Η μυστική συνταγή της ελευθερίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η μυστική συνταγή της ελευθερίας

Επιτυγχάνοντας την εξισορρόπηση στο Κράτος, στη Νομοθεσία και στην Υπευθυνότητα

Ο Φράνσις Φουκουγιάμα απέκτησε παγκόσμια φήμη με ένα δοκίμιο που δημοσίευσε το 1989, υπό τον τίτλο «Το Τέλος της Ιστορίας», και το οποίο ανέπτυξε περαιτέρω το 1992 στο βιβλίο του «Το Τέλος της Ιστορίας και Ο Τελευταίος Άνθρωπος». Η μελέτη αυτή αποτελούσε επαναδιατύπωση της επιχειρηματολογίας περί του «τέλους της ιδεολογίας» που αναπτύχθηκε κατά τη δεκαετία του 1950 από τον Ντάνιελ Μπελ και άλλους, με ακόμη μεγαλύτερη έμφαση. «Αυτό που ίσως ζούμε», διακήρυσσε ο Φουκουγιάμα, «δεν είναι απλώς το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η λήξη μιας ορισμένης περιόδου της μεταπολεμικής ιστορίας, αλλά το τέλος της ιστορίας καθαυτής: με άλλα λόγια, είναι το καταληκτικό σημείο μιας ιδεολογικής εξέλιξης της ανθρωπότητας και η οικουμενικοποίηση της δυτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας ως τελικής μορφής της διακυβέρνησης των ανθρώπων». Η διατύπωση αυτή θεωρήθηκε ασεβής και προϊόν της εποχής της αμερικανικής θριαμβολογίας.

Δύο δεκαετίες αργότερα, ο Φουκουγιάμα επανεξέτασε το ζήτημα της πολιτικής εξέλιξης σε ένα άλλο, πιο εμβριθές βιβλίο του, με τίτλο «The Origins of Political Order». Στον πρώτο τόμο του δίτομου αυτού έργου, ο συγγραφέας διατρέχει μια χρονική περίοδο από την προϊστορία μέχρι τη Γαλλική Επανάσταση, ενώ στον δεύτερο έχει προγραμματίσει να κατευθύνει τη μελέτη του στο παρόν και στο μέλλον. Ο Φουκουγιάμα εξακολουθεί να πιστεύει στις αξίες της δυτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας, αλλά στο παρόν έργο διερωτάται από πού αυτή πήγασε και πώς μπορεί να διατηρηθεί. Αν και διατυπωμένος με τρόπο που ρέει εύκολα, ο πρώτος τόμος είναι μεγάλος και πυκνός, κι έτσι θα είναι μάλλον λίγοι εκείνοι που θα διαβάσουν απ’ την αρχή ως το τέλος τις 608 σελίδες του. Ωστόσο, θα έπρεπε να το κάνουν, δεδομένου ότι είναι ένα ευφυέστατο βιβλίο, που φανερώνει μεγάλη ανεξαρτησία πνεύματος και μια εκπληκτική ευρύτητα γνώσεων.

ΤΟ ΚΟΣΜΙΚΟ ΤΡΙΠΤΥΧΟ

Ο Φουκουγιάμα ξεκινά διερωτώμενος γιατί λίγα μόνο κράτη λειτουργούν όπως η Δανία. Αυτή η μικρή σκανδιναβική χώρα, όπως γράφει, συνδυάζει τρία ουσιώδη στοιχεία της πολιτικής ελευθερίας: τη νοικοκυρεμένη και αποτελεσματική κρατική μηχανή, το κράτος δικαίου και την υπευθυνότητα της κυβέρνησης απέναντι στον λαό. Το «θαύμα της σύγχρονης πολιτικής», όπως υποστηρίζει, είναι η εξισορρόπηση ενός ισχυρού, αποτελεσματικού κράτους με διαφανές νομικό σύστημα και αντιπροσωπευτικά σώματα. Όπως καταδεικνύει ο συγγραφέας ύστερα από μια γενική επισκόπηση των πολιτικών καθεστώτων ανά την ιστορία, ο συνδυασμός και των τριών αυτών συστατικών μιας σταθερής φιλελεύθερης δημοκρατίας είναι ένα σπάνιο φαινόμενο, που παράγεται μέσα από μακριές και περίπλοκες διαδρομές και χάρη σε καλή τύχη.

