Ο πολιτικός πόλεμος έρχεται στις ΗΠΑ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο πολιτικός πόλεμος έρχεται στις ΗΠΑ

Μετά τις κατηγορίες κατά του Τραμπ, μπορεί η Αμερική να προστατεύσει την ειρηνική μεταβίβαση της εξουσίας;
Περίληψη: 

Ο Τραμπ αντιμετωπίζει τώρα τέσσερα ποινικά κατηγορητήρια που περιλαμβάνουν 91 ποινικές κατηγορίες σε τέσσερις δικαιοδοσίες. Αλλά είναι τα δυο πιο πρόσφατα κατηγορητήρια που αφορούν τις προσπάθειές του να κλέψει τις εκλογές του 2020 και επομένως να επιτεθεί στην καρδιά της αμερικανικής δημοκρατίας.

Ο TIM NAFTALI είναι υπότροφος στο Institute of Global Politics στη Σχολή Διεθνών και Δημοσίων Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Κολούμπια. Ήταν ο ιδρυτικός διευθυντής της ομοσπονδιακής Προεδρικής Βιβλιοθήκης και Μουσείου Ρίτσαρντ Νίξον.

«Το παιχνίδι της πολιτικής δεν αποτελεί κλάδο του κατηχητικού». Αυτός ήταν ο χαρακτηρισμός του «Blind Boss» Buckley, του επικεφαλής του πολιτικού μηχανισμού των Δημοκρατικών στο Σαν Φρανσίσκο στην αυγή του εικοστού αιώνα. Η αμερικανική πολιτική είχε εδώ και καιρό την φήμη ότι είναι αδίστακτη, αλλά μέχρι τώρα, ποτέ δεν είχε εμπλακεί σε συνωμοσία που κατευθυνόταν από τον Λευκό Οίκο για την ανατροπή των αποτελεσμάτων προεδρικών εκλογών. Όπως δείχνουν τα δύο τελευταία κατηγορητήρια κατά του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, κάτι ποιοτικά διαφορετικό συνέβη στον απόηχο της εκλογικής του ήττας το 2020.

22082023-1.jpg

Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, στη Νότια Καρολίνα, τον Αύγουστο του 2023. Sam Wolfe / Reuters
--------------------------------------------------------------

Ο Τραμπ αντιμετωπίζει τώρα τέσσερα ποινικά κατηγορητήρια που περιλαμβάνουν 91 ποινικές κατηγορίες σε τέσσερις δικαιοδοσίες. Αλλά είναι τα δυο πιο πρόσφατα κατηγορητήρια που αφορούν τις προσπάθειές του να κλέψει τις εκλογές του 2020 και επομένως να επιτεθεί στην καρδιά της αμερικανικής δημοκρατίας. Την 1η Αυγούστου, μια ομοσπονδιακή προανακριτική επιτροπή (grand jury) κατήγγειλε τον Τραμπ για τέσσερις κατηγορίες, μεταξύ των οποίων συνωμοσία για εξαπάτηση των Ηνωμένων Πολιτειών και συνωμοσία για παρεμπόδιση επίσημης διαδικασίας. Αυτό το κατηγορητήριο των 45 σελίδων αποτελεί ανατριχιαστικό ανάγνωσμα καθώς περιγράφει λεπτομερώς το πώς ο Τραμπ και οι φερόμενοι συν-συνωμότες του προσπάθησαν να ανατρέψουν τα εκλογικά αποτελέσματα τους μήνες πριν από την επίθεση στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ στις 6 Ιανουαρίου 2021. Μέρος της συνωμοσίας που τεκμηριώνεται στο κατηγορητήριο περιελάμβανε εκστρατεία πίεσης στους πολιτειακούς εκλογικούς αξιωματούχους για να αλλάξουν τα αποτελέσματα στις πολιτείες τους. Οι προσπάθειες του Τραμπ στην Τζόρτζια αποτελούν τώρα την βάση ενός νέου κατηγορητηρίου από μια προανακριτική επιτροπή στην Ατλάντα, όπου ο Τραμπ αντιμετωπίζει 13 κατηγορίες για κακούργημα. Αυτό το σαρωτικό κατηγορητήριο κατηγορεί επίσης 18 συγκατηγορούμενους, συμπεριλαμβανομένου του Ρούντολφ Τζουλιάνι, του πρώην δήμαρχου της Νέας Υόρκης που εντάχθηκε στη νομική ομάδα του Τραμπ, και του Μαρκ Μέντοους, πρώην Ρεπουμπλικανού βουλευτή που υπηρέτησε ως επικεφαλής του προσωπικού του Λευκού Οίκου.

