Θα γίνει το Αφγανιστάν ξανά ασφαλές καταφύγιο για τρομοκράτες; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Θα γίνει το Αφγανιστάν ξανά ασφαλές καταφύγιο για τρομοκράτες;

Το ότι οι Ταλιμπάν κέρδισαν δεν σημαίνει ότι το ίδιο θα κάνουν και οι τζιχαντιστές

Η απώλεια του Αφγανιστάν αναμφίβολα θα εμποδίσει τις αντιτρομοκρατικές προσπάθειες των ΗΠΑ και θα αυξήσει τον κίνδυνο η Αλ Κάιντα να χρησιμοποιήσει ξανά την χώρα ως ορμητήριο για επιθέσεις. Χωρίς στρατεύματα στην περιοχή και επαφές με τον τοπικό πληθυσμό, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα έχουν λιγότερες πληροφορίες [14] για τρομοκρατικές δραστηριότητες. Οι αμερικανικές και αφγανικές δυνάμεις δεν βρίσκονται πλέον επί τόπου για να εμποδίσουν την Αλ Κάιντα να δημιουργήσει στρατόπεδα εκπαίδευσης ή μια έδρα.

Παρά τις δυσκολίες αυτές, ωστόσο, ένα εκτεταμένο ασφαλές καταφύγιο συγκρίσιμο με την περίοδο πριν από την 11η Σεπτεμβρίου είναι απίθανο. Τα κίνητρα των ίδιων των Ταλιμπάν να υποστηρίξουν την διεθνή τρομοκρατία κατά της Δύσης είναι λίγα, ανεξάρτητα από τους δεσμούς που μπορούν να έχουν οι ηγέτες της ομάδας με την Αλ Κάιντα. Οι Ταλιμπάν δεν ενημερώθηκαν [15] για την 11η Σεπτεμβρίου, και δεν ευνόησαν προηγούμενες τρομοκρατικές επιθέσεις που πραγματοποίησε η ομάδα, όπως οι βομβιστικές επιθέσεις σε πρεσβείες στην Ανατολική Αφρική το 1998. Οι Ταλιμπάν πλήρωσαν επίσης ένα βαρύ τίμημα για την 11η Σεπτεμβρίου, χάνοντας την εξουσία για 20 χρόνια και βλέποντας μεγάλο μέρος της βασικής ηγεσίας τους να πεθαίνει στη μάχη με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Το Πακιστάν, ο χορηγός των Ταλιμπάν, έχει επίσης λόγους να αντιταχθεί στις τρομοκρατικές επιθέσεις της Αλ Κάιντα στην Δύση. Ο Bruce Riedel, πρώην ανώτερος αξιωματικός των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, υποστήριξε [16] ότι η τελευταίες επιθέσεις των Ταλιμπάν βασίστηκαν στην υποστήριξη του Πακιστάν, και ότι οι Ταλιμπάν χρησιμοποιούσαν από καιρό το Πακιστάν ως καταφύγιο στον αγώνα τους εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών και της αφγανικής κυβέρνησης. Δεδομένου ότι ο σύμμαχος του Πακιστάν κέρδισε, η χώρα έχει τώρα ελάχιστους λόγους να διακινδυνεύει να ενθαρρύνει την επιστροφή των αμερικανικών δυνάμεων -κάτι που θα μπορούσε να συμβεί μετά από μια θεαματική επίθεση της Αλ Κάιντα στην Δύση. Μια τέτοια βία δεν εξυπηρετεί κανέναν από τους στρατηγικούς στόχους του Πακιστάν.

Τούτου λεχθέντος, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν να βασίζονται στο Πακιστάν ως αντιτρομοκρατικό εταίρο στο Αφγανιστάν. Το Πακιστάν μπορεί ακόμη να προτιμά την χρήση ξένων τζιχαντιστών για την διεξαγωγή τρομοκρατικών επιθέσεων στην Ινδία και πολέμου στο Κασμίρ, όπως και στο παρελθόν [17]. Συνεπώς, μπορεί να θέλει οι Ταλιμπάν να επιτρέπουν σε ξένους μαχητές να εκπαιδεύονται και να βελτιώνουν τις ικανότητές τους στο Αφγανιστάν, παίζοντας με την φωτιά ελπίζοντας ότι το Πακιστάν μπορεί να κατευθύνει την πυρκαγιά προς το Νέο Δελχί. Η πίεση στο Πακιστάν θα είναι επομένως ζωτικής σημασίας. Δυστυχώς, οι προσπάθειες των ΗΠΑ να εξαναγκάσουν την Ισλαμαμπάντ να χαλιναγωγήσει τους Ταλιμπάν τις τελευταίες δεκαετίες απέτυχαν σε μεγάλο βαθμό [18]. Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να έχουν μεγαλύτερη επιτυχία τώρα που δεν εξαρτώνται πλέον από την καλή θέληση του Πακιστάν να υποστηρίζει τις επιχειρήσεις τους στο Αφγανιστάν. Όμως, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να μειώσουν τις προσδοκίες τους, ειδικά επειδή η κυβέρνηση Μπάιντεν απέφυγε [19] τον Πακιστανό πρωθυπουργό Imran Khan αντί να τον φλερτάρει ως σύμμαχο. Η Ουάσινγκτον θα πρέπει να επικεντρωθεί στο να διασφαλίσει ότι η Ισλαμαμπάντ γνωρίζει ότι, επίσης, θα πληρώσει ένα τίμημα εάν οι σύμμαχοί της οι Ταλιμπάν υποστηρίξουν την διεθνή τρομοκρατία.

Αν και η βοήθεια του Πακιστάν μπορεί στην καλύτερη περίπτωση να είναι περιορισμένη, η ίδια η Αλ Κάιντα έχει αλλάξει με τρόπους που την καθιστούν λιγότερο ικανή να εκμεταλλευτεί το Αφγανιστάν. Η οργάνωση έχει χάσει πολλούς ηγέτες και μεγάλο μέρος της χρηματοδότησής της και κατά τα άλλα υπέστη σημαντική [20] ζημιά από την 11η Σεπτεμβρίου. Πράγματι, ο διάδοχος του Μπιν Λάντεν, Ayman al-Zawahiri, ίσως να είναι νεκρός [21]. Ως απάντηση στην παρακμή της, η Αλ Κάιντα έχει δώσει έμφαση στους αγώνες εντός του μουσουλμανικού κόσμου -συνεργαζόμενη με τοπικές θυγατρικές που υιοθετούν τμήματα της ατζέντας της, αλλά, στην πράξη, συχνά εστιάζουν στις δικές τους περιορισμένες ανησυχίες. Μεγάλο μέρος της ενέργειας των ηγετών της Αλ Κάιντα έχει δαπανηθεί στην προσπάθεια ελέγχου και επιρροής αυτών των θυγατρικών [22]. Αυτές οι ομάδες αποτελούν πρωτίστως απειλή για τις χώρες και τις περιοχές τους, αν και ορισμένες, ιδίως η θυγατρική της Αλ Κάιντα στην Υεμένη, έχουν επιχειρήσει ή πραγματοποιήσει τρομοκρατικές επιθέσεις στην Δύση. Η πιο πρόσφατη επίθεση τζιχαντιστών στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν οι πυροβολισμοί κατά τριών ναυτών σε ναυτική βάση στην Πενσακόλα της Φλόριντα το 2019, από έναν Σαουδάραβα εκπαιδευόμενο επηρεασμένο από το παράρτημα της Αλ Κάιντα στην Υεμένη.

Επιπλέον, οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ προετοιμάζονταν για μια στρατιωτική απόσυρση διασφαλίζοντας ότι διατηρούν κάποια ικανότητα συλλογής [πληροφοριών] -επιτρέποντάς τους να διαταράξουν τους επίδοξους εκπαιδευόμενους της Αλ Κάιντα καθ' οδόν, να εντοπίσουν πιθανές συνωμοσίες εναντίον της Δύσης, και να στοχεύσουν τρομοκράτες. Ο αμερικανικός στρατός έχει διερευνήσει τρόπους για να χρησιμοποιήσει αεροπορική ισχύ από βάσεις εκτός Αφγανιστάν [23] για να χτυπήσει στρατόπεδα της Αλ Κάιντα ή να επιχειρήσει με άλλον τρόπο στην χώρα εάν καταστεί απαραίτητο. Τώρα που οι Ταλιμπάν βρίσκονται στην εξουσία, τέτοιες προσπάθειες χρειάζονται περισσότερο από ποτέ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες διεξάγουν ήδη επιχειρήσεις μεγάλων αποστάσεων στην Σομαλία [24], την Υεμένη [25] και σε άλλες χώρες με ενεργές ομάδες τζιχαντιστών. Η πραγματοποίηση τέτοιων χτυπημάτων στο Αφγανιστάν θα δυσκόλευε την Αλ Κάιντα και άλλες ομάδες να οργανώσουν μεγάλης κλίμακας εκπαιδευτικά στρατόπεδα, όπως έκαναν πριν από την 11η Σεπτεμβρίου, και θα έθετε σε κίνδυνο τους ηγέτες τους.