Ο κόσμος είναι σήμερα πιο ασφαλής | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο κόσμος είναι σήμερα πιο ασφαλής

Οι ΗΠΑ δεν κινδυνεύουν όσο νομίζει η Ουάσινγκτον
Περίληψη: 

Οι αμερικανοί αξιωματούχοι και οι ειδικοί επί της εθνικής ασφάλειας υπερβάλλουν διαχρονικά σχετικά με τις απειλές από το εξωτερικό, θεωρώντας ότι ο κόσμος είναι πιο επικίνδυνος και πιο τρομακτικός από ποτέ. Αλλά αυτό δεν είναι αληθές. Τουλάχιστον από την πλευρά των ΗΠΑ, ο κόσμος σήμερα είναι χαρακτηριστικά πιο ασφαλής και η Ουάσιγκτον χρειάζεται να χαράξει μια πολιτική που να εναρμονίζεται με αυτή την πραγματικότητα.

Ο MICAH ZENKO είναι συνεργάτης στο Κέντρο Προληπτικών Ενεργειών του Council on Foreign Relations.
Ο MICHAEL A.COHEN είναι συνεργάτης στο Ίδρυμα Century.

Τον περασμένο Αύγουστο, ο Δημοκρατικός προεδρικός υποψήφιος Μιτ Ρόμνεϊ έκανε αυτό που έχει γίνει μια, ανά τετραετία, ιεροτελεστία στην αμερικανική προεδρική πολιτική: έκανε μια ομιλία στο ετήσιο συνέδριο των Βετεράνων Πολέμου. Το μήνυμά του είχε ρίζες σε μια άλλη μεγάλη αμερικανική παράδοση: τη μεγέθυνση των ξένων απειλών κατά των Ηνωμένων Πολιτειών. Πρόκειται για «ευσεβή πόθο», δήλωσε ο Ρόμνεϊ, «ότι ο κόσμος γίνεται ένα ασφαλέστερο μέρος. Το αντίθετο ισχύει. Σκεφτείτε απλά τους τζιχαντιστές, ένα σχεδόν πυρηνικό Ιράν, μια ταραγμένη Μέση Ανατολή, ένα ασταθές Πακιστάν, μια παραληρηματική Βόρεια Κορέα, μια δυναμική Ρωσία και μια αναδυόμενη παγκόσμια δύναμη που ονομάζεται Κίνα. Όχι, ο κόσμος δεν γίνεται ασφαλέστερος».

Λίγο καιρό μετά, ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας Λήον Πανέτα επανέλαβε τη δήλωση του Ρόμνεϊ. Σε μια διάλεξη τον περασμένο Οκτώβριο, ο Πανέτα προειδοποίησε για απειλές που προέρχονται «από την τρομοκρατία έως τη διάδοση των πυρηνικών, από κράτη-παρίες έως τις επιθέσεις στον κυβερνοχώρο, από επαναστάσεις στη Μέση Ανατολή ως την οικονομική κρίση στην Ευρώπη και ως την άνοδο νέων δυνάμεων όπως η Κίνα και η Ινδία. Όλες αυτές οι αλλαγές αποτελούν εξελίξεις επί της ασφάλειας, της γεωπολιτικής, της οικονομίας και της δημογραφίας στη διεθνή τάξη που κάνουν τον κόσμο πιο απρόβλεπτο, πιο ασταθή και, ναι, πιο επικίνδυνο». Ο στρατηγός Μάρτιν Ντέμπσεϊ, επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων, συμφώνησε σε μια πρόσφατη ομιλία του υποστηρίζοντας ότι «ο αριθμός και τα είδη των απειλών που αντιμετωπίζουμε έχουν αυξηθεί σημαντικά» και η Αμερικανίδα υπουργός Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον ενίσχυσε αυτή την άποψη με τον ισχυρισμό ότι η Αμερική βρίσκεται σήμερα σε έναν «πολύ σύνθετο, επικίνδυνο κόσμο».

Μέσα στην ελίτ της εξωτερικής πολιτικής, υπάρχει μια διάχυτη πεποίθηση ότι ο κόσμος μετά τον Ψυχρό Πόλεμο είναι ένα ύπουλο μέρος, γεμάτο από μεγάλη αβεβαιότητα και σοβαρούς κινδύνους. Μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε από το «Κέντρο Ερευνών Pew για τους Ανθρώπους και τον Τύπο» (Pew Research Center for the People and the Press) το 2009 διαπίστωσε ότι 69% των μελών του Council on Foreign Relations πίστευαν ότι για τις Ηνωμένες Πολιτείες εκείνη τη στιγμή, ο κόσμος δεν ήταν ούτε τόσο επικίνδυνος ούτε πιο επικίνδυνος από ό, τι ήταν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Ομοίως, το 2008, το «Κέντρο για την Αμερικανική Πρόοδο» (Center for American Progress) ρώτησε πάνω από 100 εμπειρογνώμονες της διεθνούς πολιτικής και βρήκε ότι το 70% από αυτούς πίστευαν ότι ο κόσμος γινόταν όλο και πιο επικίνδυνος. Ίσως περισσότερο από κάθε άλλη ιδέα, αυτή η πεποίθηση δίνει μορφή στις συζητήσεις για την αμερικανική εξωτερική πολιτική και πλαισιώνει την κατανόηση του κοινού για τις διεθνείς υποθέσεις.

Υπάρχει μόνο ένα πρόβλημα: Πρόκειται απλώς περί λάθους. Ο κόσμος στον οποίον οι Ηνωμένες Πολιτείες κατοικούν σήμερα είναι ένα εξαιρετικά αξιόπιστο και ασφαλές μέρος. Πρόκειται για έναν κόσμο με λιγότερες βίαιες συγκρούσεις και μεγαλύτερη πολιτική ελευθερία από ό, τι σε σχεδόν οποιοδήποτε άλλο σημείο της ανθρώπινης ιστορίας. Σε όλο τον κόσμο, οι άνθρωποι απολαμβάνουν μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής και μεγαλύτερες οικονομικές ευκαιρίες παρά ποτέ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν αντιμετωπίζουν καμιά πιθανή απειλή για την ύπαρξή τους, καμία μεγάλη δύναμη ως αντίπαλή τους και κανέναν βραχυπρόθεσμο ανταγωνισμό για το ρόλο του παγκόσμιου ηγεμόνα. Ο στρατός των ΗΠΑ είναι πλέον ο ισχυρότερος στον κόσμο, ακόμη και στη μέση μιας συνεχιζόμενης ύφεσης, η οικονομία των ΗΠΑ παραμένει μία από τις πιο ζωντανές και ευπροσάρμοστες του κόσμου. Παρά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν μια σειρά από διεθνείς προκλήσεις, αυτές αποτελούν ελάχιστο κίνδυνο για τη συντριπτική πλειοψηφία των Αμερικανών πολιτών και μπορούν να αντιμετωπιστούν με τα υπάρχοντα διπλωματικά, οικονομικά, και, σε πολύ μικρότερο βαθμό, στρατιωτικά μέσα.

Η πραγματικότητα αυτή αντανακλάται ελάχιστα στις συζητήσεις για τη στρατηγική εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ ή για την αμερικανική εξωτερική πολιτική. Η πιο πρόσφατη Εθνική Στρατηγική Ασφάλειας που εξέφρασε ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα φιλοδοξεί για «έναν κόσμο στον οποίο η Αμερική είναι ισχυρότερη, πιο ασφαλής και είναι σε θέση να ξεπεράσει τις προκλήσεις, ενώ ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο». Ωστόσο, αυτός είναι βασικά ο κόσμος που υπάρχει σήμερα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι το πιο ισχυρό έθνος στον κόσμο, αδιαμφισβήτητο και ασφαλές. Αλλά η πολιτική ελίτ της χώρας φαίνεται απρόθυμη να αναγνωρίσει αυτό το γεγονός, πόσω μάλλον να το εντάξει στην εξωτερική πολιτική και την λήψη αποφάσεων για την εθνική ασφάλεια.

Η διαφορά μεταξύ των απειλών από το εξωτερικό και της εγχώριας καπηλείας περί των απειλών προκύπτει από μια συρροή παραγόντων. Ο πιο προφανής και σημαντικός είναι η εκλογική πολιτική. Το να μεγεθύνονται οι κίνδυνοι εξυπηρετεί τα συμφέροντα και των δύο πολιτικών κομμάτων. Οι Ρεπουμπλικάνοι, οι οποίοι έχουν επί μακρόν ωφεληθεί με το να επιτίθενται στους Δημοκρατικούς για την υποτιθέμενη αδυναμία τους μπροστά στις απειλές από το εξωτερικό, δεν έχουν κίνητρο για να μετριάσουν τη ρητορική τους. Η έννοια του επικίνδυνου κόσμου παίζει μάλλον το ρόλο του μεγαλύτερου πολιτικού τους πλεονεκτήματος. Οι Δημοκρατικοί, οι οποίοι φοβούνται να εμφανιστούν ως ανίκανοι και ανεύθυνοι, ενεργούν και ακούγονται σκληροί ως μια ασπίδα απέναντι στις επιθέσεις των Ρεπουμπλικάνων αλλά και ως μια εξασφάλιση σε περίπτωση που μια δυνητική πρόκληση για τις Ηνωμένες Πολιτείες μετατραπεί σε μια πραγματική απειλή. Οι προειδοποιήσεις για έναν επικίνδυνο κόσμο ωφελούν επίσης τα ισχυρά γραφειοκρατικά συμφέροντα. Το φόβητρο των διαφαινόμενων κινδύνων στηρίζει και δικαιολογεί τους μαζικούς προϋπολογισμούς των στρατιωτικών και των μυστικών υπηρεσιών, μαζί με την υποδομή της εθνικής ασφάλειας που υπάρχει εκτός της κυβέρνησης – εργολάβοι του αμυντικού τομέα, ομάδες άσκησης πιέσεων, «δεξαμενές σκέψης» και τμήματα Πανεπιστημίων.