Γιατί η Μόσχα Λέει Όχι | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί η Μόσχα Λέει Όχι

Ένα Ζήτημα Ρωσικών Συμφερόντων, Όχι Ψυχολογίας

Το δεύτερο κατά σειράν μείζον ζήτημα που απασχολεί τη Ρωσία, είναι η συμπάθεια των γειτονικών της κρατών. Αντιμετωπίζει με ιδιαίτερη ευαισθησία τα 16 εκατομμύρια των ρωσικής καταγωγής πολιτών που διαμένουν στο μετα-σοβιετικό «κοντινό εξωτερικό». Σε περιπτώσεις που θεωρούνται ως άνιση μεταχείριση, όπως -για παράδειγμα- όταν η Εσθονία καθιέρωσε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 μια γλωσσική εξέταση που δυσκόλευε την απόκτηση ιθαγένειας για τους Ρώσους κατοίκους, η κοινή γνώμη ασκούσε πίεση στους ηγέτες του Κρεμλίνου να διαμαρτυρηθούν (αλλά να μη προχωρήσουν σε στρατιωτική δράση). Γενικότερα, η Μόσχα αντιτίθεται έντονα στην περαιτέρω διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά. Αυτό, βέβαια, δεν εντυπωσιάζει κανέναν : δεν υπάρχει κράτος που θα καλοδεχόταν την επέκταση μιας παραδοσιακά εχθρικής στρατιωτικής συμμαχίας ως τα σύνορά του, ανεξαρτήτως του πόσο συχνά η συμμαχία διατύπωσε τον ειρηνικό χαρακτήρα των προθέσεών της.

Υπάρχουν, όμως, και ορισμένοι που διακρίνουν ένα ακόμη πιο απειλητικό σχέδιο στην εξωτερική πολιτική του Κρεμλίνου : να επιβάλει εκ νέου τη ρωσική ηγεμονία επί των πρώην σοβιετικών κρατών και πιθανώς σε ένα ακόμη μεγαλύτερο τμήμα της Ανατολικής Ευρώπης, με τη μέθοδο των οικονομικών και στρατιωτικών πιέσεων. Είναι αδύνατον να αποκλείσει κανείς εντελώς μια τέτοια πιθανότητα, εκτός αν έχει τον τρόπο να διαβάσει το μυαλό του Πούτιν. Εντούτοις, ελάχιστα είναι τα δείγματα περί ύπαρξης ενός τέτοιου επεκτατικού σχεδιασμού.

Από κάθε άποψη, η Ρωσία βρίσκεται σε διαδικασία γεωπολιτικής υποχώρησης κατά την τελευταία εικοσαετία. Αντί να διευρύνει την παρουσία της στο εξωτερικό, προχώρησε σε αποστρατιωτικοποιήσεις και σε απόσυρση των στρατευμάτων της πίσω στα σύνορά της. Στη δεκαετία του 1990 οι ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις απομακρύνθηκαν από την Ανατολική Ευρώπη και τα κράτη της Βαλτικής, με αποτέλεσμα το σύνολο των διοικουμένων από τη Μόσχα στρατιωτικών δυνάμεων να μειωθεί από 3,4 εκατομμύρια στρατιώτες σε περίπου ένα εκατομμύριο. Από τότε η Ρωσία εγκατέλειψε τις βάσεις της στην Κούβα και στο Βιετνάμ και μείωσε τα επίπεδα στρατιωτικής παρουσίας της στις πρώην σοβιετικές χώρες. Στα χρόνια που προηγήθηκαν του πολέμου του 2008 στη Γεωργία, ο Πούτιν έκλεισε τρεις στρατιωτικές βάσεις εκεί και μείωσε τον αριθμό των Ρώσων στρατιωτών στη χώρα από πέντε χιλιάδες σε χίλιους περίπου, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών.

