Το Ιράκ που αφήσαμε πίσω… | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το Ιράκ που αφήσαμε πίσω…

Ιδού το επόμενο αποτυχημένο κράτος του κόσμου

Ο Μαλίκι και οι συνάδελφοί του δεν είναι οι μόνοι υπεύθυνοι για την διάλυση αυτών των ελπίδων και την απομάκρυνση από τη δημοκρατία. Από τους τελευταίους μήνες της διακυβέρνησης Μπους και την έναρξη της προεδρίας Ομπάμα, η Ουάσινγκτον, αντί να επικεντρωθεί στην ενίσχυση των δημοκρατικών αρχών, όπως είχε κάνει κατά τη διάρκεια της εφόρμησης, επικεντρώθηκε στην εξασφάλιση της μακροπρόθεσμης στρατηγικής σχέσης της με τη Βαγδάτη, ειδικά με τον πρωθυπουργό, έτσι ώστε να μπορεί πιο εύκολα να αποσύρει τις αμερικανικές δυνάμεις. Κατά τη διαδικασία αυτή, οι Ηνωμένες Πολιτείες απέτυχαν να κεφαλαιοποιήσουν τα κέρδη από την αύξηση των αμερικανικών στρατευμάτων – την αποκήρυξη του θρησκευτικού εξτρεμισμού από τον ιρακινό λαό και την επιθυμία για ομαλότητα - καταστρέφοντας έτσι τις πιθανότητες να προέκυπτε μια ενοποιημένη, αδογμάτιστη κυβέρνηση.

Το μεγαλύτερο λάθος της Ουάσιγκτον τα τελευταία χρόνια ήρθε το καλοκαίρι του 2010, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες άφησαν να πέσει το πρόσχημα της ουδετερότητας υποστηρίζοντας τον Μαλίκι για τη θέση του πρωθυπουργού έναντι του Αλαουί - παρόλο που το ψηφοδέλτιο του κόμματος του Αλαουί έλαβε περισσότερες ψήφους στις εθνικές εκλογές που διεξήχθησαν τον Μάρτιο. Οι αμερικανοί αξιωματούχοι υποστήριξαν ότι μόνο ένας Σιΐτης Ισλαμιστής είχε την αξιοπιστία και τη νομιμότητα να υπηρετήσει ως πρωθυπουργός και υποτίμησαν οποιαδήποτε εναλλακτική λύση αντί του Μαλίκι. Χρίζοντας, όμως, τον Μαλίκι πρωθυπουργό, έναν αφοσιωμένο σιΐτη που είχε ήδη την έγκριση του Ιράν, οι Ηνωμένες Πολιτείες του έδωσαν την αυτοπεποίθηση ώστε να αποφύγει σοβαρούς συμβιβασμούς με τον Αλαουί, έναν κοσμικό σιΐτη που υποστηρίζουν οι σουνίτες της χώρας.

Τον Νοέμβριο του 2010, ο Μαλίκι και ο Αλαουί πέτυχαν μια συμφωνία για μοίρασμα της εξουσίας, που πριμοδοτήθηκε από την κουρδική κυβέρνηση στο Ερμπίλ και την Ουάσιγκτον. Σύμφωνα με αυτήν, ο Μαλίκι υποτίθεται ότι θα παραιτείτο από την άμεση διοίκηση των δυνάμεων ασφαλείας και την εξουσία του στο υπουργικό συμβούλιο και τα περισσότερα υπουργεία. Η συμφωνία «έδωσε» το Υπουργείο Άμυνας στο κόμμα Iraqiya και ανακήρυξε τον Αλαουί επικεφαλής ενός νέου συμβουλευτικού πολιτικού σώματος. Οι αμερικανοί αξιωματούχοι καυχήθηκαν ότι είχαν ξεπεράσει επιδέξια την επιρροή του Ιράν και βοήθησαν στη γέννηση μιας αδογμάτιστης κυβέρνησης στη Βαγδάτη.

