Το νέο παραγωγικό πρότυπο της Ελλάδας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το νέο παραγωγικό πρότυπο της Ελλάδας

Πώς πρέπει να δομηθεί η ελληνική οικονομία για την επόμενη ημέρα μετά την πανδημία*

Ο τομέας της καθαρής ενέργειας αποτελεί πλέον παγκόσμια προτεραιότητα. Έχει λεχθεί ότι η Ελλάδα μπορεί να λειτουργήσει για την Ευρώπη ως «η μπαταρία του νότου» λόγω του εξαιρετικά σημαντικού δυναμικού της σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ). Επιπλέον, η επένδυση σε ΑΠΕ αναδεικνύεται ως μια σοφή επιχειρηματική αλλά κι επενδυτική επιλογή στις συνθήκες της πανδημίας που βιώνει η χώρα. Είναι εξαιρετικά σημαντικό για την Ελλάδα να συνεχίσει με ένταση την στροφή της προς ένα πιο πράσινο, πιο βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης, μειώνοντας την εξάρτηση από ορυκτά καύσιμα, όχι μόνο για λόγους περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς, αλλά και για λόγους καθαρά οικονομικούς γιατί οι επενδύσεις στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας μπορούν να αποτελέσουν βασικό μοχλό ανάκαμψης και απεξάρτησης της ελληνικής οικονομίας από εισαγωγές καυσίμων. Η διευκόλυνση των ιδιωτικών επενδύσεων σε ΑΠΕ δίνει, ταυτόχρονα, την δυνατότητα για εξαγωγές καθαρής ενέργειας. Προϋπόθεση βεβαίως για την μακροπρόθεσμη αυτή στόχευση είναι η δημιουργία ικανών ηλεκτρικών διασυνδέσεων για την εξαγωγή ενέργειας προς την κεντρική Ευρώπη, επομένως η Ελλάδα θα πρέπει να πιέσει προς αυτή την κατεύθυνση κατά προτεραιότητα έναντι των ηλεκτρικών διασυνδέσεων που σχεδιάζονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο με την Βόρεια Αφρική.

Η ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

Ακόμα και εν μέσω πανδημίας το τουριστικό ενδιαφέρον για την Ελλάδα είναι ιδιαιτέρως έντονο. Όμως, η εμπειρία της πανδημίας αποτελεί εξαιρετική ευκαιρία να σκεφθούμε τι τουριστικό προϊόν θέλουμε, να αναθεωρήσουμε τα όρια του μαζικού τουρισμού και της κρουαζιέρας και να μετρήσουμε τα οφέλη για την οικονομία και την απασχόληση από εναλλακτικές στρατηγικές τουριστικής ανάπτυξης.

Ο τουρισμός είναι αναμφίβολα ένας από τους σημαντικότερους κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Έχει χαρακτηρισθεί διεθνώς ως η βαριά βιομηχανία της νέας χιλιετίας λόγω των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης που παρουσιάζει. Όμως, είναι ένα εξαιρετικά «ευαίσθητο» προϊόν γιατί επηρεάζεται σημαντικά από την παγκόσμια συγκυρία και τις οικονομικές διακυμάνσεις, όπως για παράδειγμα, από την φοβερή 11η Σεπτεμβρίου 2001 (γνωστή ως 9/11), την οικονομική κρίση του 2008-2009, τις εξελίξεις σε άλλες ανταγωνίστριες χώρες και, σήμερα, από την κρίση της COVID-19. Ο τουρισμός αποτέλεσε βασικό μοχλό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες με έντονη κρατική στήριξη και χρηματοδότηση. Όμως σήμερα ο κλάδος του τουρισμού χρειάζεται επανατοποθέτηση στον παγκόσμιο τουριστικό χάρτη (repositioning) με σημαντικές αλλαγές τόσο στο τουριστικό προϊόν όσο και στην τεχνολογία παραγωγής.

