Πώς και γιατί η Γερμανία επιτέθηκε εναντίον των Ελλήνων | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς και γιατί η Γερμανία επιτέθηκε εναντίον των Ελλήνων

Η κρίση χρέους και η εθνοτική ρητορική

Η τρίτη ένδειξη αφορά το γεγονός ότι ισχυρή μερίδα των γερμανικών μέσων ενημέρωσης εκδήλωσε από την αρχή της κρίσης, και πριν ακόμη προκύψει η «θεραπεία» των μνημονίων, μια πολύ έντονα αρνητική στάση απέναντι στην Ελλάδα και τους Έλληνες εν γένει ως εταίρους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το κεντρικό μήνυμα αυτής της αρθρογραφίας ήταν ότι οι Έλληνες είναι μια ειδική περίπτωση σε όλες τις διαστάσεις: οικονομική, πολιτική, πολιτισμική. Σύμφωνα με τη θέση αυτή, η ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση - πολύ περισσότερο, στην Ευρωζώνη - υπήρξε πολιτικό σφάλμα που πρέπει τώρα να διορθωθεί, προκειμένου να προχωρήσει μπροστά η Ευρώπη, χωρίς «βαρίδια». Το βασικό εργαλείο για τη διατύπωση αυτού του μηνύματος ήταν (και παραμένει) η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε για την περιγραφή της Ελλάδας και των Ελλήνων. Δεν πρόκειται, όπως παλιότερα με την κριτική στον κομμουνισμό, για το λεξιλόγιο της κριτικής ενός συστήματος, μιας προβληματικής προσωπικότητας ή μιας διεφθαρμένης ελίτ, αλλά για ένα εθνοτικό λεξιλόγιο περιγραφής των Ελλήνων συλλήβδην ως τύπο ανθρώπου. Το νέο αυτό για τα γερμανικά μεταπολεμική δεδομένα λεξιλόγιο αποτελεί το γλωσσικό ένδυμα μιας ιδεολογικής τάσης για εθνοτική σκέψη στη γερμανική κοινή γνώμη, τάση όμως που είναι κοινή με αντίστοιχες και σε άλλες ευρωπαϊκές κοινωνίες του Βορρά. Αν η γλώσσα με την οποία διεκπεραιώθηκε και διεκπεραιώνεται η επίθεση [20] εναντίον της Ελλάδας και των Ελλήνων συλλογικά έμοιαζε αδιανόητη πριν από λίγα χρόνια, μετά την ελληνική κρίση χρέους όχι μόνο αποτολμήθηκε η χρήση της, με πρόσχημα την ελευθερία του λόγου - κάτι που ακόμη, ευτυχώς, δεν ισχύει για άλλες συλλογικότητες με επίσης πολύ δύσκολη ιστορία με το γερμανικό κράτος και τα όργανά του - αλλά έγινε απολύτως συντονισμένα, δίνοντας την εντύπωση ότι υπάρχει «πολιτικός μαέστρος» που κρατά τη μπαγκέτα της δημοσιογραφικής ορχήστρας. Το «καψόνι» στην Ελλάδα, αν με την έννοια αυτή αποδώσουμε στην Ελληνική τον όρο «Griechnland-Bashing», υπήρξε πολύ συστηματικό και συντονισμένο για να δεχθούμε ότι προέκυψε τυχαία.

Είναι κυρίως αυτό το τελευταίο που μας οδηγεί στο να δεχθούμε ότι το τρίτο από τα σενάρια που κυκλοφορούν για τη γερμανική στάση απέναντι στην ελληνική κρίση χρέους ίσως είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα σε σύγκριση με τα άλλα δύο, χωρίς να αποκλείεται ότι τα άλλα δύο δεν υπηρετούνται από αυτό. Προφανώς υπηρετούνται.

Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΧΡΕΟΥΣ

Ακόμη και ένας περιστασιακός αναγνώστης του γερμανικού τύπου θα βίωνε προς τα τέλη του 2009 ένα ισχυρό σοκ διαβάζοντας τα ρεπορτάζ, τις αναφορές και τις αναλύσεις πολλών αρθρογράφων για την Ελλάδα και τους Έλληνες, αναφορές που άλλοτε με μεγαλύτερη και άλλοτε με μικρότερη ένταση επαναλαμβάνονται και ανακυκλώνονται μέχρι σήμερα.

Το πρώτο στοιχείο του σοκ είναι ότι τα δημοσιεύματα έμοιαζαν συντονισμένα, δεν ήταν τυχαία. Είχε κανείς την αίσθηση ότι ισχυρή μερίδα της γερμανικής πολιτικής ελίτ επιχειρούσε να καθιερώσει έναν συγκεκριμένο λόγο περί Ελλήνων και ότι οι αρθρογράφοι λίγο - πολύ προσάρμοζαν το ύφος και το περιεχόμενο των κειμένων τους σ’ αυτή τη γραμμή. Ήταν η εποχή που ξεκινούσε μια επίθεση όχι μόνον ενός - όπως πολύ πρόχειρα επιχειρήθηκε να παρουσιαστεί αργότερα μέσω της συσχέτισης μόνον της εφημερίδας Bild με τον ανθελληνικό λόγο - αλλά πολλών μέσων, έντυπων και ηλεκτρονικών, κεντρικών και περιφερειακών, σοβαρών και εντυπωσιοθηρικών, εναντίον των Ελλήνων συλλήβδην, στα πλαίσια μιας εθνοτικής ερμηνείας της κρίσης, μιας ερμηνείας που βλέπει τις αιτίες της κρίσης χρέους στον χαρακτήρα των Ελλήνων. Ήταν μια προδρομική εκδοχή του «όλοι μαζί τα φάγαμε», αλλά σε δεύτερο πληθυντικό πρόσωπο: όλοι μαζί τα φάγατε, γιατί ανήκει στο χαρακτήρα σας να τα τρώτε... [21]

Ο εθνοτικός λόγος περί Ελλήνων ήταν το δεύτερο στοιχείο του σοκ. Χαρακτηρολογικές αφηγήσεις ακούει κανείς στα καφενεία, πραγματικά και τηλεοπτικά. Αλλά λόγο για τους εθνικούς χαρακτήρες από επίσημα χείλη, από διάσημους οικονομολόγους, από σημαίνοντα πολιτικά στελέχη, από σοβαρούς τηλεπαρουσιαστές σε μια χώρα που ακόμη διαχειρίζεται ένα πολύ βαρύ παρελθόν με τον εθνοτικό λόγο ως καθεστωτικό λόγο την περίοδο 1933-1945, δεν περίμενε ομολογουμένως να ακούσει κανείς από επίσημα γερμανικά χείλη. Μέχρι την πτώση του τείχους ακόμη και η λέξη πατρίδα ήταν περίπου απαγορευμένη στον δυτικογερμανικό δημόσιο λόγο, εξ αιτίας της κατάχρησης της ιδέας και της λέξης από τους ναζί. Στην ανατολική πλευρά την άκουγε κανείς πιο συχνά, αλλά πάντοτε συνοδευόμενη από το επίθετο σοσιαλιστική. Το τείχος έπεσε το 1989 και μαζί με αυτό έπεσαν και αρκετά ταμπού. Η λέξη Deutschland άρχισε να επανεμφανίζεται στο προσκήνιο, δειλά στην αρχή, μέχρι που αντικατέστησε το υποκατάστατο BRD αργότερα. Ακόμη και η πιο απαγορευμένη λέξη της ψυχροπολεμικής περιόδου, το επίθετο ‘national’, άρχισε να κάνει την εμφάνισή του και να διεκδικεί επαξίως τη θέση του δίπλα στο συνθετικό bundes- όταν γίνεται λόγος για εθνικά προγράμματα, πλάνα και επιτροπές. Η αίσθηση που είχε κανείς μετά την ένωση των δύο γερμανικών κρατών ήταν ότι τα είδωλα και οι γλωσσικές (ιδεολογικές) συμβάσεις του ψυχρού πολέμου άρχισαν να ξεφτίζουν, με μία εξαίρεση: τον λόγο περί Εβραίων. Αρνητικές αναφορές στους Εβραίους ως λαό, αλλά και κριτική στις πολιτικές του κράτους του Ισραήλ συνεχίζουν να είναι απαγορευμένα στη σημερινή Γερμανία, τουλάχιστον στην κεντρική σκηνή [22].