Ο Φουκουγιάμα δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο νοικοκυρεμένο και αποτελεσματικό κράτος, πράγμα που αποτελεί παρέκκλιση από την πίστη του στο πρότυπο της φιλελεύθερης θεωρίας, με τη σημασία που αυτή αποδίδει στην ελευθερία των αγορών και στον μικρό δημόσιο τομέα, ως συνταγές για την πρόοδο και την ελευθερία. Ο Φουκουγιάμα αρέσκεται να εκθέτει με ευγένεια αντικρουόμενα επιχειρήματα, προτού διακηρύξει ότι, δυστυχώς, ορισμένα είναι εκτός πραγματικότητας. Για παράδειγμα, όταν γράφει κατά της θεωρίας του κοινωνικού συμβολαίου, υποστηρίζει ότι «οι άνθρωποι ουδέποτε έζησαν σε προ-κοινωνικό στάδιο. Η ιδέα ότι οι άνθρωποι υπήρχαν κάποτε ως απομονωμένα άτομα, που η μεταξύ τους αλληλεπίδραση είχε τη μορφή αναρχικής βίας (Χομπς) ή ειρηνικής άγνοιας (Ρουσό), δεν είναι σωστή».

Ο συγγραφέας χαρακτηρίζει ως μύθο ένα αγαπημένο οικονομικό θέμα, το ονομαζόμενο «δράμα της κοινοκτημοσύνης», σύμφωνα με το οποίο υποτίθεται ότι η περιουσία που ανήκει στην κοινότητα και όχι σε ιδιώτες, μηδενίζει τις προσπάθειες των τελευταίων να τη βελτιώσουν. Δεν υπάρχει, λέει, πουθενά καμία ένδειξη ότι η απουσία του δικαιώματος της ιδιοκτησίας υπήρξε πρόβλημα για την οικονομική ή την πολιτική ανάπτυξη. Ούτε θα πρέπει να είναι απόλυτη η νομική προστασία του δικαιώματος της ιδιοκτησίας για να υπάρξει ανάπτυξη. Τέτοιου είδους προστασία θα πρέπει να είναι αρκετά καλή για περιπτώσεις όπως αυτές της πρώιμης σύγχρονης Ευρώπης ή της σημερινής Κίνας. (Ίσως σ’ αυτό το σημείο ο Φουκουγιάμα να επωφελήθηκε από το έργο της πολιτικού επιστήμονος Τζιν Όι και του κοινωνιολόγου Άντριου Γουάλντερ, οι οποίοι γράφουν πολύ χρήσιμα πράγματα για την περίπτωση της σύγχρονης Κίνας, θεωρώντας το δικαίωμα στην ιδιοκτησία ως «δέσμη», που περιλαμβάνει το δικαίωμα του ελέγχου επί της περιουσίας, την άντληση εισοδήματος από αυτήν και τη μεταβίβασή της).

Τέτοιου είδους επιθέσεις κατά του ωφελιμισμού καθιστούν τον Φουκουγιάμα έναν αφοσιωμένο κοινωνιολόγο. Η επιρροή του Εμίλ Ντουρκχάιμ και του Μαξ Βέμπερ (αν και όχι του Μαρξ) είναι ξεκάθαρη και ομολογημένη. Δεν υπάρχει αναφορά στον Καρλ Πολάνυι (πιθανόν αυτό να γίνει στον δεύτερο τόμο), αλλά με το κείμενό του ο Φουκουγιάμα προσφέρει κατηγορηματικά τη στήριξή του στις θέσεις του Πολάνυι. Πρόσφατα οι τελευταίες δέχθηκαν ώθηση από την οικονομική κοινωνιολογία και υποστηρίζουν ότι οι οικονομίες της αγοράς δεν βασίζονται σε φυσικές διαδικασίες αλλά είναι σχεδόν πάντα ενσωματωμένες στις κοινωνικές δομές.

