Ο κόσμος που θέλει η Κίνα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο κόσμος που θέλει η Κίνα

Πώς η ισχύς θα -και δεν θα- αναμορφώσει τις κινεζικές φιλοδοξίες

Η επίτευξη ακόμη και αυτού του είδους μερικής ηγεμονίας μπορεί να αποδειχτεί δύσκολη εάν οι Κινέζοι ηγέτες συνεχίσουν να ταράζουν τους ομολόγους τους αλλού. Η αρχική ανταπόκριση του Πεκίνου στο ξέσπασμα της COVID-19 έδειξε ότι υπό πίεση, οι αυταρχικές τάσεις της Κίνας υπερτερούν της επιθυμίας της να συνεργάζεται με τον κόσμο. Διάφορα κράτη, ιδίως η Αυστραλία, πρότειναν να διεξαχθεί διεθνής έρευνα για την προέλευση του ιού. Αντί να καλωσορίσει αυτήν την ιδέα, όπως θα είχε κάνει μια εύστροφη δύναμη, η Κίνα μποϊκόταρε αμέσως τις πωλήσεις κριθαριού από την Αυστραλία. Όταν η βρετανική κυβέρνηση υπαινίχθηκε ότι ενδέχεται να αντιστρέψει την απόφασή της να επιτρέψει την πρόσβαση της Huawei στο δίκτυο 5G του Ηνωμένου Βασιλείου, Κινέζοι διπλωμάτες απείλησαν με [15] «συνέπειες», στέλνοντας ένα σαφές μήνυμα ότι η επένδυση από την Κίνα δεν ήταν απλώς μια εμπορική συναλλαγή αλλά και μια πολιτική -και επέφερε ακριβώς την απαγόρευση που δεν ήθελαν. Οι δύστροπες αντιδράσεις της Κίνας μετά την πανδημία έχουν διευκολύνει τους επικριτές της να επισημάνουν αυτό που θεωρούν ως αναξιόπιστη συμπεριφορά της, συμπεριλαμβανομένων της στρατιωτικοποίησης της Θάλασσας της Νότιας Κίνας, τις πιθανές επιθέσεις στον κυβερνοχώρο εναντίον κρατών που περιλαμβάνουν και τις ΗΠΑ, και την εκμετάλλευση των κενών στους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.

Αλλά ενώ πολλές Δυτικές χώρες επιδιώκουν να ορίσουν τους τρόπους με τους οποίους η τρέχουσα συμπεριφορά της Κίνας είναι παράνομη, αποφεύγουν μια δυσκολότερη ερώτηση. Ποιοι είναι οι δικαιολογημένοι στόχοι για την Κίνα στην περιοχή της και στον ευρύτερο κόσμο; Η Κίνα είναι ένα μεγάλο, ισχυρό κράτος, με την δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο. Ένα κράτος αυτού του μεγέθους δεν μπορεί να αναμένεται να συμμετάσχει στην παγκόσμια τάξη αποκλειστικά με τους όρους των αντιπάλων της -κυρίως επειδή μερικές από τις πρόσφατες επιτυχίες της Κίνας οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην Δυτική αποτυχία. Η κριτική στην Huawei μπορεί να είναι δικαιολογημένη, αλλά η κινεζική τεχνολογία 5G είναι ελκυστική σε πολλές χώρες επειδή δεν υπάρχει προφανής Δυτική εναλλακτική. Είναι απολύτως σκόπιμο να επικρίνεται η Κίνα για την επέκταση της επιρροής της στον ΟΗΕ με τρόπους που υποβαθμίζουν την σημασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά η Κίνα δεν ανάγκασε τις Ηνωμένες Πολιτείες να μειώσουν την χρηματοδότησή τους σε οργανισμούς του ΟΗΕ και έτσι να τους αποδυναμώσουν.

