Σύγκρουση συστημάτων; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Σύγκρουση συστημάτων;

Η Ουάσιγκτον θα πρέπει να αποφύγει τον ιδεολογικό ανταγωνισμό με το Πεκίνο

Η Ινδονησία προσφέρει ένα διδακτικό μάθημα. Είναι στρατηγικά σημαντικός εταίρος των ΗΠΑ, αλλά η δημοκρατία της βρίσκεται σε ευάλωτη κατάσταση σήμερα: η διοίκηση του προέδρου Joko Widodo έχει χρησιμοποιήσει κατασταλτικές τακτικές για να καταπνίξει την κριτική και την κινητοποίηση της αντιπολίτευσης, και ο ινδονησιακός στρατός διαδραματίζει υπερβολικό ρόλο [18] στην εθνική πολιτική. Ακόμη και αν αφήσουμε αυτά τα ζητήματα στην άκρη, για τους Ινδονήσιους, οι ισχυρισμοί για την κανονιστική ανωτερότητα της φιλελεύθερης δημοκρατίας δεν θα υπερέβαιναν τα άμεσα οικονομικά οφέλη του εμπορίου με την Κίνα. Πολλοί Ινδονήσιοι είναι επιφυλακτικοί με αυτό που θεωρούν ως υπερβολές του αμερικανικού φιλελευθερισμού και κομματική έχθρα στην πολιτική των ΗΠΑ. Αν και έχουν λίγη όρεξη για κομμουνισμό, θαυμάζουν την οικονομική επιτυχία και την πολιτική σταθερότητα της Κίνας. Η προσέγγιση της Κίνας στην Ινδονησία επικεντρώνεται στην εμβάθυνση των εμπορικών σχέσεων, στην διασφάλιση της πρόσβασης σε φυσικούς πόρους και στην εκτροπή της κριτικής για τον εγκλεισμό έως και δύο εκατομμυρίων Ουιγούρων, με το να οργανώνει πληρωμένες εκδρομές για τις μουσουλμανικές ελίτ της Ινδονησίας [19]. Ωστόσο, αυτά τα μέτρα δεν έχουν εξαγοράσει την εκτίμηση της Ινδονησίας στα κινεζικά συμφέροντα στην Θάλασσα της Νότιας Κίνας ούτε εξασθένισαν την θεμελιώδη επιφυλακτικότητα της Ινδονησίας για την κινεζική επιρροή. Πράγματι, οι ισχυροί οικονομικοί δεσμοί με την Κίνα σπάνια δημιουργούν κράτη-μαριονέτες: περιπτώσεις όπως η Καμπότζη, μια δικτατορία που αποδείχθηκε χρήσιμος εταίρος της Κίνας στη Νοτιοανατολική Ασία, είναι σπάνιες και καθοδηγούνται από περιφερειακά πρότυπα συμμαχιών και από ιστορικούς δεσμούς.

Ο τελικός κίνδυνος είναι ότι η ανάδειξη της ιδεολογίας θα ωθήσει τις απολυταρχίες, κυρίως την Κίνα και την Ρωσία, να εμβαθύνουν την συνεργασία τους. Κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν πιο επιτυχημένες όταν εκμεταλλεύθηκαν ρήγματα μεταξύ των δύο κομμουνιστικών αντιπάλων. Σήμερα, δεν υπάρχει αναπόφευκτη «συμμαχία των απολυταρχιών» [20], αλλά το να ορίσουμε την διεθνή πολιτική ως ανταγωνισμό συστημάτων θα μπορούσε να έχει το αντιπαραγωγικό αποτέλεσμα να πραγματοποιήσει όντως μια τέτοια [συμμαχία].