Ένα καθεστώς που ακολουθεί πράγματι επεκτατική πολιτική, θα είχε λάβει πολύ διαφορετικά μέτρα. Θα είχε υποκινήσει τους Ρώσους εθνικιστές στις παραμεθόριες περιοχές των κρατών της Βαλτικής, στην ανατολική Ουκρανία ή στην Κριμαία, και θα είχε στείλει ρωσικό στρατό για να τους ενισχύσει. Στη Γεωργία, μια ρεβιζιονιστική Ρωσία θα είχε προ πολλού προσαρτήσει την Αμπχαζία και τη νότια Οσετία, προτού ο Γεωργιανός πρόεδρος Μιχαήλ Σαακασβίλι αποδυθεί σε ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων μετά την ανάληψη της εξουσίας το 2004. Πολλοί δυτικοί κύκλοι δήλωναν ότι η εισβολή της Ρωσίας στη Γεωργία το 2008 φάνηκε να επιβεβαιώνει τη σφοδρή επιθυμία του Κρεμλίνου για απόκτηση γης. Αν, όμως, οι ηγέτες του Κρεμλίνου επιζητούσαν την επέκταση, σίγουρα θα είχαν διατάξει τον στρατό τους να προχωρήσει στην Τιφλίδα και να καθαιρέσει τον Σαακασβίλι, εγκαθιστώντας μια πιο φιλική κυβέρνηση. Ή τουλάχιστον, οι ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις θα είχαν αποκτήσει τον έλεγχο των αγωγών πετρελαίου και αερίου που διασχίζουν τη Γεωργία. Στην πραγματικότητα, όμως, άφησαν τους αγωγούς στην ησυχία τους και γρήγορα υποχώρησαν στα ορεινά.

Οι πρόσφατες προσπάθειες τις Μόσχας να ασκήσει επιρροή στους γείτονές της δεν υπήρξαν ιδιαίτερα επιτυχείς. Η Κοινοπολιτεία Ανεξαρτήτων Κρατών, ένας περιφερειακός συντονιστικός φορέας, που λέγεται ότι αποτελεί όργανο της ρωσικής κυριαρχίας, φαίνεται να διαλύεται, αφού μόλις έξι από τους έντεκα προέδρους καταδέχθηκαν να παρευρεθούν στην τελευταία του συνεδρίαση, η οποία διήρκεσε μόλις 30 λεπτά. Ούτε καν ο Αλεξάντρ Λουκασένκο, ο δικτάτορας της Λευκορωσίας, ο οποίος υποτίθεται ότι είναι προστατευόμενος της Μόσχας, θα δεχόταν να αναγνωρίσει την ανεξαρτησία της Αμπχαζίας και της νότιας Οσετίας. Στο Κιργιστάν , ο πρόεδρος Κουρμπανμπέκ Μπακίγιεφ αθέτησε την υπόσχεσή του προς τη Μόσχα να κλείσει την αμερικανική βάση στη χώρα του. Ελάχιστοι στενοχωρήθηκαν στη Μόσχα όταν διαδηλωτές ανάγκασαν σε παραίτηση τον Μπακίγιεφ λίγους μήνες μετά, αλλά ο Λουκασένκο τον κάλεσε αμέσως στο Μινσκ, γεγονός που εξόργισε το Κρεμλίνο.

Άραγε, η εξάρτηση από το ρωσικό αέριο προσέδωσε στη Μόσχα πολιτική επιρροή σε χώρες της Δύσης ; Δεν υπάρχουν τέτοια δείγματα. Θα περίμενε κανείς ότι οι πλέον εξαρτημένες χώρες θα ήταν και οι πλέον ευπειθείς. Στην πραγματικότητα, είναι αυτά ακριβώς τα κράτη (Τσεχική Δημοκρατία, Εσθονία, Πολωνία) που επίμονα επεδίωξαν να ερεθίσουν τη μύτη της αρκούδας. Μέσα σε λίγα χρόνια, χώρες που βασίζονται στη Ρωσία για το σύνολο ή μεγάλο μέρος των αναγκών τους σε πετρέλαιο και αέριο, προσχώρησαν στο ΝΑΤΟ, δέχθηκαν στο έδαφός τους αμερικανικές αντιπυραυλικές συστοιχίες και άσκησαν κριτική στη ρωσική πολιτική. Οι λιγότερο εξαρτώμενοι Δυτικο-ευρωπαίοι, Γερμανοί και Ιταλοί, ήταν εκείνοι που φάνηκαν πιο φιλικοί προς το Κρεμλίνο, με το να μη δείξουν -για παράδειγμα- ενθουσιασμό για την τόσο εσπευσμένη προσχώρηση της Γεωργίας και της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.