Ο Βέμπερ, επίσης, φαίνεται ότι έχει εμπνεύσει στον Φουκουγιάμα τη γνώμη ότι οι κυριότεροι εχθροί του αποτελεσματικού, νοικοκυρεμένου κράτους είναι ο νεποτισμός, η ευνοιοκρατία και η διαφθορά στην οικογένεια, στο σόι και σε φυλετικά δίκτυα που διαφυλάσσουν τα προνόμιά τους και απαιτούν οικονομικό αντάλλαγμα. Αποκαλεί το φαινόμενο «τυραννία των εξαδέλφων», καθώς εξαιτίας του καταπνίγεται η οικονομική και πολιτική ανάπτυξη, και αφιερώνει ικανό χώρο στη μελέτη των τρόπων με τους οποίους ποικίλα καθεστώτα επιχείρησαν να το καταπολεμήσουν. Η Κίνα καθιέρωσε απαιτητικές εξετάσεις για την υψηλού μορφωτικού επιπέδου αστική γραφειοκρατία, έτσι ώστε να αποφευχθεί η κατάληψη των θέσεων από συγγενείς των κυβερνώντων. Οι χαλίφες των Αβασιδών και οι Οθωμανοί Τούρκοι χρησιμοποιούσαν απαχθέντες σκλάβους (τους Μαμελούκους και τους Γενίτσαρους, αντίστοιχα) ως αξιωματούχους και στρατιώτες, κι αυτό επειδή οι σκλάβοι δεν είχαν δεσμούς αίματος με καμία από τις τοπικές φυλές και δεν θα μπορούσαν να μεταβιβάσουν τα αξιώματά τους στα παιδιά τους. Και η μεσαιωνική Καθολική εκκλησία, στα χρόνια του πάπα Γρηγορίου Ζ΄, καθιέρωσε την αγαμία των κληρικών, με σκοπό να αποφευχθεί η οικογενειοκρατία. Η στήριξη σε ξαδέλφια και η οργάνωση σε φυλές, είναι, σύμφωνα με τον Φουκουγιάμα, προκαθορισμένοι τρόποι πολιτικής οργάνωσης των ανθρώπινων κοινωνιών, όταν τα πράγματα δεν πάνε καλά, πράγμα που συμβαίνει συχνά.

Ο Φουκουγιάμα βρίσκεται στις καλύτερες στιγμές του, τις πιο διορατικές και πρωτότυπες, όταν πραγματεύεται την ανάγκη για ένα αποτελεσματικό, νοικοκυρεμένο κράτος, αλλά δεν υστερεί και όταν τονίζει την ανάγκη για κράτος δικαίου και συνυπευθυνότητα για μεγάλο μέρος των πολιτών. Στο σημείο αυτό κρίνει την προ-αποικιακή Ινδία ως αντίπαλο παράδειγμα στην πρώιμη Κίνα. Η Κίνα ανέπτυξε ένα ισχυρό κράτος που προστάτευσε τους πολίτες εναντίον της «τυραννίας των εξαδέλφων», αλλά τους άφησε εκτεθειμένους στην τυραννία του ίδιου του κράτους. Το σύστημα των καστών στην Ινδία γέννησε μια ισχυρή κοινωνία πολιτών που προστάτευσε τους υπηκόους από την τυραννία του κράτους, αλλά αντ’ αυτής, τους εξέθεσε στη διαρπαγή των οργανωμένων στις κάστες «εξαδέλφων». Ένας συνδυασμός των παραδόσεων και των δύο χωρών, σημειώνει, θα προσέφερε μια «βελτιωμένη μορφή ελευθερίας», καθώς αυτή «αναδύεται όταν υπάρχει ένα ισχυρό κράτος και μια ισχυρή κοινωνία, δύο κέντρα εξουσίας που είναι ικανά να εξισορροπούν και να αντισταθμίζουν το ένα το άλλο».

