Η αρκούδα που πεθαίνει | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η αρκούδα που πεθαίνει

Η δημογραφική συμφορά της Ρωσίας
Περίληψη: 

Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, η Ρωσία έχει παγιδευτεί σε μια καταστροφική πληθυσμιακή κρίση. Η δημογραφική συρρίκνωση στη χώρα θα υπονομεύσει τα σχέδια του Κρεμλίνου για οικονομικό και στρατιωτικό εκσυγχρονισμό, ενώ ενδέχεται να καταστήσει τη Μόσχα πιο επικίνδυνη στη διεθνή αρένα.

Ο NICHOLAS EBERSTADT διδάσκει Πολιτική Οικονομία στην έδρα Henry Wendt του Αμερικανικού Ινστιτούτου Επιχειρηματικότητας και είναι ανώτερος σύμβουλος στο National Bureau of Asian Research (NBR).

Τον Δεκέμβριο συμπληρώθηκαν 20 χρόνια από το τέλος της σοβιετικής δικτατορίας και την έναρξη της μετάβασης στη μετα-κομμουνιστική Ρωσία. Τα χρόνια που μεσολάβησαν χάρισαν στους Ρώσους ενθουσιασμό και υποσχέσεις, αλλά και αναπάντεχα προβλήματα και απογοητεύσεις. Από όλες τις οδυνηρές εξελίξεις που συνέβησαν στη ρωσική κοινωνία μετά η σοβιετική κατάρρευση, ίσως η λιγότερο αναμενόμενη -και η πιο ανησυχητική- είναι η δημογραφική μείωση που παρατηρείται στη χώρα. Στη διάρκεια των δύο τελευταίων δεκαετιών, η Ρωσία έχει παγιδευτεί σε μια καταστροφική και εντελώς αφύσικη πληθυσμιακή κρίση εν καιρώ ειρήνης. Ο πληθυσμός της χώρας συρρικνώνεται, τα επίπεδα θνησιμότητας είναι καταστροφικά και οι ανθρώπινοι πόροι της δείχνουν σημάδια επικίνδυνης αποσάθρωσης.

Πράγματι, τα προβλήματα που προκλήθηκαν από τις πληθυσμιακές τάσεις της Ρωσίας (στην υγεία, την εκπαίδευση, τη δημιουργία οικογένειας και άλλους τομείς) παρουσιάζουν ένα χωρίς προηγούμενο φαινόμενο για αστικοποιημένη, εγγράμματη κοινωνία σε μη πολεμική περίοδο. Τέτοιας έκτασης δημογραφικά προβλήματα απέχουν πολύ από τα συνήθως σημειούμενα τόσο στις ανεπτυγμένες όσο και στις αναπτυσσόμενες χώρες. Και αυτό που είναι το πιο ανησυχητικό, είναι ότι οι αιτίες του φαινομένου δεν έχουν γίνει απολύτως κατανοητές. Από την άλλη πλευρά, η ρωσική πολιτική ηγεσία έχει δώσει ελάχιστα δείγματα ότι είναι σε θέση να εφαρμόσει πολιτικές που θα οδηγούσαν μακροπρόθεσμα στη θεραπεία αυτής της πτωτικής τάσης. Αυτή η σε καιρό ειρήνης πληθυσμιακή κρίση θέτει σε κίνδυνο τις οικονομικές προοπτικές της Ρωσίας, τις φιλοδοξίες της να εκσυγχρονιστεί και να αναπτυχθεί, και πιθανότατα την ασφάλειά της. Με άλλα λόγια, οι δημογραφικές ωδίνες της Ρωσίας επιφέρουν τρομερές και τεράστιες συνέπειες τόσο για εκείνους που ζουν εντός όσο και για εκείνους που βρίσκονται εκτός των συνόρων της χώρας. Το ανθρωπιστικό τίμημα είναι ήδη δυσανάλογα βαρύ και το συσσωρευόμενο οικονομικό κόστος απειλεί να γίνει θεόρατο. Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι η δημογραφική μείωση στη Ρωσία αποτελεί δυσοίωνο προμήνυμα για την εξωτερική συμπεριφορά του Κρεμλίνου, το οποίο θα πρέπει να έρθει αντιμέτωπο με μια πολύ λιγότερο ευνοϊκή ισορροπία δυνάμεων, σε σχέση με τους υπολογισμούς του.

ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΗ ΘΝΗΣΙΜΟΤΗΤΑ

Ακόμη και στα χρόνια της ΕΣΣΔ, η Ρωσία δεν αποτελούσε πρότυπο υγιούς κοινωνίας. Το σύνδρομο της μακροχρόνιας στασιμότητας και κατόπιν η υστέρηση στο επίπεδο της δημόσιας υγείας, πράγμα πρωτόγνωρο για βιομηχανική χώρα, πρωτοεμφανίστηκαν κατά την εποχή του Μπρέζνιεφ και εξακολούθησαν να συνοδεύουν τη Ρωσία μέχρι την πτώση του κομμουνιστικού συστήματος. Ωστόσο, στα τέλη της δεκαετίας του ’80, στις μέρες της περεστρόικα του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, οι γεννήσεις των Ρώσων ξεπέρασαν τους θανάτους κατά ένα μέσο όρο της τάξεως άνω των 800.000 ετησίως. Όμως, η πτώση του κομμουνισμού στην Ανατολική Ευρώπη και κατόπιν στην ίδια τη Σοβιετική Ένωση, δημιούργησε μια σειρά από δημογραφικά σοκ που μεταδόθηκαν απ’ άκρη σ’ άκρη στο Ανατολικό μπλοκ: στην πραγματικότητα, κάθε πρώην χώρα-μέλος του Συμφώνου της Βαρσοβίας γνώρισε μια δραστική μείωση των γεννήσεων και μια μικρή αύξηση των θανάτων, σαν να είχε πέσει ξαφνικά λιμός, επιδημία ή σαν να είχε ξεσπάσει πόλεμος. Στις περισσότερες περιπτώσεις, αυτές οι ανωμαλίες ήταν παροδικές, όχι όμως και στη Ρωσία, όπου το φαινόμενο εμφανίστηκε στην πιο ακραία και διαρκέστερη εκδοχή του, σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο πρώην κομμουνιστικό κράτος.
Η μετα-σοβιετική Ρωσία έχει μεταβληθεί σε κοινωνία αμιγούς θνησιμότητας, καταγράφοντας σταθερά περισσότερους θανάτους από τις γεννήσεις. Σύμφωνα με τη Rosstat, την ομοσπονδιακή στατιστική υπηρεσία της Ρωσίας (γνωστή και ως Goskomstat από τη σοβιετική εποχή), από το 1992 πέθαναν 12,5 εκατομμύρια περισσότεροι Ρώσοι από αυτούς που γεννήθηκαν. Με άλλα λόγια, κατά την τελευταία εικοσαετία σε κάθε τρεις κηδείες αντιστοιχούσαν δύο τοκετοί. Σε παγκόσμιο επίπεδο, στα χρόνια που ακολούθησαν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μόνο μία φορά καταγράφηκε τέτοιο αρνητικό ισοζύγιο θανάτων επί γεννήσεων: ήταν στην Κίνα του 1959-61, ως αποτέλεσμα του «Μεγάλου Άλματος προς τα Εμπρός», που εφάρμοσε ο Μάο Τσετούνγκ.

Ως αποτέλεσμα αυτής της ανισορροπίας, η Ρωσία εισήλθε σε μια διαδικασία αποδεκατισμού του πληθυσμού της. Η μετανάστευση, κυρίως από τα γειτονικά πρώην σοβιετικά κράτη, μετρίασε κάπως την κάμψη, αλλά δεν κατόρθωσε να την αποτρέψει. Σύμφωνα με επίσημα ρωσικά στοιχεία, από το 1992 ο πληθυσμός της Ρωσίας μειώνεται σταθερά κάθε χρόνο (το 1993 και το 2010 αποτελούν εξαιρέσεις και μάλιστα το 2010 παρουσίασε μια μικρή αύξηση της τάξεως των 10.000 γεννήσεων). Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, μεταξύ 1993 και 2010, ο πληθυσμός στη Ρωσία συρρικνώθηκε από 148,6 σε 141,9 εκατομμύρια ανθρώπους, σημείωσε δηλαδή μείωση της τάξεως σχεδόν του 5%. (Η απογραφή του 2010 στη Ρωσία ενδέχεται να αναπροσαρμόσει το τελευταίο νούμερο προς τα πάνω, κατά ένα εκατομμύριο περίπου, λόγω της καταμέτρησης των μεταναστών, αλλά αυτό δεν μπορεί να αλλάξει τη συνολική εικόνα).

Η Ρωσία δεν πρέπει να αισθάνεται μόνη στο θέμα της μείωσης του πληθυσμού της. Πρόκειται για ένα φαινόμενο που καθίσταται ολοένα και πιο κοινό στις σύγχρονες κοινωνίες, συμπεριλαμβανομένων και των δημοκρατικών κοινωνιών της αφθονίας. Τρία κράτη του G-7, η Γερμανία, η Ιαπωνία και η Ιταλία, βρίσκονται στο κατώφλι μιας συγκρατημένης πληθυσμιακής μείωσης ή το έχουν ήδη περάσει. Εντούτοις, υπάρχει μια θεμελιώδης διαφορά ανάμεσα σε αυτές τις χώρες και τη Ρωσία: η Γερμανία, η Ιαπωνία και η Ιταλία αντιμετωπίζουν την προοπτική της πληθυσμιακής συρρίκνωσης σε μια εποχή εύρωστου και σταθερά βελτιούμενου επιπέδου στη δημόσια υγεία. Η Ρωσία από την άλλη, πλήττεται από μια εξαιρετικά σοβαρή και -κατά τα φαινόμενα- διηνεκή κρίση θνησιμότητας, στο πλαίσιο της οποίας οι συνθήκες υγιεινής επιδεινώνονται και με τη σειρά τους δίνουν ώθηση σε ακόμη μεγαλύτερα ποσοστά θανάτων.