Η καταστροφική κινεζική πολιτική του ενός παιδιού | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η καταστροφική κινεζική πολιτική του ενός παιδιού

Η μεταρρύθμιση είναι πάρα πολύ λίγη και ήρθε πολύ αργά
Περίληψη: 

Όπως λέει η λαϊκή παροιμία, «Η οικονομική ανάπτυξη είναι το καλύτερο αντισυλληπτικό». Σε όλο τον κόσμο, όπου παρουσιάζεται οικονομική ανάπτυξη, οι τάσεις της ανόδου της αστικοποίησης, των εισοδημάτων και των εκπαιδευτικών επιπέδων, οδηγούν σε μείωση των ποσοστών γονιμότητας καθώς οι γονείς επενδύουν περισσότερους πόρους στην δική τους κατανάλωση και σε μικρότερο αριθμό παιδιών.

Ο MARTIN KING WHYTE είναι καθηγητής Διεθνών Σπουδών και Κοινωνιολογίας στην έδρα John Zwaanstra, ομότιμος στο Πανεπιστήμιο Harvard University. Το δοκίμιο αυτό βασίζεται στις αποδείξεις που παρουσιάζονται στην δημοσίευση των Martin King Whyte, Wang Feng και Yong Cai με τίτλο “Challenging Myths about China’s One-Child Policy” [1], στο The China Journal τον Ιούλιο του 2015.

Στις 29 Οκτωβρίου 2015, το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα ανακοίνωσε ότι όλα τα ζευγάρια θα μπορούν πλέον να έχουν δύο παιδιά [2], τερματίζοντας έτσι την επιβολή της 35ετούς πολιτικής του ενός παιδιού στην χώρα αυτή. Ως αντίδραση, κάποιοι έχουν προτείνει ότι αν και η γονιμότητα στην Κίνα είναι τώρα τόσο χαμηλή ώστε η πολιτική του ενός παιδιού να μην είναι πλέον αναγκαία ή επιθυμητή, ίσως ήταν δικαιολογημένη όταν ξεκίνησε το 1980. Εκείνη την εποχή, λέει το επιχείρημα αυτό, η μακροχρόνια αντίθεση του πρώην προέδρου Μάο Τσε Τουνγκ για τον έλεγχο των γεννήσεων είχε προκαλέσει ανεξέλεγκτη αύξηση του πληθυσμού που απείλησε να φτωχύνει το έθνος και να υπονομεύσει την εξουσία του κόμματος. Και όσο καταναγκαστική κι αν ήταν η πολιτική του ενός παιδιού, πολλοί πιστεύουν ότι κατάφερε να αποτρέψει περίπου 400 εκατομμύρια γεννήσεις [3] προς όφελος της Κίνας και όλου του κόσμου, όπως παρατηρήθηκε στο κύριο άρθρο της Washington Post στις 31 Οκτωβρίου που εγκωμίαζε το τέλος της πολιτικής. Τα γεγονότα λένε το αντίθετο.

Είναι αλήθεια ότι ο Μάο έχει καταγραφεί να υποστηρίζει σε πολλές περιπτώσεις ότι η ταχεία αύξηση του πληθυσμού δεν ήταν πρόβλημα για μια σοσιαλιστική χώρα όπως η Κίνα. Ωστόσο, όπως και σε τόσα άλλα θέματα, ο Μάο ήταν οτιδήποτε άλλο εκτός από συνεπής σε αυτό το θέμα. Για παράδειγμα, το 1957, ο Μάο δήλωσε ότι η Κίνα χρειαζόταν να καταρτίσει εθνικά σχέδια για την ρύθμιση της αναπαραγωγής. Κατήγγειλε τον «αναρχισμό» των ανεξέλεγκτων γεννήσεων και υποστήριξε μια εθνική εκστρατεία για την προώθηση του ελέγχου των γεννήσεων. Πίεσε για την δημιουργία ενός κυβερνητικού οργανισμού που θα ρυθμίζει τις γεννήσεις, κάτι που έγινε το 1964, αφότου η Κίνα ανεκαμψε από την πείνα του καταστροφικού Άλματος Προς Τα Εμπρός. Στην συνέχεια, το 1970, πολύ πριν η Κίνα εφαρμόσει την πολιτική του ενός παιδιού και ενώ ο Μάο είχε ακόμα πάρα πολύ εξουσία, η Κίνα έκανε την μνημειώδη μεταστροφή της από τον εθελοντικό οικογενειακό προγραμματισμό στα υποχρεωτικά όρια γεννήσεων.

