Απλά μαθήματα μεταναστευτικής πολιτικής | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Απλά μαθήματα μεταναστευτικής πολιτικής

Αναχρονιστικό το επιχείρημα της πολυπολιτισμικότητας

Η πολιτική ρύθμισης και ελέγχου της μετανάστευσης αναφέρεται ως έννοια στον «έλεγχο που ασκεί ένα κυρίαρχο κράτος στην είσοδο αλλοδαπών πολιτών στο έδαφός του και στην πρόσβασή τους στην παραμονή και στην εργασία».[7] Συνεπώς αναφέρεται στους συγκεκριμένους κανόνες και τη συγκεκριμένη διαδικασία, η οποία προσδιορίζει την επιλογή και την είσοδο των αλλοδαπών πολιτών στην επικράτεια της χώρας υποδοχής. Η πολιτική αυτή, επομένως, συμβάλλει καθοριστικά στον προσδιορισμό τόσο της ποσοτικής όσο και της ποιοτικής διάστασης του μεταναστευτικού αποθέματος στην χώρα υποδοχής, καθώς καθορίζει αφενός τον αριθμό των αλλοδαπών, οι οποίοι εισέρχονται και παραμένουν στην χώρα υποδοχής, αφετέρου τα ιδιαίτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους.

Η πολιτική ρύθμισης και ελέγχου της μετανάστευσης είναι δυνατόν να περιλαμβάνει μία σειρά διοικητικών μέτρων, όπως τα εξής:

α. έλεγχος των συνόρων της εδαφικής επικράτειας
β. εξ αποστάσεως έλεγχος της μεταναστευτικής ροής (με την καθιέρωση θεωρήσεων εισόδου και την πρόσληψη αλλοδαπού εργατικού δυναμικού από γραφεία εργασίας στην χώρα προέλευσης συνδεδεμένα με τις διοικητικές αρχές της χώρας προορισμού)
γ. παροχή αναπτυξιακής βοήθειας στις χώρες προέλευσης των μεταναστευτικών ροών
δ. επαναπροώθηση των παρανόμων μεταναστών στις χώρες προέλευσης
ε. απέλαση των ανεπιθύμητων μεταναστών
στ. θέσπιση ως ιδιωνύμου αδικήματος της εκμετάλλευσης της παράνομης κατάστασης των αλλοδαπών

Τα προτεινόμενα μέτρα (α), (β) και (γ) αφορούν στην προληπτική διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, ήτοι στην εκ των προτέρων διαχείριση της μετανάστευσης, ενώ τα προτεινόμενα μέτρα (δ) και (ε) αφορούν στην πρωταρχική διαχείριση του μεταναστευτικού αποθέματος, δηλαδή στην εκ των υστέρων διαχείριση της μετανάστευσης. Το προτεινόμενο μέτρο (στ) αφορά τόσο στην προληπτική διαχείριση των μεταναστευτικών ροών –στον βαθμό που καθιστά ιδιώνυμο αδίκημα την διακίνηση μεταναστών- όσο και στη διαχείριση του μεταναστευτικού αποθέματος, στον βαθμό που καθιστά ιδιώνυμο αδίκημα την παροχή στέγασης και εργασίας σε παράνομους αλλοδαπούς μετανάστες.

Η Ελληνική Δημοκρατία χρειάζεται την δημιουργία πολυάριθμων Κέντρων Προσωρινής Κράτησης ανά την επικράτεια, μέσω των οποίων θα πραγματοποιείται η διεκπεραίωση του επαναπατρισμού των παρανόμων αλλοδαπών. Τα Κέντρα Προσωρινής Κράτησης συνιστούν μία πρακτική η οποία εφαρμόζεται σε αρκετά ευρωπαϊκά κράτη. Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι στην Γαλλία υπάρχουν 22 Κέντρα Προσωρινής Κράτησης, στην Ιταλία 13, στο Ηνωμένο Βασίλειο 13, στην Ισπανία 9, στο Βέλγιο 6, στη Σουηδία 5, στη Ρουμανία 2. Τα Κέντρα Προσωρινής Κράτησης, στα οποία πρέπει να υπάρχουν οι αυτονόητοι κανόνες αξιοπρεπούς και ασφαλούς διαβίωσης, θα χρησιμεύσουν στην επιτυχή ολοκλήρωση της διαδικασίας του επαναπατρισμού των παρανόμων μεταναστών, ενώ ταυτοχρόνως θα λειτουργήσουν και σε επίπεδο αποτροπής νέων μεταναστευτικών ροών προς την επικράτεια της Ελληνικής Δημοκρατίας.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΜΙΜΩΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ

Η πολιτική ενσωμάτωσης των μεταναστών αφορά στην διαχείριση, στον έλεγχο και την λειτουργική ένταξή του νόμιμου μεταναστευτικού πληθυσμού στις δομές και τις αξίες του κοινωνικού συνόλου της χώρας υποδοχής.

