Το τέλος των αεροπλανοφόρων; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το τέλος των αεροπλανοφόρων;

Ο στρατηγικός τους ρόλος σήμερα και στο μέλλον

Επιπλέον, το αεροπλανοφόρο -δηλαδή τα αεροσκάφη του- δεν επιτελεί μόνο ρόλο κρούσης, αλλά και δευτερεύοντες ρόλους, οι οποίοι δεν πρέπει να παραγνωρίζονται. Η εναέρια περιπολία μάχης (CAP-combat air patrol) σε μεγάλη ακτίνα γύρω από τη «Δύναμη Κρούσης», που με την σειρά της εξασφαλίζει εναέρια υπεροχή, είναι μια σημαντική αποστολή, όπως έχει αποδειχθεί στο παρελθόν. Σε δύο από τα πιο γνωστά «θερμά επεισόδια» της δεκαετίας του 1980 (το 1981 και το 1989), αμφότερα στον Κόλπο της Σύρτης, από δύο αμερικανικά αναχαιτιστικά F-14 Tomcat την κάθε φορά κατέρριψαν ισάριθμα λιβυκά μαχητικά -τύπου Su-22 και MiG-23, αντίστοιχα- και έδειξαν ποιος έχει τον έλεγχο των ουρανών της Μεσογείου, ακόμη και λίγα ναυτικά μίλια από τις ακτές της Λιβύης. Στον πόλεμο των νησιών Φώκλαντς το 1982, τα λιγοστά μαχητικά Sea Harrier του Invincible (αυτού που υποτίθεται ότι θα αγόραζε η Αυστραλία…) και του γερασμένου Hermes έσωσαν την τιμή της Μ. Βρετανίας: Χάρη στην ευελιξία τους και στους πολύ καλούς χειριστές της Fleet Air Arm, συνετέλεσαν αποφασιστικά στη νίκη των δυνάμεων του στέμματος εναντίον της χούντας της Αργεντινής, καθώς το τελικό «σκορ» στις αερομαχίες (dogfights) ήταν 24 έναντι 0! Οι συνολικές πολεμικές απώλειες (combat losses) που κατέγραψαν το 1982 στα Φώκλαντς τα Sea Harrier ήταν δύο, αμφότερες από επίγεια πυρά. Κατόπιν τούτων, η σχεδιαζόμενη πώληση του Invincible στην Αυστραλία ακυρώθηκε.

Αλλά και η βαθιά κρούση δεν έχει εξοβελιστεί οριστικά από τα αεροπλανοφόρα. Το «κενό» το οποίο άφησε η απόσυρση του Α-6, το 1996, αναμένεται να καλυφθεί μερικώς κατά την δεκαετία του 2020 από ένα ριζοσπαστικό πολεμικό αεροσκάφος χωρίς καν πιλότο (UCAS, Unmanned Combat Air System): Πρόκειται για την έκδοση παραγωγής του Northrop Grumman X-47B ή, έστω, μιας παραπλήσιας πλατφόρμας ανάλογων δυνατοτήτων. Δύο πρωτότυπα επίδειξης τεχνολογίας X-47B, τα οποία παραγγέλθηκαν από το Ναυτικό το 2007, βρέθηκαν στον αέρα από το Φεβρουάριο του 2011 και άφησαν άριστες εντυπώσεις, πραγματοποιώντας αληθινές δοκιμές πάνω σε αεροπλανοφόρα, ήδη από τον Νοέμβριο του 2012, καθώς και δοκιμές εναέριου ανεφοδιασμού (aerial refueling). Με εμβέλεια πτήσης πάνω από 2.100 ν.μ. ή 3.900 χιλιόμετρα, το βάρους 20 και πλέον τόννων Χ-47Β συναγωνίζεται ακόμη και το Α-3! Σε δύο εσωτερικές αποθήκες, μπορεί να μεταφέρει 2.000 κιλά «έξυπνες» βόμβες ή άλλα όπλα αέρος-εδάφους. Το αμιγώς ερευνητικού χαρακτήρα πρόγραμμα Χ-47Β κόστισε σχεδόν 1 δισ. δολάρια, αρκετά παραπάνω από τον αρχικό προϋπολογισμό, αλλά υπήρξε εξαιρετικά επιτυχές.

Και ο ίδιος ο Hendrix, σημειωτέον, είναι φανατικός υπέρμαχος αυτού του είδους αεροσκαφών στον ρόλο της κρούσης, θεωρώντας τα ικανά υποκατάστατα των επανδρωμένων βομβαρδιστικών. Τελικά, τον Φεβρουάριο του 2016, λίγους μήνες μετά την μελέτη του Hendrix, το Ναυτικό των ΗΠΑ αποφάσισε το μελλοντικό UCAS παραγωγής -ο στρατιωτικός κωδικός του οποίου παραμένει άγνωστος- να διαθέτει πρωτίστως αναγνωριστικό ρόλο, διατηρώντας, όμως, και περιορισμένη δυνατότητα βαθιάς κρούσης («with limited strike capability»). Περίπου 2,2 δισ. δολάρια θα δαπανηθούν για την ανάπτυξη πλήρους κλίμακας (FSD) του προγράμματος UCAS από το 2016 έως το 2021 περίπου, οπότε και αναμένεται να εισέλθει σε παραγωγή. Καλώς εχόντων των πραγμάτων, λοιπόν, οι πρώτες επιχειρησιακές παραδόσεις των «αεροσκαφών-ρομπότ» στο Αμερικανικό Ναυτικό θα ακολουθήσουν από το 2022, δηλαδή ακριβώς έναν αιώνα μετά την είσοδο σε υπηρεσία του ιστορικού πρώτου αεροπλανοφόρου του, του Langley (1922). Ο δεύτερος αιώνας ναυτικής αεροπορίας, ακόμη κι αν παραμείνει μερικώς επανδρωμένος, θα κυριαρχείται από τα UCAS.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:

[1] Πυρηνοκίνητο, με πλήρες εκτόπισμα 100.000 t.
[2] Συμβατικής πρόωσης, με πλήρες εκτόπισμα 80.000 t.
[3] Δέκα σκάφη αυτής της κλάσης τέθηκαν σε υπηρεσία από το 1975 έως το 2009, όλα ενεργά σήμερα
[4] http://www.cnas.org/retreat-from-range
[5] Βλ. ενδεικτικά το εξής δημοσίευμα: Jeremy Bender, Retired US Navy captain: The centerpiece of the Navy's future doubles down on a 20-year-old strategic mistake, http://www.businessinsider.com/the-future-of-the-us-navy-2015-10
[6] Οι αρχικές προδιαγραφές του προγράμματος JSF, γύρω στο έτος 2000, απαιτούσαν μεγαλύτερη εμβέλεια, αλλά η αύξηση του βάρους την περιόρισε αισθητά.
[7] Τα μόνα σοβιετικά βλήματα εναντίον πλοίων ήταν τύπου «κρουζ», με σχετικά χαμηλή ταχύτητα και επομένως θεωρητικά ανασχέσιμα.
[8] Για την ακρίβεια, μόνον η έκδοση εναντίον στόχων ξηράς του Dong Feng-21 έχει εξαχθεί μέχρι σήμερα (στην Σαουδική Αραβία).
[9] Βλ. αντίστοιχα άρθρα μας στο περιοδικό Στρατιωτική Ιστορία, τεύχη 198 (Ιούλιος 2013), 210 (Ιούλιος 2014) και 235 (Αύγουστος 2016).
[10] Ο συγγραφέας της μελέτης έχει, βεβαίως, επίγνωση του διαφορετικού ρόλου που είχαν τα σκάφη εκείνης της εποχής (“The Forrestal and the ships that followed her were designed for one specific purpose: to launch and recover aircraft large enough to carry a heavy load of ordnance a long distance”), αλλά, εμμέσως πλην σαφώς, εμμένει να τον προβάλλει ως την «δέουσα» αποστολή όλων των αεροπλανοφόρων ακόμη και σήμερα.
[11] Βλ. εκτενές άρθρο μας για την ιστορία και δράση του Α-3 στο περιοδικό Πτήση και Διάστημα, τεύχος 357, Ιανουάριος 2016.

Copyright © 2015 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.