Πού κάνει λάθος η νέα εστίαση στην Κίνα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πού κάνει λάθος η νέα εστίαση στην Κίνα

Η ανάσχεση απαιτεί ισορροπία

Δεδομένης της ανόδου του Πεκίνου, είναι απολύτως λογικό για τους Αμερικανούς διαμορφωτές πολιτικής να επιδιώξουν να αφιερώσουν σε αυτή την πρόκληση νέους διπλωματικούς, οικονομικούς, και στρατιωτικούς πόρους. Σχεδόν σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, μια τέτοια πρόσθετη δέσμευση έχει ως τίμημα τη μικρότερη προσοχή σε άλλες περιοχές. Κατά τον εντοπισμό των πόρων που θα μπορούσαν να αντληθούν, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξουν ότι τα οφέλη τού να γίνουν περισσότερα στην Κίνα και τον Ινδο-Ειρηνικό υπερτερούν του πιθανού κόστους του να γίνουν λιγότερα αλλού. Και όταν ο υπολογισμός υποδεικνύει ότι μια αλλαγή προτεραιοτήτων είναι δικαιολογημένη, η απόφαση θα πρέπει να λαμβάνεται με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια —με βάση ένα συγκεκριμένο σύνολο εργαλείων πολιτικής ή στρατιωτικών αναπτύξεων— και όχι στην αφηρημένη βάση ότι το να γίνονται περισσότερα είναι καλύτερο.

Σκεφτείτε την προσπάθεια των ΗΠΑ, το 2020, να μετακινήσουν στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού κάποιους από τους περίπου 5.000 στρατιώτες τους που ήταν τοποθετημένοι στην Αφρική. Μια τέτοια κίνηση ήταν απολύτως συνεπής με μια προσέγγιση «πρώτα η Κίνα» και με την έμφαση που έδινε η κυβέρνηση Τραμπ στον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων. Και όμως η υποστήριξη των ΗΠΑ —συμπεριλαμβανομένων των εργαλείων πληροφοριών και αναγνώρισης— ήταν κρίσιμη για τις γαλλικές επιχειρήσεις ασφαλείας στο Σαχέλ. Είναι εξαιρετικά απίθανο τα οφέλη μιας μετρίως αυξημένης παρουσίας στον Ινδο-Ειρηνικό να αξίζουν την αποχώρηση από ένα σημαντικό μέτωπο των Δυτικών αντιτρομοκρατικών προσπαθειών.

Η αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν αποτελεί ένα άλλο παράδειγμα. Οι περίπου 2.500 στρατιώτες των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν κατά την διάρκεια της προεδρίας Μπάιντεν θα έχουν μικρό αντίκτυπο στην ισορροπία δυνάμεων στον Ινδο-Ειρηνικό, ακόμα κι αν τελικά αναδιαταχθούν όλοι ανατολικά. Αλλά στο Αφγανιστάν έκαναν την διαφορά μεταξύ μιας δημοκρατικής κυβέρνησης και της κυριαρχίας των Ταλιμπάν. Η αποχώρηση των ΗΠΑ, που έγινε εν μέρει στο όνομα της εκ νέου εστίασης στην Κίνα, φαίνεται πιθανό να αφήσει στον απόηχο της μια σημαντικά αυξημένη τρομοκρατική απειλή. Η υπεράσπιση της Ασίας ενάντια στην κινεζική ηγεμονία είναι σημαντική, αλλά η προστασία των Αμερικανών από τρομοκρατικές επιθέσεις είναι επίσης αποφασιστικής σημασίας.

Ο δεύτερος λόγος για την διατήρηση της ισορροπίας στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ βρίσκεται στην καρδιά του ίδιου του ανταγωνισμού ΗΠΑ-Κίνας. Το Πεκίνο βλέπει τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη ως δύο κέντρα ισχύος αντί για ένα συμμαχικό μπλοκ και έχει από καιρό επιδιώξει να βάλει προσκόμματα στην διατλαντική σχέση. Αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να ανταγωνιστούν αποτελεσματικά την Κίνα μόνο μαζί με τους εταίρους τους -όχι μόνο στην Ασία αλλά και στην Ευρώπη. Η ιδέα ενός διατλαντικού καταμερισμού έργου, στο οποίο η Ευρώπη ασχολείται με την ήπειρό της και την Μέση Ανατολή, ελευθερώνοντας τις Ηνωμένες Πολιτείες να επικεντρωθούν στον Ινδο-Ειρηνικό, είναι μακροπρόθεσμα μη βιώσιμη. Η Κίνα πρέπει να κατανοήσει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους είναι ενωμένοι στην αντιμετώπιση της οικονομικής και στρατιωτικής της πίεσης, και τόσο η Ευρώπη όσο και η Μέση Ανατολή χρειάζονται την ηγεσία των ΗΠΑ που θα παράσχουν αποτελεσματική μακροπρόθεσμη σταθερότητα. Ο καθορισμός προτεραιοτήτων είναι σημαντικός και μάλιστα απαραίτητος. Αλλά χωρίς ισορροπία μπορούν να κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό.