Οι επιλογές της πολιτικής ενσωμάτωσης των μεταναστών είναι δυνατόν να αναχθούν σε τρεις βασικές τάσεις:

α. την πολυπολιτισμικότητα,
β. την απλή ενσωμάτωση των μεταναστών
γ. την δομική ενσωμάτωση των μεταναστών στο πλαίσιο της χώρας υποδοχής.

Η πολυπολιτισμικότητα (multiculturalism) αφορά στην θεσμική και καταναγκαστική συντήρηση των προκατασκευασμένων εθνοτικών ταυτοτήτων των μεταναστών με τελική συνέπεια ή ακόμη και σκοπό την αναίρεση της ομοιογένειας του προτύπου του έθνους-κράτους και την δημιουργία της πολυπολιτισμικής κοινωνίας. Βάσει της πολυπολιτισμικής θεωρίας καμία κουλτούρα δεν είναι καλύτερη ή καταλληλότερη από τις άλλες, μία άποψη, η οποία εκπίπτει σε αξιολογικό μηδενισμό. Η πολυπολιτισμικότητα οδηγεί νομοτελειακά στην δημιουργία παράλληλων κοινωνιών, στην κατάτμηση της ενότητας της Δημοκρατίας και στην πρόκληση κοινωνικών και εθνοπολιτισμικών εντάσεων και στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες θεωρείται πλέον οριστικά ως αναχρονιστική και μη λειτουργική επιλογή.[8]

Ο όρος ένταξη (inclusion/insertion) χρησιμοποιείται για να περιγράψει δύο παραπλήσιες, αλλά και παραλλασσόμενες διαδικασίες.[9] Σε ένα πρώτο επίπεδο, δηλαδή, η ένταξη αφορά στην τυπική ή πρωτογενή κοινωνικοποίηση (inclusion), η οποία πραγματοποιείται μέσω θεμελιωδών φορέων, όπως η οικογένεια, το σχολείο και οι τυπικές κοινωνικές σχέσεις. Σε ένα δεύτερο επίπεδο ο όρος αφορά στην δευτερογενή κοινωνικοποίηση (insertion), η οποία πραγματοποιείται μέσω της εργασιακής απασχόλησης, μέσω της ιδιοκτησίας κατοικίας, μέσω της κατανάλωσης, της συμμετοχής σε συνδικαλιστικούς ή άλλους συλλογικής υφής φορείς ή μέσω της συμμετοχής στον δημόσιο βίο.

ΑΠΛΗ ΚΑΙ ΔΟΜΙΚΗ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΤΩΝ ΝΟΜΙΜΩΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ

Η απλή ενσωμάτωση (integration) είναι δυνατόν να προσδιοριστεί ως η ένταξη των μεταναστών στο ευρύτερο πολιτικό/νομικό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο της χώρας υποδοχής, χωρίς όμως να προηγείται η αποποίηση στοιχείων της προγενέστερης εθνοτικής και πολιτισμικής τους ταυτότητας.[10] Η απλή ενσωμάτωση είναι κατ’ ουσίαν μία ατελής ή μία προκαταρκτική εκδοχή της δομικής ενσωμάτωσης. Η απλή ενσωμάτωση επικεντρώνεται στην πολιτική/νομική και την οικονομική διάσταση της διαδικασίας ενσωμάτωσης και τείνει να παραβλέπει την κοινωνική και ιδίως την πολιτισμική διάσταση αυτής. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ωστόσο, δεν συνυπολογίζονται ουσιώδη δεδομένα του μεταναστευτικού φαινομένου και η διαδικασία της ενσωμάτωσης προσλαμβάνεται τόσο από τους αλλοδαπούς μετανάστες όσο και από την κοινωνία της χώρας υποδοχής ως μία τυπική θεσμική διαδικασία, ως μία γραφειοκρατική τυπικότητα, ενώ στην πραγματικότητα η ενσωμάτωση αποτελεί ένα πολυσύνθετο φαινόμενο.