ΗΓΕΣΙΑ ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΟΣ

Αν και είναι δελεαστικό να δούμε την αυξανόμενη επιρροή της Κίνας ως προάγγελο του αυξανόμενου αυταρχισμού παγκοσμίως, οι πιο κοντινές ρίζες της δημοκρατικής οπισθοδρόμησης στις περισσότερες χώρες είναι εγχώριες: λαϊκή δυσαρέσκεια για την αντιληπτή απώλεια ισχύος και πόρων προς μετανάστες, μειονότητες, και ρομπότ˙ «εκτός εποχής» πολιτικές και πνευματικές ελίτ ˙ οικονομική εξάρθρωση που προκύπτει από την παγκοσμιοποίηση και την αποβιομηχάνιση˙ και πόλωση και παραπληροφόρηση που τροφοδοτούνται από μια χαλαρά ρυθμισμένη ψηφιακή σφαίρα.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να υπερασπιστούν την δημοκρατία χωρίς να κάνουν την ιδεολογία το επίκεντρο της προσέγγισής τους ως προς την Κίνα. Σε διεθνές επίπεδο, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να δεσμευτούν να ηγηθούν δια του παραδείγματος, βάζοντας τον δικό τους δημοκρατικό οίκο σε τάξη. Οι Αμερικανοί ηγέτες πρέπει να αναγνωρίσουν ότι το να τεθούν τα θεμέλια για παγιωμένη δημοκρατία απαιτεί κάτι περισσότερο από την απλή διεξαγωγή εκλογών και ότι οι μεταρρυθμίσεις στην διακυβέρνηση, ακόμη και σε εξαιρετικά ελαττωματικές δημοκρατίες, αποδίδουν αισθητά οφέλη [21]. Πράγματι, ακόμη και αυταρχικές χώρες [22] μπορεί να έχουν έντονο ενδιαφέρον για μεταρρυθμίσεις που βελτιώνουν την απόδοση. Μια ρεαλιστική εστίαση στην διακυβέρνηση συναντά τις εταίρους τρίτες χώρες εκεί όπου βρίσκονται, όπως έχει αναγνωρίσει η Κίνα από καιρό.

Τελικά, η διοίκηση Μπάιντεν πρέπει να εργαστεί για να επανοραματιστεί μια ανοιχτή και βασιζόμενη σε κανόνες διεθνή τάξη που να είναι αρκετά ευέλικτη ώστε να φιλοξενήσει εξίσου αντιφιλελεύθερες και φιλελεύθερες χώρες. Η άνοδος της Κίνας δεν απαιτεί την γενική καταστροφή της υπάρχουσας διεθνούς τάξης, και η Κίνα όντως προτιμά μια πιο συντηρητική εκδοχή που δίνει έμφαση στους Βεστφαλιακούς κανόνες περί κυριαρχίας και μη παρέμβασης. Ωστόσο, η εξωεδαφική ρήτρα του Νόμου περί Εθνικής Ασφάλειας του Χονγκ Κονγκ και οι προσπάθειες εκφοβισμού και τιμωρίας της ελεύθερης έκφρασης στο εξωτερικό απειλούν την αρχή της μη παρέμβασης. Εάν η Κίνα θέλει να υπερασπιστεί την επιστροφή σε ένα περισσότερο Βεστφαλιανό σύστημα αμοιβαίας συνύπαρξης μεταξύ κυρίαρχων κρατών, θα πρέπει να περιορίσει αυτές τις παρεμβάσεις «οξείας ισχύος» σε άλλες κοινωνίες.

Σε διεθνές επίπεδο, η Ουάσινγκτον θα πρέπει να επικεντρωθεί στο να μετριάσει τη μονομερή άσκηση μυστικής, καταναγκαστικής, ή διεφθαρμένης εξουσίας, είτε μέσω στρατιωτικών, είτε οικονομικών, είτε ενημερωτικών μέσων. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει επίσης να εργαστούν για να συγκεντρώσουν την παγκόσμια προσοχή σε κοινά ζητήματα όπως το κλίμα και η υγεία, τα οποία θα έχουν βασικά οφέλη για την ανταγωνιστικότητα και την επιρροή των ΗΠΑ. Όπως έγραψε πρόσφατα στους Financial Times η Anne-Marie Slaughter, διευθύνουσα σύμβουλος του New America, [23], «ένα ειδικό προεδρικό ταμείο για την καταπολέμηση της πανδημίας HIV-AIDS πέτυχε περισσότερα για την φήμη της Αμερικής στην Αφρική από όσο πολλές άμεσες προσπάθειες για την καταπολέμηση της κινεζικής επιρροής στην ήπειρο».

Ακόμη και ενώ η κυβέρνηση Μπάιντεν οικοδομεί έναν κοινό σκοπό με άλλες δημοκρατίες, θα πρέπει να επενδύει για να κρατήσει την Κίνα μέσα σε μια πιο ευέλικτη διεθνή τάξη. Εάν οι Κινέζοι ηγέτες καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι η Ουάσιγκτον δεν θα επιτρέψει ποτέ στο Πεκίνο να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στην παγκόσμια σκηνή, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει ακριβώς στο είδος της ολομέτωπης αντιπαράθεσης που οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να προσπαθήσουν να αποφύγουν καθώς αναλαμβάνουν ξανά την διεθνή ηγεσία.