Το τουριστικό προϊόν δεν έχει παρουσιάσει σε όλη αυτή την περίοδο σημαντική διαφοροποίηση και επικεντρώνεται στο μονοδιάστατο του «ήλιος και θάλασσα» με έντονη εποχικότητα και έντονη χωρική συγκέντρωση. Ο κλάδος βασίζεται σε δραστηριότητες εντάσεως εργασίας, εποχικά επικεντρωμένες στο τρίτο τρίμηνο του έτους, χαμηλού επιπέδου εξειδίκευσης του εργατικού δυναμικού και χαμηλών επενδύσεων σε καινοτομία. Είναι, επομένως, αναμενόμενο ότι έχει χαμηλά επίπεδα παραγωγικότητας και προστιθέμενης αξίας σε σχέση με τον τουριστικό κλάδο άλλων χωρών. Σε προηγμένες τουριστικά οικονομίες, ο τουρισμός οδηγεί στην ανάπτυξη νέων υπηρεσιών, ποικιλία προϊόντος, εποχική και χωρική εξισορρόπηση, εξειδικευμένο προσωπικό, υψηλή ποιότητα υπηρεσιών και υψηλή προστιθέμενη αξία. Το ελληνικό τουριστικό προϊόν δεν μπορεί να είναι ανταγωνιστικό έναντι των άλλων μεσογειακών χωρών μόνο βάσει του κόστους, αλλά κυρίως με βάση την ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών.

Αυτό σημαίνει προσανατολισμό της τουριστικής πολιτικής στο υψηλότερο εισοδηματικό τμήμα της αγοράς, ιδιαίτερα προσέλκυση συνταξιούχων της τρίτης ηλικίας για μακρά παραμονή (silver economy) με ταυτόχρονη επέκταση των υπηρεσιών τουρισμού υγείας, διαφοροποίηση και τεχνολογική αναβάθμιση του προϊόντος, διασύνδεση του τουρισμού με την πολιτιστική κληρονομιά και ενίσχυση του πολιτιστικού τουρισμού, εποχική εξισορρόπηση με διεύρυνση της τουριστικής περιόδου σε έξι ή και εννέα μήνες, με ταυτόχρονη ανάγκη για αναβάθμιση των λειτουργιών, των υποδομών και του ανθρώπινου δυναμικού του τομέα. Ταυτόχρονα, ο τουριστικός κλάδος είναι εφικτό να αποτελέσει μοχλό προώθησης ελληνικών προϊόντων του αγρο-διατροφικού τομέα, καθώς επίσης και άλλων βιομηχανικών προϊόντων καταναλωτή.

Η αναμφισβήτητα πλούσια και εξαιρετική πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδος μπορεί να αποτελέσει σημαντικό μοχλό αλλαγής του τουριστικού προϊόντος. Η πολιτιστική κληρονομιά, που περιλαμβάνει μνημεία, αρχαιολογικούς χώρους, μουσεία και πολιτιστικά τοπία εν γένει, αποτελεί ένα αναπτυξιακό κεφάλαιο και πόρο ανεκτίμητης αξίας, πάνω στον οποίο μπορεί να στηριχτεί η διεύρυνση του τουριστικού προϊόντος και η βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη της χώρας. Ταυτόχρονα, ο πολιτισμός και η πολιτιστική κληρονομιά ειδικότερα μπορούν να συμβάλουν στον στόχο της έξυπνης, βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης με διάφορους τρόπους. Οι δημιουργικές βιομηχανίες, ενισχυμένες από την τεχνολογία και την δικτύωση, μπορούν να προσφέρουν όχι μόνο ευκαιρίες απασχόλησης, αλλά και αναζωογόνηση και αναγέννηση της τοπικής οικονομίας. Τα μουσεία και οι πολιτιστικοί χώροι μπορούν να αποτελέσουν φορείς μάθησης, συμμετοχής και κοινωνικής ενσωμάτωσης. Ο χαρακτήρας και η διαθεσιμότητα του εξαιρετικά πλούσιου ελληνικού πολιτιστικού κεφαλαίου όλων των εποχών, όπως μουσεία, αρχαιολογικοί χώροι, κάστρα, αλλά και μνημεία της νεότερης εποχής μπορούν να ενταχθούν στην οικονομική ζωή προσφέροντας τελείως νέες υπηρεσίες, ατμόσφαιρα, ταυτότητα και ποικιλία που συμβάλλουν στην δημιουργία, την καλλιέργεια και την ενθάρρυνση της καινοτομίας. Επιπλέον, η επέκταση της ψηφιακής οικονομίας και των εικονικών τεχνολογιών μπορεί να ενθαρρύνει την απασχόληση σε δημιουργικές οικονομικές δραστηριότητες που συνδέονται με την πολιτιστική κληρονομιά και τον τουρισμό [9].

Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ ΣΤΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΤΟΜΕΑ