Ο καπιταλισμός μετά την πανδημία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο καπιταλισμός μετά την πανδημία

Καταλαβαίνοντας την ανάκαμψη σωστά*

Εξίσου κακές συμφωνίες έχουν γίνει με τις μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες (Big Tech). Με πολλούς τρόπους, η Silicon Valley είναι προϊόν των επενδύσεων της κυβέρνησης των ΗΠΑ στην ανάπτυξη τεχνολογιών υψηλού ρίσκου. Το Εθνικό Ίδρυμα Επιστημών (National Science Foundation) χρηματοδότησε την έρευνα πίσω από τον αλγόριθμο αναζήτησης που έκανε την Google διάσημη. Το Ναυτικό των ΗΠΑ έκανε το ίδιο για την τεχνολογία GPS από την οποία εξαρτάται το Uber. Και ο Οργανισμός Προηγμένων Ερευνητικών Έργων Άμυνας (Defense Advanced Research Projects Agency), που είναι τμήμα του Πενταγώνου, υποστήριξε την ανάπτυξη του Διαδικτύου, της τεχνολογίας οθόνης αφής, του Siri και κάθε άλλου βασικού στοιχείου στο iPhone [9]. Οι φορολογούμενοι ανέλαβαν ρίσκο όταν επένδυσαν σε αυτές τις τεχνολογίες, ωστόσο οι περισσότερες εταιρείες τεχνολογίας που επωφελήθηκαν δεν καταβάλλουν το δίκαιο μερίδιο των φόρων τους. Στην συνέχεια, έχουν το θράσος να πολεμούν ενάντια σε κανονισμούς που θα προστάτευαν τα δικαιώματα ιδιωτικότητας του κοινού. Και παρόλο που πολλοί έχουν επισημάνει την δύναμη της τεχνητής νοημοσύνης και άλλων τεχνολογιών που αναπτύσσονται στην Silicon Valley, μια πιο προσεκτική ματιά δείχνει ότι και σε αυτές τις περιπτώσεις, ήταν οι δημόσιες επενδύσεις υψηλού ρίσκου που έθεσαν τα θεμέλια. Χωρίς κυβερνητική δράση, τα κέρδη από αυτές τις επενδύσεις θα μπορούσαν και πάλι να ρέουν σε μεγάλο βαθμό προς ιδιωτικά χέρια. Η τεχνολογία που χρηματοδοτείται από το δημόσιο πρέπει να τυγχάνει καλύτερης διαχείρισης από το κράτος -και σε ορισμένες περιπτώσεις να ανήκει στο κράτος- προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το κοινό επωφελείται από τις δικές του επενδύσεις. Όπως κατέστησε ξεκάθαρο το μαζικό κλείσιμο των σχολείων κατά την διάρκεια της πανδημίας, μόνο μερικοί μαθητές έχουν πρόσβαση στην τεχνολογία που απαιτείται για την εκπαίδευση στο σπίτι, μια διαφορά που μόνο ενισχύει την ανισότητα. Η πρόσβαση στο Διαδίκτυο πρέπει να είναι δικαίωμα και όχι προνόμιο.

ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΞΙΑ

Όλα αυτά δείχνουν ότι η σχέση μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα έχει χαλάσει. Για να διορθωθεί αυτό απαιτείται πρώτα να αντιμετωπιστεί ένα υποκείμενο πρόβλημα στα οικονομικά: ο χώρος έχει αντιληφθεί την έννοια της αξίας λανθασμένα. Οι σύγχρονοι οικονομολόγοι κατανοούν την αξία ως ανταλλάξιμη με την τιμή. Αυτή η άποψη θα ήταν ανάθεμα σε παλαιότερους θεωρητικούς όπως ο François Quesnay, ο Adam Smith και ο Karl Marx, οι οποίοι αντιλαμβάνονταν τα προϊόντα ως ότι έχουν εγγενή αξία που σχετίζεται με τις δυναμικές της παραγωγής, αξία που δεν σχετίζεται απαραίτητα με την τιμή τους.