Προς το παρόν, η Κίνα βλάπτει τον εαυτό της υποστηρίζοντας ότι κάθε κριτική για την εσωτερική της πολιτική είναι εκτός ορίων. Οι Ηνωμένες Πολιτείες βρέθηκαν σε παρόμοια κατάσταση κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1950. Το φρικτό ρεκόρ των διακρίσεων στο εσωτερικό τους κατά του Μαύρου πληθυσμού στιγμάτισε την διεθνή εικόνα τους και προσέφερε στους ανταγωνιστές τους έναν εύκολο στόχο˙ η κυβέρνηση του Μάο κάλεσε Μαύρους διανοούμενους και ακτιβιστές [16], όπως ο W. E. B. Du Bois και ο αρχηγός των Μαύρων Πανθήρων, Huey Newton, στο Πεκίνο. Οι πολιτικοί των ΗΠΑ απάντησαν έντονα ότι ο υπόλοιπος κόσμος δεν είχε κανένα δικαίωμα να επικρίνει την εσωτερική φυλετική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτή η θέση ήταν μη βιώσιμη, και η εγχώρια αντίσταση σε συνδυασμό με τον εξωτερικό εξευτελισμό άλλαξε νόμους στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ως ανερχόμενη δύναμη, η Κίνα αντιμετωπίζει επίσης εξωτερική κριτική για την εγχώρια πολιτική της. Η ένταξη στην παγκόσμια οικονομία την έχει καταστήσει πιο ευάλωτη στον εξονυχιστικό έλεγχο του απολυταρχισμού στο εσωτερικό της. Αλλά μπορεί να κάνει κάτι πιο παραγωγικό από το να διαμαρτύρεται για την Δυτική περιφρόνηση: η Κίνα μπορεί να αντλήσει από την πρόσφατη ιστορία του επαναπροσδιορισμού του εαυτού της. Αφότου η Κίνα υπό τον Μάο είχε καταστεί οικονομικά και πολιτικά αναποτελεσματική, στην δεκαετία του 1980, ο διάδοχος του Μάο, Ντενγκ Σιαοπίνγκ, προσάρμοσε μια ιδέα από τον πρώην πρωθυπουργό Ζου Ενλάι που ονομάζεται «οι τέσσερις εκσυγχρονισμοί» (της γεωργίας, της βιομηχανίας, της άμυνας, και της επιστήμης και τεχνολογίας) για να αναμορφώσει την Κίνα. Ο Ντενγκ επέτρεψε στους αγρότες να πωλούν τμήματα της συγκομιδής τους στην ελεύθερη αγορά, έδωσε στους μελετητές ακαδημαϊκές ελευθερίες που είχαν εξαφανιστεί υπό τον Μάο, και δημιούργησε «ειδικές οικονομικές ζώνες», με κυβερνητικά και φορολογικά κίνητρα που είχαν σχεδιαστεί για να φέρουν ξένες επενδύσεις.

Περίπου όπως τα κατάφερε o Deng μετά τον θάνατο του Μάο, η Κίνα θα πρέπει να επαναρυθμιστεί στην επόμενη δεκαετία για να ενσωματώσει καλύτερα –παρά να απορρίψει– την κριτική από το εξωτερικό. Παρά την αυταρχική φήμη της χώρας, ο εσωτερικός διάλογος έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην άνοδο της Κίνας. Μέχρι πρόσφατα, οι φιλελεύθεροι πολιτικοί στοχαστές και συγγραφείς είχαν χώρο μέσα στο κινεζικό σύστημα για να προσφέρουν εποικοδομητική κριτική στους πιο σκληρούς συναδέλφους τους˙ η συνεργασία με ορισμένους επικριτές στο εξωτερικό βοήθησε επίσης να δοκιμαστούν οι ιδέες και οι πολιτικές της ίδιας της Κίνας. Η διακοπή μιας τέτοιας συζήτησης τα τελευταία χρόνια μπορεί να μην έχει επιβραδύνει την χώρα βραχυπρόθεσμα, αλλά είναι πιθανό να το κάνει στα επόμενα χρόνια, όταν η ακαμψία της πολιτικής σκέψης εμποδίσει τις κινεζικές πολιτικές ελίτ να επανεκτιμήσουν [κάποιες] πολιτικές. Η παραχώρηση περισσότερου χώρου στην διαφωνία δεν απαιτεί απαραίτητα τον εκδημοκρατισμό της Κίνας. Θα σήμαινε, ωστόσο, μια δέσμευση να αφεθεί η κοινωνία των πολιτών να ανθίσει (αντιστρέφοντας τον ανησυχητικό αριθμό απολύσεων και φυλακίσεων δικηγόρων, ακτιβιστών και ακαδημαϊκών τα τελευταία χρόνια) και την δημιουργία πραγματικής διαφάνειας της κυβέρνησης τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.