Η σημασία του νερού στον 21ο αιώνα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η σημασία του νερού στον 21ο αιώνα

Διπλωματία, συγκρούσεις και γεωπολιτικές ισορροπίες
Περίληψη: 

Το νερό είναι πόρος αύξουσας σημασίας, αφού ο υπερπληθυσμός σε συνδυασμό με τη κατ’ όγκο μείωση του νερού λόγω της κλιματικής αλλαγής, θα οδηγήσει σε μείωση της πρόσβασης σε αυτό. Παράλληλα, είναι αύξουσας σημασίας και ως πλουτοπαραγωγικός πόρος επειδή αποτελεί εμπορικό αγαθό καθώς και ενεργειακό πόρο.

Ο Μάριος Ανέστης Καϊτάζης* είναι τελειόφοιτος φοιτητής του τμήματος Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου. Εργάζεται ως δόκιμος ερευνητής για το Κέντρο Ανατολικών Σπουδών, είναι συνεργάτης του Κέντρου Γεωπολιτικών Αναλύσεων και του OneEurope. Παράλληλα, είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της SAFIA, στην οποία διατελεί Υπεύθυνος Επιστημονικών Ενδιαφερόντων και συντονιστής του τομέα για την αραβο-ισραηλινή σύγκρουση στην ερευνητική της ομάδα, που είναι και το πεδίο ειδίκευσής του.

Από πότε αντιλαμβάνεται ο άνθρωπος την σημασία του νερού για την επιβίωσή του; Ήδη από την αιγυπτιακή κοσμογονία, η ύπαρξη της θεότητας Nun -που συμβολίζει τα αρχέγονα νερά- μαρτυρά την άρρηκτη σχέση μεταξύ νερού κι επιβίωσης [1]. Αναπόφευκτα η σχέση αυτή αποτέλεσε μια από τις αιτίες συγκρούσεων στην αρχαιότητα. Σταδιακά κι ενώ ο σκοπός της επιβίωσης παραμένει ο ίδιος, το νερό εξελίσσεται σε τακτικό όπλο. Κατά τον Μεσαίωνα εισέρχεται στη σφαίρα της στρατιωτικής στρατηγικής κι έπειτα –στην σύγχρονη εποχή- και στην σφαίρα της υψηλής στρατηγικής [2].

Συνέπεια αυτού είναι ο μετασχηματισμός της έννοιας της σύγκρουσης για το νερό. Σήμερα δεν εκδηλώνεται υποχρεωτικά ως ένοπλη σύρραξη αλλά κι ως πολιτική ή/και διπλωματική αντιπαράθεση με την μορφή δημόσιων τοποθετήσεων επιθετικού περιεχομένου [3]. Άλλωστε η χρήση του νερού είναι απαραίτητη αφενός για την καλλιέργεια και αφετέρου για την ιδιωτική και τη βιομηχανική δραστηριότητα [4].

ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΡΟ, ΑΙΤΙΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ

Η βασικότερη αιτία συγκρούσεων για το νερό είναι το water stress [5], που προκαλεί επιδείνωση σχετική με την ποσότητα (ξηρασία) και την ποιότητα (ευτροφισμός) των πηγών [6]. Στατιστικά το 11% του παγκόσμιου πληθυσμού δεν έχει πρόσβαση σε καθαρό νερό. Άλλη κρίσιμη αιτία αποτέλεσε η ανάγκη συνδιαχείρισης των υδάτων εξαιτίας χάραξης νέων συνόρων [7]. Τα αντικρουόμενα εθνικά συμφέροντα στην διαχείριση νερού οδηγούν σε σύγκρουση καθώς αποτελεί εκτός από τεχνοκρατικό και πολιτικό ζήτημα [8]. Συχνά η διαμάχη για το νερό είναι μέρος των γενικότερων προβληματικών διπλωματικών σχέσεων των κρατών, η οποία εντείνεται από την έλλειψη διεθνούς νομικού πλαισίου. Στις διασυνοριακές σχέσεις για το νερό συνυπάρχει η σύγκρουση και η συνεργασία με την ένταση κάθε παράγοντα να μεταβάλλεται ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες και το χρόνο [9]. Η συσχέτιση συνεργασίας-σύγκρουσης κωδικοποιείται σε μια επιστημονική κλίμακα [10]. Η ασυμμετρία ισχύος των δρώντων σε οικονομικό, στρατιωτικό και τεχνολογικό επίπεδο διαμορφώνει την τελική έκβαση της σύγκρουσης. Τα παραπάνω καθορίζονται από συγκεκριμένους δείκτες [11] που αφορούν κυρίως στην παροχή νερού σχετικά με την ζήτηση, στην τεχνολογική και οικονομική ανάπτυξη κάθε κράτους [12]. Η ενδεχόμενη ξαφνική αλλαγή δεδομένων αποδεικνύεται ο βασικότερος παράγοντας και ταυτόχρονα μια από τις αιτίες. Εκτός των παραγόντων, οι διαπραγματεύσεις επηρεάζονται από την σημασία του νερού καθώς πέρα από στρατηγική έχει και συμβολική αξία [13]. Η τεχνολογική εξέλιξη παρέχει την δυνατότητα ανάπτυξης καθαρού νερού (αφαλάτωση) μεταβάλλοντας την στάση των κρατών και τις γεωπολιτικές ισορροπίες [14].

ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Νομοτελειακά, λοιπόν, σταθερά χάραξης εθνικής πολιτικής συνιστά το εθνικό συμφέρον. Αναπόφευκτα εμποδίζει την διαμόρφωση ενός ενιαίου διεθνούς νομικού πλαισίου για την διευθέτηση ζητημάτων όπως εκείνων, που αφορούν στο νερό.

Η πρώτη προσπάθεια διαμόρφωσης εθνικού κανονιστικού πλαισίου συναντάται στο μακρινό 1790 π.Χ. με τον κώδικα του Χαμουραμπί, που αφορούσε σε υδατικές διενέξεις [15].
Με το πέρας μιας τεράστιας περιόδου αδράνειας σε διεθνές επίπεδο, φτάνουμε στο 1909 όπου με πρωτοβουλία των ΗΠΑ, του Καναδά και του Μεξικού, για πρώτη φορά συνάπτεται διακρατική συμφωνία (Boundary Water Treaty) [16] για την κωδικοποίηση αρχών από μια Κοινή Επιτροπή. Έκτοτε, αρχίζει να διαφαίνεται η πρόθεση κρατών να εκχωρήσουν ένα μικρό μέρος της εθνικής τους κυριαρχίας για την οικοδόμηση διεθνούς κοινού συμφέροντος [17]. Φτάνουμε στο 1966 με τους Κανόνες του Ελσίνκι (Helsinki Rules). Σημαντικό στοιχείο εδώ είναι ότι, ενώ πολλά κράτη προσδοκούν να λυθούν οι μελλοντικές υδατικές διαφορές με ειρηνικό τρόπο, στην πραγματικότητα αυτό δεν αποτυπώνεται στο παρόν νομικό κείμενο. Τα κράτη φαίνεται να διστάζουν.

Ημερομηνία ορόσημο είναι το 1997 με τη Διεθνή Σύμβαση για το δίκαιο των «Εκτός Ναυσιπλοΐας Χρήσεων των Διεθνών Υδάτινων Πόρων» [18]. Πρόκειται για την πρώτη κωδικοποίηση εθιμικού δικαίου [19] σε επίπεδο Ηνωμένων Εθνών, γεγονός που αναβαθμίζει την σημασία της. Από την επικύρωσή της, τα κράτη-μέρη της Σύμβασης έχουν την δυνατότητα προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο επί τη βάση καταπάτησης διατάξεων αυτής.
Ωστόσο, η επικύρωση αυτή ήρθε μόλις το 2014. Στην περίοδο που μεσολαβεί, παρεμβάλλονται δύο καθαρά προτρεπτικά κείμενα –και, άρα, όχι νομικώς δεσμευτικά (Soft Law)- που θεωρούνται, αν όχι πισωγύρισμα, βήμα σημειωτόν στην εν γένει κωδικοποίηση των συνθηκών. Το πρώτο κείμενο είναι οι λεγόμενοι «Berlin Rules on Water Resources» [20] και το δεύτερο είναι η Resolution του 2009 της Γενικής Συνέλευσης/ΗΕ (Απόφαση 63/124) [21] όπου στην τελευταία γίνεται ειδική μνεία για την ανάληψη πρωτοβουλιών από υπο-εθνικούς και μη κρατικούς δρώντες (λ.χ. ΜΚΟ).

Ιδού δύο παραδείγματα προκειμένου να γίνουν κατανοητά τα παραπάνω:

ΤΙΓΡΗΣ ΚΑΙ ΕΥΦΡΑΤΗΣ

Οι ποταμοί Τίγρης και Ευφράτης τοποθετούνται γεωγραφικά στην Μέση Ανατολή. Τα ύδατα τους ξεκινούν από την Τουρκία, διασχίζουν την Συρία και το Ιράκ και καταλήγουν στον Περσικό Κόλπο [22]. Οι δύο ποταμοί αποτελούν ταυτόχρονα καθοριστικό παράγοντα επιβίωσης και ανάπτυξης των παρόχθιων σε αυτούς κρατών, λόγω της ιδιαίτερης γεωμορφολογίας του εδάφους [23]. Για τους λόγους αυτούς αναβαθμίζεται η γεωπολιτική σημασία των δύο ποταμών.

Πρόβλημα συνιστά το ότι οι ποταμοί πηγάζουν αποκλειστικά από το έδαφος της Τουρκίας, που ως ανάντη κράτος έχει την δυνατότητα να δεσμεύει ποσότητες υδάτων κατά το δοκούν [24]. Αυτό δημιουργεί αντιπαράθεση με την Συρία και το Ιράκ [25] που αποτελούν τα κατάντη κράτη. Πηγή της αντιπαράθεσης είναι ο φόβος πως η ηγεμονική πολιτική της Τουρκίας στην διαχείριση των υδάτων πλήττει τα εθνικά τους συμφέροντα και δημιουργεί ζήτημα ασφαλείας. Εντείνεται, μάλιστα, από το ότι η λεκάνη απορροής των δύο ποταμών στο τμήμα Συρίας και Ιράκ στερεύει αδιάλειπτα, εξαιτίας του φαινομένου του water stress [26].