Ταυτόχρονα, η ανανέωση της δέσμευσης των ΗΠΑ με τους συμμάχους τους μπορεί από μόνη της να βοηθήσει στην μετατόπιση των προτεραιοτήτων. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ, για παράδειγμα, θα πρέπει να χαιρετίσουν την αυξανόμενη αντίδραση της Ευρώπης έναντι της Κίνας, συμπεριλαμβανομένης της πρόσφατα εκδοθείσας περιφερειακής στρατηγικής της ΕΕ που βασίζεται σε έναν «ελεύθερο και ανοιχτό Ινδο-Ειρηνικό», των ασκήσεων ελεύθερης πλοήγησης της Γαλλίας στην Θάλασσα της Νότιας Κίνας, και της «στροφής» του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ασία. Αντί να ελαχιστοποιήσει τα οφέλη αυτών των προσπαθειών, η Ουάσιγκτον θα πρέπει να ενθαρρύνει ακόμα περισσότερες [προσπάθειες] —και να διαβεβαιώσει τους Ευρωπαίους ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα παραμείνουν αφοσιωμένες και στην γειτονιά τους.

ΤΑ ΑΓΝΩΣΤΑ ΜΕΛΛΟΥΜΕΝΑ

Τέλος, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ θα έκαναν καλά να δουν το πρόβλημα της Κίνας στις σωστές του διαστάσεις. Η Κίνα μπορεί να φαίνεται σε πολλούς στην Ουάσιγκτον σήμερα ως η πιο σημαντική πρόκληση εθνικής ασφάλειας που αντιμετωπίζουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, μια πρόκληση που δεν έχει εύκολες λύσεις και είναι πιθανό να διαρκέσει πολύ στο μέλλον. Ωστόσο, με την προσοχή τους στην Κίνα, οι Ηνωμένες Πολιτείες κινδυνεύουν να παραβλέψουν τις οξείες απειλές σε άλλα μέρη του κόσμου. Όπως είπε ο πρώην υπουργός Άμυνας, Ρόμπερτ Γκέιτς, «στα 40 χρόνια από το Βιετνάμ, έχουμε ένα τέλειο ιστορικό στο να προβλέπουμε πού θα χρησιμοποιήσουμε στρατιωτική δύναμη στην συνέχεια. Δεν το βρήκαμε σωστά ούτε μια φορά». Η μετριοφροσύνη σχετικά με την ικανότητά μας να προβλέψουμε την επόμενη απειλή είναι ένας ακόμη λόγος για να διατηρήσουμε μια παρουσία εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ σε πολλές περιοχές και ζητήματα ταυτόχρονα.

Υπάρχει μια βαθιά ειρωνεία στην ιδιαίτερη εστίαση της Ουάσιγκτον στην Κίνα σήμερα. Αντί για μια παγκόσμια δύναμη, οι Ηνωμένες Πολιτείες μοιάζουν όλο και περισσότερο με μια περιφερειακή δύναμη που είναι ανήμπορη να κυνηγήσει πολλαπλά συμφέροντα ταυτόχρονα. Την στιγμή που η Κίνα φιλοδοξεί να αποκτήσει παγκόσμια επιρροή, οι Ηνωμένες Πολιτείες φαίνεται να απομακρύνονται από την παγκόσμια σκηνή για να αφοσιωθούν στον Ινδο-Ειρηνικό, πάνω από όλες τις άλλες περιοχές. Μόνο εξισορροπώντας την κινεζική απειλή με τα συμφέροντά τους σε άλλες περιοχές και ζητήματα μπορούν οι Ηνωμένες Πολιτείες να ανταγωνιστούν αποτελεσματικά την κινεζική ισχύ —και να ενισχύσουν την δική τους θέση στον κόσμο.