Κινούμενος με άνεση από την ιστορία της παγκοσμίου αρχαιότητος μέχρι τη σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία, ο Φουκουγιάμα πραγματεύεται την «αδύναμη απολυταρχία» στην Ισπανία και στη Γαλλία, την «επιτυχημένη απολυταρχία» στη Ρωσία, την «αποτυχημένη ολιγαρχία» στην Πολωνία και, τέλος, την «υπεύθυνη κυβέρνηση» στην Αγγλία. Μετά το 1688, για πρώτη φορά στην ιστορία του κόσμου, η αγγλική κοινωνία εγκαθίδρυσε και τα τρία στοιχεία του κοσμικού τρίπτυχου. Και άλλες, επηρεασμένες από τη Μεταρρύθμιση, χώρες της δυτικής Ευρώπης, όπως η Δανία, η Ολλανδία και η Σουηδία, «κατόρθωσαν επίσης να συνδέσουν το κράτος, τον κανόνα δικαίου και την υπευθυνότητα σε ένα ενιαίο σύνολο, μέσα στον 19ο αιώνα».

Συνεπώς, τα τρία στοιχεία της σύγχρονης πολιτικής τάξης αναπτύχθηκαν χωριστά στους διάφορους προ-μοντέρνους πολιτισμούς: «Η Κίνα εξελίχθηκε σε ισχυρό κράτος από νωρίς. Ο κανόνας δικαίου ίσχυσε στην Ινδία, στη Μέση Ανατολή και στην Ευρώπη. Στη Βρετανία καθιερώθηκε για πρώτη φορά η υπεύθυνη κυβέρνηση». Αντιλαμβανόμενος ότι το όλον ακούγεται κάπως σαν ιστορία των Ουίγων ή ως βρετανική θριαμβολογία, ο Φουκουγιάμα εξειδικεύει την επιχειρηματολογία του, δίνοντας έμφαση στον ρόλο των πιθανοτήτων. Η εξέλιξη, λέει, ήταν υπόθεση «περίπλοκη και σε συγκεκριμένο πλαίσιο». Για παράδειγμα, η μείωση της δύναμης των πολυμελών οικογενειών στην πρώιμη σύγχρονη Ευρώπη, προήλθε εν μέρει από την ισχύ της μεσαιωνικής εκκλησίας. Αυτό σήμαινε ότι «η αναδυόμενη καπιταλιστική οικονομία στην Ιταλία, την Αγγλία και την Ολλανδία του 16ου αιώνα δεν χρειάστηκε να υπερβεί την αντίσταση μεγάλων συντεχνιακά οργανωμένων συγγενικών ομάδων με μεγάλη περιουσία που έπρεπε να προστατευθεί, όπως συνέβη στην Ινδία και στην Κίνα».

Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ

Η θρησκεία και η ιδεολογία καταλαμβάνουν σημαντικό μέρος στην αφήγηση του Φουκουγιάμα. Όπως ισχυρίζεται ο μελετητής, εκεί όπου εγκαθιδρύθηκε μια ισχυρή βάση ανεξάρτητη από το κράτος, όπως ο ινδουισμός στην Ινδία, το ισλάμ στη Μέση Ανατολή και ο χριστιανισμός στην Ευρώπη, η ισχύς του νόμου αναπτύσσεται περισσότερο. Ως εκ τούτου, ο Φουκουγιάμα απορρίπτει τις απλουστευτικές προσπάθειες να εξηγηθούν οι πολιτικοί και κοινωνικοί θεσμοί ως απλοί αντικατοπτρισμοί των υφισταμένων οικονομικών ή τεχνολογικών δομών: «Είναι αδύνατον να αναπτύξει κανείς μια σοβαρή θεωρία για την πολιτική εξέλιξη, χωρίς να επεξεργαστεί ιδέες ως θεμελιώδεις αιτίες για τις διαφορές που σημειώνονται μεταξύ κοινωνιών, που ακολουθούν διακριτούς δρόμους προς την ανάπτυξη». Και στην περιγραφή του για την εδραίωση και την επέκταση των κρατών στο διάβα των χρόνων, οι στρατιωτικοί παράγοντες πολύ συχνά παίζουν σπουδαιότερο ρόλο από ό,τι οι οικονομικοί. Πράγματι, το σημείο όπου επικεντρώνω την κριτική μου είναι το γεγονός ότι ο Φουκουγιάμα έχει την τάση να δίνει πολύ λίγη σημασία στη δύναμη των οικονομικών σχέσεων γενικά. Ωστόσο, δεν μπορούμε να μιλήσουμε για σοβαρό μειονέκτημα, από τη στιγμή που το βιβλίο κατορθώνει να διεξέλθει ένα τεράστιο εύρος υλικού και προσεγγίσεων.

