθνές εμπόριο για μεγάλο μέρος του 18ου και 19ου αιώνα.

Αυτές δεν είναι μόνο τεχνικές διαφορές. Το παγκόσμιο εμπόριο και οι ροές κεφαλαίων ήταν πολύ διαφορετικά δομημένα στον παλιό κόσμο των κερμάτων από όσο είναι στον σημερινό κόσμο που κυριαρχείται από το δολάριο. Στον πρώτο, οι εμπορικές ανισορροπίες περιορίζονταν από την ικανότητα κάθε χώρας να διαχειρίζεται τις μεταβιβάσεις κερμάτων. Ανεξάρτητα από το πόσο μεγάλη ήταν η οικονομία μιας χώρας ή πόσο ισχυρή ήταν η κεντρική της τράπεζα, το νόμισμά της μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τον διακανονισμό του εμπορίου μόνο στον βαθμό που θεωρείτο πλήρως ανταλλάξιμο με κέρματα. Καθώς τα ξένα αποθέματα του νομίσματος της χώρας αυξάνονταν σε σχέση με τα αποθέματα της κεντρικής της τράπεζας σε κέρματα, η υπόσχεση της μετατρεψιμότητας γινόταν όλο και λιγότερο αξιόπιστη, αποθαρρύνοντας έτσι την χρήση του νομίσματος.

Τα όρια αυτά είχαν σημαντικές συνέπειες. Μια από αυτές ήταν ότι υπό το πρότυπο των κερμάτων, το εμπόριο σε κάθε χώρα ήταν σε γενικές γραμμές ισορροπημένο (με εξαίρεση τις μικρές ανισορροπίες οι οποίες οφείλονταν στις ροές κεφαλαίων που χρηματοδοτούσαν τις παραγωγικές επενδύσεις). Μια άλλη, πιο σημαντική συνέπεια ήταν ότι η διαδικασία μέσω της οποίας εξισορροπούνται οι εμπορικές ροές -που περιγράφεται από το μοντέλο του Σκωτσέζου φιλοσόφου και οικονομολόγου, David Hume, για τον μηχανισμό ροής τιμών-κερμάτων- ενεργούσε συμμετρικά τόσο στις πλεονασματικές όσο και στις ελλειμματικές χώρες, έτσι ώστε η συρρίκνωση της ζήτησης στις τελευταίες να συνοδεύεται από επέκταση της ζήτησης στις πρώτες.