Γρήγορα, όμως, η Ουάσιγκτον παραιτήθηκε από το να εξασφαλίσει πραγματικά ότι οι διατάξεις της συμφωνίας τέθηκαν σε εφαρμογή. Ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, ηγετική φυσιογνωμία της κυβέρνησης Ομπάμα για την πολιτική στο Ιράκ, ήταν σε μεγάλο βαθμό απών από το ζήτημα του Ιράκ για σχεδόν ένα χρόνο, όταν η ρύθμιση για την κατανομή της εξουσίας κατέρρευσε. Στην αμερικανική πρεσβεία στη Βαγδάτη, οι αξιωματούχοι παραπονιόνταν κατ’ ιδίαν για την άρνηση του Μαλίκι να μοιραστεί την εξουσία όπως είχε υποσχεθεί, αλλά δημόσια σώπαιναν, ακόμα και όταν η στρατιωτική διοίκηση του Μαλίκι ενέτεινε την εκστρατεία παρενόχλησης και συλλήψεων όσων θεωρούνταν αντίπαλοι. Όταν βρέθηκα στη Βαγδάτη τον περασμένο Ιούνιο, ρώτησα έναν αμερικανό διπλωμάτη γιατί η πρεσβεία δεν είχε πει τίποτα για την συνεχιζόμενη καταστολή των ακτιβιστών που μάχονταν για τη δημοκρατία, συμπεριλαμβανομένου και ενός συμβάντος κατά το οποίο ιρακινοί πράκτορες ασφαλείας ξυλοκόπησαν διαδηλωτές μέρα μεσημέρι. Είπε ότι, αν και οι αμερικανοί αξιωματούχοι είχαν έναν «τακτικό» διάλογο με τον Μαλίκι για τα ανθρώπινα δικαιώματα, «προτεραιότητα και ενδιαφέρον» της Ουάσιγκτον ήταν η οικοδόμηση μιας σχέσης ασφάλειας με την ιρακινή κυβέρνηση. Κάνοντας, όμως, τα στραβά μάτια στον παραβατικό αυταρχισμό του Μαλίκι, οι Αμερικανοί αξιωματούχοι επέτρεψαν στην πολιτική κουλτούρα του Ιράκ να αποσυντεθεί. (Ήταν αυτή η αναστάτωση που κατέστησε επίσης αδύνατο για τους αξιωματούχους των ΗΠΑ να πείσουν τους ηγέτες του Ιράκ να πιέσουν για μια συμφωνία περί ασυλίας μέσω του κοινοβουλίου, έτσι ώστε ένας μικρός αριθμός Αμερικανών στρατιωτών να μπορούσε να μείνει στο Ιράκ μετά το 2011). Αντί να βοηθήσουν το Ιράκ να προχωρήσει, οι Ηνωμένες Πολιτείες άφησαν την χώρα να παρασυρθεί στο παρελθόν, στον σεκταρισμό και την αυταρχική διακυβέρνηση.

Η πολιτική κατάσταση στη Βαγδάτη έφτασε στο ναδίρ τον περασμένο Δεκέμβριο. Μια μέρα αφού ο τελευταίος στρατιώτης των ΗΠΑ εγκατέλειψε τη χώρα, ξαφνικά ο Μαλίκι ζήτησε τη σύλληψη του αντιπροέδρου των σουνιτών του Ιράκ, Tariq al-Hashimi, κατηγορώντας τον ότι διοικούσε τάγματα θανάτου. Με την κίνηση αυτή, ο Μαλίκι εγκατέλειψε κάθε πρόσχημα ότι ενδιαφερόταν για την εθνική συμφιλίωση και υπονόμευσε τις δεσμεύσεις που ο ίδιος μαζί με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, είχαν αναλάβει πριν από μερικές εβδομάδες στην Ουάσιγκτον, όταν ανακήρυξαν το Ιράκ ως μια σταθερή δημοκρατία. Ο Hashimi κατέφυγε στο Κουρδιστάν και η πολιτική κατάσταση της χώρας βυθίστηκε στην αστάθεια. Η κρίση αποκάλυψε την τεχνητή φύση του δημοκρατικού συστήματος του Ιράκ και το πόσο γρήγορα οι διαμάχες μεταξύ των ηγετών του Ιράκ θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την χώρα.

Κανένας πολιτικός, ανεξάρτητα από το πόσο υψηλά ιστάμενος είναι, δεν αμφιβάλλει πλέον για την ικανότητα του Μαλίκι να εκμεταλλεύεται τον νόμο και το κράτος για τις φιλοδοξίες του. Παρ’ όλα αυτά, ο Μαλίκι δεν έχει την εξουσία να εξαλείψει όλους τους εχθρούς του, λόγω του ότι συμμετέχει σε ένα κοινοβουλευτικό σύστημα, το οποίο επιβλήθηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες μετά το 2003. Αλλά θα συνεχίσει να αγωνίζεται για την απόλυτη εξουσία, χρησιμοποιώντας εκφοβισμό, απειλές και ευνοιοκρατία. Η αντιπολίτευση θα συνωμοτεί εναντίον του και θα προσπαθεί να σαμποτάρει τις πολιτικές του, θετικές ή αρνητικές, υποκινούμενη από την επιθυμία της να τον δει να αποτυγχάνει. Αλλά, ούσα ανίκανη λόγω της ίδιας της τής διχόνοιας, δεν θα καταφέρει ποτέ να τον διώξει. Αυτό το διαβρωτικό αδιέξοδο θα αναζωπυρώσει περαιτέρω την απογοήτευση για την παρούσα κατάσταση, ωθώντας το πολιτικό σύστημα στην κατάρρευση. Πολύ πιθανόν να προκύψει ένα από τα τρία – όλα τους επικίνδυνα - αποτελέσματα.