Η πολιτική αυτή συμβολίστηκε με το σύνθημα «Αργότερα, μακρότερα, λιγότερα» [4] (Later, longer, fewer), που σήμαινε την καθυστέρηση του γάμου μέχρι τα μέσα της δεύτερης δεκαετίας της ζωής κάποιου, η διεύρυνση των διαστημάτων των γεννήσεων κατά τέσσερα τουλάχιστον χρόνια, και την απόκτηση λιγότερων παιδιών συνολικά -μόνο δύο για τα αστικά ζευγάρια και τρία για τις αγροτικές οικογένειες. Η επιβολή έντονου καταναγκασμού επίσης άρχισε κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1970˙ οι γυναίκες που έμεναν έγκυες «πάνω από την ποσόστωση» αντιμετώπιζαν ισχυρές πιέσεις να υποβληθούν σε αμβλώσεις και μερικές φορές σε στείρωση. Μεταξύ 1971 και 1979, ο συνολικός αριθμός των αμβλώσεων στην Κίνα αυξήθηκε από 3,91 εκατομμύρια στα 7,86 εκατ. και οι στειρώσεις από 1,74 εκατ. σε 5,29 εκατ.˙ οι τοποθετήσεις ενδομήτριων συσκευών (intrauterine device, IUD), η προτιμώμενη μέθοδος για τον περιορισμό των γεννήσεων στις αγροτικές περιοχές, επίσης σχεδόν διπλασιάστηκαν. Αν οι απαγορευμένες εγκυμοσύνες έφταναν ως το τέλος, τα παιδιά που γεννιούνταν στερούνταν την εκπαίδευση και τις κοινωνικές παροχές. Υπάρχουν αναφορές για αυτά τα «μαύρου προσώπου, μαύρου νοικοκυριού» παιδιά κατά την διάρκεια εκείνης της περιόδου, αλλά είναι αδύνατο να εκτιμηθεί ο αριθμός τους.

10112015-1.jpg

Ένα παιδί κρατά μια κινεζική σημαία μπροστά από το πορτρέτο του τεθνεώτος προέδρου της Κίνας Μάο Τσε Τουνγκ, στην πλατεία Τιενανμέν στο Πεκίνο, στις 4 Ιουνίου 2013. KIM KYUNG-HOON / REUTERS
---------------------------

Κλειδί για την επιβολή του συστήματος ήταν λαϊκοί εργαζόμενοι στον οικογενειακό προγραμματισμό, οι οποίοι συχνά λειτούργησαν ως «ελεγκτές έμμηνου κύκλου», κρατώντας λεπτομερή αρχεία για τις γεννήσεις και τις ιστορίες αντισύλληψης, καθώς και τους έμμηνους κύκλους όλων των γυναικών που επόπτευαν. Με αυτόν τον τρόπο, μπορούσαν να παρέμβουν σε ένα πρώιμο στάδιο, αν μια γυναίκα έμενε έγκυος χωρίς άδεια. Η εκστρατεία οδήγησε τα ποσοστά γονιμότητας της Κίνας σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από όσο θα περίμενε κανείς σε μια αγροτική κοινωνία, από περίπου έξι προβλεπόμενες γεννήσεις ανά γυναίκα στην διάρκεια της ζωής της (το συνολικό ποσοστό γονιμότητας, total fertility rate ή TFR) το 1970 σε μόνο 2,7 με 2,8 μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Πράγματι, περίπου το 70% της πτώσης της γονιμότητας της Κίνας από το 1970 μέχρι σήμερα προέκυψε κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1970, πριν από την έναρξη της πολιτικής του ενός παιδιού. Στην πραγματικότητα, μια μελέτη από Δυτικούς δημογράφους που δημοσιεύθηκε αμέσως μετά την εφαρμογή της πολιτικής του ενός παιδιού, κατέδειξε ότι εάν η Κίνα είχε ξεκινήσει με αυτά τα ήδη μειωμένα ποσοστά γονιμότητας και επέλεγε να διατηρήσει το όριο των δύο παιδιών, σε συνδυασμό με μια ελάχιστη ηλικία γάμου στα 25, η Κίνα θα μπορούσε να πετύχει τον τότε επίσημο στόχο της αύξησης του πληθυσμού (να παραμείνει κάτω από 1,2 δισεκατομμύρια το 2000), χωρίς τον αυξημένο εξαναγκασμό και τις βαναυσότητες που απαιτήθηκαν για να επιβληθεί το όριο του ενός παιδιού. Εν ολίγοις, δεν υπήρχε απολύτως καμία σημαντική δικαιολογία για να στραφεί η Κίνα προς την πολιτική του ενός παιδιού το 1980.