Η παγκόσμια ιστορία ξεχειλίζει από παραδείγματα ηγεμόνων που αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν την εξουσία όταν έχασαν την εντολή του λαού. Πολλοί Αμερικανοί και ξένοι θαυμαστές των Ηνωμένων Πολιτειών, ωστόσο, υπέθεταν ότι η χώρα ήταν κατά κάποιο τρόπο απρόσβλητη από ένα πρόβλημα που πολλοί αντί με αυτήν το συνέδεαν με τον αναπτυσσόμενο κόσμο. Ετούτη η πεποίθηση προήλθε από μια μακροχρόνια πίστη στην «αμερικανική εξαιρετικότητα», την ιδέα ότι το πολιτικό σύστημα των ΗΠΑ και οι αμερικανικές αξίες είναι μοναδικές και αποτελούν πρότυπο για όλους τους άλλους. Αλλά μετά την ήττα του στις εκλογές του 2020, ο Τραμπ επέλεξε να δοκιμάσει τον δημοκρατικό κανόνα μιας ειρηνικής μετάβασης. Τώρα, αυτά τα κατηγορητήρια και οι δίκες που πιθανότατα θα ακολουθήσουν θα δοκιμάσουν την προεδρική λογοδοσία όπως τίποτα άλλο στο παρελθόν.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΧΕΙ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΠΑΝΩ ΣΟΥ

Οι εκλογές του 2020 δεν ήταν η πρώτη βεβαρυμμένη προεδρική μετάβαση στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τον Μάρτιο του 1861, με επτά πολιτείες να έχουν ήδη αποσχιστεί, η απερχόμενη κυβέρνηση του προέδρου Τζέιμς Μπιούκαναν διέταξε τον στρατό των ΗΠΑ να περιπολεί την πρωτεύουσα του έθνους για να αποτρέψει τους αποσχιστές από το να σκοτώσουν τον Αβραάμ Λίνκολν, τον τότε εκλεγμένο πρόεδρο. Αλλά ίσως η πιο αμφιλεγόμενη μετάβαση συνέβη 15 χρόνια αργότερα, αυτή την φορά [ήταν] το προϊόν της ανήσυχης ειρήνης που είχε ακολουθήσει τον Εμφύλιο Πόλεμο. Οι εκλογές του 1876 έβαλαν αντιμέτωπους τον Σάμιουελ Τίλντεν, έναν Δημοκρατικό, με τον Ρεπουμπλικανό Ράδερφορντ Μπ. Χέις. Τόσο οι Δημοκρατικοί όσο και οι Ρεπουμπλικάνοι παρενέβησαν στην καταμέτρηση των ψήφων. Οι δημοκρατικές ελίτ στην Φλόριντα, την Λουιζιάνα, και τη Νότια Καρολίνα χρησιμοποίησαν εκφοβισμό για να αποτρέψουν τους νεοεισερχόμενους μαύρους ψηφοφόρους από το να ψηφίσουν. Σε απάντηση στις προσπάθειες των λευκών ρατσιστών σε αυτές τις πολιτείες, οι οποίες βρίσκονταν ακόμη υπό κατοχή από τον αμερικανικό στρατό, οι Ρεπουμπλικάνοι κρατικοί αξιωματούχοι απέρριψαν τις νόμιμες ψήφους των Δημοκρατικών. Εν μέσω εκείνης της αναταραχής, τέσσερις πολιτείες έστειλαν αντίπαλες λίστες εκλεκτόρων στο Κογκρέσο των ΗΠΑ. Παραλυμένο, το Κογκρέσο ψήφισε τον Νόμο της Εκλογικής Επιτροπής του 1877, ο οποίος ίδρυσε μια επιτροπή για να διευθετήσει τα πράγματα. Ο πραγματικός νικητής των εκλογών παρέμεινε αμφισβητούμενος μέχρι λίγες μέρες πριν από την ορκωμοσία, όταν οι σύμμαχοι του Hayes υποσχέθηκαν ότι σε αντάλλαγμα για την αποδοχή ενός Ρεπουμπλικανού στον Λευκό Οίκο, οι Δημοκρατικοί θα αποζημιωθούν με την απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από τον Νότο, ουσιαστικά αφήνοντας τους προηγουμένως υπόδουλους ανθρώπους στο έλεος των πρώην υποδουλωτών τους για άλλα 90 χρόνια.

Μετά από σχεδόν 125 χρόνια σχετικά ομαλών μεταβιβάσεων εξουσίας ήρθαν οι εκλογές του 2000, οι οποίες ήταν αμφισβητούμενες για εβδομάδες λόγω της μικρής [διαφοράς της] καταμέτρησης στην Φλόριντα. Η αγωνία κράτησε μέχρι και έναν μήνα πριν από την ορκωμοσία του προέδρου Τζορτζ Μπους [του νεότερου]. Αν και η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου να παρέμβει για να αποτρέψει την συνέχιση των επανακαταμετρήσεων στην Φλόριντα υποστηρίχθηκε λίγο και επικρίθηκε ευρέως, ο ηττημένος, ο αντιπρόεδρος Αλ Γκορ, που είχε κερδίσει την εθνική λαϊκή ψήφο, αποδέχτηκε το αποτέλεσμα και οι υποστηρικτές του διαλύθηκαν χωρίς επεισόδια.