Ένα άλλο ζήτημα αφορά την ανεπιτυχή προσπάθεια του Φουκουγιάμα να θεμελιώσει τις κοινωνικές δομές στην κοινωνιοβιολογία. Η καταχώριση των υποτιθέμενων έμφυτων γνωρισμάτων των ανθρώπων δεν συμβάλλει στο να εξηγηθούν οι κοινωνικοί και πολιτικοί θεσμοί τους. Για παράδειγμα, ο συγγραφέας κάνει λόγο για τη λεγόμενη επιρρέπεια του ανθρώπου προς τη βία και τον πόλεμο, αναφερόμενος στο έργο του ανθρωπολόγου Λόρενς Κήλυ και του αρχαιολόγου Στίβεν Λεμπλάνκ, οι οποίοι υποστήριξαν ότι κατ’ ουσίαν όλες οι πρωτόγονες και αρχαίες κοινωνίες επανειλημμένως ενεπλάκησαν σε πολεμικές επιχειρήσεις. Ωστόσο, τα συμπεράσματα των δύο επιστημόνων έχουν αμφισβητηθεί από άλλους μελετητές, οι οποίοι δίνουν βαρύτητα στις εκτεταμένες διακυμάνσεις των πολεμικών συγκρούσεων σε όλες τις πρώιμες κοινωνίες, στην αύξηση της πολεμικής δραστηριότητας που συνόδευσε την άνοδο των μη νομαδικών αγροτικών κοινωνιών και στη μεγάλη διακύμανση της πολεμικής ροπής από περιοχή σε περιοχή στα νεώτερα χρόνια.

Έτσι, λοιπόν, οι Ευρωπαίοι ενεπλάκησαν σε πολέμους, σε ένα ποσοστό σχεδόν 75% στα χρόνια ανάμεσα στο 1494 και το 1975 και ποτέ δεν πέρασαν 25 χρόνια χωρίς να σημειωθεί κάπου μια πολεμική σύρραξη. Αντιθέτως, η ανατολική Ασία γνώρισε μια ειρηνική περίοδο 300 χρόνων, μεταξύ της δεκαετίας του 1590 και του 1894, η οποία διαταράχτηκε μόνο από αμυντικές επιχειρήσεις κατά βαρβαρικών επιδρομών και από πέντε μικρούς πολέμους μεταξύ δύο μόνο κρατών. Στη διάρκεια των 200 χρόνων που προηγήθηκαν, η Κίνα ενεπλάκη μόνο μία φορά σε πόλεμο. Εντούτοις, κατά την περίοδο από το 750 π.Χ. περίπου μέχρι το 200 μ.Χ., όπως σημειώνει ο Φουκουγιάμα, οι Κινέζοι πολέμησαν σε σχεδόν ισάριθμους πολέμους με εκείνους που αργότερα διεξήγαγαν οι Ευρωπαίοι. Η κινεζική λεοπάρδαλη άλλαξε το δέρμα της, όπως έκανε και η ευρωπαϊκή μετά το 1960. Το ζήτημα είναι ότι ο πόλεμος, αν και εξαιρετικά σημαντικός σε ορισμένα κοινωνικά συμφραζόμενα (όπως είναι οι περιπτώσεις δημιουργίας κρατών ή αυτοκρατοριών), δεν είναι κάτι το σταθερό. Δεν προκύπτει από την ανθρώπινη φύση καθαυτή αλλά από ορισμένους τύπους κοινωνιών και πολιτισμών με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Ο ίδιος ο Φουκουγιάμα, όντως φαίνεται να αναγνωρίζει τους περιορισμούς της κοινωνιοβιολογίας, δεδομένου ότι δεν επιχειρεί να την εφαρμόσει σε κάθε ιστορικό πλαίσιο.

