Εκτροχιάζοντας την δημοκρατία στην Ισλαμαμπάντ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Εκτροχιάζοντας την δημοκρατία στην Ισλαμαμπάντ

Ο Καντρί, οι αξιωματικοί και οι δικαστές αναλαμβάνουν την κυβέρνηση

Τι θα συμβεί στη συνέχεια είναι ένα αναπάντητο ερώτημα. Παρά το γεγονός ότι ο στρατός δεν έχει δώσει καμία ένδειξη ότι θέλει να αναλάβει την διακυβέρνηση , δεν έχει επίσης καμία συμπάθεια στον Ζαρντάρι ή τον Ναουάζ Σαρίφ, τον επικεφαλής του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, την Πακιστανική Ένωση Μουσουλμανικών Ομάδων Ναουάζ (Pakistan Muslim League Nawaz, PML-N). Οι στρατηγοί θα συμβιώνουν πιο άνετα με εναλλακτικές λύσεις έναντι αυτών των δύο, συμπεριλαμβανομένου ενός παίχτη κρίκετ, που εξελίχθηκε σε συντηρητικό πολιτικό, του Ιμράν Καν. Σε όλα αυτά, όμως, υπάρχει μια πολύ καλή προοπτική για το Πακιστάν. Παρά τις πολλές πολιτικές διαφορές τους, το ΡΡΡ και το PML-N έχουν ενωθεί για να αντιταχθούν κατηγορηματικά στις απαιτήσεις του Καντρί και συμφώνησαν σχετικά με την ανάγκη να ολοκληρώσει τη θητεία της η κυβέρνηση και να προχωρήσει στην διεξαγωγή των εκλογών. Τα δύο κόμματα – εχθροί από παλιά - έχουν επίσης συνεργαστεί για να θεσπίσουν εκτεταμένες δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις που θα διευκολύνουν τις ελεύθερες και δίκαιες ψηφοφορίες, συμπεριλαμβανομένου του διορισμού ενός υπηρεσιακού πρωθυπουργού που θα έχουν επιλέξει από κοινού, για να επιβλέπει τη διαδικασία. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι μεταρρυθμίσεις αυτές, όπως και οι τακτικές εκλογές θα είναι ζωτικής σημασίας για την μετρίαση της στρατιωτικής επιρροής στην πολιτική. Είτε η σημερινή κυβέρνηση του ΡΡΡ επιβιώσει αυτής της κρίσης είτε όχι, το κόμμα μπορεί να παίξει το χαρτί του «θύματος», με σκοπό να συλλέξει ψηφοφόρους για την επόμενη φορά. Ο πραγματικός κίνδυνος είναι ότι αν ο Καντρί έχει τον τρόπο του, το Πακιστάν θα μπορούσε κάλλιστα να πέσει ξανά στην πολύ γνωστή αυταρχική παγίδα, η οποία συγκαλύπτεται στον όρο: «πραγματική» δημοκρατία.

Αρχικό άρθρο, 2 Ιουλίου 2012

Στις 19 Ιουνίου, το Ανώτατο Δικαστήριο του Πακιστάν κατηγόρησε τον πρωθυπουργό της χώρας, Γιουσάφ Ραζά Γκιλανί, για ασέβεια, καθιστώντας τον ακατάλληλο να είναι μέλος του κοινοβουλίου και κατά συνέπεια, τον ανέτρεψε από την εξουσία. Το έγκλημα του Γκιλανί; Αρνήθηκε να αναβιώσει μια έρευνα σχετικά με ξέπλυμα βρώμικου χρήματος ενάντια στο αφεντικό του, τον πρόεδρο Ασίφ Αλί Ζαρντάρι, ο οποίος τεχνικά απολαμβάνει ασυλία από ποινική δίωξη, ενώ βρίσκεται στην κυβέρνηση. Σύμφωνα με το σύνταγμα της χώρας, μόνο η εκλογική επιτροπή και το ίδιο το Κοινοβούλιο έχει τέτοια εξουσία. Με απλά λόγια, το πακιστανικό δικαστικό σώμα μόλις πραγματοποίησε ένα πραξικόπημα.

Η χρονική στιγμή ήταν ιδιαίτερα ύποπτη. Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ήρθε αμέσως μετά από ένα σκάνδαλο δωροδοκίας, στο οποίο εμπλέκεται ο Αρσαλάν Ιφτικάρ, ο γιος του αρχηγού του δικαστικού σώματος, του Ιφτικάρ Τσόντρι. Και επειδή ο κατήγορος του Ιφτικάρ ήταν ο Μαλίκ Ριάζ Χουσαΐν, μεγιστάνας της αγοράς ακινήτων με πολιτικούς δεσμούς και με διασύνδεση με τον πρόεδρο, ορισμένοι υποστήριξαν ότι το δικαστήριο απέλυσε τον Γκιλάνι για εκδίκηση.

Κάποιοι στην πακιστανική αντιπολίτευση επικρότησαν την κίνηση, υποστηρίζοντας ότι η δικαστική παρέμβαση είναι ο μόνος τρόπος για την αντιμετώπιση της διαφθοράς του Ζαρντάρι και του κόμματός του. Κατά την άποψή τους, το ήπιο πραξικόπημα των δικαστών ήταν πολύ λιγότερο ύπουλο από αυτά που πραγματοποιήθηκαν από τους στρατηγούς στο παρελθόν, τα οποία πάντα οδηγούσαν σε πλήρη άνθηση της απολυταρχικής διακυβέρνησης. Αλλά, καθώς το Πακιστάν οδεύει προς μια χρονιά εκλογών, η επιθετική κίνηση έχει αφήσει τα δημοκρατικά θεμέλια του κράτους να αποδυναμώνονται, το δικαστικό σώμα λιγότερο αξιόπιστο και τον στρατό του πιο ισχυρό.

Βέβαια, η εξέλιξη λειτουργεί μόνο ως άλλο ένα κεφάλαιο σε μια συνεχιζόμενη ιστορία. Για χρόνια, το Ανώτατο Δικαστήριο και το κυβερνών Πακιστανικό Κόμμα (PPP) ήταν σε διαφωνία όσον αφορά το Διάταγμα περί Εθνικής Συμφιλίωσης (NRO), ένα νόμο περί αμνηστίας που θεσμοθετήθηκε το 2007 από τον τότε πρόεδρο του Πακιστάν, τον στρατηγό Περβέζ Μουσάραφ, ως μέρος μιας αμερικανικής διαμεσολάβησης για την συμφωνία καταμερισμού της εξουσίας με τον Μπεναζίρ Μπούτο, η οποία ήταν η εξόριστη ηγέτης του ΡΡΡ. Σε αντάλλαγμα για την κυβερνητική απόσυρση των κατηγοριών διαφθοράς εναντίον της Μπούτο και του συζύγου της Ζαρντάρι, το κόμμα συμφώνησε να υποστηρίξει την επανεκλογή του Μουσάραφ που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2007.

Αλλά αμέσως μετά, το Ανώτατο Δικαστήριο, με επικεφαλής τον Τσόντρι, ανέστειλε τo NRO. Υποψιαζόμενος ότι το δικαστήριο είχε κάνει επίσης σχέδια για να κρίνει την επανεκλογή του ως αντισυνταγματική αν παρέμενε με στρατιωτική στολή, ο Μουσάραφ ανέστειλε το Σύνταγμα, επέβαλε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, και απέλυσε τον Τσόντρι, για δεύτερη φορά μέσα σε ένα χρόνο. Ο Τσόντρι και 50 άλλοι δικαστές που αρνήθηκαν να δώσουν όρκο πίστης στον Μουσάραφ τέθηκαν σε κατ' οίκον περιορισμό.

Σε απάντηση, δικηγορικοί σύλλογοι της χώρας, ακτιβιστές, εργαζόμενοι στα πολιτικά κόμμα των εργαζομένων, δημοσιογράφοι καθώς και απλοί πολίτες βγήκαν στους δρόμους. Η Μπούτο δολοφονήθηκε κατά την αποχώρησή της από μια συγκέντρωση στο τέλος του Δεκεμβρίου, και το κόμμα της όδευσε προς τη νίκη στις εκλογές που έγιναν δύο μήνες αργότερα.

Μια από τις πρώτες ενέργειες της νέας κυβέρνησης ήταν να διατάξει την απελευθέρωση των δικαστών. Αλλά, φοβούμενη την αντιπολίτευση του Τσόντρι στο NRO, η ηγεσία του ΡΡΡ δεν ήταν πρόθυμη να τον επαναφέρει στην προηγούμενη θέση του. Μετά από ακόμα μια διαδήλωση, κατά την οποία οι κορυφαίοι δικηγόροι της χώρας και μέλη της αντιπολίτευσης της Πακιστανικής Μουσουλμανικής Ομάδας (Pakistan Muslim League-N, PML-N) απείλησαν να καταλάβουν το κοινοβούλιο, το PPP επανέφερε τον Τσόντρι τον Μάρτιο του 2009. Έξι μήνες αργότερα, το Ανώτατο Δικαστήριο, και πάλι υπό την ηγεσία του Τσόντρι, κατήργησε το NRO και διέταξε την κυβέρνηση να ανοίξει εκ νέου τις υποθέσεις δωροδοκίας κατά του Ζαρντάρι.