Η σύγχρονη έννοια της αξίας έχει τεράστιες επιπτώσεις στον τρόπο δομής των οικονομιών. Επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι οργανισμοί, πώς λογίζονται οι δραστηριότητες, πώς προτεραιοποιούνται οι τομείς, πώς εκλαμβάνεται η κυβέρνηση, και πώς μετράται ο εθνικός πλούτος. Η αξία της δημόσιας εκπαίδευσης, για παράδειγμα, δεν υπολογίζεται στο ΑΕΠ μιας χώρας επειδή είναι δωρεάν -αλλά υπολογίζεται το κόστος των μισθών των εκπαιδευτικών. Είναι φυσικό, λοιπόν, ότι πολλοί άνθρωποι μιλούν για δημόσιες δαπάνες και όχι για δημόσιες επενδύσεις. Αυτή η λογική εξηγεί επίσης γιατί ο τότε διευθύνων σύμβουλος της Goldman Sachs, Lloyd Blankfein, μπορούσε να ισχυριστεί το 2009 [10], μόλις έναν χρόνο αφότου η εταιρεία του έλαβε διάσωση 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ότι οι εργαζόμενοί της ήταν «από τους πιο παραγωγικούς στον κόσμο». Σε τελική ανάλυση, εάν η αξία είναι τιμή και εάν το εισόδημα της Goldman Sachs ανά εργαζόμενο είναι από τα υψηλότερα στον κόσμο, τότε φυσικά οι εργαζόμενοί της πρέπει να είναι από τους πιο παραγωγικούς στον κόσμο.

Η αλλαγή του status quo απαιτεί μια νέα απάντηση στο ερώτημα «Τι είναι η αξία;». Εδώ, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε τις επενδύσεις και την δημιουργικότητα που παρέχονται από ένα ευρύ φάσμα παραγόντων σε όλη την οικονομία -όχι μόνο τις επιχειρήσεις αλλά και τους εργαζομένους και τους δημόσιους οργανισμούς. Για πολύ καιρό, οι άνθρωποι ενήργησαν σαν ο ιδιωτικός τομέας να ήταν ο πρωταρχικός μοχλός της καινοτομίας και της δημιουργίας αξίας και ως εκ τούτου είχε δικαίωμα στα κέρδη που προέκυπταν. Αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια [11]. Τα φάρμακα, το Διαδίκτυο, η νανοτεχνολογία, η πυρηνική ενέργεια, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας -όλα αναπτύχθηκαν με ένα τεράστιο ποσό κυβερνητικών επενδύσεων και ανάληψης κινδύνων, στην πλάτη αμέτρητων εργαζομένων και χάρη σε δημόσιες υποδομές και ιδρύματα. Η εκτίμηση της συμβολής αυτής της συλλογικής προσπάθειας θα διευκόλυνε την διασφάλιση της σωστής ανταμοιβής όλων των προσπαθειών και ότι τα οικονομικά οφέλη της καινοτομίας κατανέμονται πιο δίκαια. Ο δρόμος προς μια πιο συμβιωτική συνεργασία μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών ιδρυμάτων ξεκινά με την αναγνώριση ότι η αξία δημιουργείται συλλογικά.

ΚΑΚΕΣ ΔΙΑΣΩΣΕΙΣ

Πέρα από την επανεξέταση της αξίας, οι κοινωνίες πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στα μακροπρόθεσμα συμφέροντα [12] των συμμετεχόντων και όχι στα βραχυπρόθεσμα συμφέροντα των μετόχων. Στην τρέχουσα κρίση, αυτό θα σήμαινε την ανάπτυξη ενός «εμβολίου του λαού» [13] για την COVID-19, ένα εμβόλιο που να είναι προσβάσιμο σε όλους στον πλανήτη. Η διαδικασία καινοτομίας στα φάρμακα πρέπει να διέπεται κατά τρόπο που να προάγει την συνεργασία και την αλληλεγγύη μεταξύ των χωρών, τόσο κατά την φάση της έρευνας και ανάπτυξης όσο και όταν έρθει η ώρα για την διανομή του εμβολίου. Τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας πρέπει να συγκεντρώνονται μεταξύ πανεπιστημίων, κυβερνητικών εργαστηρίων και ιδιωτικών εταιρειών, επιτρέποντας στην γνώση, στα δεδομένα και στην τεχνολογία να ρέουν ελεύθερα σε όλο τον κόσμο. Χωρίς αυτά τα βήματα, το εμβόλιο κατά της COVID-19 κινδυνεύει να γίνει ένα ακριβό προϊόν που θα πωλείται από ένα μονοπώλιο, ένα αγαθό πολυτέλειας που μόνο οι πλουσιότερες χώρες και οι πολίτες μπορούν να αντέξουν οικονομικά.