Σε κάθε έργο αυτού του εύρους, είναι φυσικό να υπάρχουν κάποιες αδυναμίες. Έτσι, ο Φουκουγιάμα δείχνει να αποδέχεται τα μεγέθη των στρατευμάτων που δίνουν οι πρώιμες κινεζικές πηγές, οι οποίες είναι σχεδόν βέβαιο πως παρέχουν στοιχεία σε μεγάλο βαθμό διογκωμένα. Γράφει πως η Δανία είχε αντιπροσωπευτική κυβέρνηση πριν από το 1800, όταν ακόμη το καθεστώς ήταν απόλυτη μοναρχία, και ούτω καθεξής. Ωστόσο, αυτά τα περιστασιακά ολισθήματα είναι ασήμαντα, συγκρινόμενα με το επίτευγμα που ο συγγραφέας έφερε εις πέρας καλύπτοντας τόσο πολύ και διαφορετικό υλικό και καθιστώντας το προσπελάσιμο.

Η μέθοδος του Φουκουγιάμα δεν είναι να παραθέτει έναν τεράστιο όγκο ιστορικών πληροφοριών, αλλά μάλλον να βασίζεται σε εξέχοντες επιστήμονες για τον κάθε υπό εξέταση τομέα. Έχει κάνει πολύ προσεκτική επιλογή αυτών των επιστημόνων και λαμβάνει κάθε ενδεδειγμένο μέτρο για να παρουσιάσει με ακρίβεια τις θέσεις τους. Είναι απολύτως αναζωογονητικό να διαβάζεις ένα βιβλίο με τέτοιο συναρπαστικό φάσμα, που κατορθώνει να μην κακοποιεί τη δουλειά των αναρίθμητων ειδικών, στη διορατικότητα των οποίων αναμφίβολα βασίζεται. Το τελικό συμπέρασμα αυτού του βασικού έργου του Φουκουγιάμα είναι πειστικό και ο ίδιος επιδεικνύει ικανή ιστορική και κοινωνιολογική ευαισθησία σε όλη την έκτασή του. Το βιβλίο αποτελεί ένα μεγάλο διανοητικό επίτευγμα, που αφήνει τον αναγνώστη του με τη δίψα για την επόμενη δόση ενός αναγνώσματος πολύ πιο συναρπαστικού από αυτό που μπορούν να υποθέσουν οι αναγνώστες των προηγούμενων έργων του.

Στη διάρκεια των τελευταίων δύο αιώνων, γράφει ο Φουκουγιάμα, οι φιλελεύθερες δημοκρατίες ανακάλυψαν μια στέρεη πολιτική ισορροπία, δηλαδή πέτυχαν να εξισορροπήσουν την κρατική εξουσία, το κράτος δικαίου και τη λογοδοσία προς τους πολίτες. Ωστόσο, ο συγγραφέας προειδοποιεί ότι τα προηγούμενα αποτελέσματα δεν εγγυώνται μια μελλοντική επιτυχία. Η συνέχιση της νομιμοποίησης των σημερινών δημοκρατιών θα εξαρτηθεί από «την ικανότητά τους να διατηρήσουν την κατάλληλη ισορροπία ανάμεσα στην ισχυρή κρατική δράση, όταν αυτό είναι απαραίτητο, και στα είδη των ατομικών ελευθεριών που αποτελούν τη βάση της (...) δημοκρατικής νομιμοποίησης και που προωθούν την ανάπτυξη του δημόσιου τομέα». Σχόλια του συγγραφέα από την αρχή και το τέλος του πρώτου τόμου φανερώνουν την ανησυχία που τον διακατέχει για την τρέχουσα πολιτική κατάσταση στις Ηνωμένες Πολιτείες και το πρόσφατο άρθρο του στις σελίδες του περιοδικού μας (σ.σ.: «Η πτώση της μεσαίας τάξης και η Δημοκρατία», Foreign Affairs, The Hellenic Edition, τεύχος 2, Φεβρουάριος 2012) κινείται σε αυτήν την κλίμακα. Το μέλλον της Ιστορίας μπορεί να είναι τελικά μια δύσβατη διαδρομή.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στη διεύθυνση www.twitter.com/#!/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στη διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr